Η κατάσταση του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού άλλαξε δραματικά στη δεκαετία του 1960 με τον ήχο ενός νέου υβριδικού «ανατολίτικου» στυλ, πολύ χτυπητού, με ηλεκτρικό μπουζούκι, αρμόνιο και σύνθις, που σάρωσε στα νυχτερινά κέντρα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης και, αγαπήθηκε τρελά από τους Ισραηλινούς. Τις δεκαετίες του '60 και του '70, ο Aris San, ένας Έλληνας διάσημος από τη νυχτερινή ζωή της Θεσσαλονίκης, γνώρισε τεράστια επιτυχία στο Τελ Αβίβ, ανοίγοντας το δρόμο και σε άλλες φαντεζί περιπτώσεις.
Ο Αριστείδης Σεϊσανάς, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε το 1940 στην Καλαμάτα. Έφηβος ακόμα άρχισε να παίζει μουσική και να τραγουδά σε ταβέρνες της πρωτεύουσας, ξεχωρίζοντας για τον πρωτότυπο τρόπο με τον οποίο «μετέτρεπε την ηλεκτρική κιθάρα σε μπουζούκι».
Ο στρατηγός Moshe Dayan, στην κορυφή της πολιτικής του εξουσίας και δημοτικότητας στη δεκαετία του 1960, λέγεται ότι ήταν οπαδός του Aris San και μάλιστα ότι παρενέβη ώστε να δοθεί τελικά και η ισραηλινή υπηκοότητα στον τραγουδιστή.
Τα πρώτα του ταξίδια τον έφεραν στα νυχτερινά κλαμπ του λιμανιού της Χάιφα, η οποία κατοικείται από πολλούς Εβραίους ελληνικής καταγωγής και σε ένα από αυτά γνώρισε τον έρωτα της ζωής του, ένα κορίτσι από το Ισραήλ. Οι ιστορίες γύρω από αυτή τη σχέση ποικίλλουν αλλά τελικά αυτό που έχει σημασία είναι ότι ο Aris San δεν θα αργήσει να γίνει σύντομα ο βασικός πρωταγωνιστής της πίστας του κλαμπ Arianna (στα σύνορα Τελ Αβίβ και Γιάφας), ιδιοκτήτης του οποίου ήταν ο Shmuel Barzilay, Εβραίος από τη Θεσσαλονίκη.
Ο στρατηγός Moshe Dayan, στην κορυφή της πολιτικής του εξουσίας και δημοτικότητας στη δεκαετία του 1960, λέγεται ότι ήταν οπαδός του Aris San και μάλιστα ότι παρενέβη ώστε να δοθεί τελικά και η ισραηλινή υπηκοότητα στον τραγουδιστή.
Σιγά σιγά η σκηνή έγινε πιο δυνατή (και με νέα ονόματα όπως ο Trifonas από την Κύπρο, o σχετικά άγνωστος Nino Nikolaidis και o Levitros), και πλέον αγκάλιασε το γιορτινό στυλ της Μέσης Ανατολής που περιλαμβάνει πολύ ποτό, φαγητό και χορό. Κάπου στο κέντρο της παλιάς Γιάφα θα εμφανιστεί η δισκογραφική Koliphone Records, η οποία θα ηχογραφήσει ακούραστα τους νέους καλλιτέχνες της σκηνής και θα πουλήσει εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα από σουξέ όπως το «Bum Pam» του Aris San.
Ο Ισραηλινός δημοσιογράφος Rik Binnendijk γνώρισε και αγάπησε το τα ελληνικά λαϊκά τραγούδια της Ελλάδας από τις εξαιρετικές επανεκδόσεις ελληνο-ισραηλινής μουσικής της Fortuna Records. Θέλοντας να ψάξει τις ρίζες αυτής της περίεργης μουσικής σύντηξης έγραψε ένα κομμάτι στο σάιτ strangesoundsfrombeyond για τα υβριδικά αυτά διαμάντια που βοήθησαν να δημιουργηθεί αυτό που σήμερα είναι γνωστό ως «ο ήχος της Γιάφα».
Aris San
Το 1956 ο 17χρονος τότε Αριστείδης Σεϊσανάς εγκαταστάθηκε στη Γιάφα και ξεκίνησε τη καριέρα του ως κιθαρίστας στην Arianna, ένα δημοφιλές κέντρο διασκέδασης της εποχής. Ο Aris San, όπως ήταν το ψευδώνυμο που υιοθέτησε ήταν ένας πρωτοπόρος κιθαρίστας και εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο δημοφιλείς του Ισραήλ.
Ο κόσμος λάτρευε το παίξιμο του - "bouzouki style with electric guitar". Η μοναδική τεχνική του όπου συνδύαζε το γρήγορο και "κοφτερό" σόλο παίξιμο του μπουζουκιού με στοιχεία ροκ ν ρολ, ρούμπας ακόμα και φανκ ήταν επαναστατική και τον έκανε ιδιαίτερα αγαπητό. Εκτός από τις επανεκτελέσεις λαϊκών τραγουδιών τις οποίες διασκέυαζε προσθέτοντας στοιχεία από τους μοντέρνους κιθαριστικούς ήχους του 50-60 ηχογράφησε και δικές του συνθέσεις στα ελληνικά και τα εβραϊκά, αλλά και πάμπολλα τραγούδια στα ισπανικά, τα ιταλικά και αγγλικά.
Μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του Aris San ήταν το "Boumpam".
Η δισκογραφική εταιρεία με την οποία συνεργάστηκε ο Aris San ήταν η Koliphone. Ιδρύθηκε το 1953 από τους αδερφούς Azoulay και εστίασε στη μουσική των επονομαζόμενων "Oriental Jews" ή Mizrahi, Εβραίων οι οποίοι κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα μετοίκησαν στο Ισραήλ από τη Βόρεια Αφρική δημιουργώντας μια ενδιαφέρουσα πολιτισμική πολυχρωμία.
Στις δεκαετίες του '50 και του '60 όμως, οι εντάσεις του Ισραήλ και των γειτονικών χωρών του αραβικού κόσμου δημιουργούν ένα κενό το οποίο γέμισε ευπρόσδεκτα η ελληνική μουσική. Ενώ το λαϊκό τραγούδι είχε κοινές ρίζες με την αραβική μουσική, ο ελληνικός πολιτισμός θεωρήθηκε αρκετά "δυτικός" ώστε να είναι κοινωνικά αποδεκτός στο έντονο πολιτικό κλίμα της εποχής και οι Mizrahi μπορούσαν να απολαμβάνουν ανατολική μουσική χωρίς το φόβο των αντιποίνων.
Levitros
Ένας άλλος σπουδαίος καλλιτέχνης που συνεργάστηκε με την Koliphone ήταν ο Levitros. Αν και το όνομα φαντάζει ελληνικό στην πραγματικότητα το Levitros ήταν το ψευδώνυμο του Ιρακινού Levi Mu'alem, ο οποίος αποφάσισε να ελληνοποιήσει το όνομά τόσο από την επιρροή που είχε στην τέχνη του το λαικό τραγούδι όσο και για να να γίνει αποδεκτός στη μουσική κοινότητα.
Η μουσική του πάντως ήταν πειστικότατα ελληνική. Από τα εξαιρετικά κομμάτια του που εκδόθηκαν από την Fortuna Records, ξεχωρίζει το τραγούδι "Rubi Rubi" ένα φοβερό κομμάτι με μια αξέχαστη χορωδία και έναν ψυχεδελικό διάλογο μεταξύ οργάνων και μπουζουκιών.
Levitros - Rubi Rubi
Trifonas
Ο Trifonas ήταν άλλος ένα δημοφιλής μουσικός που συνεργαζόταν με την Koliphone. Ο Κύπριος Τρύφωνας Νικολαΐδης αλλά εγκαταστάθηκε στο Ισραήλ και δούλεψε ως μουσικό σε γάμους, δεξιώσεις καθώς και σε πολλά ελληνικά κέντρα της Γιάφα. Στην δεκαετία του '70 ο Trifonas έχτισε την καριέρα του χάρις στο μοναδικό του στυλ στο μπουζούκι και τελικά εγκαταστάθηκε τις ΗΠΑ. Ένα από τα πιο γνωστά του τραγούδια είναι το "Opalala".
Trifonas - Opalala
Ο Aris San, ο Trifonas και ο Levitros είναι οι πιο δημοφιλείς μουσικοί λαικού τραγουδιού της Koliphone αλλά δεν είναι οι μοναδικοί. Παρουσιάζουμε μερικά σπάνια και δυσεύρετα δείγματα:
Statatos – "סטאטטוס"
Nino Nikolaidis - Ne Sevenim Var Ne Soranim
Οι παραπάνω μουσικοί είναι η κορυφή του παγόβουνου από την ελληνική μουσική εισβολή της δεκαετίας του 50 και του 60 στο Ισραήλ. Πολλοί άλλοι Έλληνες καλλιτέχνες όπως ο Μίκης Θεδωράκης, η Γλυκερία, ο Στέλιος Καζαντζίδης και ο Γιώργος Νταλάρας αγαπήθηκαν πολύ από το μουσικόφιλο κοινό της χώρας ενώ τα τραγούδια τους διασκευάστηκαν γνωρίζοντας μεγάλη επιτυχία.
σχόλια