Θεωρεί τον εαυτό της αισθητικό τρομοκράτη. Επιδιώκει να ξαναβρεί το νόημα του θεϊκού, τη μεταφυσική διάσταση της ζωής, την επικοινωνία με όσα δεν είναι ορατά ή κατανοητά. Θεωρεί πως η μετατροπή του προσωπικού πόνου σε κάτι όμορφο, μέσα από μια αυστηρή τελετουργία όπου η δοκιμασία του σώματος συναντάται με το κάλλος των εικόνων, θα επιφέρει τον εξαγνισμό του θεατή.
Τοποθετώντας το ατομικό «μαρτύριο» στον βωμό της συλλογικής επεξεργασίας, η Λίντελ προσπαθεί να μας κάνει κοινωνούς μιας διαδικασίας υπέρβασης της λογικής, της καθημερινότητας, της ασχήμιας, της ηλιθιότητας, της τακτοποιημένης ζωής. Θα σε κάνω άτρωτο με την ήττα μου ήταν ο τίτλος της προκλητικής παράστασης που ανέβασε πριν από δέκα χρόνια, εμπνευσμένη από τη διάσημη τσελίστρια Ζακλίν ντι Πρε (πέθανε σε ηλικία 42 ετών).
Παράλληλα, η Λίντελ καλεί τον θεατή να γίνει ο Αβραάμ που πηγαίνει να θυσιάσει τον Ισαάκ στο όρος Μορία. Να μπει δηλαδή σε εκείνη την ψυχική και νοητική κατάσταση όπου θα είναι διατεθειμένος να βιώσει μια κρίση, μια αποκάλυψη μπροστά στο ακατανόητο.
Η ίδια χαρακτηρίζει τη δουλειά της «πορνογραφία της ψυχής». Κάθε φορά που ετοιμάζει κάτι καινούργιο, κλείνεται στον χώρο δοκιμών και δίνεται ολόψυχα στη σφυρηλάτηση της ιδέας της.
Γεννήθηκε το 1966 στην πόλη Φιγκέρες της Καταλονίας. Σπούδασε ψυχολογία και θέατρο. Άρχισε την καριέρα της ως θεατρική συγγραφέας τη δεκαετία του 1980. Το 1993 ίδρυσε την εταιρεία θεάτρου Atra Bilis, δηλαδή «μέλαινα χολή», στο πλαίσιο της Βασιλικής Σχολής Θεάτρου της Μαδρίτης. Με την ομάδα αυτή έχει γράψει, σκηνοθετήσει και ερμηνεύσει περισσότερα από είκοσι πρωτότυπα έργα.
Η ίδια χαρακτηρίζει τη δουλειά της «πορνογραφία της ψυχής». Κάθε φορά που ετοιμάζει κάτι καινούργιο, κλείνεται στον χώρο δοκιμών και δίνεται ολόψυχα στη σφυρηλάτηση της ιδέας της. «Πρέπει να εργαζόμαστε σαν να είμαστε μόνοι στο υπνοδωμάτιό μας, με κλειστή την πόρτα. Να αποχωριζόμαστε τη σεμνότητα... Το σημαντικό είναι η άσεμνη αποκάλυψη».
Ερωτικές φαντασιώσεις, παραληρηματικοί μονόλογοι, αυτοτραυματισμοί, αυνανισμοί και πάσης φύσεως προκλητικές δράσεις ανθίζουν στη σκηνή μιας παράστασης της Λίντελ. Το σώμα και ο νους γίνονται αποδεκτά σε όλες τις παραλλαγές τους. Ταυτόχρονα, η πρωτοτυπία και η ένταση των εικόνων που δημιουργεί κόβουν την ανάσα. «Όταν ήμουν εννιά ετών, οι γονείς μου τηλεφώνησαν στο σχολείο μου, επειδή είχα γράψει ένα ποίημα με τίτλο Μοναξιά. Και με πήγαν στον ψυχίατρο. Στα δεκαπέντε μου έγραψα ένα βιβλίο 200 σελίδων, όπου όλοι πεθαίνουν. Δεν μου άρεσε ποτέ αληθινά η ζωή ούτε οι άνθρωποι. Και ούτε εγώ πολυαρέσω στους ανθρώπους».
Μια Ερινύα που ήρθε για να στοιχειώσει όλους όσοι βολεύονται στο «πλεόνασμα αξιοπρέπειάς» τους, μια μαινάδα που ονειρεύεται κτηνώδεις σεξουαλικές πράξεις, μια πληγωμένη κόρη που μισεί τη μητέρα της γιατί «όλες οι μάνες είναι σκρόφες, ζυμώνουν τις κόρες τους με τα χειρότερα υλικά του εαυτού τους», μια ερωτευμένη που βιώνει στο διηνεκές την προδοσία, μια γυναίκα που σκάβει ασταμάτητα μέχρι να ματώσει, που βλέπει ολοκάθαρα τη βρoμιά των άλλων επειδή πρώτα την έχει μυρίσει επάνω της και, φυσικά, μια γυναίκα που μεγαλώνει, γερνάει, μαραίνεται. Η ιδέα της ενηλικίωσης, της φθοράς, η μάχη του σώματος με την αγωνία της ύπαρξης, με τον πανικό του γήρατος. «Για ν' αντέξω την αγωνία που συνοδεύει την απώλεια της νιότης έχω ανάγκη την ποιητική "εκδίκηση". Με οποιονδήποτε τρόπο...» έχει πει σε παλιότερη συνέντευξή της.
Αυτήν τη φορά, η Ισπανίδα καλλιτέχνις έρχεται στην Πειραιώς 260 με το Γένεσις 6, 6-7 που αποτελεί το τρίτο μέρος της Τριλογίας του απείρου. Ο τίτλος αναφέρεται στο πρώτο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης και συγκεκριμένα στη στιγμή κατά την οποία ο Θεός αποφασίζει να καταστρέψει τη ζωή στον πλανήτη, έχοντας μετανιώσει που δημιούργησε τον άνθρωπο. Η Λίντελ ξεκινά από τον μύθο της Μήδειας για να φτάσει μέχρι την Παλαιά Διαθήκη, αποτυπώνοντας έναν εξουθενωμένο κόσμο που αδυνατεί πλέον να κάνει υπομονή και επιθυμεί να εξαφανιστεί. Με άλλα λόγια, οι ήρωες αποζητούν να αγγίξουν το ιερό μέσα από την (αυτο)καταστροφή.
Mιλώντας για την παράσταση, η ίδια δηλώνει: «Για ακόμα μία φορά εστιάζω σε αυτά που δεν βλέπουμε [...] στις μαύρες τρύπες από τις οποίες δεν μπορεί ούτε το φως να περάσει [...] στην αίσθηση του κενού, τη λαχτάρα μας για αιωνιότητα. Εν ολίγοις, πώς μπορούμε να συνυπάρξουμε με το άπειρο και με τους απογόνους του απείρου; Ίσως ικανοποιώντας μια αρχέγονη ανάγκη για καταστροφή».
Ιnfo:
Γένεσις 6, 6-7
Angélica Liddell
Πειραιώς 260 (Η)
30-31 Μαΐου, 21:00
Με ελληνικούς και αγγλικούς υπέρτιτλους
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO
σχόλια