Στη διάσημη τραγωδία του Ευριπίδη ο Αγαμέμνονας, αρχιστράτηγος των Αχαιών, καλείται να θυσιάσει την κόρη του, την Ιφιγένεια, ώστε να μπορέσει να σαλπάρει για την Τροία ο ελληνικός στόλος που έχει ακινητοποιηθεί λόγω άπνοιας στην Αυλίδα. Σύμφωνα με τον μάντη Κάλχα και τον χρησμό του, αυτή είναι η επιθυμία της θεάς Άρτεμης. Ο Αγαμέμνονας αντιμετωπίζει ένα φρικτό δίλημμα που τον βάζει να διαλέξει μεταξύ του καθήκοντός του ως βασιλιά όλων και της αγάπης του για την κόρη του. Έτσι, καλεί την Ιφιγένεια στην Αυλίδα με το πρόσχημα του γάμου της με το πρωτοπαλίκαρο των Αχαιών, τον Αχιλλέα. Όταν η Ιφιγένεια μαθαίνει την αλήθεια, μετά τα αρχικά παρακάλια, συμφιλιώνεται με την τραγική της μοίρα και δέχεται να θυσιαστεί για την πατρίδα της.
Λίγες ώρες πριν από την πρεμιέρα της παράστασης του ΚΘΒΕ στην Επίδαυρο, ο σκηνοθέτης της Γιάννης Καλαβριανός μας μιλάει για όλα όσα του αποκαλύφθηκαν στην πρώτη του επαφή με το άγριο και ειρωνικό αυτό έργο του Ευριπίδη.
Όπως γίνεται πάντα στους πολέμους, άντρες μεγαλύτερης ηλικίας έχουν την εξουσία να πείθουν νεότερους να πεθάνουν. Και σήμερα αυτό συμβαίνει. Την πληρώνουν νεότεροι που πιστεύουν σε αξίες, που πωρώνονται, που μπορούν να προτάξουν τα στήθη τους.
— Αν κρίνω από το σκηνοθετικό σου σημείωμα, είναι σαν να αντιμετωπίζεις το έργο του Ευριπίδη ως ένα ύπουλο παραμύθι, όπως όλα εκείνα που πίσω από μια αφελή ιστορία κρύβουν εξωφρενικά πράγματα, κυνισμό και χιούμορ, αλλά στον πυρήνα τους θέτουν μεγάλα θέματα πολιτικής και ηθικής υφής.
Πιστεύω ότι η «Ιφιγένεια η εν Αυλίδι» είναι ένα πολύ σκοτεινό παραμύθι, που όμως έχει νησίδες χιούμορ, φωτός και πολύ διαφορετικούς χαρακτήρες από αυτούς που νόμιζα ότι είχε όταν ξεκίνησα να τους ψάχνω. Και λέω διαφορετικούς, γιατί όλοι, λίγο πολύ, γνωρίζουμε τους μύθους, έχουμε μια εικόνα και για τους χαρακτήρες – σαν μια συνισταμένη απ' όλα τα έργα και τα ανεβάσματα που έχουμε δει. Ας πούμε, διαβάζω το έργο και βλέπω ότι η Κλυταιμνήστρα δεν είναι ένα τέρας που έρχεται αλαλάζον να πάρει εκδίκηση, αλλά μια γυναίκα, νεαρή ακόμη −ο Ορέστης είναι βρέφος−, την οποία έχουν ξεγελάσει, που νομίζει ότι πηγαίνει να παντρέψει την κόρη της. Έρχεται με όλη την ελαφράδα μιας ευτυχούς στιγμής.
Αυτό εγώ δεν το είχα συνειδητοποιήσει ποτέ. Πάντα είχα την αίσθηση μιας βασίλισσας που έρχεται με το βάρος της καταγωγής της και της σύνδεσής της με τον Αγαμέμνονα, έναν βασιλιά που αντιμετωπίζει ένα δίλημμα σχετικά με το τι πρέπει να κάνει, του οποίου η δημόσια εικόνα συγκρούεται με την ιδιωτική. Όπως όλοι οι ηγέτες, έχει δύο πλευρές, τη μία του αυστηρού βασιλιά και την άλλη του κανονικού ανθρώπου που παίζει με τα παιδιά του. Αυτή την ιδιωτική εικόνα των ηρώων φέρνει μπροστά ο Ευριπίδης σε αυτό το έργο, που είναι πολύ περίεργο. Με έναν τρόπο τους εξανθρωπίζει, τους κατεβάζει από το βάθρο που τους τοποθετούν οι άνθρωποι που υποκλίνονται στο κύρος τους. Βλέπουμε έναν πατέρα, μια μάνα, μια κόρη. Αυτά μου φάνηκαν τρομερά σημαντικά, δεν έπρεπε να αγνοηθούν.
— Όταν, λοιπόν, σου αποκαλύφθηκαν όλα αυτά, είδες αντιστοιχίες με το σήμερα, με συγκρούσεις της σημερινής εποχής;
Το μεγάλο ζήτημα αυτού του έργου, που ακουμπάει στο σήμερα, είναι η ανάγκη, ποιες αποφάσεις παίρνεις υπό το κράτος οποιασδήποτε ανάγκης. Αυτοί οι άνθρωποι ξέρουν ποιο είναι το καλό, περνάει από το μυαλό τους να μην πεθάνει η Ιφιγένεια −εννοώ τον Μενέλαο και τον Αγαμέμνονα−, η Ιφιγένεια παρακαλάει για τη ζωή της, παρ' όλα αυτά οι σκέψεις τους δεν συμπίπτουν χρονικά ποτέ. Δηλαδή, υπάρχει ένα κακό timing στις καλές τους προθέσεις, που μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφή. Όλοι, λοιπόν, είναι αναγκασμένοι να περάσουν στη δράση.
Ο Αγαμέμνονας έχει απέναντί του 100.000 στρατοπεδευμένους Έλληνες, οι οποίοι φωνάζουν κουρασμένοι και εξαντλημένοι ότι κάτι πρέπει να γίνει για να φύγουν. Οπότε, έχουμε έναν άνθρωπο που, μπροστά σε μια λαοθάλασσα που του εναντιώνεται, έχει μόνο μία επιλογή. Δεν είναι τόσο απλό. Σε αυτό το ζήτημα της ανάγκης, λοιπόν, ο Ευριπίδης, πολύ έξυπνα, γίνεται ειρωνικός. Αυτοί οι άνθρωπο παίρνουν αποφάσεις και είναι σαν να βγάζουν γλώσσα, σαν να κοροϊδεύουν τη ζωή. Ξέρουν πού οδηγούνται τα πράγματα κι αυτό τους καθιστά τραγικά πρόσωπα. Δεν σταματάνε να προσπαθούν να την αλλάξουν, γιατί βαθιά μέσα τους γνωρίζουν...
— Εννοείς ότι βαθιά μέσα τους γνωρίζουν πως ο άνθρωπος είναι πάντα υποκριτικός; Ότι πάντα συγκρούονται οι ηθικές αξίες με το κτήνος μέσα τους; Οι Έλληνες εδώ ετοιμάζονται για έναν πόλεμο κατακτητικό, με πρόσχημα την αρπαγή της Ελένης.
Δεν έχουν καν το άλλοθι ότι βρίσκονται σε άμυνα. Η επίσημη δικαιολογία είναι να πάψουν να παίρνουν οι βάρβαροι τις γυναίκες των Ελλήνων. Είναι σωστό αυτό που λες, αλλά είναι και η στιγμή που ο Αγαμέμνονας θα μείνει στην Ιστορία. Έχει γίνει βασιλιάς όλων των Ελλήνων, του δίνεται η ευκαιρία να γίνει βασιλιάς όλων.
— Βάζοντας πιο πάνω από την αγάπη του για το παιδί του τη ματαιοδοξία.
Είναι η στιγμή που συναντιέται με την Ιστορία. Παρ' όλα αυτά, είναι μονοδιάστατος. Και, σύμφωνα με την ανάγνωση της παράστασης, είναι ειλικρινής. Όταν λέει «δεν θα σκοτώσω το παιδί μου», το πιστεύει, δεν υποκρίνεται. Λέει να διαλυθεί ο στρατός, να φύγουν όλοι. Μετά, του την πέφτουν όλοι, λέγοντάς του ότι δεν μπορεί να το κάνει αυτό. Κι αλλάζει γνώμη. Όλοι αλλάζουν γνώμη. Αυτό είναι ένα εύρημα του Ευριπίδη, το πόσο ασταθείς είναι όλοι τους. Αυτό που εμείς θεωρούμε προσόν για τους χαρακτήρες, το να έχουν βάθος και να αλλάζουν άποψη, στην εποχή του θεωρούνταν κατακριτέο. Ο Αριστοτέλης στην «Ποιητική» λέει ότι είναι ένα έργο με ανωμαλία ήθους...
— Σήμερα μοιάζει τρομερά μοντέρνο. Οι άνθρωποι είναι και καλοί και κακοί, περίπλοκοι γενικότερα.
Είναι σαν να είναι ο πατέρας του σύγχρονου θεάτρου − δεν ξέρουμε αν είναι αυτό το τελευταίο του έργο ή οι «Βάκχες». Αναφέρεται σε όλα αυτά που μας απασχολούν σήμερα, στο βάθος, στην πολυπλοκότητα, στο ότι υπάρχει σίγουρα και ένα ποταπό κίνητρο στους ανθρώπους. Σίγουρα χειρίζεται πάρα πολύ έξυπνα τα διλήμματα, τα δίπολα, τα ζεύγη, βάζοντας την Ιφιγένεια να λυσσάει μέχρι την τελευταία στιγμή για να ζήσει μέσα από λόγια που εγώ δεν είχα ακούσει. Είχα την εικόνα μιας άλλης Ζαν ντ' Αρκ. Λέει ότι είναι τρελό να θέλεις τον θάνατο, η πιο άθλια ζωή είναι καλύτερη από τον θάνατο. Βάζει στο στόμα της ένα αίτημα υπέρ της ζωής που είναι φοβερό, τη στιγμή που μιλάμε για ήρωες που έχουμε μάθει ότι προχωράνε με πολλή υπερηφάνεια προς τον θάνατο. Εδώ ο συγγραφέας την κατεβάζει στη γη και τη βάζει να λέει «θέλω να ζήσω». Ο Αχιλλέας πολύ ωραία προτείνει: «Μπράβο, το κλέος είναι φοβερό, αλλά ζήσε! Άλλαξε γνώμη, γίνε γυναίκα μου και πάμε να φύγουμε».
Λένε πράγματα ποταπά, συγκρινόμενα με την ηρωική διάσταση που συνήθως αποδίδουμε στους ήρωες, από την άλλη, όμως, είναι τόσο γήινοι, τόσο κανονικοί, που μετά από τόσα χρόνια ψυχολογικού θεάτρου τους αναγνωρίζουμε κατευθείαν. Αυτό προσπάθησα να κάνω στην παράσταση, να έχω χαρακτήρες πιο περίπλοκους και όχι αρχετυπικά τοτέμ. Ανθρώπους που δονούνται, βάλλονται από άλλους ανθρώπους, πέφτουν. Προσπαθούμε να βρούμε αυτό το μέγεθος μέσα από την ησυχία του ανθρώπινου και όχι ξεκινώντας από το εξωτερικό. Δεν είναι αισχύλειοι χαρακτήρες ούτε στην όψη, ούτε στον τρόπο, ούτε σε τίποτα.
— Ποια είναι η δική σου Ιφιγένεια τελικά;
Νομίζω πως η ειρωνεία είναι το κλειδί αυτής της παράστασης. Λέγονται πράγματα εξωφρενικά, βγάζει ο Αγαμέμνονας λόγους που μετά ενστερνίζεται και η ίδια η Ιφιγένεια. Αυτήν τη μεταστροφή της ή θα τη δεις πατριωτικά ή όπως την προσέγγισα εγώ. Ο Ευριπίδης τα έγραφε όλα αυτά στο τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου και με την απειλή των Περσών, οι οποίοι είχαν βάλει το πόδι τους στην Ελλάδα και επηρέαζαν τα πολιτικά πράγματα, πληρώνοντας τη μία και την άλλη παράταξη. Ουσιαστικά τους λέει από τη Μακεδονία: «Έχετε τον νου σας Έλληνες, σταματήστε να μαλώνετε». Βάζει τον σπόρο του πανελληνισμού, ώστε να λειτουργήσουν συνολικά και όχι ως κάθε πόλη ξεχωριστά, μια ξεκάθαρη αξία. Από την άλλη, λέει: «Κάποιοι θα εκμεταλλευτούν την έννοια της φιλοπατρίας, θα την καπηλευτούν και θα την πουλήσουν, οπότε έχετε τα μάτια σας ανοιχτά». Είναι ένα ωραίο σχόλιο αυτό, ότι δεν είμαστε εναντίον της φιλοπατρίας αλλά εναντίον των επαγγελματιών προστατών της.
— Είναι δηλαδή το πρώτο έργο που μιλάει για την ισχύ εν τη ενώσει;
Ναι, για μια ένωση! Από την άλλη, αναρωτιέται με ποιον τρόπο θα γίνει αυτό. Βάζει όλους αυτούς τους μεγάλους στρατηγούς να απαιτούν τη θυσία ενός νέου ανθρώπου. Όπως γίνεται πάντα στους πολέμους, άντρες μεγαλύτερης ηλικίας έχουν την εξουσία να πείθουν νεότερους να πεθάνουν. Και σήμερα αυτό συμβαίνει. Την πληρώνουν νεότεροι που πιστεύουν σε αξίες, που πωρώνονται, που μπορούν να προτάξουν τα στήθη τους. Τα σχόλια είναι απανωτά. Τι σημαίνει ηρωισμός; Τι σημαίνει πεθαίνω για τη χώρα μου; Δεν υπάρχει απάντηση, ούτε ο Ευριπίδης δίνει κάποια. Στο τέλος γίνεται ανατροπή, ο αγγελιοφόρος λέει ότι έγινε ένα θαύμα. Δεν πέθανε η Ιφιγένεια, η θεά την αντικατέστησε με ένα ελάφι. Δεν το είδε κανείς, αλλά ο ιερέας αναφώνησε «θαύμα» και όλοι πείστηκαν.
— Η θρησκεία ως παράπλευρη εξουσία.
Πάντα υπάρχει ένας ενδιάμεσος μεταξύ θεού και ανθρώπων που μοιράζεται την εξουσία με τους πολιτικούς και τους στρατιωτικούς και κανείς δεν τον αμφισβητεί. Όλοι ακολουθούν την προφητεία του Κάλχα. Ιδιωτικά, βέβαια, ο Αγαμέμνονας και ο Μενέλαος δεν τον εμπιστεύονται, αλλά έχει πείσει 100.000 ανθρώπους.
Ιnfo
Ιφιγένεια εν Αυλίδι
Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου
19/07 έως 20/07/2019 στις 21:00
Μετάφραση: Παντελής Μπουκάλας
Σκηνοθεσία: Γιάννης Καλαβριανός
Σκηνικά-Κοστούμια: Αλεξάνδρα Μπουσουλέγκα, Ράνια Υφαντίδου
Mουσική σύνθεση-Μουσική διδασκαλία-Ηχητικός σχεδιασμός: Θοδωρής Οικονόμου
Kίνηση: Δημήτρης Σωτηρίου
Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος
Παίζουν (με αλφαβητική σειρά): Γιώργος Γλάστρας (Αγαμέμνων), Ανθή Ευστρατιάδου (Ιφιγένεια), Γιώργος Καύκας (Πρεσβύτης), Νικόλας Μαραγκόπουλος (Μενέλαος), Θανάσης Ραφτόπουλος (Αχιλλέας), Χρίστος Στυλιανού (Αγγελιοφόρος), Μαρία Τσιμά (Κλυταιμήστρα).
Χορός: Μομώ Βλάχου, Στελλίνα Βογιατζή, Δέσποινα Γιαννοπούλου, Ιωάννα Δεμερτζίδου, Δανάη Επιθυμιάδη, Αίγλη Κατσίκη, Λήδα Κουτσοδασκάλου, Μαρία Κωνσταντά, Αλεξία Μπεζίκη, Ζωή Μυλωνά, Μαριάνθη Παντελοπούλου, Κατερίνα Παπαδάκη, Ρεβέκκα Τσιλιγκαρίδου
Μουσικός επί σκηνής: Δημήτρης Χουντής
σχόλια