«Παραχειμάζων εν τη Σάμω»: Ένα καλοκαιρινό διήγημα του Τεύκρου Μιχαηλίδη για τη LIFO

«Παραχειμάζων εν τη Σάμω»: Ένα καλοκαιρινό διήγημα του Τεύκρου Μιχαηλίδη για τη LIFO Facebook Twitter
Εικονογράφηση: Γιώργος Γούσης / LIFO
0

Ο καταπέλτης του Ρομίλντα βρόντηξε δυνατά πάνω στην τσιμεντένια προβλήτα. Το μπουλούκι με τους αγουροξυπνημένους ταξιδιώτες ξεχύθηκε στην προκυμαία. Δυο τρία αυτοκίνητα, μερικές μηχανές και καμιά τριανταριά επιβάτες. Ήταν αρχές του Απρίλη κι η τουριστική περίοδος δεν είχε ακόμα ξεκινήσει. Χώρια από μια παρέα ξένων, δυο μακρυμάλληδες νεαρούς με μπράτσα γεμάτα τατουάζ και τρία κοριτσόπουλα με μια υποψία κουρελιασμένου τζιν γύρω από τους γοφούς και μισή ντουζίνα χαλκάδες περασμένους σ' όλα τα μέρη του κορμιού τους, οι υπόλοιποι επιβάτες ήταν ντόπιοι. Τελευταίος, βαδίζοντας με αργά κουρασμένα βήματα, κατέβηκε και ο Φάνης. Όλα του τα μέλη πονούσαν από τη δύσκολη νύχτα στην άβολη πολυθρόνα του σαλονιού της τρίτης θέσης. Όμως εκείνο που βάραινε περισσότερο τα πόδια του ήταν το απόλυτο κενό που απλωνόταν μπροστά του.

Ακούμπησε δίπλα του τη βαλίτσα και στάθηκε στην προκυμαία σαν χαμένος μέσα στην πρωινή αχλή. Ίσα που είχε αρχίσει να χαράζει. Όσοι Καρλοβασιώτες δεν είχαν πάει στα χωράφια ήταν ακόμα κοιμισμένοι. Ένα μονάχα καφενεδάκι είχε ανοίξει, προσδοκώντας να προσελκύσει τη λιγοστή πελατεία των καινουργιοφερμένων.

Εκεί απευθύνθηκε ο Φάνης για πληροφορίες. Το λεωφορείο έφευγε στις 8. Είχε δυο ώρες και κάτι στη διάθεσή του. Ευχαρίστως θα έπινε έναν καφέ. Όταν όμως έχεις μόνο λίγα μικρά χαρτονομίσματα στην τσέπη και καμιά προοπτική για τίποτα άλλο, μετράς ακόμα και το κόστος του καφέ.

Ο ήλιος ξεπρόβαλε μέσα από τη θάλασσα, βάφοντας χρυσαφιά τα γαλάζια κύματα και ζεσταίνοντας τα μουδιασμένα μέλη του, όχι όμως και την καρδιά του. Κάθισε σ' ένα απ' τα παγκάκια της προκυμαίας. Μέσα σε εννιά μήνες -όσο χρειάζεται μια μάνα για να δημιουργήσει μια νέα ζωή στα σπλάχνα της- η δική του ζωή είχε καταστραφεί.

Αρχές Ιουλίου του περασμένου χρόνου ο Αγγελάκος, ιδιοκτήτης και γενικός διευθυντής του Προτύπου Εκπαιδευτηρίου, του είχε ανακοινώσει την απόλυσή του. «Συμπληρώνεις δωδεκαετή υπηρεσία και δικαιούσαι ελάφρυνση προγράμματος και μισθολογική αναβάθμιση. Συνεπώς, μου είναι ασύμφορο να σε κρατήσω», του είπε χωρίς περιστροφές. «Άλλωστε, είμαι πολύ δυσαρεστημένος μαζί σου. Οι γονείς διαμαρτύρονται για τη βαθμολογία σου. Άκου μόνο 17 στο γιο του εφοπλιστή... που έχει τρία παιδιά στο σχολείο μας! Μαθηματικά στο γυμνάσιο διδάσκεις, όχι στον Αϊνστάιν!».

Έτσι ο Φάνης είχε την ιδιαίτερη τιμή να είναι το πρώτο θύμα της Άννας Διαμαντοπούλου που μέσα σε μια νύχτα, οχυρωμένη πίσω από το σκιάχτρο του ΔΝΤ, είχε καταφέρει να μετατρέψει τους δασκάλους σε δουλοπάροικους. Με τα τέσσερα μηνιάτικα της αποζημίωσης -ακόμα και οι νόμοι του Λοβέρδου του αναγνώριζαν περισσότερα, άντε όμως να βρεις το δίκιο σου σ' ένα κράτος όπου οι δικαστές παίζουν στο άλλο γήπεδο- ο Φάνης τα έβγαλε πέρα για οκτώ μήνες. Σ' αυτό το διάστημα έτρεξε παντού, σε σχολεία, σε φροντιστήρια, σε τεχνικές σχολές... Δήλωσε πρόθυμος να κάνει οποιαδήποτε δουλειά. Υπάλληλος, πλασιέ, μπογιατζής... Τίποτα...

Όταν στα μέσα του Φλεβάρη διαπίστωσε ότι τον άλλο μήνα δεν θα είχε να πληρώσει ούτε το νοίκι, πήρε τη μεγάλη απόφαση. Μάζεψε σ' ένα μπαούλο τα λιγοστά του υπάρχοντα, τα εμπιστεύτηκε σ' έναν φίλο και πήρε το καράβι για τη Σάμο. Εκεί, στους Βουρλιώτες, στα μισά του δρόμου ανάμεσα Καρλόβασι και Βαθύ, ήταν το πατρικό του: ένα εγκαταλειμμένο σπιτάκι με κεραμίδια, τριγυρισμένο από ένα περιβόλι.

Από τότε που είχε χάσει τους γονείς του, ο Φάνης δεν είχε πατήσει πόδι στη Σάμο. Μεγαλωμένος στα Πατήσια, δεν είχε ποτέ σκεφτεί πως μπορούσε να έχει ρίζες αλλού πέρα από την οδό Λευκωσίας. Την εμμονή των γονιών του, να πηγαίνουν κάθε χρόνο το νησί και να κάνουν κάθε τόσο εργασίες συντήρησης στο σπίτι του χωριού, την έβλεπε σαν μια ανώδυνη γραφικότητα. Κι όμως αυτοί οι ραγισμένοι τοίχοι με την ξεφτισμένη μπογιά, αυτή η στέγη που κατά πάσα πιθανότητα θα έσταζε, αυτά τα λίγα τετραγωνικά φυτεμένα με λιόδεντρα, συκιές και κλήματα ήταν πια το μόνο που του είχε απομείνει για να τον κρατά, προς το παρόν τουλάχιστον, μισό σκαλοπάτι πάνω από την κατάσταση του άκληρου.

Καθισμένος πλάι στο παράθυρο του μισοάδειου λεωφορείου, ο Φάνης χάζευε πότε τις παραλίες που διαδέχονταν η μια την άλλη και πότε, απ' την απέναντι μεριά, τα πεύκα, τα πλατάνια και τ' αμπέλια που εναλλάσσονταν πάνω στις μαλακές πλαγιές του βουνού. Ούτε τα σμαραγδένια νερά, ούτε ο μυρωμένος θαλασσινός αέρας, ανάμεικτος με τις ανοιξιάτικες οσμές απ' τις συκιές και τ' αγριολούλουδα, μπόρεσαν να φτιάξουν τη διάθεση του Φάνη.

Λίγα μέτρα πριν από την ξακουστή παραλία του Τσάμπου το λεωφορείο άφησε τον κύριο δρόμο κι άρχισε να ανεβαίνει αγκομαχώντας προς το βουνό. Απότομα, ξεπρόβαλε μπροστά του το χωριό και λίγο πιο πάνω το ρημαγμένο κάστρο της Λουλούδας. «... Η Λουλούδα, η κόρη του παπά», του αφηγούνταν όταν ήταν μικρός η μάνα του, «πήγαινε κάθε μέρα στο κάστρο ν' αγναντέψει τη θάλασσα. Όμως τα ξωτικά του βουνού ζηλέψανε τη νιότη και την ομορφιά της· άξαφνα ο τόπος πλημμύρισε απ' όλες της άνοιξης τις μυρωδιές· όλα του λόγκου τα φυτά στείλαν το πιο μεθυστικό τους άρωμα στης κόρης τα ρουθούνια· κι εκείνη λιγοθύμησε κι έπεσε και τσακίστηκε στη ρεματιά...». Ο Φάνης χαμογέλασε πικρά. Μήπως αυτό ήταν η λύση;

Το λεωφορείο τον άφησε στην πλατεία του χωριού. Βιαστικά, από φόβο μήπως του πιάσει κανένας την κουβέντα, ο Φάνης άρπαξε τη βαλίτσα του κι άρχισε να ανηφορίζει το δρομάκι που οδηγούσε προς το πατρικό του. Η σκουριασμένη αυλόπορτα έσκουξε με παράπονο καθώς την άνοιξε. Στάθηκε καταμεσής στο περιβόλι και κοίταξε γύρω του. Οι ελιές, αν και πνιγμένες στην παραφυάδα, ήταν γεμάτες άνθη. Η κληματαριά, χρόνια ακλάδευτη, ήταν γεμάτη νεαρά τσαμπιά με άγουρες ακόμα ρώγες σαν το κεφάλι της καρφίτσας. Οι συκιές κατάφορτες κι αυτές. Μέτρησε με το μάτι το μέχρι χτες περιφρονημένο βιος του, το μοναδικό του βιος.

Χωρίς να ξέρει το γιατί έσκυψε και πήρε στα χέρια του δυο σβόλους χώμα. Η τραχιά αίσθηση στο δέρμα του ήταν ευχάριστη. Τους έσφιξε στις χούφτες του κι ένιωσε να τον πλημμυρίζει ένα παράξενο συναίσθημα, μια πρωτόγνωρη δύναμη. Σαν μια φευγαλέα οπτασία πέρασαν μπρος από τα μάτια του οι φάλαγγες των ξεκληρισμένων που διωγμένοι από τα βάθη της Μικρασίας, τις αρχαίες Κλαζομενές, είχαν βρει μια νέα πατρίδα σε τούτον εδώ τον τόπο. Ένιωσε το πείσμα τους να τον κυριεύει. Όχι. Δεν θα 'χε την τύχη της Λουλούδας. Σαν τον Ανταίο κι αυτός θ' αντλούσε νέα ζωή από τη γη, τη μάνα του.

Πρώτη δημοσίευση στην έντυπη LiFO τον Ιούλιο του 2010

 

Βιβλίο
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Σελίν Κιριόλ «Φωνή χωρίς ήχο»

Το πίσω ράφι / «Ένα από τα πιο ιδιοφυώς γραμμένα μυθιστορήματα της σύγχρονης λογοτεχνίας»

Έτσι είχε γράψει ο Πολ Όστερ εξαίροντας τη γραφή της Σελίν Κιριόλ στο «Φωνή χωρίς ήχο» για την οικονομία, τη συμπόνια και τις χιουμοριστικές πινελιές της, για τον τρόπο που προσεγγίζει μια γυναίκα αποξενωμένη σε μια απέραντη μεγαλούπολη.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Μαίρη Κουκουλέ

Οι Αθηναίοι / Μαίρη Κουκουλέ (1939-2025): Η αιρετική λαογράφος που κατέγραψε τη νεοελληνική αθυροστομία

Μοίρασε τη ζωή της ανάμεσα στην Αθήνα και το Παρίσι, υπήρξε σύντροφος ζωής του επίσης αιρετικού Ηλία Πετρόπουλου. Ο Μάης του ’68 ήταν ό,τι συγκλονιστικότερο έζησε. Πέθανε σε ηλικία 86 ετών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Στρατής Τσίρκας και οι Ακυβέρνητες Πολιτείες

Βιβλίο / Ο Στρατής Τσίρκας και οι Ακυβέρνητες Πολιτείες

Σε ποια εποχή γράφτηκε η φημισμένη τριλογία; Πώς διαβάζουμε σήμερα αυτό το σημαντικό μυθιστόρημα; Ποιοι είναι οι ήρωές του; Αυτά και πολλά ακόμα αναλύει με εξαιρετικό τρόπο η Κωνσταντίνα Βούλγαρη σε τρία ηχητικά ντοκιμαντέρ. 
THE LIFO TEAM
Θανάσης Σκρουμπέλος, συγγραφέας

Οι Αθηναίοι / «Δεν μπορεί να κερδίζει συνέχεια το δίκιο του ισχυρού»

Στο Λονδίνο, ο Θανάσης Σκρουμπέλος έλεγε ότι είναι «απ’ τον Κολωνό, γείτονας του Σοφοκλή». Έχοντας βγει από τα σπλάχνα της, ο συγγραφέας που έγραψε για την Αθήνα του περιθωρίου, για τη γειτονιά του και τον Ολυμπιακό, πιστεύει ότι η αριστερά που γνώρισε έχει πεθάνει, ενώ το «γελοίο που εκφράζει η ισχυρή άρχουσα τάξη» είναι ο μεγαλύτερός του φόβος.
M. HULOT
Σπύρος A. Ευαγγελάτος: Μια μεγάλη διαδρομή

Πέθανε Σαν Σήμερα / Σπύρος A. Ευαγγελάτος: Μια μεγάλη διαδρομή στο ελληνικό θέατρο

Το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης κυκλοφόρησε έναν τόμο 535 σελίδων, αφιερωμένο στον σπουδαίο σκηνοθέτη, φιλόλογο, συγγραφέα και ακαδημαϊκό που άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Μέριλιν Γιάλομ: «H ιστορία της συζύγου»

Το Πίσω Ράφι / H ιστορία της συζύγου από την αρχαιότητα έως τον 20ό αιώνα

Η φεμινίστρια συγγραφέας και ιστορικός Μέριλιν Γιάλομ εξερευνά τη διαδρομή της συζυγικής ταυτότητας, αποκαλύπτοντας πώς η έννοια του γάμου μεταλλάχθηκε από θρησκευτικό καθήκον σε πεδίο συναισθηματικής ελευθερίας.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Ο γενναιόδωρα οργισμένος Τζορτζ Όργουελ

Βιβλίο / Ο γενναιόδωρα οργισμένος Τζορτζ Όργουελ

Η έκδοση με τα κριτικά κείμενα του Τζορτζ Όργουελ για τη λογοτεχνία και την πολιτική με τον τίτλο «Ό,τι μου κάνει κέφι» μας φέρνει ενώπιον ενός τρομερά οξυδερκούς και ενίοτε γενναιόδωρα οργισμένου στοχαστή.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το βιβλιοπωλείο Κάουφμαν και η ανεκτίμητη προσφορά του στην πνευματική ζωή της Αθήνας

Βιβλίο / Το βιβλιοπωλείο Κάουφμαν και η ανεκτίμητη προσφορά του στην πνευματική ζωή της Αθήνας

Μέσα από αφηγήσεις, φωτογραφίες και ντοκουμέντα μιας νέας έκδοσης ζωντανεύει το βιβλιοπωλείο που συνδέθηκε με τις μνήμες χιλιάδων Αθηναίων και έπαιξε ρόλο στην πολιτιστική διαμόρφωση και καλλιέργεια πολλών γενεών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Κάποια στιγμή έμαθα να βάζω στον λόγο μου ένα "ίσως", ένα "ενδεχομένως"»

Οι Αθηναίοι / «Κάποια στιγμή έμαθα να βάζω στον λόγο μου ένα "ίσως", ένα "ενδεχομένως"»

Στην Α’ Δημοτικού τη μάγεψε η φράση «Η Ντόρα έφερε μπαμπακιές». Διαμορφώθηκε με Προυστ, Βιρτζίνια Γουλφ, Γιώργο Ιωάννου και Κοσμά Πολίτη. Ως συγγραφέα την κινεί η περιέργεια για τις ανθρώπινες σχέσεις. Η Αγγέλα Καστρινάκη είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μπρους Τσάτουιν: Ένας αεικίνητος ταξιδιώτης

Πέθανε Σαν Σήμερα / Μπρους Τσάτουιν: Ένας αεικίνητος ταξιδιώτης

Ο αιώνιος ταξιδευτής, μυθιστοριογράφος και ταξιδιωτικός συγγραφέας περιπλανήθηκε στα πιο άβατα σημεία του κόσμου αναζητώντας το DNA των νομάδων και έζησε μια μυθιστορηματική ζωή που υπερβαίνει αυτήν που κατέγραψε στα βιβλία του.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
10 σημαντικά βιβλία που θα κυκλοφορήσουν το πρώτο τρίμηνο του 2025

Βιβλίο / Δέκα σημαντικά βιβλία που θα κυκλοφορήσουν το πρώτο τρίμηνο του 2025

Το πιο πρόσφατο Booker, επανεκδόσεις μυθιστορημάτων με θέμα τον Εμφύλιο, το τελευταίο βιβλίο του Μάριο Βάργκας Λιόσα, η νέα Αμάντα Μιχαλοπούλου και μια συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων του Αργύρη Χιόνη είναι μερικές μόνο από τις πολυαναμενόμενες προσεχέις εκδόσεις.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Ο Διονύσης Σαββόπουλος: σύζυγος, πατέρας, τραγουδοποιός

Βιβλίο / Ο Διονύσης Σαββόπουλος: σύζυγος, πατέρας, τραγουδοποιός

Στην πιο de profundis στιγμή της ζωής του ο συνθέτης γράφει το αυτοβιογραφικό «Γιατί τα χρόνια τρέχουν χύμα», αποκαλύπτοντας σαν σε προσευχή τις πιο προσωπικές, τρωτές στιγμές του, ζητώντας συγγνώμη από τους οικείους του και ομολογώντας ότι η έμπνευση συμπορεύεται με τη θνητότητα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ