Και μόνο η διαπίστωση ότι στο ελληνικό θέατρο γίνονται φέτος 1.000 παραστάσεις δείχνει πόσο δύσκολα μπορεί να βγάλει κάποιος συμπεράσματα. Τι είναι το ελληνικό θέατρο σήμερα; Υπάρχει κυρίαρχη τάση; Ποια έργα καταλαμβάνουν τον μεγαλύτερο «χώρο»; Οι ομάδες, τα μικρά σχήματα, οι παραστάσεις περιορισμένου χρόνου.
Εδώ και τρία χρόνια το θέατρο είναι ένα παλίμψηστο. Υπάρχουν τα πάντα. Η, δε, σχέση κοινού-παραστάσεων αριθμητικά θα μπορούσε να είναι φαινόμενο διαγαλαξιακό.
Όλο και λιγότερο υπάρχει η βέβαιη πληροφορία αν η παράσταση είναι καλή ή κακή και τις περισσότερες φορές, μέχρι να δουλέψει το «από στόμα σε στόμα», η παράσταση έχει κατέβει.
Γιατί κάνουν τόσοι άνθρωποι θέατρο και πώς το κάνουν; Εύκολα και δύσκολα. Εύκολα, επειδή σήμερα μπορούν να βρουν έναν χώρο και ομότεχνούς τους, οι οποίοι δεν έχουν και πολλές ελπίδες άμεσης επαγγελματικής αποκατάστασης με τις συνθήκες που επικρατούν, κι έτσι έχουν τη δυνατότητα να στήσουν μια παράσταση με καλό περιτύλιγμα στα σόσιαλ μίντια, να σκηνοθετήσουν, να σκηνογραφήσουν και να επιχειρήσουν μόνοι τους. Να προσπαθήσουν να γράψει κάποιος γι' αυτούς, να τους δει κάποιος άλλος. Να βάλουν την παράσταση στο βιογραφικό τους. Δύσκολα, επειδή η παράσταση, αν δεν υπάρχουν χρήματα, δεν μπορεί να «ζήσει» περισσότερο από έναν-δυο μήνες, στριμωγμένη μέσα σε άλλες 999 παραστάσεις. Τι δημιουργεί όλο αυτό; Θόρυβο. Όλο και λιγότερο υπάρχει η βέβαιη πληροφορία αν η παράσταση είναι καλή ή κακή και τις περισσότερες φορές, μέχρι να δουλέψει το «από στόμα σε στόμα», η παράσταση έχει κατέβει.
Μέσα από τις συζητήσεις, τις ερωτήσεις, τις εξομολογήσεις ενός ολόκληρου κόσμου, αυτό που ξέρω σίγουρα είναι ότι ποτέ κανείς δεν θα σταματήσει να ασχολείται με αυτό που αγαπά, όσες και αν είναι οι δυσκολίες. Όσο τρελός, παθιασμένος και ρομαντικός μπορεί να φαίνεται.
Τι καταλαβαίνουμε απ' όλο αυτό; Έχουμε περίπου μια εικόνα, στην οποία οι ψηφίδες προστίθενται και αφαιρούνται με μεγάλη ταχύτητα, είμαστε μπερδεμένοι, όπως το κοινό, που δεν μπορεί να ψάξει, να βρει και να συζητήσει. Όσοι έχουν μια στέγη πιστεύουν πως όσο περισσότερα πράγματα βάλουν, τόσο περισσότερο κόσμο θα προσελκύσουν. Εκεί πιστεύω ότι έχει γίνει ένα μεγάλο λάθος. Όμως αυτό το «πλούσιο» πρόγραμμα δίνει και λύσεις οικονομικές για τη βιωσιμότητα των χώρων. Ο πληθωρισμός αυτός, αν το προσεγγίσουμε μαρξιστικά, μόνο το κεφάλαιο ευνοεί στο τέλος. Αυτούς που έχουν χρήματα, μπορούν να κρατήσουν τις παραστάσεις σε διάρκεια και μπορούν να κάνουν διαφήμιση. Αλλιώς, πόσες προσκλήσεις θα μοιράσεις για να φαίνεσαι γεμάτος;
Βεβαίως, δεν μπορούμε παρά να σημειώσουμε ότι είναι η πρώτη φορά που στο ελληνικό θέατρο αναπτύσσονται τόσο ελεύθερα και απενοχοποιημένα, με ιδέες και φαντασία, οι τάσεις, οι απόψεις και η προσωπική γλώσσα των δημιουργών, χωρίς την ευλογία του συστήματος, της σχολής, του πατέρα-σκηνοθέτη, του θεάτρου-κουκουλιού.
Το δυσάρεστο, δυσοίωνο κομμάτι αυτής της πλουραλιστικής ιστορίας είναι ότι κανένας δεν ξέρει τι θα συμβεί μελλοντικά. Δύσκολα μπορεί να προγραμματίσει κάποιος την επόμενη χρονιά, να ξέρει ότι μπορεί να πορευτεί σταθερά σε μια ομάδα. Πόσο αντέχουν οι άνθρωποι χωρίς χρήματα, χωρίς ασφάλιση; Και πώς θα πούνε όχι σε κάποιον που τους εξασφαλίζει μια πεντάμηνη σύμβαση; Και αλλιώς: πόσο αντέχει κάποιος να παίζει σε δυο, τρεις, τέσσερις παραστάσεις τη χρονιά; Ας μην κρυβόμαστε, ο ηθοποιός είναι ένας εργάτης.
Κερδίζει το θέατρο από αυτό; Μπορεί όχι. Σίγουρα ναι ή όχι δεν μπορεί να πει κανείς. Αυτή η ζύμωση θα οδηγήσει κάπου και αυτό είναι μοιραίο. Η χρονιά αυτή, εκτιμώ, θα είναι το μεγάλο crash test. Τα τελευταία χρόνια πηγαίνουμε στο θέατρο τις περισσότερες φορές για το προϊόν που πλασάρεται υπέροχα, το γεγονός που δημιουργεί, τις ιδέες που το συνοδεύουν. Η συζήτηση για το καλλιτεχνικό περιεχόμενο είναι σαφώς μικρότερη.
Όμως, αυτό το περιεχόμενο είναι που θα φέρει τις αλλαγές. Ατόφιο, το θεατρικό υλικό. Πέρα από τις αποδόσεις και τις προσεγγίσεις. Θα δημιουργήσει καινούργιες ανάγκες, νέα ζήτηση. Και αν μέσα σε έναν τέτοιο αριθμό παραστάσεων πολλοί πιστεύουμε ότι εύκολα μπορεί να χαθεί κάτι που έχει αξία, αν έχει αντοχή θα το συναντήσουμε στην επόμενη φάση. Μέσα από τις συζητήσεις, τις ερωτήσεις, τις εξομολογήσεις ενός ολόκληρου κόσμου, αυτό που ξέρω σίγουρα είναι ότι ποτέ κανείς δεν θα σταματήσει να ασχολείται με αυτό που αγαπά, όσες και αν είναι οι δυσκολίες. Όσο τρελός, παθιασμένος και ρομαντικός μπορεί να φαίνεται.
σχόλια