ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

Τριστάνος και Ιζόλδη: Ο θρίαμβος του ρομαντισμού

Τριστάνος και Ιζόλδη: Ο θρίαμβος του ρομαντισμού Facebook Twitter
0
Τριστάνος και Ιζόλδη: Ο θρίαμβος του ρομαντισμού Facebook Twitter
Τόρστεν Κερλ (Τριστάνος), Αν Πέτερσεν (Ιζόλδη) στην παράσταση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής

Εν πολλοίς άγνωστος στο ελληνικό κοινό, μια που η ερμηνεία των έργων του προϋποθέτει υλικοτεχνικές υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό… γερμανικής όπερας, ο Ρίχαρντ Βάγκνερ (1813-1883) παραμένει ένα προκλητικό στοίχημα για τον Μύρωνα Μιχαηλίδη. «O Βάγκνερ είναι αυτό που ονομάζουμε ο “βαθύς πυρήνας” της ευρωπαϊκής όπερας του 19ου αιώνα», λέει, «αυτός που ολοκλήρωσε τον μουσικό ρομαντισμό του κεντροευρωπαϊκού Βορρά» και δηλώνει την ακαταμάχητη γοητεία, και συνάμα το δέος, που του προκαλεί η μουσική ιδιοφυΐα του συνθέτη. Έχοντας στο μυαλό του «τις επερχόμενες παραγωγές της βαγκνερικής τετραλογίας στο νέο σπίτι της, στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, τις σεζόν που ακολουθούν μέχρι το 2019», ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Λυρικής Σκηνής ετοιμάζεται πυρετωδώς, μαζί με την ορχήστρα της Λυρικής, για τις τέσσερις παραστάσεις του βαγκνερικού αριστουργήματος «Τριστάνος και Ιζόλδη» στο Μέγαρο Μουσικής.

Άρθουρ Σoπενχχάουερ και Ματίλντε Βέζεντονκ: Οι επιρροές

Στον απόηχο της επανάστασης του 1848 στη Γαλλία και των εξεγέρσεων των εργατών που συγκλόνισαν το Παρίσι, προτού πνιγούν στο αίμα τον Ιούνιο του ίδιου χρόνου, παρόμοιων αιτημάτων κινήματα έγιναν και στην κεντρική Ευρώπη. «Το 1849 στη Δρέσδη, όπου βρισκόταν ήδη από το 1842, ο Βάγκνερ έλαβε ενεργό μέρος στην εξέγερση, δημοσιεύοντας τολμηρά άρθρα υπέρ της κοινωνικής μεταρρύθμισης. Με την καταστολή της εξέγερσης, κυνηγημένος από την Αστυνομία, ζήτησε προσωρινό άσυλο από τον Λιστ στη Βαϊμάρη και από κει πέρασε στη Ζυρίχη, όπου έμεινε ως το 1858» (Ο Βάγκνερ και η Ελλάδα, εκδ. Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 1992). Στη Ζυρίχη έγραψε τρία από τα πλέον σημαντικά θεωρητικά κείμενά του υπό την επιρροή των ιδεών του Φόυερμπαχ, ερωτεύτηκε τη Ματίλντε Βέζεντονκ και άρχισε να γράφει το έργο που δικαίως θεωρείται «πρωταρχική πηγή της μουσικής νεωτερικότητας», το «Τριστάνος και Ιζόλδη».

Για την ακρίβεια της ιστορίας, το 1852 ο Βάγκνερ γνώρισε τον πλούσιο έμπορο μεταξιού Όττο Βέζεντονκ και τη γυναίκα του, την όμορφη Ματίλντε (1828-1902). Μεγάλος θαυμαστής της μουσικής του, ο Βέζεντονκ όχι μόνο χρηματοδοτούσε τον συνθέτη επί σειρά ετών αλλά παραχώρησε μία οικία του, στα περίχωρα της πόλης, στον συνθέτη. Πέντε χρόνια μετά, το 1857, ο έρωτας του Βάγκνερ για τη Ματίλντε είχε εκδηλωθεί ποικιλοτρόπως. Αν «ολοκληρώθηκε», δεν είναι γνωστό. Γνωρίζουμε, ωστόσο, ότι ένα γράμμα του Βάγκνερ προς τη Ματίλντε το 1858 αποκάλυψε τα αισθήματά του στη Μίνα (1809-1866), την πρώτη γυναίκα του (από την οποία χώρισε οριστικά το 1862). Τότε ο συνθέτης έφυγε για τη Βενετία και η Μίνα για το πατρικό της στη Δρέσδη. Πριν από την αναχώρησή της, όμως, η Μίνα έστειλε στη Ματίλντε τα εξής πονεμένα λόγια: «Πρέπει να σου πω με καρδιά που αιμορραγεί ότι κατάφερες να χωρίσεις τον άνδρα μου από μένα έπειτα από είκοσι δύο σχεδόν χρόνια γάμου. Ας συμβάλει αυτό το ευγενικό κατόρθωμα στην ηρεμία της ψυχής σου και στην ευτυχία σου». 

 

Τριστάνος και Ιζόλδη: Ο θρίαμβος του ρομαντισμού Facebook Twitter
Ματίλντε Βέζεντονκ, Ρίχαρντ Βάγκνερ

Γνωρίζουμε ακόμη ότι ο Βάγκνερ, ενώ είχε ήδη ξεκινήσει να γράφει το ποιητικό κείμενο για τον «Τριστάνο» και να δουλεύει τη μουσική του, συνέθεσε τη μουσική για πέντε ποιήματα της Ματίλντε, τα Wesendonck Lieder, από τον Νοέμβριο του 1857 έως τον Μάιο του 1858. Δύο εξ αυτών ο ίδιος ο συνθέτης αποκαλούσε «σπουδές» για το «Τριστάνος και Ιζόλδη», χρησιμοποιώντας μουσικές ιδέες που αργότερα ανέπτυξε στην όπερα – πράγματι, στο «Träume» («Όνειρα») αναγνωρίζονται στοιχεία από το ερωτικό ντουέτο της Β’ Πράξης και στο  «Im Treibhaus» («Στο θερμοκήπιο») αναγνωρίζεται η μουσική που αργότερα αναπτύχθηκε στο πρελούδιο της Γ’ Πράξης. Η μουσική τους είναι γραμμένη για γυναικεία φωνή και πιάνο, αλλά ο Βάγκνερ μετέγραψε την παρτιτούρα του «Träume» για ορχήστρα δωματίου προκειμένου να εκτελεστεί το τραγούδι κάτω από το παράθυρο της Ματίλντε στις 23 Δεκεμβρίου του 1857, μέρα των γενεθλίων της.

Ο Βάγκνερ, πάντως, φαίνεται πως σκεφτόταν τη δημιουργία του έργου από το 1854, τρία χρόνια πριν αρχίσει να δουλεύει λιμπρέτο και σύνθεση. Έγραφε στον Λιστ: «Έχω προσχεδιάσει στο κεφάλι μου το "Τριστάνος και Ιζόλδη", μια μουσική σύλληψη πολύ απλή, αλλά γεμάτη ζωντάνια. Με τη μαύρη σημαία που ανεμίζει στο τέλος θέλω μετά να σκεπαστώ – για να πεθάνω». Ο συνθέτης αναφέρεται σε μια εκδοχή του μύθου που δεν υιοθέτησε τελικά, που θέλει τον βαριά τραυματισμένοΤριστάνο να πεθαίνει όταν μαθαίνει ότι το πλοίο που θα έφερνε την Ιζόλδη, τη μοναδική του αγάπη, είχε πανιά μαύρα και όχι λευκά (δηλωτικά της χαρμόσυνης άφιξής της, μοτίβο που συναντάμε στον μύθο για τον θάνατο του Αιγέα, πατέρα του Θησέα). Μια άλλη Ιζόλδη, η Ιζόλδη με τα λευκά χέρια, η σύζυγος του ήρωα, του είπε ψέμα από ζήλια.

Εκτός από τον έρωτά του για τη Ματίλντε, το έργο σημάδεψε ο ενθουσιασμός του Βάγκνερ για τη σκέψη του Σοπενχάουερ στο Ο κόσμος ως Βούληση και ως Παράσταση, στη «μουσική μεταφυσική του οποίου», όπως σημειώνει ο Καρλ Νταλχάουζ, «ο ορατός κόσμος των "παραστάσεων" υποβιβάζεται σε απλή αντανάκλαση της Βούλησης, η ουσία της οποίας ενυπάρχει στη μουσική»

Έχει δίκιο ο Τόμας Μαν όταν γράφει: «Για την ακρίβεια, δεν υπάρχει χρονολογία των έργων του. Γεννιούνται κάποια ημερομηνία, αλλά βρίσκονταν στον νου του δημιουργού τους πολύ πρωτύτερα κι εμφανίζονται ξαφνικά» («Βάσανα και μεγαλείο του Ρίχαρντ Βάγκνερ», 1933, στο Ο Βάγκνερ και η η εποχή μας, εκδ. Printa, 1993). Διότι, ενώ είχε ήδη μπει στην περιπέτεια της τετραλογίας «Το δακτυλίδι των Νιμπελούγκεν» (1848-1874), εγκαταλείπει το μεγαλόπνοο σχέδιο και μέσα σε μια διετία (1857-9) ολοκληρώνει το «Τριστάνος και Ιζόλδη». Εκτός από τον έρωτά του για τη Ματίλντε, το έργο σημάδεψε ο ενθουσιασμός του Βάγκνερ για τη σκέψη του Σοπενχάουερ στο Ο κόσμος ως Βούληση και ως Παράσταση, στη «μουσική μεταφυσική του οποίου», όπως σημειώνει ο Καρλ Νταλχάουζ, «ο ορατός κόσμος των “παραστάσεων” υποβιβάζεται σε απλή αντανάκλαση της Βούλησης, η ουσία της οποίας ενυπάρχει στη μουσική» (Τα μουσικά δράματα του Ρίχαρντ Βάγκνερ, εκδ. Αλεξάνδρεια, 2010).

Τριστάνος και Ιζόλδη: Ο θρίαμβος του ρομαντισμού Facebook Twitter
Joseph Albert Ludwig και Malwine Schnorr von Carolsfeld στο πρώτο ανέβασμα της όπερας Τριστάνος και Ιζόλδη

Για το ποιητικό κείμενο ο συνθέτης βασίστηκε στο μεσαιωνικό ιπποτικό ρομάντζο Tristan του Γκότφριντ φον Στράσμπουργκ, μία από τις πολλές εκδοχές της δημοφιλούς ερωτικής ιστορίας του 12ου αι. Tristan and Iseult. Ο Γκότφριντ (για τον οποίο γνωρίζουμε ελάχιστα – πέθανε πάντως το 1210) χρησιμοποίησε ως πρώτη ύλη το ιπποτικό έπος Tristan του Αγγλονορμανδού Thomas of Britain, γραμμένο περί το 1160. Από τις περιπέτειες, ωστόσο, αυτού του προορισμένου να αγαπηθεί μέχρι θανάτου ζευγαριού, ο Βάγκνερ κρατάει λίγες σκηνές. Αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να εσωτερικεύσει τη δράση στα αισθήματα των δύο κεντρικών ηρώων. Τα «εξωτερικά» γεγονότα» έχουν επιτελεστική λειτουργία, δεν καθορίζουν αυτό που είναι αναπόδραστο: τον έρωτα ως μοίρα, τον έρωτα ως απόλυτη δύναμη, τον έρωτα που μόνο η αιωνιότητα του θανάτου εκπληρώνει. Ο θρίαμβος του ρομαντισμού!

Ο Τριστάνος και η Ιζόλδη στην Αθήνα

Ο Γιάννης Κόκκος ανέλαβε και πάλι (μετά τον «Ιπτάμενο Ολλανδό» του 2013) τη σκηνοθεσία, τη σκηνογραφία και τα κοστούμια της φιλόδοξης πρώτης παράστασης του έργου από τη Λυρική Σκηνή. Τον απασχολεί πώς θα αποδώσει ένα έργο που βρίσκεται στην απόλυτη έξαρση του ρομαντικού πνεύματος με τρόπο που να μπορεί να ανταποκριθεί στις σύγχρονες ευαισθησίες. Η σύνθετη εμπλοκή του με τον κόσμο του τρίπρακτου βαγκνερικού έργου αποκωδικοποιείται από τον ίδιο ως εξής: «Σε όλα τα έργα του παρελθόντος τίθεται η προβληματική των τριών χρόνων: της εποχής στην οποία ο συνθέτης/λιμπρετίστας τοποθετεί τη δράση, της εποχής στην οποία γράφηκε ή συντέθηκε το έργο και, τέλος, της δικής μας εποχής, στην οποία υποδεχόμαστε το έργο. Εάν ευνοήσει κανείς μία όψη σε σχέση με τις άλλες δύο, περιορίζει την πρόσληψη του έργου. Επιχειρώ οι τρεις εποχές να συνυπάρχουν ταυτόχρονα σε όλα τα στοιχεία της παράστασης, στον σκηνικό χώρο, στα κοστούμια και στην κίνηση των ερμηνευτών. Ξαναβρίσκει κανείς στη σκηνική πραγμάτωση τον απόηχο περασμένων χρόνων, ίχνη της φύσης, λάμψη από πανοπλίες, αντανακλάσεις νερού και έναν αριθμό από αναφορές που ανήκουν στον σημερινό κόσμο.

 

Τριστάνος και Ιζόλδη: Ο θρίαμβος του ρομαντισμού Facebook Twitter
Μακέτες κουστουμιών για την παράσταση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής

Η παράσταση θα δουλέψει σε διάφορα επίπεδα: εκείνο του μεσαιωνικού θρύλου, του ονειρικού ταξιδιού, του αστικού δράματος του 19ου αιώνα. Όσο το έργο προχωρεί, ο θεατής θα έρχεται πιο κοντά σ’ έναν κόσμο που μοιάζει οικείος. Το ανάλογο ισχύει για τα κοστούμια: στο τέλος τα κοστούμια είναι σχεδόν σύγχρονα. Μοιάζει σαν εξέλιξη μέσα στον χρόνο. Κατά έναν τρόπο η τελική σκηνή αντιστοιχεί περισσότερο στον πνευματικό κόσμο της εποχής μας, στο συναίσθημα ενός κόσμου κατεστραμμένου».

Οι εικαστικές και λογοτεχνικές αναφορές της σκηνοθεσίας

«Η ατμόσφαιρα της παράστασης συνδέεται με εικαστικά έργα που δημιουργήθηκαν μετά το “Τριστάνος και Ιζόλδη”, των οποίων η σχέση με το έργο του Βάγκνερ είναι προφανής, κυρίως του Οντιλόν Ρεντόν (Odilon Redon, 1840-1916) και του Λεόν Σπίλιαρτ (Léon Spilliaert, 1881-1946). Αποτυπώνουν μία αντίληψη του χώρου και της νυχτερινής ατμόσφαιρας, σαν ηχώ ενός μυστικού κόσμου, ο οποίος υπάρχει εξίσου στον “Τριστάνο”. Ανάλογοι απόηχοι εμφανίζονται στην ποίηση και σε άλλες μορφές τέχνης: ο Κλοντέλ αναφέρεται στο βαγκνερικό έργο με πολύ συγκεκριμένο τρόπο στο θεατρικό του Ο κλήρος του μεσημεριού (1905) – θα έλεγα ότι αποτελεί μεταφορά του “Τριστάνος και Ιζόλδη” σε μια άλλη γλώσσα, που σε ορισμένα στοιχεία της θυμίζει τη μουσική του Βάγκνερ. Αλλά και στο έργο “Πελλέας και Μελισάνθη” (1893) του Μορίς Μέτερλινκ, που μελοποίησε ο Κλοντ Ντεμπισί, η επιρροή του Βάγκνερ γίνεται εξίσου αντιληπτή. Οι αναφορές αυτές, χωρίς να είναι ξεκάθαρα ορατές, έχουν υφανθεί στο “πανί” της παράστασης».

Επιθυμώ να κρατήσω την πυκνότητα των εικόνων του έργου, διατηρώντας μία ισορροπία ανάμεσα στην αφαίρεση και τον ρεαλισμό. Η παράσταση δεν θα είναι μινιμαλιστική, εκτός από το γεγονός ότι εργάστηκα μόνο με τα στοιχεία που θεωρώ απαραίτητα για να αφηγηθώ την ιστορία, αφήνοντας χώρο στη φαντασία του κοινού. Ο κόσμος του "Τριστάνου" είναι εσωτερικός, ένας κόσμος που βρίσκεται μέσα στο κεφάλι, ένας κόσμος σκοτεινών διαισθήσεων... (Γιάννης Κόκκος)

Ο Γιάννης Κόκκος πιστεύει ότι το ερμηνευτικό μοντέλο των συμβόλων από τον Καρλ Γιουνγκ είναι χρήσιμη στην ανάγνωση των συμβόλων που χρησιμοποιεί μετ’ επιτάσεως ο Βάγκνερ, και καταλήγει: «Επιθυμώ να κρατήσω την πυκνότητα των εικόνων του έργου, διατηρώντας μία ισορροπία ανάμεσα στην αφαίρεση και τον ρεαλισμό. Η παράσταση δεν θα είναι μινιμαλιστική, εκτός από το γεγονός ότι εργάστηκα μόνο με τα στοιχεία που θεωρώ απαραίτητα για να αφηγηθώ την ιστορία, αφήνοντας χώρο στη φαντασία του κοινού. Ο κόσμος του “Τριστάνου” είναι εσωτερικός, ένας κόσμος που βρίσκεται μέσα στο κεφάλι, ένας κόσμος σκοτεινών διαισθήσεων…».

Τριστάνος και Ιζόλδη: Ο θρίαμβος του ρομαντισμού Facebook Twitter
Μακέτες σκηνικών για την παράσταση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Τριστάνος και Ιζόλδη: Ο θρίαμβος του ρομαντισμού Facebook Twitter
Μακέτες σκηνικών για την παράσταση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής

Τους πρωταγωνιστικούς ρόλους, από τους πιο δύσκολους και απαιτητικούς του οπερατικού ρεπερτορίου, ερμηνεύουν σπουδαίοι λυρικοί τραγουδιστές: ο Γερμανός τενόρος Τόρστεν Κερλ (Τριστάνος), η κορυφαία Δανέζα σοπράνο Αν Πέτερσεν (Ιζόλδη), η Σουηδέζα δραματική σοπράνο Καταρίνα Νταλάιμαν (Μπρανγκαίνε) και ο Γερμανός βαρύτονος Ράινχαρτ Χάγκεν (βασιλιάς Μάρκος). Τη διανομή συμπληρώνουν ο Χαράλαμπος Αλεξανδρόπουλος  (Μέλοτ), ο Νίκος Στεφάνου (βοσκός), ο Κωστής Ρασιδάκης (καπετάνιος) και ο Αντώνης Κορωναίος (ναύτης).

info:

 

Τριστάνος και Ιζόλδη

Μουσική διεύθυνση: Μύρων Μιχαηλίδης
Σκηνοθεσία - σκηνικά - κοστούμια: Γιάννης Κόκκος

 

 

Καλλιτεχνική συνεργάτιδα, δραματουργία: Αν Μπλανκάρ
Σχεδιασμός βιντεοπροβολών: Eρίκ Ντυραντώ
Φωτισμοί: Τζουζέππε ντι Ιόριο
Διεύθυνση χορωδίας: Αγαθάγγελος Γεωργακάτος

 

Τριστάνος: Τόρστεν Κερλ
Βασιλιάς Μάρκος: Ράινχαρτ Χάγκεν
Ιζόλδη: Αν Πέτερσεν
Κούρβεναλ: Μίχαελ Φηρ
Μέλοτ: Χαράλαμπος Αλεξανδρόπουλος
Μπρανγκαίνε: Καταρίνα Νταλάυμαν
Βοσκός: Νίκος Στεφάνου
Τιμονιέρης: Κωστής Ρασιδάκης
Ναύτης: Αντώνης Κορωναίος

 

Συμμετέχουν η Ορχήστρα και η Χορωδία της ΕΛΣ

 

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών - Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη

Βασ. Σοφίας & Κόκκαλη, 210 7282333

21/1, 28/1, 31/1 & 4/2.

Ώρα έναρξης: 18.30, εισ.: €80 (διακεκριμένη ζώνη), €60 (Ζώνη Α), €40 (Ζώνη Β), €22 (Ζώνη Γ), €15 (παιδικό-φοιτητικό), www.nationalopera.gr

www.megaron.gr

0

ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν

Θέατρο / Πού οφείλεται τόση δίψα για το θέατρο;

Το θέατρο εξακολουθεί να προκαλεί debates και ζωηρές συζητήσεις, παρά τις κρίσεις και τις οικονομικές περικοπές που έχει υποστεί, και φέτος ανεβαίνουν στην Αθήνα παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ανδρέας Κωνσταντίνου

Θέατρο / Ανδρέας Κωνσταντίνου: «Δεν μ' ενδιαφέρει τι υποστηρίζεις στο facebook, αλλά το πώς μιλάς σε έναν σερβιτόρο»

Ο ηθοποιός που έχει υποδυθεί τους πιο ετερόκλητους ήρωες και θα πρωταγωνιστήσει στην τηλεοπτική μεταφορά της «Μεγάλης Χίμαιρας» αισθάνεται ότι επιλέγει την τηλεόραση για να ικανοποιήσει την επιθυμία του για κάτι πιο «χειροποίητο» στο θέατρο.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Ο Στρίντμπεργκ και η «Ορέστεια» προσγειώνονται στον κόσμο της Λένας Κιτσοπούλου

Θέατρο / Η Μαντώ, ο Αισχύλος και ο Στρίντμπεργκ προσγειώνονται στον κόσμο της Κιτσοπούλου

Στην πρόβα του νέου της έργου όλοι αναποδογυρίζουν, συντρίβονται, μοντάρονται, αλλάζουν μορφές και λένε λόγια άλλων και τραγούδια της καψούρας. Ποιος θα επικρατήσει στο τέλος;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Οι Αθηναίοι / «Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Η ηθοποιός Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου θυμάται τα χρόνια του Θεάτρου Τέχνης, το πείραμα και τις επιτυχίες του Χυτηρίου, περιγράφει τι σημαίνει γι' αυτή το θεατρικό σανίδι και συλλογίζεται πάνω στο πέρασμα του χρόνου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θωμάς Μοσχόπουλος

Θέατρο / «Άρχισα να βρίσκω αληθινή χαρά σε πράγματα για τα οποία πριν γκρίνιαζα»

Έπειτα από μια δύσκολη περίοδο, ο Θωμάς Μοσχόπουλος ανεβάζει τον δικό του «Γκοντό». Έχει επιλέξει μόνο νέους ηθοποιούς για το έργο, θέλει να διερευνήσει την επίδρασή του στους εφήβους, πραγματοποιώντας ανοιχτές πρόβες. Στο μεταξύ, κάνει μια πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα με την Αργυρώ Μποζώνη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Θέατρο / Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Ένα συναρπαστικό υβρίδιο θεάτρου, συναυλίας, πολιτικοκοινωνικού μανιφέστου και rave party, βασισμένο στο έργο του επικηρυγμένου στη Ρωσία δραματουργού Ιβάν Βιριπάγιεφ, ανεβαίνει στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης σε σκηνοθεσία Γιώργου Κουτλή και αποπειράται να δώσει απάντηση σε αυτό το υπαρξιακό ερώτημα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

The Review / Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

Ο Αλέξανδρος Διακοσάββας και ο δημοσιογράφος και κριτικός θεάτρου Γιώργος Βουδικλάρης μιλούν για την παράσταση «Ο Χορός των εραστών» της Στέγης, τα υπαρξιακά ερωτήματα που θέτει το κείμενο του Τιάγκο Ροντρίγκες και τη χαρά τού να ανακαλύπτεις το next best thing στην τέχνη.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Όπερα / Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Πολυσχιδής και ανήσυχη, η Φανί Αρντάν δεν δίνει απλώς μια ωραία συνέντευξη αλλά ξαναζεί κομμάτια της ζωής και της καριέρας της, με αφορμή την όπερα «Αλέκο» του Σεργκέι Ραχμάνινοφ που σκηνοθετεί για την Εθνική Λυρική Σκηνή.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το «Κυανιούχο Κάλιο» είναι μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων 

Θέατρο / «Κυανιούχο Κάλιο»: Μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

Όχι μόνο σε ανελεύθερα ή σκοταδιστικά καθεστώτα, αλλά και στον δημοκρατικό κόσμο, η συζήτηση για το δικαίωμα της γυναίκας σε ασφαλή και αξιοπρεπή ιατρική διακοπή κύησης παραμένει τρομακτικά επίκαιρη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

Θέατρο / Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

«Εκείνο που με σπρώχνει να δημιουργώ θεατρικούς χαρακτήρες είναι ο έρωτας», έλεγε ο Ουίλιαμς, που πίστευε ότι ο πόθος «είναι κάτι που κατακλύζει πολύ μεγαλύτερο χώρο από αυτόν που μπορεί να καλύψει ένας άνθρωπος». Σε αυτόν τον πόθο έχει συνοψίσει τη φυγή και την ποίηση, τον χρόνο, τη ζωή και τον θάνατο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ