Γεννήθηκα στην Αθήνα, κοντά στην Ακρόπολη. Είμαι 70 ετών. Η μητέρα μου ήταν αρχιτεκτόνισσα, ο πατέρας μου λογιστής. Από μικρή είχα μια ώθηση από την οικογένεια προς το βιβλίο. Τότε υπήρχε το Θέατρο της Τετάρτης και το Θέατρο της Κυριακής στο ραδιόφωνο και το παρακολουθούσαμε όλοι. Θυμάμαι ότι γινόταν ολόκληρο οικογενειακό συμβούλιο αν έπρεπε να ακούσω τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα και όλους αυτούς τους σκοτωμούς. Δεν είχα δει πολύ θέατρο μέχρι να τελειώσω το σχολείο. Δεν είχαν τότε οι οικογένειες την άνεση να πηγαίνουν συχνά στο θέατρο. Το θέατρο ήταν ένα γεγονός κοινωνικό. Κάτι που συζητούσαμε μέσα στα σπίτια ξανά και ξανά.
• Αυτό που με έκανε να αποφασίσω να ασχοληθώ με το θέατρο ήταν το ότι ψυλλιάστηκα ότι μπορείς να ζήσεις πολλές ζωές μέσα από αυτό, και όχι μόνος σου. Επίσης, νομίζω ότι αποφάσισα να ασχοληθώ με το θέατρο επειδή με ενδιαφέρουν οι άνθρωποι γενικώς. Μπορεί να μην το είχα συνειδητοποιήσει βεβαίως και να μην μπορούσα να το πω, αλλά βγήκε έτσι. Μου άρεσε το ότι το θέατρο ήταν μια συλλογική πράξη, δεν ήσουν μόνος σου σε ένα γραφείο να δημιουργείς. Σου έδινε την ευκαιρία να γνωρίσεις έναν ολόκληρο κόσμο. Φοίτησα στη σχολή του Γιώργου Θεοδοσιάδη, ενώ είχα δώσει και στη σχολή του Κουν, αλλά με είχαν απορρίψει. Παρ' όλα αυτά, μόλις τελείωσα τη σχολή με πήραν από το Τέχνης και έπαιξα στο Έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε. Από σύμπτωση πήγα εκεί, και από τύχη.
Δεν μπορώ να υποτιμήσω την αγωνία κανενός. Εξαρτάται όμως από το πώς τη διαχειρίζεται κανείς.
• Ο καθένας καταθέτει κάποια πράγματα, αλλά εγώ έχω υπάρξει πολύ τυχερή στο θέατρο. Πάντα έβγαιναν μπροστά μου πράγματα που μου άρεσαν, μου «έλεγαν» κάτι και που με έκαναν να διστάζω να σηκωθώ να φύγω και να πάω να παίξω στην επαρχία. Τη δουλειά δεν την κυνήγησα ποτέ, γι' αυτό λέω πως είμαι τυχερή. Μόνο αν θεωρηθεί κυνήγι το τι καταθέτεις την ώρα που δουλεύεις θα πω, ναι, έχω καταθέσει, και μάλιστα πάρα πολλά. Το να είμαι ηθοποιός και να έχω σχέση με το μοντέλο του ηθοποιού της δεκαετίας του '60 δεν είχε καμιά απολύτως σχέση με τον χαρακτήρα μου. Όσο καιρό πήγαινα στη σχολή, δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι μετά θα έπαιζα. Έλεγα «θέλω να μάθω πώς είναι το θέατρο». Σιγά-σιγά άρχισα να λέω: «Τι θέλω εγώ από το θέατρο; Θέλω να είμαι επάνω στη σκηνή. Αυτό». Θέλω να παίζω. Όχι, ποτέ δεν ονειρεύτηκα ότι θέλω να παίξω αυτόν το ρόλο, θέλω να παίξω αυτό το έργο. Όχι. Ήθελα να είμαι μέσα σε μια παράσταση.
• Στο θέατρο ένιωσα ότι πάω καλά, όταν κάποια στιγμή ανακάλυψα ότι δεν φοβάμαι μέσα από έναν ρόλο να ομολογήσω κρυφά πράγματα. Του εαυτού μου. Τα ομολόγησα μέσω του ρόλου. Αυτό ήτανε. Ένιωσα κάτι –δεν ξέρω αν ήταν ευτυχία–, μια δύναμη, από τη στιγμή που είπα «δεν φοβάμαι». Για ένα όνειρο, για μια τρέλα, τα άφησα όλα, για να πάω να παίξω στο Θεσσαλικό. Τότε μου λέγανε «καταστρέφεις την καριέρα σου» και απαντούσα «δεν με νοιάζει, εγώ αυτό θέλω να κάνω, μου αρέσει». Προσπάθησα στη ζωή, όσο μπορούσα, να κάνω αυτά που πίστευα. Χωρίς μεγάλα ζόρια. Μου ερχόταν πολύ φυσικά. Όπως φυσικά ήταν και τα λάθη. Και οι αποφάσεις. Πράγματα που κάποιος θα μπορούσε να τα θεωρήσει τρέλες, εγώ τα θεωρούσα πολύ φυσιολογικά, μέσα στην πορεία της ζωής. Άμα ήθελα να σηκωθώ να φύγω, σηκωνόμουν κι έφευγα.
• Νομίζω ότι η παράσταση που αγάπησα περισσότερο ήταν η Γκόλφω. Χωρίς να σημαίνει ότι τα προηγούμενα χρόνια δεν μου ανοίχτηκαν και δρόμοι μέσα από παραστάσεις με άλλους σκηνοθέτες και ενδιαφέροντες ανθρώπους με τους οποίους συνεργάστηκα. Αλλά η Γκόλφω ήταν ευτυχία. Πιστέψτε με, όταν τελειώνει μια παράσταση, για μένα έχει τελειώσει το θέμα. Ε, η Γκόλφω δεν έχει τελειώσει. Και ήταν μια έκπληξη από την αρχή, από το πώς με διάλεξε ένας άνθρωπος που δεν με γνώριζε καθόλου, ο Καραθάνος δηλαδή, ένας άνθρωπος μιας άλλης γενιάς, γεγονός που με ξάφνιασε ευχάριστα. Και στην Γκόλφω και στη συνέχεια στο Δεκαήμερο.
• Τελικά, είναι πάρα πολύ ωραίο να είσαι 70 χρονών και να μπορείς να μιλάς την ίδια γλώσσα με ανθρώπους 20, 30 και 40 χρόνια μικρότερούς σου. Τη θαυμάζω αυτή την καινούργια γενιά στο θέατρο. Τα προσόντα αυτών των ανθρώπων δεν τα είχαμε εμείς. Τα θαυμάζω πραγματικά. Έχουν άλλη εικόνα για το θέατρο από αυτή που είχαμε εμείς. Αυτήν τη γενιά νομίζω δεν την ενδιαφέρει μόνο ο εαυτός της, η καριέρα της, αλλά ενδιαφέρεται και για την παράσταση, για ένα σύνολο. Αυτό νομίζω ότι είναι το μεγαλύτερο προσόν της. Παρόλο που είναι δύσκολη, είναι πολύ ενδιαφέρουσα η εικόνα που παρουσιάζει το θέατρο σήμερα. Υπάρχει μια αγωνία να μη μείνουμε σε αυτά που ξέρουμε, να μη μείνουμε στα αποδεκτά, αλλά να κάνουμε τα καινούργια πράγματα αποδεκτά. Καμιά φορά αναρωτιέμαι τι έχει συμβεί στη δική μου γενιά. Προσπαθώ να το καταλάβω. Κάθονται επάνω σε αυτά που κατακτήσανε, ό,τι κατακτήσανε, και τα αναμασάνε. Εγώ δεν θέλω να σταθώ, να μείνω ακίνητη, δεν θέλω να πεθάνω ακόμα. Υπάρχουν τόσα πράγματα στη ζωή που μπορεί να μάθεις ακόμα που μου φαίνεται τρελό να στέκεσαι σε αυτά που έχεις μάθει και να εφησυχάζεις. Γιατί υπάρχει και το παραπέρα, υπάρχει και το «κάτι άλλο». Είναι περιπέτεια το θέατρο, μεγάλη περιπέτεια. Είναι μια πολύ γεμάτη ζωή.
• Σε κάποιον που ξεκινάει σήμερα θα έλεγα να μεταθέσει ή να τοποθετήσει τον εγωισμό του και την κοκεταρία του κάπου αλλού από εκεί που την έχει τοποθετημένη. Πιστεύω πως είναι πάρα πολύ σημαντικό, γιατί όλοι έχουμε κοκεταρία, όλοι έχουμε εγωισμό, όλοι έχουμε φιλοδοξία, όλοι. Αλλά πρέπει να τη βάλουμε αλλού. Σε αυτήν τη δουλειά κάθε άνθρωπος και κάθε ρόλος είναι και ένας άλλος άνθρωπος που έχει κάτι να πει σε κάποιον άλλον άνθρωπο. Είναι πολύ σημαντικό να μη μιλάω για τον ηθοποιό μόνο. Μιλάω για τον άνθρωπο, αυτόν που θέλει να πει κάτι στον απέναντί του. Να τον βλέπει και όχι απλώς να τον κοιτάζει. Να τον ακούει και όχι να τον ακούει απλώς, βιολογικά. Νομίζω ότι δεν το καταφέραμε ποτέ σε γενικές γραμμές. Μπορεί να βρεις τις δικές σου αναφορές σε κάποιους ανθρώπους, αλλά σε γενικές γραμμές δεν νομίζω ότι το καταφέραμε ποτέ και δεν νομίζω ότι θα το καταφέρουμε.
• Δεν μπορώ να υποτιμήσω την αγωνία κανενός. Εξαρτάται όμως από το πώς τη διαχειρίζεται κανείς. Εάν είναι μια αγωνία ειλικρινής που έχει να καταθέσει κάτι, τότε είναι δημιουργική και εποικοδομητική. Εάν η αγωνία είναι να κάνω, επί παραδείγματι, μια παράσταση και να την πειράξω, επειδή τώρα τα πειράζουμε όλα –ζούμε αυτήν τη μόδα–, αυτό δεν μου λέει τίποτα. Και αυτό φαίνεται όχι μόνο σ' εμάς, στον χώρο μας, αλλά και στο κοινό.
• Το πιο βαθύ μου θέλω είναι να βρίσκομαι στη σκηνή του θεάτρου και να παίζω όσο είμαι ακόμα δυνατή. Η αλήθεια είναι ότι δεν ονειρεύτηκα ποτέ ρόλους. Το μόνο που λέω καμιά φορά τώρα είναι «μωρέ, τι κρίμα», γιατί, εντάξει, μπορεί να μη φαίνονται τα 70 μου χρόνια, αλλά υπάρχουν. Και λες «τώρα, βρε παιδί μου, να ήμουνα 20 και 30 χρόνια νεότερη».
Η συνέντευξη δημοσιεύθηκε στην έντυπη LIFO το Νοέμβριο του 2014