Μοιάζει επαναστατική σχεδόν η παρουσία κάποιων «αιρετικών» ταινιών από τα παλιά στο ρόστερ του Netflix, σα να βρέθηκαν κατά λάθος σε μια πλατφόρμα με τόσο μαζικό και mainstream και «σύγχρονο» προφίλ.
Σα να τις πέρασε κρυφά κάποιο σκανταλιάρικο σινεφίλ δαιμόνιο για να σπάσει πλάκα και να υπονομεύσει τις νεοσυντηρητικές μας ανασφάλειες και μια ακατάσχετη ηθικολογία που περιφέρεται στη σύγχρονη κουλτούρα με ποικίλα κίνητρα και προσωπεία, καθιστώντας συχνά δυσδιάκριτα τα όρια ανάμεσα στη μυθοπλασία και την εκπαιδευτική τηλεόραση, λες και οι χαρακτήρες ενός έργου οφείλουν να λειτουργούν αποκλειστικά στο περιοριστικό πλαίσιο ενός μονότονου διδακτισμού.
Μια τέτοια «ακραία» περίπτωση και ένα υπέροχο δείγμα της γενναίας, τολμηρής και «καμένης» ελευθεριότητας του παγκόσμιου σινεμά στα ‘70s είναι και η ταινία Je t'aime moi non plus του 1976 που εμφανίστηκε πρόσφατα στην πλατφόρμα, σε σενάριο και σκηνοθεσία του αθεόφοβου Σερζ Γκενσμπούρ, που πριν από μερικούς μήνες συμπληρώθηκαν τριάντα χρόνια από τον θάνατό του.
Η ιστορία τοποθετείται εκτός χρόνου σχεδόν σε μια μυθική αμερικανική ενδοχώρα που μοιάζει με ποπ αρτ φαντασίωση ή με όραμα του Ντε Κίρικο και όπου όλοι περιέργως μιλάνε γαλλικά, ουδεμία σημασία όμως έχει αυτό – δεν είναι η αυθεντικότητα ή ο νατουραλισμός το ζητούμενο εδώ, αλλά η ελευθερία, και ειδικά η ερωτική.
Διάσημος (ή περιβόητος) κυρίως για τα τραγούδια που μας άφησε αλλά και για την ασυμβίβαστη δημόσια εικόνα του, ο Σερζ Γκενσμπούρ είχε ανακατευτεί πολύ και με το σινεμά στη ζωή του, έχοντας εμφανιστεί σε πολλές ταινίες και έχοντας γράψει μουσική για ακόμα περισσότερες.
Αυτή όμως ήταν η πρώτη (και σαφώς η καλύτερη) του ως κινηματογραφικού δημιουργού – μια ταινιάρα που υπερβαίνει την cult φήμη της και απαιτεί άμεση επανεκτίμηση. Ο τίτλος (στα ελληνικά η ταινία έχει κυκλοφορήσει ως «Εγώ δεν σ’ αγαπώ» ενώ το ορθό είναι το συναρπαστικά παράδοξο «Σ’ αγαπώ, ούτε κι εγώ») προέρχεται βεβαίως από το ομώνυμο «ερωτικό» σουξέ του Γκενσμπούρ, το οποίο ακούγεται σε ορχηστρική μορφή στην ταινία.
Jane Birkin and Serge Gainsbourg - Je T'aime,...Moi Non Plus
Το άγριας ομορφιάς καστ είναι από άλλο πλανήτη, κυριολεκτικά σχεδόν: O Τζο Νταλεσάντρο, απελευθερωμένος από το Factory του Γουόρχολ και η Τζέιν Μπίρκιν παρέα με ένα τρελό θίασο χαρακτήρων, ανάμεσά τους κι ο Ζεράρ Ντερπαρντιέ (σε «φιλική συμμετοχή», όπως γράφουν οι τίτλοι) στον ρόλο ενός γκέι αγρότη που κυκλοφορεί με τύπου πιζάμες και παντόφλες πάνω σε ένα άλογο στο οποίο μοιάζει να τρέφει μια υπέρ του δέοντος αδυναμία.
Η ιστορία τοποθετείται εκτός χρόνου σχεδόν σε μια μυθική αμερικανική ενδοχώρα (χωρίς όμως την αντίστοιχη ελεγειακή επιτήδευση των ταινιών του Βέντερς) που μοιάζει με ποπ αρτ φαντασίωση ή με όραμα του Ντε Κίρικο και όπου όλοι περιέργως μιλάνε γαλλικά, ουδεμία σημασία όμως έχει αυτό – δεν είναι η αυθεντικότητα ή ο νατουραλισμός το ζητούμενο εδώ, αλλά η ελευθερία, και ειδικά η ερωτική.
Ο Νταλεσάντρο είναι ένας Άμλετ της χωματερής ή ίσως ένας queer Οθέλλος με τον σύντροφο και εραστή του να παίζει τον Ιάγο που τρελαίνεται από τη ζήλια όταν ο γκόμενός του γίνεται bi για χάρη της Τζέιν Μπίρκιν, επειδή ίσως μοιάζει με αγόρι.
Ο φετιχιστικός αισθητισμός που χαρακτηρίζει την εν γένει καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία του Γκενσμπούρ βρίσκεται σε πλήρη (ελεγχόμενη όμως) ανάπτυξη και εκτός των άλλων, η ταινία, που ξεκινά ως «acid road trip» αλλά εξελίσσεται σε κάτι πιο βαθύ και υπερβατικό, θα μπορούσε να κάνει μια τέλεια διπλή προβολή μαζί με το My Own Private Idaho του Γκας Βαν Σαντ, που επίσης υπάρχει διαθέσιμο στην πλατφόρμα.
Παρά την ενασχόλησή της με τους καημούς και τις δυσκολίες του πρωκτικού σεξ, οι σχετικές σκηνές δεν έχουν να κάνουν με την επιβολή και την κυριαρχία, όπως ας πούμε στη διαβόητη σκηνή στο Τελευταίο Ταγκό στο Παρίσι, αλλά με τη βαθιά και όχι πάντα ειδυλλιακή ερωτική σύνδεση που μπορεί μόνο η σεξουαλική ένωση να προσφέρει, ασχέτως σεξουαλικών ρόλων, προσανατολισμών και ταυτοτήτων, ασχέτως gender politics, ασχέτως του «πού μπαίνει», όπως το θέτει χύμα, αλλά λυρικά επίσης με τον τρόπο του, κάποια στιγμή ο χαρακτήρας του Νταλεσάντρο.
Παρά την «τολμηρότητα» του περιεχόμενου όμως, η ταινία μοιάζει με μια νοσταλγική καρτ-ποστάλ όχι τόσο από μια άλλη εποχή, αλλά από ένα άλλο, παράλληλο σύμπαν.
To τρέιλερ της ταινίας