Ο ΙΛΙΑ ΚΑΜΙΝΣΚΙ ΕΙΝΑΙ ΣΤΑ 44 του ένας διάσημος ποιητής στην Αμερική, ειδικά μετά τους επαίνους και τα βραβεία που κέρδισε η τελευταία του ποιητική συλλογή, Deaf Republic (Κωφή Δημοκρατία) η οποία εκδόθηκε το 2019 και περιείχε και ένα ποίημα με τίτλο «Ζήσαμε ευτυχισμένα στον πόλεμο» («We Lived Happily During the War») που ξεκινά έτσι: «Κι όταν βομβάρδιζαν τα σπίτια άλλων ανθρώπων / διαμαρτυρηθήκαμε / μα όχι αρκετά, αντιταχθήκαμε / μα όχι αρκετά…».
Δεν θα μπορούσε ούτε ο ίδιος να φανταστεί τις ανατριχιαστικά επίκαιρες διαστάσεις που θα λάβαιναν οι στίχοι αυτοί λιγότερο από τρία χρονιά μετά, με τη θηριωδία που διεξάγεται αυτόν τον καιρό στον τόπο που γεννήθηκε. Ο εβραϊκής καταγωγής Καμίνσκι γεννήθηκε στην Οδησσό, αλλά στα 16 του μετακόμισε με την οικογένειά του στις ΗΠΑ κατόπιν αιτήματος πολιτικού ασύλου λόγω του αντισημιτισμού στην Ουκρανία. Εκεί ξεκίνησε να γράφει στα αγγλικά.
Τακτικός συνεργάτης του «Paris Review» –μεταξύ άλλων επιφανών συνεργασιών του– συγκέντρωσε εκεί πριν από λίγες μέρες κάποιες «ανταποκρίσεις» που του έστειλαν από τη γενέτειρά του εκπρόσωποι της νέας γενιάς συγγραφέων της πόλης που δοκιμάζεται και αυτή αγρίως αυτές τις μέρες από τη βίαιη εισβολή. Διαβάζοντας τα κείμενα αυτά, αδυνατεί κανείς να κατανοήσει όσους –στην Ελλάδα, στη Δύση, στην Ανατολή, οπουδήποτε– εξαντλούν την καχυποψία και τον σκεπτικισμό τους (στην καλύτερη περίπτωση) και αρνούνται στους πολίτες της Ουκρανίας το δίκιο τους αλλά και το δράμα και την οδύνη και τη φρίκη του πολέμου που εμείς δεν έχουμε βιώσει. Παραθέτω εδώ κάποια αποσπάσματα:
Χθες, στη διάρκεια μιας αεροπορικής επιδρομής, κρύφτηκα σε μια τουαλέτα, και πήρα την ξεκάθαρη απόφαση να μη βυθιστώ στο μίσος. Έκανα ο ίδιος αυτή την επιλογή για τον εαυτό μου, και προσπαθώ να την κρατήσω. Το μίσος είναι η γλώσσα των εχθρών μου. Είναι η πηγή της δύναμής τους. Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς τον βομβαρδισμό βρεφονηπιακών σταθμών και νοσοκομείων;
«Ένα παράξενο συναίσθημα: σαν να μην είχα ζήσει πριν από αυτή την ώρα. Σαν να έσκασε κάποιο κέλυφος που με εμπόδιζε να αναπνεύσω βαθιά. Δεν ξέρω τι έκανα πριν από τον πόλεμο. Ποτέ μου δεν είχα τόσο έντονη αίσθηση ότι με χρειάζονται, ποτέ μου ως τώρα δεν είχα αισθανθεί τόσο εμπλεκόμενη στην πραγματικότητα». (Vladislava Ilinskaya)
«Ζω στον 21ο όροφο. Δεν έχει μείνει κανείς εδώ πέρα. Από τα οχτώ διαμερίσματα, μόνο το ένα εξακολουθεί να έχει κατοίκους: το σκυλί μου, τη γάτα μου κι εμένα. Όταν ακούω τις σειρήνες να ουρλιάζουν, βγαίνω στο μπαλκόνι να δω αν έρχονται οι πύραυλοι». (Vitya Brevis)
«Οι γλάροι πετάνε πάνω από τους πολυσύχναστους συνήθως δρόμους της Οδησσού. Πού και πού διακρίνεται στο απάτητο χιόνι κάποιο σπάνιο αποτύπωμα περαστικού. Τα φημισμένα σκαλιά του Ποτέμκιν σκαρφαλώνουν μέσα στην ησυχία την πλαγιά, καλυμμένα με σάκους άμμου. Οι γλάροι όμως αγαπούν την άμμο». (Vladislav Kitik)
«Πριν από μερικές μέρες, αποφάσισα να ακούσω το Δεύτερο Κονσέρτο του Ραχμάνινοφ. Ήθελα να το σφίξω στα χέρια μου σαν κλαδί που δεν θα με άφηνε να γλιστρήσω στη λάσπη της εχθρότητας προς οτιδήποτε ρωσικό. Ο Ραχμάνινοφ είναι αθώος – δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με τα εγκλήματα του Πούτιν. Όπως ο Γκαίτε δεν είχε καμία ευθύνη για την τρέλα του Χίτλερ. Χθες, στη διάρκεια μιας αεροπορικής επιδρομής, κρύφτηκα σε μια τουαλέτα, και πήρα την ξεκάθαρη απόφαση να μη βυθιστώ στο μίσος. Έκανα ο ίδιος αυτή την επιλογή για τον εαυτό μου, και προσπαθώ να την κρατήσω. Το μίσος είναι η γλώσσα των εχθρών μου. Είναι η πηγή της δύναμής τους. Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς τον βομβαρδισμό βρεφονηπιακών σταθμών και νοσοκομείων;» (Ganna Kostenko)
«Αυτές τις τελευταίες εβδομάδες η ζωή μου άλλαξε τελείως: ο κόσμος που ήξερα έγινε εύθραυστος σαν βούτημα του τσαγιού… Τα πάντα τριγύρω μου μού θυμίζουν πλέον αυτά που διάβαζα σε βιβλία για τον πόλεμο. Αυτή η ταινία είναι τώρα η ζωή της οικογένειάς μου, της πόλης μου. Είναι μια πολύ κακή ταινία και θέλω να ανοίξουν τα φώτα στην αίθουσα». (Marina Linda)
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.