«ΔΕΝΔΡΟΚΤΟΝΙΕΣ» Ή ΜΕΤΑΦΥΤΕΥΣΕΙΣ; Οι αντιδράσεις που υπάρχουν για την εκρίζωση των δέντρων από την πλατεία Εξαρχείων και αυτή που θα ακολουθήσει στο πάρκο Ριζάρη έχουν τεθεί στην κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Τι συμβαίνει στην πλατεία και το πάρκο; Συντελούνται «δενδροκτονίες», όπως υποστηρίζουν αυτοί που αντιδρούν, ή επαναφυτεύσεις που θα αποκαταστήσουν το περιβαλλοντικό ισοζύγιο των δύο δημόσιων χώρων μετά την ολοκλήρωση των έργων; Η LiFO αναζήτησε απαντήσεις.
Στην πλατεία Εξαρχείων και στο πάρκο Ριζάρη θα κατασκευαστούν οι δύο ομώνυμοι σταθμοί της νέας γραμμής 4 του μετρό από τους 14 συνολικά που περιλαμβάνει το πρώτο τμήμα της γραμμής Άλσος Βεΐκου-Γουδί. Η εκρίζωση των δέντρων, τα οποία θα μεταφυτευτούν σε άλλα σημεία, είναι μέρος των προπαρασκευαστικών εργασιών για να «ανοίξει» ο χώρος που θα σκαφτεί και να ξεκινήσει στη συνέχεια το κυρίως έργο, των σηράγγων και των σταθμών.
Διαφορετικές προσεγγίσεις
Ωστόσο φαίνεται ότι οι δύο περιπτώσεις εξελίσσονται διαφορετικά και υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις για τη διάσωση του πρασίνου και των δέντρων για τις δύο περιοχές αλλά και για τη χωροθέτηση των σταθμών.
Για την πλατεία Εξαρχείων, όταν εκδοθεί η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, όποια και αν είναι αυτή, θα είναι στην ουσία άνευ αντικειμένου. Κι αυτό γιατί ο λόγος για τον οποίο προσέφυγαν οι πενήντα κάτοικοι της περιοχής, δηλαδή το κλάδεμα και η απομάκρυνση των εβδομήντα δέντρων, θα έχει ήδη συντελεστεί. Οι εργασίες γι' αυτόν τον σκοπό βρίσκονται σε εξέλιξη και η έναρξή τους πυροδότησε σφοδρές αντιδράσεις πριν από μερικές μέρες.
Ο Γιάννης Κιάτος ισχυρίζεται ότι «αυτή η μελέτη δεν είναι κάτι τυπικό αλλά πραγματικά διασφαλίζει το πράσινο ισοζύγιο. Οι κάτοικοι ζητούσαν να πάρουν τη μελέτη για να δουν τι πραγματικά προβλέπει ο σχεδιασμός φυτοτεχνικής αποκατάστασης. Η ύπαρξή της δημιουργεί μια νομική αξίωση για το περιβαλλοντικό ισοζύγιο της πλατείας».
Στο πάρκο Ριζάρη, για το οποίο έχει ασκηθεί προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας από τον εφοπλιστή Νίκο Πατέρα, η τύχη των 230 δέντρων που προβλέπεται να απομακρυνθούν για να ξεκινήσουν οι προπαρασκευαστικές εργασίες δεν έχει ακόμη κριθεί και τίποτα δεν έχει ξεκινήσει ακόμα. Προτού ακολουθήσει τη δικαστική οδό, ο κ. Πατέρας είχε ζητήσει από το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών και την Ελληνικό Μετρό Α.Ε., όπως λέει στη LiFO, «να βρεθεί τεχνική λύση για τη μετακίνηση του νέου σταθμού κατά 80 μέτρα βορειότερα, εντός του πάρκου Ριζάρη, σε σημείο όπου δεν υπάρχουν πολλά δέντρα και πυκνή βλάστηση, κοντά στην Eθνική Πινακοθήκη», ούτως ώστε «να αποφευχθεί η περιβαλλοντική ζημιά από την κοπή εκατοντάδων δέντρων και η καταστροφή ενός εκ των ομορφότερων πάρκων της Αθήνας».
Στην περίπτωση των Εξαρχείων, οι πενήντα κάτοικοι κινήθηκαν νομικά για την ακύρωση της Τεχνικής Περιβαλλοντικής Μελέτης (ΤΕΠΕΜ), η οποία, όπως υποστηρίζουν, έχει σοβαρές ελλείψεις. Η ΤΕΠΕΜ είναι μια μελέτη η οποία εξειδικεύει ένα σκέλος της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου. Επικεντρώνεται και περιλαμβάνει τις αδειοδοτήσεις για τις προπαρασκευαστικές εργασίες που πρέπει να γίνουν προτού ξεκινήσει η κυρίως κατασκευή του έργου, όπως η μετατόπιση των δικτύων κοινής ωφελείας (ΕΥΔΑΠ, φυσικό αέριο κ.λπ.), οι διερευνητικές τομές για την ύπαρξη ή μη αρχαίων, η κυκλοφοριακή μελέτη κατά την περίοδο κατασκευής. Ανάμεσα σε αυτά που ρυθμίζει, είναι και το ζήτημα της εκρίζωσης και της μεταφύτευσης του φυσικού κεφαλαίου της περιοχής όπου θα γίνει το έργο. Ο Γιάννης Κιάτος, δικηγόρος των πενήντα κατοίκων που προσέφυγαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας, λέει ότι «η ΤΕΠΕΜ αυτή δεν εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα των δέντρων που ξεριζώθηκαν». Υποστηρίζει ότι «έπρεπε να έχει προηγηθεί μελέτη φυτοτεχνικής αποκατάστασης, η οποία θα έπρεπε να εγκριθεί από το υπουργείο Περιβάλλοντος και την αρμόδια δασική υπηρεσία. Εμείς διαπιστώσαμε ότι στην πλατεία Εξαρχείων προχωρούσαν στις κοπές και στις εκριζώσεις των δέντρων χωρίς να έχει εγκριθεί αυτή η μελέτη».
Ο κ. Κιάτος ισχυρίζεται ότι «αυτή η μελέτη δεν είναι κάτι τυπικό αλλά πραγματικά διασφαλίζει το πράσινο ισοζύγιο. Οι κάτοικοι ζητούσαν να πάρουν τη μελέτη για να δουν τι πραγματικά προβλέπει ο σχεδιασμός φυτοτεχνικής αποκατάστασης. Η ύπαρξή της δημιουργεί μια νομική αξίωση για το περιβαλλοντικό ισοζύγιο της πλατείας».
Το μνημόνιο συνεργασίας του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών και του δήμου Αθηναίων, που προβλέπει φυτεύσεις 2.975 νέων δέντρων σε περιοχές της Αθήνας που επηρεάζονται από τις κατασκευαστικές εργασίες της νέας γραμμής του μετρό, αλλά και η μεταφύτευση των υπαρχόντων δέντρων φαίνεται ότι δεν πείθουν τους κατοίκους των Εξαρχείων που προσέφυγαν στα Δικαιοσύνη: «Αυτό το μνημόνιο έχει αφαιρετικό περιεχόμενο. Προβλέπει δύο χιλιάδες και πλέον φυτεύσεις σε διάφορα σημεία της Αθήνας. Δεν μιλάει συγκεκριμένα για την πλατεία Εξαρχείων», υποστηρίζει ο δικηγόρος.
Ζητείται νέος κύκλος διαβούλευσης
Αν και ο νομικός προβληματισμός των κατοίκων αφορά «τις μείζονες πλημμέλειες» στις πρόδρομες εργασίες, στις οποίες συγκαταλέγεται και η εκρίζωση των δέντρων, ο κ. Κιάτος εξηγεί ότι οι κάτοικοι επιδιώκουν, με βάση τις παραλείψεις αυτές που διατυπώνουν στην προσφυγή τους, να ανοίξει ένας κύκλος διαβούλευσης που αφορά τη χωροθέτηση και την κατασκευή του σταθμού στην πλατεία. Η χωροθέτησή του, όπως λέει, δεν θα μπορούσε να προσβληθεί δικαστικά σήμερα: «Το ζήτημα της χωροθέτησης έχει κλείσει από το 2018, όταν ολοκληρώθηκε η διαδικασία της δημόσιας διαβούλευσης της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου και οριστικοποιήθηκε η χάραξη της γραμμής στην πλατεία Εξαρχείων». Τότε, προτού λήξει η διαβούλευση, θα μπορούσε να προσβληθεί νομικά η χωροθέτηση. Σήμερα, μια τέτοια προσφυγή, όπως παραδέχεται, δεν θα μπορούσε να ευδοκιμήσει. Μαζικές διαμαρτυρίες για τον σταθμό τότε δεν υπήρξαν. «Συμβαίνει συχνά οι αντιδράσεις να ξεκινούν όταν μπαίνουν οι μπουλντόζες σε μια γειτονιά. Συνήθως τότε συνειδητοποιεί ο κόσμος τι πάει να γίνει και όχι όταν βλέπουν μια απόφαση σε ένα ΦΕΚ», αναφέρει.
Οι πρόσφατες διαμαρτυρίες για τα δέντρα των Εξαρχείων δεν είναι ξεκομμένες, βέβαια, από τη γενική αντίδραση που υπάρχει στα Εξάρχεια για την κατασκευή του σταθμού στην πλατεία, για τον οποίο υποστηρίζεται ότι «αλλοιώνει την ιστορικότητα και την αισθητική ταυτότητα της περιοχής». Ο Κώστας Παπαδάκης, δικηγόρος και δημοτικός σύμβουλος της παράταξης Ανατρεπτική Συμμαχία για την Αθήνα, λέει στη LiFO ότι «ο λόγος για τον οποίο έχει επιλεγεί να γίνει στην πλατεία Εξαρχείων σταθμός μετρό δεν είναι συγκοινωνιακός αλλά πολιτικός».
Η στόχευση, όπως υποστηρίζει, «είναι να αλλοτριωθεί η περιοχή, να σβήσει η ιστορία της και να αλλάξουν χρήσεις τα ακίνητα της περιοχής, και να παραδοθεί στους επενδυτές και στους τουρίστες». Ο Κώστας Παπαδάκης ισχυρίζεται ότι υπάρχουν δύο στοιχεία που αποδεικνύουν ότι για την επιλογή της συγκεκριμένης θέσης δεν χρησιμοποιήθηκαν συγκοινωνιακά κριτήρια: «Πρώτον, η πλατεία Εξαρχείων απέχει ελάχιστα από τους υπάρχοντες σταθμούς της Ομόνοιας και τη Βικτώριας. Δεύτερον, το μετρό δεν έχει συγκοινωνιακή ανταπόκριση γιατί δεν κυκλοφορούν λεωφορεία και τρόλεϊ στα Εξάρχεια, συνεπώς, δεν υπάρχει δυνατότητα μετεπιβίβασης». Τα Εξάρχεια, συνεχίζει, «είναι προφανές ότι χρειάζονται μετρό, αλλά όχι εκεί. Όφειλαν να βρουν ένα σημείο το οποίο να έχει τη μέγιστη δυνατή απόσταση από τους πλησιέστερους σταθμούς μετρό και να είναι κάπου στο κέντρο της εξυπηρετούμενης περιοχής, όπως είναι η πλατεία της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου στα Πευκάκια, που εξυπηρετεί και τις δύσβατες ανηφορικές περιοχές των Εξαρχείων και του Λυκαβηττού».
Για την πλατεία Εξαρχείων ο Νίκος Μπελαβίλας, καθηγητής στο ΕΜΠ, έχει πει ότι το 2019 διερευνήθηκαν τέσσερις εναλλακτικές λύσεις από μια πολυεπιστημονική ομάδα εργασίας. Υποστηρίζει ότι «στις τρεις από τις τέσσερις λύσεις η πλατεία έμενε ανέγγιχτη, στην πρώτη η πλατεία καταστρεφόταν, αλλά ανακατασκευαζόταν μετά την ολοκλήρωση του έργου».
Καμία από τις προτάσεις αυτές όμως δεν είχε μελετηθεί, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες της LiFO. Όπως μας λένε πηγές που γνωρίζουν καλά την πορεία του έργου, «τότε είχαν εξεταστεί κάποια σενάρια, αλλά δεν είχαν μελετηθεί». Ωστόσο αναφέρουν ότι η διοίκηση του μετρό τότε ήταν διατεθειμένη «να ανοίξει έναν νέο κύκλο διαβούλευσης και να εξετάσει δυνατότητες αλλαγών στη φάση κατασκευής, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οπωσδήποτε θα προχωρούσαν αυτές οι αλλαγές».
Για όσους παρακολουθούν την εξέλιξη του έργου, λέγεται ότι η άτεγκτη στάση της κυβέρνησης, η οποία δεν προχώρησε σε καμία ουσιαστική διαβούλευση με τους κατοίκους που εξέφραζαν αντιρρήσεις, δεν βοήθησε στην αποκλιμάκωση της έντασης: «Ακόμη και αν δεν συμφωνούσε, θα έπρεπε να αντιμετωπίσει τις αντιρρήσεις διαφορετικά και με διάλογο». Η κυβέρνηση όμως, από την πλευρά της, ιδεολογικοποίησε το έργο, θέλοντας να πετύχει το αντίθετο. Ο τότε υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Κώστας Καραμανλής, όταν προανήγγειλε την εγκατάσταση του εργοταξίου στα Εξάρχεια, έλεγε ότι υποχρέωση της πολιτείας είναι να μην αφήσει καμία περιοχή «στο ημίφως της γκετοποίησης και στο σκοτάδι κάποιων ιδεολογικών εμμονών».
Και με τα δέντρα και με το μετρό στην πλατεία
Στην υπόθεση της εκρίζωσης και της μεταφύτευσης των δέντρων παρενέβη και ο νέος δήμαρχος Χάρης Δούκας, ο οποίος μπορεί να αμφισβητεί τη διαδικασία της μεταφύτευσης στα Εξάρχεια, αλλά δεν θέτει θέμα αλλαγής χωροθέτησης του σταθμού από την πλατεία. Στη LiFO είπε σχετικά: «Θέλω και μετρό στα Εξάρχεια, θέλω και δέντρα στα Εξάρχεια, όπως θέλω μετρό και δέντρα παντού. Αν μπορούμε να διασώσουμε κάποια δέντρα στην κατασκευή, πρέπει να το προσπαθήσουμε πάρα πολύ». Υποστηρίζει ότι το 2023, στην καρδιά της κλιματικής κρίσης, «τα δέντρα τα οποία αναγκαστικά θα χρειαστεί να μεταφερθούν πρέπει να διασφαλίσουμε ότι δεν θα χαθούν». Ο Χάρης Δούκας διατηρεί επιφυλάξεις για τις μεταφυτεύσεις που έχουν γίνει μέχρι σήμερα, γιατί δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα: «Εξετάζοντας τι συνέβη με όσα δέντρα επιχειρήθηκε να μεταφυτευτούν στο Κολωνάκι και σε άλλες περιοχές, βλέπουμε ότι το 90% ξεράθηκε. Άρα η μεταφύτευση είναι μια πολύπλοκη διαδικασία. Πρέπει να δούμε με ποιον τρόπο θα γίνει, το είδος των δέντρων, πώς θα γίνει η περιποίηση των ριζών τους, σε ποια σημεία ακριβώς και με ποιον τρόπο θα μεταφερθούν. Επομένως, το δίλημμα "μετρό ή δέντρα" δεν υφίσταται. Μπορούμε να έχουμε και τα δύο, όπως γίνεται σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αλλά με σχέδιο και μελέτη».
Ο Κώστας Μπακογιάννης για τη χωροθέτηση του μετρό στα Εξάρχεια έχει από την αρχή μια ξεκάθαρη θέση. Για το ζήτημα της εκρίζωσης των δέντρων από την πλατεία Εξαρχείων αντιπαραβάλλει τη φύτευση 2.975 δέντρων σε χώρους και σημεία που επηρεάζονται από τις εργασίες για τη γραμμή 4 του μετρό και παρουσιάζει αναλυτικά πού θα μεταφυτευτούν όλα τα δέντρα που θα μετακινηθούν από τα Εξάρχεια: «Το δίλημμα "μετρό ή δέντρα" είναι τεχνητό, είναι ψευδές και επιπλέον πάλιωσε», είχε αναφέρει όταν πυροδοτήθηκαν οι τελευταίες αντιδράσεις στα Εξάρχεια, με την έναρξη των πρόδρομων εργασιών.
Σύμπνοια για τη Ριζάρη
Κι αν η διαχείριση των δέντρων στην πλατεία Εξαρχείων βάζει τον Κώστα Μπακογιάννη και τον Χάρη Δούκα απέναντι, στο μετρό Ριζάρη φαίνεται ότι υπάρχει ως ένα σημείο σύμπνοια απόψεων. Και οι δύο πλευρές είναι θετικές στην ανεύρεση μιας τεχνικής λύσης για να διασωθούν τα εκατοντάδες δέντρα που με τη συγκεκριμένη χωροθέτηση θα πρέπει να ξεριζωθούν. Για το ζήτημα ο δήμος Αθηναίων είχε καταθέσει υπόμνημα κατά την προσφυγή του κ. Πατέρα στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Από τον δήμο Αθηναίων μάς λένε ότι το υπόμνημα αυτό σε καμία περίπτωση δεν αφορά το έργο του μετρό που πρέπει να γίνει στο πάρκο, απλώς κάποιες τεχνικές αλλαγές που θα τις αποφασίσει η εταιρεία στην περίπτωση που αυτές είναι εφικτές. Στο υπόμνημα του δήμου που κατατέθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας για το πάρκο Ριζάρη αναφέρεται ότι «σε περίπτωση που η Αττικό Μετρό Α.Ε. κρίνει πως υφίσταται βιώσιμη και τεχνικά άρτια λύση που δύναται να εξασφαλίσει τις λιγότερες περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την εκτέλεση του υπό κρίση έργου, λαμβάνοντας υπόψη πως δεν προβλέπεται σημαντική μετατόπιση στη χωροθέτηση του σταθμού, ο δήμος θα ήταν θετικός, καθόσον αυτό θα σήμαινε τη μικρότερη δυνατή απώλεια του υφιστάμενου πρασίνου».
Ο Χάρης Δούκας λέει στη LiFO ότι ο σταθμός του μετρό στη Ριζάρη πρέπει να μετακινηθεί: «Εάν μετακινηθεί εβδομήντα μέτρα πιο μακριά, εκεί όπου υπάρχουν πολύ λιγότερα δέντρα, θα έχει υλοποιηθεί ένα φιλοπεριβαλλοντικό έργο με όσο το δυνατό μικρότερη επιβάρυνση για το οικοσύστημα». Με αυτήν τη λύση, λέει, «έχουμε τη δυνατότητα, αλλά και την υποχρέωση, λόγω της κλιματικής κρίσης, να προσεγγίσουμε ένα έργο με έναν τρόπο που θα προστατεύει και τα δέντρα». Υποστηρίζει πως «δεν μπορούμε πλέον να συνεχίζουμε τις αναπλάσεις με όρους παρελθόντος. Χρειάζεται διαβούλευση, σχέδιο, σωστή χωροθέτηση, με σεβασμό στο περιβάλλον και τους κατοίκους. Οφείλουμε να υιοθετήσουμε μια διαφορετική νοοτροπία για τον τρόπο που γίνονται τα μεγάλα έργα, ώστε να προχωράμε γρήγορα, έχοντας εξασφαλίσει την κοινωνική ειρήνη».
Η προσφυγή του εφοπλιστή
Η προσφυγή του κ. Πατέρα στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατατέθηκε τον Μάιο του 2022. Με την προσφυγή αυτή ζητείται η ακύρωση όλων των πράξεων της διοίκησης που αφορούν τη χωροθέτηση του σταθμού στο πάρκο. Το ειδικό ενδιαφέρον του κ. Πατέρα για το πάρκο Ριζάρη προκύπτει και από το γεγονός ότι με δωρεά του ιδρύματός του είχε γίνει η ανάπλασή του το 2010, επί δημαρχίας Ν. Κακλαμάνη. Τα γραφεία της εταιρείας του και του κοινωφελούς ιδρύματος Πατέρα βρίσκονται επίσης απέναντι από το πάρκο.
Ο Ν. Πατέρας λέει στη LiFO ότι ακολούθησε τη δικαστική οδό γιατί δεν έγινε σωστή διαβούλευση για τη γραμμή 4 του μετρό και εκ των υστέρων αντιλήφθηκε ότι ο σταθμός θα γινόταν εντός του πάρκου Ριζάρη, στο πιο πυκνοφυτεμένο σημείο: «Οι πολίτες δεν είχαν τη δυνατότητα να καταλάβουν μέσω της διαβούλευσης, η οποία υποτίθεται ότι έγινε, ποια θα είναι η πραγματική εικόνα την επόμενη ημέρα, ότι τα επόμενα 7-8 χρόνια θα κοπούν περισσότερα από 200 δέντρα». Αναφέρει ακόμη ότι η διαβούλευση δεν έτυχε της δημοσιότητας που θα έπρεπε να είχε λάβει ούτως ώστε να διατυπωθούν αντιρρήσεις και ενστάσεις από τους πολίτες και τους φορείς.
«Όλοι μείναμε με την εντύπωση ότι θα γίνει κάποιο σκάμμα και ότι ο σταθμός θα γίνει υπογείως, χωρίς να χρειαστεί να κοπούν τα 200 δέντρα. Όταν, λοιπόν, είδαμε το 2021 να κλείνουν το πάρκο, τότε το ίδρυμα Πατέρα και το ίδρυμα Ριζάρειος Εκκλησιαστική Σχολή αντιλήφθηκαν για πρώτη φορά ότι πρόκειται να γίνει αυτή η περιβαλλοντική καταστροφή. Ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο δεν κινηθήκαμε δικαστικά το 2018. Δεν καταλάβαμε ποτέ από τη διαβούλευση ότι επέκειτο αυτή καταστροφή. Διότι δεν πιστεύαμε ότι μπορούσε να γίνει ο σταθμός στο πιο πυκνοφυτεμένο σημείο. Δεν αντέχει στη λογική κάτι τέτοιο», λέει.
Ο κ. Πατέρας υποστηρίζει ότι από τον Σεπτέμβριο του 2021, με δική του πρωτοβουλία, ξεκίνησε μια σειρά συναντήσεων με τον τότε υπουργό Υποδομών και Μεταφορών κ. Καραμανλή και τον Νίκο Κουρέτα, διευθύνοντα σύμβουλο της Ελληνικό Μέτρο, από τους οποίους ζήτησε να διερευνηθεί μια τεχνική λύση για τη μετατόπιση του σταθμού, ούτως ώστε να διασωθούν τα δέντρα του πάρκου. Η μετακίνηση του νέου σταθμού κατά 80 μέτρα βορειότερα μέσα στο πάρκο, κοντά στην Εθνική Πινακοθήκη, θα ήταν η προσφορότερη τεχνική λύση, όπως λέει, καθώς είναι ένα σημείο όπου δεν υπάρχουν πολλά δέντρα ούτε πυκνή βλάστηση. Ο εφοπλιστής υποστηρίζει ότι για αρκετούς μήνες και μέχρι τον Απρίλιο του 2022 το υπουργείο και η Ελληνικό Μετρό τον διαβεβαίωναν ότι γίνονται μελέτες για να βρεθεί αυτή η τεχνική λύση. Σύμφωνα με τον κ. Πατέρα, η εναλλακτική λύση της μετακίνησης του σταθμού παρουσιάστηκε στον ίδιο από την εταιρεία «Άβαξ», τον όμιλο που κατασκευάζει το έργο. Στη συνέχεια, όμως, ο κ. Πατέρας ισχυρίζεται ότι ο Κ. Καραμανλής του είπε πως η μετακίνηση του σταθμού θα κόστιζε γύρω στα 5 εκατ. ευρώ. Μια μέρα μετά, ο υπουργός τον ενημέρωσε ότι το τελικό κόστος της μετατόπισης θα ξεπεράσει τα 50 εκατ. βάσει της ενημέρωσης που του έκανε η κατασκευάστρια εταιρεία. Ο ίδιος λέει ότι ποτέ δεν έλαβε απάντηση πώς το κόστος της μετατόπισης εκτοξεύτηκε. «Εξέφρασα στον υπουργό την έκπληξή μου για το πώς τα 5 εκατ. έγιναν την επόμενη ημέρα 50. Και βεβαίως την απορία μου γιατί το υπουργείο δεν κάνει καμία απολύτως ανάλυση για το πώς δημιουργείται αυτό το επιπλέον κόστος».
Μετά από αυτή την ενημέρωση «έγινε ξεκάθαρο», όπως λέει, ότι «από τον Σεπτέμβριο του 2021 και για τους επόμενους μήνες γίνονταν μόνο συζητήσεις, ενώ στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ποτέ η παραμικρή διάθεση από το υπουργείο Υποδομών και την Ελληνικό Μέτρο να σωθεί το πάρκο».
Αμέσως μετά ο κ. Πατέρας προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας για να υπερασπιστεί, όπως εξηγεί, «το πάρκο Ριζάρη και το δικαίωμα όλων των πολιτών στο πράσινο και στο οξυγόνο που προσφέρει». Το χειρότερο είναι ότι «στη συζήτηση στο Συμβούλιο της Επικρατείας η Ελληνικό Μετρό αρνήθηκε ότι υπάρχει εναλλακτική λύση. Η κοροϊδία προς το πρόσωπό μου είναι συνεχής. Ενώ υπήρχε η εναλλακτική λύση –ο ίδιος ο Άβακας την πρότεινε, άσχετα από το ποσό, το οποίο τελικά δεν ξέρω ποιο είναι–, η Ελληνικό Μετρό είπε ότι δεν υπάρχει εναλλακτική».
Στα έγγραφα που κατατέθηκαν με την προσφυγή Πατέρα στο Συμβούλιο της Επικρατείας περιλαμβάνεται μια σειρά επιστολών που στηλιτεύουν την «ελλιπή διαβούλευση» για το έργο και υποστηρίζουν την ανεύρεση λύσεων που θα διασώσουν το φυσικό κεφάλαιο του πάρκου. Μία είναι του Νίκου Δένδια, υπουργού Εξωτερικών, ο οποίος αναφέρει ότι «δεν πληροφορήθηκε απολύτως τίποτα σχετικά με τη διαδικασία διαβούλευσης της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου». Στο ίδιο πνεύμα κινείται και η επιστολή που έστειλε στο Συμβούλιο της Επικρατείας ο ιερατικός προϊστάμενος του ιερού ναού της Ριζαρείου Σχολής, πατέρας Νικόλαος Λαδάς. Αναφέρει κι αυτός ότι ουδέποτε έλαβε γνώση «σχετικά με τη διαδικασία διαβούλευσης της μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου». Ομοίως και η επιστολή της Λυδίας Καρρά, προέδρου της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού, η οποία επίσης αναφέρει ότι η ΕΛΛΕΤ δεν πληροροφήθηκε τη διενέργεια της διαδικασίας διαβούλευσης.
Η υπόθεση εκδικάστηκε τον Φεβρουάριο του 2023, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει εκδοθεί η απόφαση. Το μεγαλύτερο εμπόδιο, όπως λέει ο κ. Πατέρας, είναι ότι η προσφυγή ασκήθηκε μετά την «υποτιθέμενη διαβούλευση», όποτε υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να απορριφθεί ως εκπρόθεσμη. Αν τυχόν συμβεί κάτι τέτοιο, δηλώνει ότι «θα κάθομαι από το γραφείο μου να βλέπω να κόβονται τα δέντρα και θα αναρωτιέμαι σε τι κράτος ζω».
Η κυβέρνηση και η διοίκηση της Ελληνικό Μετρό δεν φαίνεται διατεθειμένη να προχωρήσει σε οποιαδήποτε αλλαγή με το επιχείρημα ότι οι αλλαγές στο έργο απαιτούν χρόνο και χρήμα: «Το να μετακινηθεί ο σταθμός είναι κάτι που γίνεται τεχνικά. Δεν μπορώ να πω ότι δεν γίνεται, δεν μπορώ να πω ψέματα στον κόσμο», ανέφερε πρόσφατα ο Νίκος Ταχιάος, υφυπουργός Υποδομών και Μεταφορών. Ωστόσο υποστήριξε ότι «είναι μια ιστορία που, πρώτον, πάει πίσω το έργο, δεύτερον αλλάζει έναν σχεδιασμό ο οποίος αφορούσε τη δημοπράτηση του έργου και τρίτον, πέραν του σχεδιασμού, αλλάζει και το κοστολόγιο, διότι μιλάμε για μια επέμβαση η οποία θα κοστίσει τουλάχιστον 50 εκατ. ευρώ».
Για τον Νίκο Κουρέτα, είναι αργά πλέον να μιλάμε για αλλαγές στη χωροθέτηση των σταθμών. Και τούτο διότι η δυνατότητα αυτή είχε δοθεί πολύ νωρίτερα: «Μέσω της δημόσιας διαβούλευσης που έγινε το 2018 μπορούσαν να εκφραστούν ενστάσεις πολιτών και φορέων για το έργο της γραμμής 4». Σε αντίθεση με αυτά που αναφέρουν ο Ν. Πατέρας, ο υπουργός Ν. Δένδιας, η Ριζάρειος Εκκλησιαστική Σχολή και η ΕΛΛΕΤ για τη διαδικασία διαβούλευσης και τη μικρή δημοσιότητα που πήρε η διεξαγωγή της, ο Νίκος Κουρέτας λέει ότι «η διαβούλευση ήταν γόνιμη και μακροσκελής. Διήρκεσε οκτώ μήνες και θα μπορούσε οποιοσδήποτε να προσφύγει για οτιδήποτε». Υποστηρίζει ότι «πάρα πολλά από τα σχόλια που έκαναν οι πολίτες, οι φορείς, τα έλαβε υπόψη της η εταιρεία και υπήρξαν αλλαγές στο έργο. Για παράδειγμα, προστέθηκε ένας σταθμός στην Ελικώνος, μετακινήθηκε κάποιος άλλος και γενικώς έγιναν πολλές άλλες αλλαγές κατόπιν των προτάσεων που κατατέθηκαν από πολίτες και φορείς. Για τη μεταφορά της πλατείας Εξαρχείων δεν υπήρξε τότε καμία πρόταση, ούτε και για τον σταθμό στη Ριζάρη», λέει.
Ούτε ο κ. Κουρέτας συμμερίζεται τις αντιδράσεις των κατοίκων στα Εξάρχεια και υποστηρίζει ότι δεν υπάρχουν ελλείψεις στις αδειοδοτικές διαδικασίες που αφορούν τη διαχείριση των δέντρων της πλατείας και ό,τι άλλο σχετίζεται με τις αναγκαίες πρόδρομες εργασίες του έργου. Υποστηρίζει ότι «υπάρχουν όλες οι άδειες και ότι έχουν γίνει όλες οι απαραίτητες μελέτες για τη μεταφύτευση των δέντρων υπό την εποπτεία του δήμου Αθηναίων και υπό την κατεύθυνσή τους για το πού αυτά θα μεταφυτευθούν». Μας λέει ακόμη ότι όταν ολοκληρωθεί το έργο θα καλυφθεί λιγότερο από το 10% της πλατείας Εξαρχείων από τις εισόδους και τα φρέατα του σταθμού. «Όταν γίνει ο σταθμός θα τηρήσουμε το περιβαλλοντικό ισοζύγιο και όσα δέντρα υπήρχαν τόσα θα μπουν ισοδύναμα, δηλαδή σε ύψος, μέγεθος, φύλλωμα. Για το ζήτημα έχει ληφθεί πρόνοια στους αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς που βγήκαν», αναφέρει.
Ο μοναδικός σταθμός στον οποίο δεν έχουν ξεκινήσει εργασίες ακόμα είναι αυτός στο πάρκο Ριζάρη. Ρωτάμε τον κ. Κουρέτα γιατί και απαντάει ότι η εταιρεία περιμένει την απόφαση της Δικαιοσύνης. Η απόφαση αυτή αφορά την προσφυγή που ασκήθηκε από τον Ν. Πατέρα. Επειδή στην περίπτωση της πλατείας Εξαρχείων η Ελληνικό Μετρό ξεκίνησε εργασίες πριν καν ολοκληρωθεί η εκδίκαση της κύριας προσφυγής, ενώ στην περίπτωση του σταθμού Ευαγγελισμού στο πάρκο Ριζάρη δεν έχει προχωρήσει κάτι, αναμένοντας την έκδοση απόφασης από το Συμβούλιο της Επικρατείας, τον ρωτάμε γιατί υπάρχει αυτή η διαφορετική αντιμετώπιση από την Ελληνικό Μετρό: «Όταν ξεκινήσαμε στην πλατεία Εξαρχείων, είχαμε εγκεκριμένη την τεχνική περιβαλλοντική μελέτη. Στην περίπτωση της Ριζάρη, η προσφυγή έγινε προτού εγκριθεί η ΤΕΠΕΜ, όποτε δεν μπορούσαμε να μπούμε από πριν».
Για την εκτόξευση του κόστους στην τεχνική λύση της μετατόπισης του σταθμού Ευαγγελισμός στο πάρκο Ριζάρη, όπως εξηγεί, οφείλει να υλοποιήσει ό,τι λέει ο νόμος. «Ο νόμος λέει ότι εκεί πρέπει να γίνει ο σταθμός, αυτό μελετήθηκε, δεν υπήρξε κατά τη διάρκεια της διαβούλευσης καμία πρόταση επ' αυτού. Οπότε τώρα περιμένουμε τη Δικαιοσύνη για την προσφυγή που έχει γίνει».
Η νέα γραμμή μετρό είναι το μεγαλύτερο δημόσιο έργο που κατασκευάζεται σήμερα στη χώρα, με προϋπολογισμό που ανέρχεται στο 1,4 δισ. Υπολογίζεται ότι κατά την περίοδο της λειτουργίας του θα εξυπηρετεί καθημερινά περίπου 350.000 πολίτες, ενώ 53.000 αυτοκίνητα θα βγουν από τους δρόμους της Αθήνας. Ακριβώς επειδή πρόκειται για ένα τόσο φιλοπεριβαλλοντικό και φιλολαϊκό μέσο θα πρέπει να αποσυνδεθεί η περίοδος της κατασκευής του από πρακτικές που μπορεί να συγκρούονται με αυτά τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του, και τώρα βρίσκονται στην κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας.