Ευθύνεται η Εκκλησία για την άνοδο της άκρας δεξιάς;

Έχει μερίδιο ευθύνης η Εκκλησία για την άνοδο της άκρας δεξιάς; Facebook Twitter
Κάθε φορά που η Εκκλησία αισθανόταν ευάλωτη εξαιτίας επιλογών/πολιτικών της πολιτείας έδειχνε επιτρεπτικότητα προς την άκρα δεξιά, ενώ η πολιτεία συχνά έκλεινε τα μάτια και έδειχνε ανοχή σε μια τέτοια στάση. Εικονογράφηση: bianka/ LIFO
0

ΡΙΧΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ μας στη δυτικοευρωπαϊκή ακροδεξιά, διαπιστώνουμε ότι η πλειονότητα των ακροδεξιών κομμάτων και οργανώσεων δεν προτάσσει γνωρίσματα μιας θρησκευτικής ταυτότητας προκειμένου να προσεγγίσει τους ακολούθους της. Μάλιστα, σε πολλά κόμματα και οργανώσεις της άκρας δεξιάς στις παλιότερες ευρωπαϊκές δημοκρατίες εντοπίζονται παγανιστικές και ειδωλολατρικές ιδέες.

Η νατιβιστική ιδεολογία, που τα περισσότερα υιοθετούν, κουμπώνει αρμονικά με οργανικές αντιλήψεις για το έθνος και με ιδέες πολιτισμικής ή και βιολογικής συνέχειας όσον αφορά την εθνική υπόσταση και καταγωγή, τις οποίες πρεσβεύουν ιδίως νεότερα ρεύματα του παγανισμού στον 21ο αιώνα. Σε αντίθεση με την οικουμενικότητα του χριστιανισμού, τα νεοπαγανιστικά ρεύματα είναι αυταρχικά και ανελεύθερα, και φαντασιώνονται πνευματικές συνδέσεις που έχουν ως βάση τους την εθνοτική κοινότητα και το αίμα και συχνά απολήγουν στην υποστήριξη ιδεών περί λευκής υπεροχής και κυριαρχίας.

Στην ίδια κατεύθυνση εργαλειοποίησης της θρησκείας και της Εκκλησίας κινήθηκαν και άλλα μορφώματα της άκρας δεξιάς που κέρδισαν ορατότητα και εκλογική επιρροή μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης.

Εκτός από τον οργανωμένο χώρο της δυτικοευρωπαϊκής άκρας δεξιάς, η οποία δεν είναι θρησκευόμενη και οι υποστηρικτές της δεν εκκλησιάζονται ιδιαίτερα, ένα κοινό που πιστεύει σε μια οικουμενική θρησκευτική ομολογία και, κυρίως, εκκλησιάζεται τακτικά και συστηματικά βρίσκεται εγγύτερα στον παραδοσιακό συντηρητικό πολιτικό χώρο και ακόμη εγγύτερα στα περιβάλλοντα της ευρωπαϊκής χριστιανοδημοκρατίας, η οποία απευθύνεται στο αξιακό σύστημα πρωτίστως των καθολικών στο θρήσκευμα χριστιανών.

Όχι ότι δεν έχουν υπάρξει μετατοπίσεις των καθολικών ψηφοφόρων προς την άκρα δεξιά ιδίως αφότου αυτή διείσδυσε στα λαϊκά στρώματα· εξακολουθεί, ωστόσο, να εντοπίζεται ένας σκληρός πυρήνας εκκλησιαζόμενων γυναικών μεγαλύτερης ηλικίας με χαμηλή μόρφωση που είναι αρκετά σταθερός στον πολιτικό και ιδεολογικό του προσανατολισμό στην παραδοσιακή δεξιά, δείχνοντας χαμηλή διαθεσιμότητα για την άκρα δεξιά. Η τελευταία, παρότι πλέον έχει μετατοπιστεί από παλιότερες αντικληρικαλικές θέσεις τις οποίες πρέσβευε, εξακολουθεί να μη διαμορφώνει το προφίλ της υπογραμμίζοντας κάποια θρησκευτική κληρονομιά και πίστη.

Η ελληνική σκηνή της άκρας δεξιάς διαφέρει αρκετά από την παραπάνω περιγραφή. Μιλώντας ιδίως για τα κόμματα της άκρας δεξιάς στην ύστερη Μεταπολίτευση, αυτά οικειοποιούνται και προβάλλουν ανοιχτά μια ορθόδοξη χριστιανική ταυτότητα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού (ΛΑΟΣ) που με το όνομά του αλλά και σε κάθε ευκαιρία τόνιζε τη θρησκευτική του ταυτότητα και πρόβαλλε τις συνδέσεις του με την Ορθόδοξη Εκκλησία προκειμένου να διεισδύσει στους θρησκευόμενους εκλογείς αλλά και να τύχει της προνομιακής στήριξης της Εκκλησίας.

Ο ΛΑΟΣ ιδρύθηκε στην κορύφωση της σύγκρουσης Εκκλησίας - κράτους το 2000 με αφορμή την απόφαση της τότε κυβέρνησης για μη αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες ‒ ο νεοϊδρυθείς ΛΑΟΣ στάθηκε στο πλευρό του τότε Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου στον Kulturkampf που ο τελευταίος είχε κηρύξει κινητοποιώντας τα βαθιά αποθέματα εθνικο-λαϊκισμού στην ελληνική κοινωνία.

Στην ίδια κατεύθυνση εργαλειοποίησης της θρησκείας και της Εκκλησίας κινήθηκαν και άλλα μορφώματα της άκρας δεξιάς που κέρδισαν ορατότητα και εκλογική επιρροή μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης. Από τη Χρυσή Αυγή, που επί δεκαετίες πρόβαλλε νεο-παγανιστικά και μυστικιστικά μοτίβα για να μεταμορφωθεί, σχεδόν εν μια νυκτί, σε υπερασπίστρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας, βρίσκοντας οπαδούς σε όλα τα κλιμάκια της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, μέχρι τον κομματικό κομήτη με την επωνυμία «Νίκη» που ιδρύθηκε από έναν θεολόγο και βάσει αυτοπεριγραφής δίνει έμφαση σε ορθόδοξες θρησκευτικές παραδόσεις, υποστηριζόμενη από μοναστικά, θρησκευτικά και παραθρησκευτικά περιβάλλοντα, ο χώρος πλέον μιας άκρας δεξιάς με θρησκευτική ταυτότητα και εκκλησιαστική εγγύτητα είναι ιδιαίτερα ορατός στην ελληνική περίπτωση.

Κόμματα και κομματίδιά της απευθύνονται συνειδητά και συστηματικά στον «λαό της Εκκλησίας» που έχει ήδη αφομοιώσει ένα εθνικο-λαϊκιστικό αφήγημα και κατ’ αυτόν τον τρόπο μετατρέπεται σε ένα εύκολο θύμα της άκρας δεξιάς. Η ίδια η Εκκλησία, ακόμη και στην επίσημη εκπροσώπησή της, άργησε να βάλει φρένο στη διείσδυση της ακροδεξιάς στους κόλπους της, ενώ σε μια όχι και τόσο μακρινή περίοδο (δεκαετία 2000) άνοιξε διαύλους επικοινωνίας με την άκρα δεξιά, φιλοξενούμενη στις στήλες ακροδεξιών εντύπων και αναπτύσσοντας δημόσια σχέσεις με παράγοντες του φιλοχουντικού εκδοτικού χώρου (εφημερίδα «Στόχος»).

Κάθε φορά που η Εκκλησία αισθανόταν ευάλωτη εξαιτίας επιλογών/πολιτικών της πολιτείας έδειχνε επιτρεπτικότητα προς την άκρα δεξιά, ενώ η πολιτεία συχνά έκλεινε τα μάτια και έδειχνε ανοχή σε μια τέτοια στάση. Οι σχέσεις Εκκλησίας - κράτους είναι ούτως ή άλλως δύσκολες. Κάτω από την αγαστή συνεργασία της πολιτείας με την «επικρατούσα θρησκεία» και την Ορθόδοξη Εκκλησία κρύβονται ανταγωνισμοί και φόβοι, ιδίως της Εκκλησίας, για τον ρόλο της μέσα σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία, περιορίζοντας την επίδραση πολιτισμικών τοπικοτήτων, όπως μπορεί να θεωρηθεί η Ορθοδοξία.

Η πολιτεία, από την άλλη, δείχνει συχνά να υπερτιμά τη δύναμη της Εκκλησίας και να είναι υποχωρητική απέναντί της – δεν θα θέλαμε π.χ. να σκεφτούμε ποια θα ήταν η εξέλιξη για τη χώρα και τη Δημοκρατία αν ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος δεν είχε φρενάρει τα περί δημοψηφίσματος σχέδια του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου και τι θα συνέβαινε αν ο Κώστας Σημίτης είχε υποχωρήσει μπροστά στο ανερχόμενο ρεύμα του θρησκευτικού λαϊκισμού επί εποχής Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου.

Σήμερα θα χρειαστούν αντίστοιχα αναχώματα μπροστά στον κίνδυνο καπηλείας του θρησκευτικού συναισθήματος και εργαλειοποίησης της θρησκείας από μια ανερχόμενη ακροδεξιά που βρίσκει ερείσματα στα (παρά) θρησκευτικά περιβάλλοντα και σε ένα προνομιακά και διαχρονικά προστατευόμενο από την πολιτεία ορθόδοξο θρησκευτικό οικοσύστημα.

Οπτική Γωνία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κώστας Σημίτης (1936-2025): «Στις αλλαγές προχωράς με συναινέσεις, κόντρα στο ρεύμα»

Ελλάδα / Κώστας Σημίτης (1936-2025): «Στις αλλαγές προχωράς με συναινέσεις, κόντρα στο ρεύμα»

Πολιτικοί και ακαδημαϊκοί που συνεργάστηκαν στενά με τον πρώην πρωθυπουργό επιχειρούν μια αποτίμηση της παρακαταθήκης που άφησε ως μία απ’ τις πιο σημαντικές και πολύπλευρες πολιτικές προσωπικότητες της νεότερης ιστορίας μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Ένα χάπι της επόμενης μέρας, παρακαλώ». «Δεν πρόσεχες, ε;»

Οπτική Γωνία / «Ένα χάπι της επόμενης μέρας, παρακαλώ». «Δεν πρόσεχες, ε;»

Η αναζήτηση επείγουσας αντισύλληψης ενίοτε ενέχει εξευτελισμό, αμφισβήτηση και υποτίμηση. Είναι ένα ακόμη εμπόδιο στο να μπορέσει κάποια να έχει έλεγχο πάνω στην εγκυμοσύνη της και τη σεξουαλική της υγεία. 
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΛΙΑΚΑΚΟΥ
Λοιπόν, πώς πήγε η δημοκρατία το 2024;

Ακροβατώντας / Λοιπόν, πώς πήγε η δημοκρατία το 2024;

Η δημοκρατία υποχώρησε, έκανε γενναία βήματα προς τα πίσω, κινδύνευσε ακόμα περισσότερο. Η δύναμη του χρήματος ως μέσου χαλιναγώγησης παραμένει καθοριστική και οδήγησε εκατομμύρια πολίτες να επιλέξουν εχθρούς της δημοκρατίας (ακροδεξιούς και φασίστες). Μετά από κάποιες δεκαετίες ο κόσμος έχει στραφεί σε επικίνδυνους δρόμους, το μέλλον είναι εντελώς αβέβαιο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΕΛΑΚΗΣ
Το ΣτΕ, οι οικοδομικές άδειες και το χάος

Ρεπορτάζ / Το ΣτΕ, οι οικοδομικές άδειες και το χάος

Φωτιές έχει ανάψει η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας με την οποία ακυρώθηκαν τα μπόνους δόμησης του Οικοδομικού Κανονισμού που έδιναν ύψος και όγκο στα κτίρια. Η διαμάχη για το ποιες οικοδομικές άδειες ακινήτων διασώζονται και ποιες όχι βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Το 2024 ήταν μια πολιτική χρονιά που τα είχε όλα

Οπτική Γωνία / Το 2024 ήταν μια πολιτική χρονιά που τα είχε όλα

Σασπένς, ίντριγκες, δολοπλοκίες, καθαιρέσεις, νέα κόμματα, αλλαγή ηγεσιών, αποχωρήσεις, διαγραφές, διασπάσεις, επεισοδιακά συνέδρια. Μερικά από τα πολιτικά γεγονότα του 2024 θα μπορούσαν να αποτελέσουν ακόμα και υλικό για μυθιστορήματα.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ