ΠΕΡΑΝ της ψυχαγωγικής της φύσης, η πολυδιαφημισμένη, πολυπροβληθείσα, πολυβραβευμένη και πολυαγαπημένη, όλα τα πολυ- δικαίως, σειρά Friends ήταν κοινωνικά πολύ μπροστά από την εποχή της.
Τα Φιλαράκια είχαν τη Σούζαν που αποδείχτηκε από τα πρώτα επεισόδια λεσβία, ραγίζοντας την καρδιά του Ρος μεν, αλλά διεκδικώντας την ερωτική ελευθερία και την ατομική της ευτυχία με μια σεξουαλική ταυτότητα που ουδόλως είχε την αποδοχή που έχει σήμερα.
Τα Φιλαράκια είχαν τη Φοίβη που γενναία αποφάσισε να κυοφορήσει τα δίδυμα του αδερφού της, διαμηνύοντας στην απροετοίμαστη, άγουρη κοινωνία των 90s πως, ακόμη κι όταν δεν υπάρχει γονιμότητα, υπάρχουν τρόποι.
Τα Φιλαράκια είχαν τη Ρέιτσελ που από άεργη κόρη του μπαμπά και μέλλουσα σύζυγος του γνωστού οδοντιάτρου, έγινε με τη βοήθεια των φίλων της μια αυθύπαρκτη προσωπικότητα και επιτυχημένη επαγγελματίας που, όταν κλήθηκε να αποφασίσει μεταξύ μιας έκτρωσης ή μιας μονογονεϊκής οικογένειας, επέλεξε το δεύτερο.
Η Μόνικα συνοψίζει όλα τα κλισέ αλλοτινών, μικρόνοων εποχών: Είναι αιωνίως μόνη, αντιδημοφιλής στο σχολείο, παραμένει παρθένα, αποκαλεί τα γεννητικά της όργανα «λουλούδι», είναι λαίμαργη και λιχούδα, χορεύει με υπόκρουση πάντα το γέλιο κονσέρβα, κλαίει κρυφά στα προσβλητικά σχόλια και κυκλοφορεί με ένα ντόνατ στο χέρι και σοκολάτα στα χείλη.
Τα Φιλαράκια είχαν μια μαύρη σύντροφο του Τζόι και μετά του Ρος, μια Κινέζα του Ρος, μια κοντούλα του Τζόι, μια με ένα κάτω μέλος του Τσάντλερ, ένα «σπασικλάκι» στο Μινσκ της Φοίβης.
Τα Φιλαράκια είχαν έναν πατέρα τρανς που, παρά την αιώνια ντροπή του υιού Τσάντλερ, έφυγε με το pool boy και εξακολουθούσε να φορά τα φτερά που της ταίριαζαν.
Τα Φιλαράκια είχαν ένα Τζόι που, εκτός του ότι δεν φοβόταν να κρατήσει γυναικεία τσάντα, να βγάλει τα φρύδια του και να απολαύσει τον ύπνο αγκαλιά με τον Ρος, διεμήνυε πως το να είσαι αφελής και κάθε άλλο παρά τέρας γνώσεων, δε σημαίνει πως δεν μπορείς να πετύχεις ό,τι θέλεις στη ζωή σου ή να είσαι αγαπημένος κοριτσιών και φίλων.
Τα Φιλαράκια είχαν το ζεύγος Μόνικα και Τσάντλερ που, όταν δεν κατάφεραν να κάνουν τα βιολογικά παιδιά που ονειρεύονταν, κατέφυγαν στην επιλογή της υιοθεσίας και τελικά στην παρένθετη μητρότητα, δείχνοντας τον δρόμο σε μια εποχή λιγοστών επιλογών και πολλών ταμπού.
Όμως.
Τα Φιλαράκια είχαν μια προσβλητική εμμονή απέναντι στα κιλά και κανένας τσάμπι χαρακτήρας δεν κατάφερε να «χωρέσει» ούτε για πλάκα, ούτε για διδακτικούς λόγους, ούτε καν για λόγους διαφορετικότητας και πλουραλισμού στις δέκα σεζόν της σειράς.
Όσοι «υπέρβαροι» εμφανίστηκαν, είχαν πλέον απεκδυθεί το ενοχλητικό περίβλημα του «χοντρού».
Σε ένα καυτό cameo, εμφανίστηκε ο κάποτε υπέρβαρος Μπραντ Πιτ, αλλά ήταν όπως τον ξέρουμε: Αδύνατος και αψεγάδιαστος.
Και βεβαίως, η Μόνικα. Η Μόνικα τού «παρόντος» ήταν επίσης αδύνατη και αψεγάδιαστη ενώ η Μόνικα του παρελθόντος προβάλλεται σαν μια καρικατούρα αισχίστου είδους - όπως παρουσιαζόταν, ευτυχώς κάποτε, ο γκέι με σπαστό καρπό, παρδαλή εμφάνιση και σκανδαλιστικές ατάκες- που τρώει ασύδοτα ποσότητες γλυκών και λιπαρών, γίνεται στόχος φθηνών αστείων και χλευάζεται για το πώς ντυνόταν, πώς χόρευε, πώς έτρωγε.
Η Μόνικα συνοψίζει όλα τα κλισέ αλλοτινών, μικρόνοων εποχών, που δυστυχώς εξακολουθούν να υπάρχουν, ελπίζω όχι να κυριαρχούν, και σήμερα: Είναι αιωνίως μόνη, αντιδημοφιλής στο σχολείο, παραμένει παρθένα, αποκαλεί τα γεννητικά της όργανα «λουλούδι» προς αγανάκτηση της προχωρημένης Ρέιτσελ, κάθεται στη μία πλευρά του καναπέ, εκτοξεύοντας τον Τσάντλερ στην άλλη, είναι λαίμαργη και λιχούδα, χορεύει με υπόκρουση πάντα το γέλιο κονσέρβα, κλαίει κρυφά στα προσβλητικά σχόλια και κυκλοφορεί με ένα ντόνατ στο χέρι και σοκολάτα στα χείλη.
Από τους εφιάλτες που έβλεπε ο Ρος πως τον έτρωγε η Μόνικα, μέχρι τον Τζόι που αναφωνεί βλέποντάς τη σε παλιό βίντεο «κάποια έφαγε τη Μόνικα». Από τον Τσάντλερ που δεν θέλει να μείνει το βράδυ των Ευχαριστιών στους Γκέλερ για να μην είναι «με τη χοντρή αδερφή σου» έως τον τρόμο της ίδιας της Μόνικα για τον αν θα εξακολουθεί να την αγαπά ο Τσάντλερ αν κάποια στιγμή παχύνει. Από τον κ. Γκέλερ που πρέπει να κάνει zoom out στην κάμερα για να χωρέσει το πλάνο τη κόρη του, μέχρι το «οι ελέφαντες ποτέ δεν ξεχνούν» τού Τσάντλερ για μια παλιά συμφοιτήτρια που είχε χωρίσει επειδή πάχυνε. Όσες φορές κι αν παρακολούθησα τα Φιλαράκια, κι ήταν πολλές αλήθεια, δεν κατάφερα να μη νιώθω κάθε, μα κάθε φορά κείνο το σφίξιμο στην καρδιά σε κάθε χονδροφοβική ατάκα.
Ασφαλώς, το fat shaming δεν ήταν μόνο χαρακτηριστικό των Friends. Υπάρχει σε πλεόνασμα σε πολλές ταινίες και σειρές. Για την ιστορία, η μόνη τσάμπι πρωταγωνίστρια χωρίς αστερίσκους και παρενθέσεις που θυμάμαι να χάρηκα τόσο, ήταν η κόρη του Σάντι Κομίνσκι, Μίντι, στη «Μέθοδο Κομίνσκι».
Το πρόσφατο, συλλεκτικό επεισόδιο με το comeback των έξι φίλων δεν το είδα, άρα αγνοώ τι ειπώθηκε και τι δεν... Πολύ θα ήθελα, όμως, να υπάρχει η παραδοχή πως, ναι, κάναμε λάθος.
Πως ναι, θα έπρεπε να έχουμε εντάξει για λόγους κοινωνικού πλουραλισμού ανθρώπους υπέρβαρους.
Πως ναι, οι υπέρβαροι είναι υπέρβαροι πολλές φορές όχι επειδή το θέλουν.
Πως κι όμως, σε αντίθεση με ό,τι επιτάσσουν παρωχημένα στερεότυπα , οι υπέρβαροι είναι ερωτικοί, ανταγωνιστικοί, κάνουν σεξ, έχουν αυτοσεβασμό, είναι επιτυχημένοι, είναι χαρούμενοι, αγαπούν και αγαπιούνται, έχουν ζωή και πλέον δεν ανέχονται τους αχαλίνωτους και αστοιχείωτους ιδεασμούς που ακόμη καλά κρατούν.
Πως όχι, δεν μπορεί να γίνεται η χλεύη ενός ανθρώπου, του οποιοδήποτε ανθρώπου για οποιονδήποτε λόγο, αιτία για φθηνό χιούμορ, για εύκολο γέλιο.
Πως, τελικά και κυρίως, δεν αποκτά υπόσταση ένας άνθρωπος όταν ταιριάζει στην αισθητική μας ή εκπληρώνει τις προσδοκίες μας.
Έχουμε ακόμη πολύ δρόμο.
Κι ασφαλώς, όχι μόνο στο συγκεκριμένο πεδίο.