ΛΙΓΕΣ ΗΜΕΡΕΣ ΠΡΙΝ, με αφορμή τις γεμάτες κυνισμό δηλώσεις του πρώην βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Σπύρου Πνευματικού για τους ασθενείς σε τελικό στάδιο και τη σύνδεση που έκανε με το κόστος νοσηλείας και περίθαλψής τους, συνέβη κάτι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Εκατοντάδες χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης άρχισαν να αποκαλύπτουν πολλά απ’ όσα έκρυβαν στα πιο σκοτεινά βάθη της ψυχής τους, που μοιράζονται μόνο με πολύ δικούς τους ανθρώπους και για τα οποία αισθάνονται φόβο, ενοχή, λύπη, οργή και μεγάλο, αμέτρητο πόνο.
Εκατοντάδες, ενδεχομένως χιλιάδες άνθρωποι ξεκίνησαν να δημοσιοποιούν σε επίσης χιλιάδες, κυρίως αγνώστους και συχνά απρόσωπους αποδέκτες, προσωπικές ιστορίες δυστυχίας. Ήταν συνταρακτικό αυτό που παρατηρούσε κάποιος εκείνες τις ημέρες: όλοι μαθαίναμε για μικρά ή μεγάλα τραύματα που βιώνουν άνθρωποι της διπλανής πόρτας, στο απέναντι μπαλκόνι, στο χαμόσπιτο με τα χαμηλά φώτα.
Mερικές λέξεις και ιδιαίτερα σκέψεις είναι ικανές μέσα σε μια στιγμή να γκρεμίσουν μύθους και να διαλύσουν καριέρες που χρειάστηκαν πολλά χρόνια για να χτιστούν.
Αν βάλουμε στην άκρη την πολιτική κριτική που ασκήθηκε και την αμηχανία που έδειξε ο πολιτικός φορέας του, αν αφήσουμε το διαχρονικό συμπέρασμα ότι μερικές λέξεις και ιδιαίτερα σκέψεις είναι ικανές μέσα σε μια στιγμή να γκρεμίσουν μύθους και να διαλύσουν καριέρες που χρειάστηκαν πολλά χρόνια για να χτιστούν, αν εξαιρέσουμε ότι για μία ακόμα φορά δημιουργήθηκε ένα θολό σύννεφο που κάλυψε πολλές αλήθειες, αν, τέλος, εξαιρέσουμε την τοξικότητα που, ως φαίνεται, είναι απαραίτητο στοιχείο του διαλόγου σε πολλά επίπεδα, με έναν τρόπο η ιστορία αυτή αποκάλυψε μια συλλογική αλήθεια που με επιμέλεια κρύβουμε, αλλά μερικές φορές αρκεί μια αφορμή για αναδειχθεί και να τη διαβάσουμε στην οθόνη ενός υπολογιστή ή ενός κινητού. Μικρά, αλλά πολλά δράματα. Αν στη χώρα μας χρησιμοποιούσαμε το ηδονόμετρο, θα είχαμε πολλές, δύσκολες και σκληρές αλήθειες να μάθουμε.
Το ηδονόμετρο, που δεν μετράει ακριβώς αυτό που εννοεί η λέξη, δεν είναι κάτι καινούργιο, έρχεται από πολύ παλιά, από το 1880, όταν ένας οικονομολόγος, πολιτικός και φιλόσοφος ονόματι Francis Ysidro Edgeworth χαρακτήρισε έτσι μια μηχανή ψυχής αλλά και σώματος που μέτραγε την προσωπική απόλαυση που ένιωθε ένα άτομο. Κατά κάποιον τρόπο ήταν μια πρωτόγονη μέθοδος μέτρησης της ευτυχίας. Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε, το ηδονόμετρο εξελίχθηκε, οι Αμερικάνοι το ονόμασαν «Dow Jones της ευτυχίας» ‒ περίεργη ονομασία, αλλά Αμερικάνοι είναι αυτοί. Με δυο λόγια, με διάφορες παραμέτρους (ΜΚΔ, στίχους τραγουδιών, εφημερίδες κ.ά.), και με βάση συγκεκριμένες λέξεις, ερευνητές μετράνε την ευτυχία, αν και πολλοί αμφισβητούν ότι η ευτυχία και η θλίψη μιας κοινωνίας μπορούν εύκολα να μετρηθούν.
Όμως οι δηλώσεις Πνευματικού έδειξαν ότι κάποια πράγματα μετριούνται και χωρίς ηδονόμετρα. Ο κυνισμός τους έγινε αφορμή για κατάθεση και δημοσιοποίηση ιστοριών ογκολογικών ασθενών που βιώνουν συχνά μια αδιανόητα σκληρή πραγματικότητα σε νοσοκομεία και στο σπίτι τους, ή ανθρώπων που μίλησαν για τους δικούς τους που έφυγαν πρόσφατα ή καιρό πριν, καταγράφοντας συχνά συγκλονιστικές εικόνες ‒ όσοι τις διάβαζαν και είχαν μείνει μέχρι τώρα ανέγγιχτοι από το πρόβλημα μάθαιναν άγνωστες αλήθειες.
Μάθαμε πόσες ημέρες ή και μήνες περιμένει κάποιος για να διαχειριστεί ένα τόσο σοβαρό πρόβλημα, πόσο ελλειμματικές είναι οι υποδομές υγείας όσον αφορά την περίθαλψη αλλά και την ψυχολογική στήριξη, γενικά πόσο γυμνό είναι και σε αυτό το θέμα το κράτος.
Αυτές οι καταθέσεις ψυχής δεν έδειξαν μόνο αντιπολιτευτική διάθεση απέναντι σε εκπρόσωπο ενός κόμματος εξουσίας αλλά αποτέλεσαν και αντικειμενική καταγραφή μιας πραγματικότητας που δύσκολα μαθαίνουμε στην καθημερινότητά μας. Τα περισσότερα μέσα δεν μιλάνε συχνά γι’ αυτά τα θέματα γιατί συνήθως δεν πουλάνε ή ενοχλούν και μοιράζουν ευθύνες.
Τα χρόνια της μεγάλης οικονομικής κρίσης μετρήσεις στα αστικά λύματα έδειξαν αυξημένη χρήση ψυχοφαρμάκων, αντικαταθλιπτικών, αγχολυτικών, αντιψυχωσικών και γενικά ουσιών που είχαν ανάγκη μεγάλα τμήματα του πληθυσμού για να διαχειριστούν τη νέα πραγματικότητα που δημιουργήθηκε τότε με έναν βίαιο τρόπο. Τα χρόνια του κορωνοϊού το φαινόμενο επαναλήφθηκε, χρειάστηκαν πολλά ναρκωτικά και ψυχοδραστικές ουσίες για να αντιμετωπιστεί η απομόνωση. Στην εποχή που διανύουμε τώρα όμως ήταν ικανή η φράση ενός πρώην βουλευτή για να αναδείξει ένα πρόσωπο της κοινωνίας καλά κρυμμένο από τα μάτια πολλών.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποδεικνύονται εξαιρετικά χρήσιμα κάποιες φορές. Δεν είναι μόνο αυτός που δημοσιοποιεί τραπέζια με πλούσια γεύματα για να ικανοποιήσει άγνωστο ποιες ανάγκες και στερήσεις του, δεν είναι μόνο αυτή που δημοσιοποιεί έναν πλαστό εαυτό για να δείξει σε αγνώστους ότι είναι κάτι άλλο από αυτό που είναι στην πραγματικότητα, είναι και αυτοί που καταθέτουν βιώματα ψυχής που διαφορετικά δεν θα μαθαίναμε.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.