TO ΚΥΡΙΑΡΧΟ ΑΦΗΓΗΜΑ σε σχέση με τη μητρότητα στη χώρα μας είναι αυτό: η μητέρα είναι ο μόνος άνθρωπος που θα σε αγαπήσει άνευ όρων. Η σωστή μητέρα. Η αληθινή μητέρα που αγαπά πραγματικά το παιδί. Η μητέρα είναι το άτομο εκείνο που, αν είναι εν ζωή, θεωρητικά είναι πάντα μια άγκυρα. Είναι το πρόσωπο στο οποίο στρέφεται κανείς όταν όλοι του γυρνούν την πλάτη. Η αγάπη της είναι πέρα και πάνω απ’ την κοινωνία. Είναι πλήρης, ολοκληρωτική και αδιαπραγμάτευτη.
Πριν γίνει η γυναικοκτονία της Δώρας Ναστούλη, διάβαζα την ιστορία της Άνα Γιούρκιν. Ο γιος της, Λούκα Μανιότα, δολοφόνησε και διαμέλισε έναν νεαρό με τον οποίο θα βρισκόταν για σεξ. Στη συνέχεια ταχυδρόμησε τα μέλη του σε πολιτικά γραφεία. Στο βιβλίο, η μητέρα θυμάται στιγμές απ’ τη γέννησή του. Αφηγείται πόσο γλυκό μωρό υπήρξε ο γιος της.
Η μητέρα του δράστη είναι ένα πρόσωπο τυχαία τραγικό. Η τραγικότητά της δεν προέρχεται απ’ τη σχέση της με τον θύτη αλλά από την παρεμπίπτουσα ευθύνη που φέρει στον νου της κοινής γνώμης.
«Κάπου στο 2010, έφτασαν στ’ αυτιά μου φήμες σχετικά με το ότι ο Λούκα είχε ανεβάσει ένα βίντεο στο οποίο σκότωνε γατάκια. Δεν ήθελα ν’ ακούσω σχετικά και δεν το πίστευα. Ήξερα ότι ο Λούκα δεν μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο. Ήταν πολύ παράξενο ακόμη και το να το σκέφτομαι. Ένα μέλος της οικογένειας μού έστειλε μήνυμα στο Facebook με το λινκ και με ρώτησε τι στα κομμάτια συνέβαινε. Κλίκαρα το λινκ και το βίντεο που μου έστειλε είχε κατέβει. Δεν το έψαξα παραπάνω. Ήμουν μπερδεμένη και δεν ήθελα να είναι αλήθεια. Δεν ήθελα καν να ψάξω και να μάθω τι συμβαίνει. Απλώς δεν ήθελα να ξέρω».
Στη συνέχεια, είδα το βίντεο με τη μητέρα και την αδελφή του δράστη της γυναικοκτονίας του Αγρινίου. Η μητέρα ήταν σιωπηλή την περισσότερη ώρα. Κι όταν της ζητήθηκε να μιλήσει, είπε «Ό,τι και να ’γινε, να παραδοθεί». Δεν θα μείνω στο κατά πόσο είναι σοφό ή πρακτικό ή ανθρώπινο οι συγγενείς του θύτη να καλούνται στα ΜΜΕ σε χρόνο τόσο κοντινό με το έγκλημα. Αυτό που θέλω να πω σήμερα είναι ότι, βλέποντας το ύφος αυτής της γυναίκας, αναρωτήθηκα με τι εργαλεία θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τις «παράπλευρες απώλειες» ενός τέτοιου εγκλήματος, τις γυναίκες που βρέθηκαν με έναν άλλον τρόπο στη λάθος του πλευρά: εκείνες που δεν έθαψαν την κόρη τους, αλλά γέννησαν τον θύτη.
Η μητέρα του δράστη είναι ένα πρόσωπο τυχαία τραγικό. Η τραγικότητά της δεν προέρχεται απ’ τη σχέση της με τον θύτη αλλά από την παρεμπίπτουσα ευθύνη που φέρει στον νου της κοινής γνώμης. «Αυτόν τον άντρα κάποια τον μεγάλωσε», λένε κάποιοι. «Όπως έχει μάθει θα κάνει», συμπληρώνουν κάποιες. «Άμα η μάνα δεν έμαθε στον γιο της να σέβεται, έτσι γίνεται».
Μικρά μικρά σχόλια, δεξιά κι αριστερά, βελονιές στο υφαντό μιας ευρύτερης αντίληψης: ότι δεν μπορεί, αν το σπίτι ήταν της προκοπής, η δολοφονία δεν θα συνέβαινε. Σε κοινωνίες στις οποίες πιστεύεται ότι το παιδί είναι αντανάκλαση και συνέχεια του γονέα, σε κοινωνίες στις οποίες η καλή ή κακή συμπεριφορά ενός παιδιού, ανήλικου ή ενήλικου, σχετίζεται με την αξιοσύνη, την προκοπή και τη φροντίδα της μητέρας ή με την τιμή, την αξιοπρέπεια και το «μέτωπο» του πατέρα, δεν γίνεται ν’ αποφευχθεί η αναζήτηση ευθύνης στο σπίτι.
Η μητέρα του δράστη είναι ένα πρόσωπο που δεν μπορεί να κερδίσει. Ως σωστή μητέρα, θα υποστηρίξει ψυχικά το παιδί της και έτσι θα είναι κακή πολίτης. Ως καλή πολίτης που θα επιθυμήσει την τιμωρία του ενόχου, τσαλαβουτάει στον κίνδυνο να θεωρηθεί κακή μητέρα. Ελλιπής. Έχω διαβάσει για εγκλήματα στα οποία η μητέρα του δράστη συμπαραστάθηκε ολότελα στην οικογένεια του θύματος με οικονομικούς ή άλλους τρόπους και αποκήρυξε τον δράστη, έχω διαβάσει και το εντελώς αντίθετο. Για μητέρες που στήριξαν τους γιους τους ολότελα και προσπάθησαν να βγουν μπροστά και να δεχτούν κατάστηθα τα βέλη της κοινής γνώμης. Κι αναρωτιέμαι, ποια στάση είναι η σωστή;
Γνωρίζουμε ότι η γέννηση γιου είναι επίτευγμα. Οι «αγορομάνες» είναι γυναίκες που τα κατάφεραν. Είναι κεφάλαιο ελληνικής ιστορίας η σχέση μάνας και γιου, είναι μια σχέση τιμημένη, αναγνωρισμένη και πασίγνωστα έντονη. Η μητρότητα, ειδικά αυτή που συνοδεύεται από τη σημειωτική της μητέρας που έχει γεννήσει γιο, είναι μορφή κοινωνικής καταξίωσης. Το να αναμένουμε την καταγγελία του γιου όταν αυτός εγκληματήσει σημαίνει ότι ταυτόχρονα περιμένουμε την εγκατάλειψη μιας ταυτότητας εκ μέρους της μητέρας. Η μητέρα ενός θύτη έχει την ατυχία να ζει σε μια κοινωνία που την ανεβάζει λόγω του φύλου του παιδιού και την περιμένει να παραιτηθεί απ’ την καταξίωση όταν ο γιος εγκληματήσει.
Στο βίντεο είδαμε ένα χυδαίο ξέπλυμα εκ μέρους της αδελφής και τη σιωπή εκ μέρους της μητέρας, που δεν είπε πολλά παραπάνω απ’ το ότι «πρέπει να παραδοθεί». Και βλέποντάς το, ενώ η πρώτη μου σκέψη ήταν ίδια με όλων μας, ότι το ψάρι βρομάει απ’ το κεφάλι, η επόμενη ήταν αυτή: μια γυναίκα που αγαπά έναν δράστη ως το τέλος δεν είναι μια γυναίκα πιστή, που επιτελεί το καθήκον της;
Δεν έχω την ελάχιστη πρόθεση να δικαιολογήσω ξεπλυματικές συμπεριφορές. Αναρωτιέμαι όμως πώς αντιδρά κανείς σωστά όταν ο γιος ή ο αδελφός του δολοφονεί. Στο τέλος του συλλογισμού μου εκκρεμεί κάτι που δεν έχω γράψει ακόμη. Ο άντρας που διαπράττει μια γυναικοκτονία δεν είναι «ισοδύναμος» με τις γυναίκες που τον δικαιολογούν. Η δικαιολόγηση, το ξέπλυμα και η χυδαιότητα της οικογένειας ενός θύτη δεν επιφέρει στα πρόσωπα την ίδια ευθύνη με τη δολοφονία. Όταν μιλάμε για το έγκλημα της γυναικοκτονίας, τα απαράδεκτα λόγια των προσώπων της οικογένειας δεν εξισώνονται με την αφαίρεση ζωής. Αν η οργή μας απέναντι σ’ έναν γυναικοκτόνο και την αδελφή ή τη μάνα του, που πάνε να μαζέψουν ό,τι μαζεύεται, είναι ίση, είμαστε κι εμείς μέρος του προβλήματος.
Ενώ η κοινωνία, η οικογένεια και το σύνολο των εμπειριών ζωής συνδέονται πάντοτε με τον ψυχισμό και τη διαμόρφωση της προσωπικότητας, ο τρόπος με τον οποίο αναζητούμε τα γυναικεία πρόσωπα πίσω από έναν θύτη για να εξηγήσουμε την πράξη του, ο τρόπος με τον οποίο η ατάκα «τι μάνα τον μεγάλωσε» φτάνει εύκολα στη γλώσσα μας χρειάζεται κάποια αυτοσυγκράτηση. Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε: αν αρκούσε το «κακό σπίτι» για να φτιαχτεί ένας δολοφόνος, θα είχαμε τόσες γυναίκες όσους και άντρες δολοφόνους.