ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΠΟΥ ανησυχεί κανείς ότι η πολιτική ορθότητα απειλεί την «ελληνική λεβεντιά» (η φράση ελληνική λεβεντιά με κάνει πάντα να σκέφτομαι δύο άντρες ντυμένους με φόρμα και τσαντάκι μπανάνα που χαιρετιούνται χτυπώντας ο ένας την πλάτη του άλλου με ελαφρά χτυπηματάκια κι αποκαλούν ο ένας τον άλλον «αγορίνα μου»), μπορεί να περιπλανηθεί για λίγη ώρα σε site που πουλούν αποκριάτικες στολές για παιδιά: στις στολές μπεμπέ περιλαμβάνονται ένας rasta man (έτσι τον αποκαλούν) με dreadlocks (ευτυχώς δεν έχουν βάψει το αγοράκι που τη φοράει με φούμο), μια Κινέζα (τη λένε κάτι σαν «πριγκίπισσα της Ανατολής») και μια στολή «νάνος».
Στις μεγαλύτερες ηλικίες τα κορίτσια μπορούν να ντυθούν περίπου 1 εκατομμύριο παραλλαγές πριγκίπισσας και τα αγόρια φαντάρος, αστυνομικός, πιλότος, SWAT team, νίντζα και οτιδήποτε έχει δίκαννο, μπαζούκα ή σπαθί.
Οι φίλοι μου με περιφρονούν όταν λέω πως μου αρέσουν οι Απόκριες. Τις βρίσκουν κιτς και καθόλου κουλ – πιθανώς γιατί έφαγαν το Πατρινό Καρναβάλι και το χανγκόβερ από τη Μαυροδάφνη με το κουτάλι ως φοιτητές.
Οι φίλοι μου με περιφρονούν όταν λέω πως μου αρέσουν οι Απόκριες. Τις βρίσκουν κιτς και καθόλου κουλ – πιθανώς γιατί έφαγαν το Πατρινό Καρναβάλι και το χανγκόβερ από τη μαυροδάφνη με το κουτάλι ως φοιτητές.
Κοιτώντας φωτό από ένα παλιό πάρτι, δεν τους αδικώ. Η πολιτική ορθότητα ήταν μια σχεδόν άγνωστη έννοια. Ένας φίλος μου είχε ντυθεί Μεξικάνος με σομπρέρο, ένας άλλος Σαουδάραβας με ρολόγια. H χειρότερη ήταν μια άγνωστη που είχε ντυθεί «σέξι γκέισα» με μάτια τραβηγμένα με eyeliner. Όπως χορεύαμε –το πάρτι γινόταν σε έναν χώρο εκδηλώσεων με σομόν κουρτίνες και πλακάκι που θύμιζε rooms to let πάνω από ένα σουπερμάρκετ στη Βουλιαγμένης– η άγνωστη χτυπούσε παλαμάκια και φώναζε «τσιν τσον τσιν τσον».
«Εγώ ήθελα πάντα να σας ντύνω κάτι έξυπνο, πέρα από τα τετριμμένα», μου είπε πρόσφατα η μητέρα μου όταν συζητούσαμε τι στολή να αγοράσω για τον γιο μου που είναι 2 χρονών. Το αποτέλεσμα ήταν να ντύσει τον αδελφό μου λιοντάρι με χειροποίητη στολή (την οποία θυμάται ακόμα με μίσος) και μένα ποδοσφαιριστή με μπάλα, σφυρίχτρα και στολή.
Ήταν μια καταπληκτική ιδέα στη θεωρία, για να πατάξουμε την πατριαρχία από τα σπάργανα, μόνο που ήμουν 4 ετών και δεν με ενδιέφερε καθόλου το ποδόσφαιρο ή η πατριαρχία. Δεν ήμουν καν αυτό που κάποτε αποκαλούσαμε «αγοροκόριτσο» (κάποια στιγμή να αναλύσουμε αυτόν τον όρο μαζί με κανέναν ψυχίατρο), και το μόνο που ήθελα ήταν να ντυθώ πριγκίπισσα και να φορέσω γαλάζια σκιά ως τα φρύδια. Πέρασα όλο το πάρτι σκαρφαλωμένη σε ένα μονόζυγο.
Χρόνια πριν, σε ένα ρεπορτάζ για αποκριάτικα, η ιδιοκτήτρια ενός βεστιαρίου, ανάμεσα σε στολές Τσάρλεστον, μαρκησίας και Εβίτα Περόν, μου είχε πει πως αρνείται να νοικιάσει αστείες στολές. «Τι να την κάνεις χρυσό μου τη στολή κότας; Το θέμα είναι να βάλεις κάτι να δείξεις θηλυκό, να ’ρχονται οι άντρες να σου μιλάνε». Είναι πράγματι ένα αιώνιο ερώτημα – θα διαλέξεις τον δρόμο της αρετής και θα ντυθείς χοτ ντογκ ή θα αποφασίσεις πως φέτος ήρθε η ώρα να ντυθείς π.χ. χανούμισσα; Εγώ μετά το φιάσκο με τον ποδοσφαιριστή διάλεγα πάντα το δεύτερο.
Η φίλη μου η Ρ. πόσταρε μια αποκριάτικη φωτό μου στον τοίχο μου στο Facebook για πλάκα στα γενέθλιά μου. Είχα μόλις πιάσει δουλειά σε μια μεγάλη μιντιακή εταιρεία όπου δούλευαν κατά 60% άντρες. Η φωτό μου ως μπουζουξού με ντεκολτέ με πούλιες και ξανθιά περούκα έκανε θραύση για όλους τους λάθος λόγους. Πενηντάρηδες συνάδελφοι με τους οποίους δεν είχαμε ανταλλάξει ούτε καλημέρα μου έστελναν μηνύματα να μου ευχηθούν «Κronia polla sto pio glyko moytraki tis εταιρίας» και στιχάκια στο chat: «Χρόνια πολλά σου εύχομαι για τα γενέθλιά σου, να ‘χεις πάντα χαμόγελο βαθιά μες στην καρδιά σου».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.