ΥΠΗΡΧΕ Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ του Χ. Περπατούσε λεβέντικα ανάμεσα στους υπολογιστές, αυτός ο χώρος ήταν δικός του, μιλούσε και ηδονιζόταν με τον ήχο της φωνής του. Για τον Χ. οι γυναίκες χωρίζονταν σε δύο κατηγορίες: σε αυτές που θα ήθελε δυνητικά να απαυτώσει και σε όλες τις υπόλοιπες οι οποίες ήταν περίπου αόρατες. Μιλούσε υποτιμητικά για την πρώην γυναίκα του στους κοινούς χώρους του γραφείου μπροστά σε αγνώστους, αφηγούμενος μακροσκελείς ιστορίες που μου προκαλούσαν από απέχθεια ως αμηχανία.
Υπήρχε και ο Σ. Έγραφε παθιασμένα ποστ υπέρ των προσφύγων, υπέρ της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, συγκινητικές ιστορίες για την καρέτα-καρέτα, πατούσε τα πλήκτρα με χέρια γεμάτα τατουάζ και έγραφε οργισμένα δικαιωματικά κείμενα για την αριστερά του μέλλοντος, ανέβαζε selfies με λεζάντες από το ένδοξο παρελθόν του, που συχνά έφταναν τα 300 likes.
Νομίζω ότι αυτό που είναι δύσκολο να εξηγήσω στους άντρες –και καμιά φορά και σε άλλες γυναίκες– είναι πως οι άνθρωποι που υποτιμούν τις γυναίκες ή τους φέρονται ελεεινά μπορούν ταυτόχρονα να είναι όμορφοι, λαμπεροί και δημοφιλείς.
(«Εδώ με τον Τάκη το Σουγιά στο Πριμαβέρα το ορθόδοξο, το 2005, όταν πηγαίναμε μια χούφτα Έλληνες μόνο και γέμιζε η Λας Ράμπλας με τα τιτιβίσματά μας πάνω από τα χαμόν.Το προηγούμενο βράδυ το ’χαμε πάρει σερί, είχαμε γίνει χάλια. Θυμάμαι ότι είχα δει τους Raging Bottlenecks και μετά συναντήσαμε την τραγουδίστρια στα παρασκήνια και μου υπέγραψε το στέρνο με ένα στυλό και ένιωσα σαν να μου 'καψε τη σάρκα).
Στην πραγματικότητα, βέβαια, ο Σ. αδυνατούσε να δουλέψει με οποιαδήποτε γυναίκα, μιλούσε σε όλες με ένα μείγμα υποτίμησης και συγκατάβασης, όταν, δε, του φέρανε γυναίκα αρχισυντάκτρια απασφάλισε και της έκανε τη ζωή πατίνι («Δεν τα γράφω εγώ αυτά, σιγά μη γράψω και για το σπίτι της Μπάρμπι», της είπε όταν του ζήτησε να γράψει κάτι για μια γυναικεία επιχείρηση).
Κι όμως, μιλώντας για τον Χ. ή για τον Σ. στους άντρες φίλους μου, υπήρχε πάντα η έκπληξη: «Έλα, ρε! Ο Χ; Μα είναι πολύ καλό παιδί!», «Έλα, ρε ο Σ.; Μα είναι τέλειος!». «Ναι, μήπως είναι τέλειος μαζί σου και σκατάς με όλες τις γυναίκες;» ρώτησα κάποτε τον Θ. που αδυνατούσε να πιστέψει ότι ο κουλ κύριος τάδε ήταν απλώς ένας σεξιστής κάφρος. Νομίζω ότι αυτό που είναι δύσκολο να εξηγήσω στους άντρες –και καμιά φορά και σε άλλες γυναίκες– είναι πως οι άνθρωποι που υποτιμούν τις γυναίκες ή τους φέρονται ελεεινά μπορούν ταυτόχρονα να είναι όμορφοι, λαμπεροί και δημοφιλείς.
Παράλληλα, έξι χρόνια μετά το #metoo, ένα από τα πράγματα που με προβληματίζουν είναι πως, πέρα από τις κακές, σεξιστικές συμπεριφορές που δεχόμασταν για πολλά χρόνια και τα διάφορα αστεία που ανεχόμασταν ως «φυσιολογικά» (γιατί αλλιώς ήμασταν «ξενέρωτες» ή «δεν είχαμε χιούμορ»), συχνά ήμασταν και συνένοχες σε ακραία προβληματικά σκηνικά με όλους αυτούς τους άθλιους τύπους που έχουμε δικαιολογήσει, άντρες που παρενοχλούσαν άλλες γυναίκες κι εμάς μαζί, κι εμείς τους βρίσκαμε ξεχωριστούς και χαρισματικούς.
Ακόμα πιο παράξενο μου φαίνεται πως οι περισσότεροι από αυτούς κυκλοφορούν ακόμα εκεί έξω, χωρίς να έχει αλλάξει τίποτα. Ίδιοι κι απαράλλαχτοι, φοβερά δημοφιλείς και «λαμπεροί». Μόνο λίγο πιο προσεκτικοί, γιατί έχουν αλλάξει οι καιροί.