Ο ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ έχει καταφέρει να πετύχει κάτι πολιτικά πρωτοφανές, να συγκεντρώσει γύρω και δίπλα του ανθρώπους που δεν είχαν ιστορικά καμία πολιτική ή άλλη σχέση με τη δεξιά της χώρας. Αυτό το παράδοξο φαινόμενο, που μόνο ως στρεβλή πραγματικότητα μπορεί να χαρακτηριστεί και το οποίο συμβαίνει εδώ και αρκετά χρόνια, δεν συνοδεύεται απαραίτητα από πολλές δόσεις ορθότητας ή ηθικής, αν και ειδικά η τελευταία απουσιάζει όλο και πιο συχνά από την εποχή μας. Παρ’ όλα αυτά, πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα ιστορία, που μάλιστα έπαιξε κρίσιμο ρόλο στις εξελίξεις της τελευταίας πενταετίας τουλάχιστον.
Οι Κυριακίστας βοήθησαν σε σημαντικό βαθμό να εκλεγεί ο Κ. Μητσοτάκης πρωθυπουργός της χώρας το 2019, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να αμβλύνουν τις αρνητικές εντυπώσεις που συχνά προκαλούσαν τα έργα και οι ημέρες της διακυβέρνησής του, τον στήριξαν ώστε να πετύχει μια σαρωτική πρωτιά στις εκλογές του Μαΐου, το κάνουν και τώρα για να διεκδικήσει βάσιμα, όπως όλα δείχνουν, μια δεύτερη πρωθυπουργική θητεία.
Θα ήταν υπερβολή να θεωρηθεί ότι η ψήφος των Κυριακίστας έγειρε με τρόπο καθοριστικό την πλάστιγγα στις εκλογές, αριθμητικά είναι λίγοι, ωστόσο είναι περισσότερο ικανοί απ’ ό,τι φαντάζονται πολλοί για να κάνουν πολλή και μεγάλη πολιτική φασαρία. Οι περισσότεροι από αυτούς έχουν δημόσιο λόγο, είναι σχετικά συγκροτημένοι πολιτικά, έχουν ένα παρελθόν που προέρχεται από κόμματα της αριστεράς ή της σοσιαλδημοκρατίας και όλα αυτά τα χαρακτηριστικά κάνουν τις φωνές και τα επιχειρήματά τους πιο πειστικά.
Ένας Κυριακίστας θα πείσει πολύ πιο εύκολα έναν μετέωρο ψηφοφόρο του λεγόμενου μεσαίου χώρου από έναν εκπρόσωπο της παραδοσιακής δεξιάς παράταξης, οι Κυριακίστας έχουν το πολιτικό τους παρελθόν να τους βοηθάει ιδιαίτερα και κυρίως να βοηθάει τον άνθρωπο που στο πρόσωπό του βλέπουν αυτόν που θα βγάλει τη χώρα από τα αδιέξοδα.
Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι όλοι οι Κυριακίστας είναι κάποιοι ανιδιοτελείς άνθρωποι, δεν μπορούν να μετρηθούν όλοι όσοι δεν πήραν δημόσιες θέσεις με διάφορους τρόπους από την προηγούμενη κυβέρνηση, μάλλον όμως μπορούν να μετρηθούν, και είναι αρκετοί, αυτοί που βρέθηκαν χωρίς σοβαρή αιτία να αμείβονται με δημόσιο χρήμα και παράλληλα, ως αντίδωρο, να δημοσιοποιούν με τρόπο επαναλαμβανόμενο, συνεχή και συχνά γλοιώδη το άσβεστο πολιτικό τους μίσος για τον ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί εκεί ακριβώς βρίσκεται η ρίζα του κακού για τους Κυριακίστας, στον ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα από τότε που το κόμμα άρχισε να πρωταγωνιστήσει στην πολιτική ζωή της χώρας.
Αυτό που κατά βάση ενώνει τους Κυριακίστας δεν είναι τόσο το πρόσωπο του Κ. Μητσοτάκη (την ίδια προσωπολατρία θα έδειχναν και για οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο με τα χαρακτηριστικά του) αλλά το πολιτικό μίσος για τον ΣΥΡΙΖΑ σε σημείο πολιτικής υστερίας που μοιάζει, αλλά δεν είναι, ακατανόητη. Οι Κυριακίστας δεν νιώθουν απέχθεια μόνο για τον Τσίπρα, τον ΣΥΡΙΖΑ και τα στελέχη του, τα ίδια συναισθήματα εκφράζουν με τοξικό τρόπο ακόμα και για κάποιους απλούς ψηφοφόρους του.
Οι Κυριακίστας δεν έχουν ένα πολιτικό υπόστρωμα με την έννοια συγκρότησης μιας πλατφόρμας ή, έστω, ενός ιδεολογήματος που τους ενώνει κάτω από την ίδια κομματική στέγη, έχουν απλώς έναν κοινό εχθρό και επάνω σε αυτή την αρνητική κοινή παράμετρο κάνουν γενναίες εκπτώσεις σε όσα έως πριν από λίγα χρόνια έλεγαν και ήταν· φτάνουν σε σημείο να ακυρώνουν ακόμα και τον ίδιο τους τον εαυτό, κάτι που φαντάζομαι ότι είναι υπαρξιακά και ψυχολογικά το πιο επώδυνο απ’ όλα.
Δεν βλέπουν λαϊκισμό στον Μητσοτάκη, λαϊκισμό βλέπουν μόνο στους απέναντι, δεν σχολιάζουν παλαιοκομματικές τακτικές, αυτές συνέβαιναν μόνο την τετραετία 2015-2019, δεν τους προκαλεί απέχθεια ο συγχρωτισμός στελεχών της ΝΔ με ακροδεξιές και φασιστικές εκφράσεις, οι Κυριακίστας θυμούνται μόνο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κυβερνούσε με τον ακροδεξιό Καμμένο, μόνο αυτό.
Οι Κυριακίστας δεν έχουν λόγο να δώσουν εξηγήσεις σε κανέναν παρά μόνο στον εαυτό τους για την πολιτική τους μετάλλαξη. Και εδώ έχουν δίκιο, οι προσωπικές στάσεις και συμπεριφορές, οι έννοιες της αξιοπρέπειας και της συνέπειας είναι μια καθαρά προσωπική υπόθεση την οποία ο καθένας, στο τέλος της μέρας, θα πρέπει να συζητήσει με τον εαυτό του.
Όμως, υπάρχουν δύο σοβαρά θέματα με τους ανθρώπους αυτούς, το ένα αφορά την τοξικότητα με την οποία εκφράζονται στη δημόσια σφαίρα, αναπαράγοντας κλίμα άλλων εποχών, και το δεύτερο, και πιο σημαντικό, ότι, δίνοντας άλλοθι σε οποιαδήποτε ανομήματα της διακυβέρνησης της ΝΔ, συντελούν σε μια στροφή της κοινωνίας σε βαθιά συντηρητικές επιλογές.