ΜΕΤΑ ΤΟ 40,79% ΠΟΥ ΠΕΤΥΧΕ στις εκλογές της 21ης Μαΐου, η ΝΔ μοιάζει να μην έχει αντίπαλο στη διεκδίκηση της εξουσίας και αυτό αποτελεί ίσως τον μεγαλύτερο κίνδυνο γι’ αυτήν. Θα καταφέρει να το επαναλάβει στις 25 Ιουνίου; Κανείς δεν τη διαβεβαιώνει ότι αυτό το σκορ μπορεί να επαναληφθεί. Είναι προφανές ότι στις πρόσφατες εκλογές το δίλημμα που έθεσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που περίπου έλεγε «σταθερή κυβέρνηση ή χάος», πέρασε στους ψηφοφόρους.
Το επιτελείο του, που μετράει τα πάντα και συμβουλεύεται ειδικούς, γνωρίζει ότι υπάρχουν ψηφοφόροι που ψήφισαν και σε αυτές τις εκλογές, όπως και το 2019, Κυριάκο Μητσοτάκη και όχι απαραίτητα ΝΔ. Άλλωστε, από δεξιά έχει καταγράψει κάποιες απώλειες, οι οποίες όμως καλύπτονται από κεντρώους ή ακόμα και κεντροαριστερούς-εκσυγχρονιστές που τον ψήφισαν είτε επειδή δεν ήθελαν να επιστρέψει ο ΣΥΡΙΖΑ είτε επειδή ήθελαν σταθερότητα και να αφήσουν πίσω την Ελλάδα της κρίσης και των μνημονίων, δηλαδή αυτό που τους έλεγε με το προεκλογικό μήνυμά του.
Η μεγάλη πτώση του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να απομακρύνει κάποιους από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, καθώς, όπως φάνηκε, παρότι είχε υποεκτιμηθεί, το «αντισύριζα ρεύμα» υπάρχει ακόμα στην κοινωνία και συνέβαλε και αυτήν τη φορά στη μεγάλη του νίκη. Μπορεί να ήταν σιωπηλό, αλλά ήταν παρόν.
Αυτοί οι ψηφοφόροι, όμως, δεν είναι δεμένοι στο άρμα του Κυριάκου Μητσοτάκη και πολύ περισσότερο στο άρμα της ΝΔ. Αν έχουν πειστεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πρόκειται να επιστρέψει ‒και το ποσοστό που πήρε προς τα εκεί δείχνει‒, μπορεί ένα μέρος τους στις εκλογές της 25ης Ιουνίου να ψηφίσει χωρίς αυτόν τον φόβο, με πιο χαλαρά κριτήρια. Η μεγάλη πτώση του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να απομακρύνει κάποιους από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, καθώς, όπως φάνηκε, παρότι είχε υποεκτιμηθεί, το «αντισύριζα ρεύμα» υπάρχει ακόμα στην κοινωνία και συνέβαλε και αυτήν τη φορά στη μεγάλη του νίκη. Μπορεί να ήταν σιωπηλό, αλλά ήταν παρόν. Αρκούσαν οι δηλώσεις Κατρούγκαλου και το κάλεσμα Τσίπρα στους ψηφοφόρους του Κασιδιάρη για να το πυροδοτήσουν ξανά και να ξυπνήσουν μνήμες από τη βιωμένη εμπειρία των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ.
Η χρησιμότητα του ΣΥΡΙΖΑ ως «φόβητρου»
Αυτήν τη φορά ο ΣΥΡΙΖΑ πηγαίνει στις κάλπες βαριά τραυματισμένος, με μεγάλες απώλειες. Με το 20% που πήρε δεν αποτελεί πλέον φόβητρο ώστε να κινητοποιήσει τους μετριοπαθείς και κεντρώους ψηφοφόρους να στηρίξουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Κάποιοι από αυτούς, που ιδεολογικά είναι πιο κοντά στο εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ, δεν αποκλείεται να επιλέξουν τον Νίκο Ανδρουλάκη για να έχουν και την αντιπολίτευση που θέλουν. Οι έρευνες δείχνουν ότι ο Ανδρουλάκης πέτυχε την αύξηση του ποσοστού του κόμματός του προσελκύοντας ψηφοφόρους και από τη ΝΔ και από τον ΣΥΡΙΖΑ. Το ΠΑΣΟΚ, άλλωστε, το βοηθάει εξίσου το κλίμα «επιστροφή στην κανονικότητα».
Αυτή είναι και η μεγαλύτερη ανησυχία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Αντιλαμβάνεται ότι ο αντίπαλός του σε αυτές τις εκλογές δεν είναι πια τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά το ΠΑΣΟΚ, γι’ αυτό προσπαθεί να διασφαλίσει τους ψηφοφόρους που πήρε στις πρώτες κάλπες και παρουσιάζει τον Ανδρουλάκη ως «Τσίπρα με γραβάτα». Θέλει να πείσει τους αντισύριζα ψηφοφόρους του ότι δεν έχουν μεγάλη διαφορά. Αυτό προσπάθησαν να κάνουν αυτές τις μέρες και με τη συζήτηση για τα οικονομικά και τη φορολογία.
Η κόντρα για τους φόρους
Η ΝΔ, ως οικονομικά φιλελεύθερο κόμμα, είναι κατά των φόρων, αλλά οι σοσιαλιστές είναι σταθερά υπέρ της φορολόγησης του πλούτου και των εχόντων. Το ΠΑΣΟΚ, παρότι βρέθηκαν κάποια αδιάβαστα στελέχη των οποίων τα λάθη αξιοποίησε επικοινωνιακά η ΝΔ, υπερασπίστηκε την πολιτική του υπέρ της φορολόγησης του πλούτου, χωρίς να κάνει πίσω σε αυτό. Η ΝΔ, ανοίγοντας το θέμα προεκλογικά, όχι μόνο ως οικονομικό ζήτημα, επιχειρεί να κυριαρχήσει και πολιτικά-ιδεολογικά, επιβάλλοντας την ατζέντα της, και το θέμα των φόρων είναι στην ταυτότητά της. Η πολιτική της είναι εναντίον όλων των φόρων και παρουσιάζει ως αντιαναπτυξιακό κάθε φόρο που προτείνεται ακόμα και για τα μεγάλα εισοδήματα, σε αντίθεση με το ΠΑΣΟΚ, που αναδεικνύει το θέμα της ανισότητας και υπερασπίζεται την ανάγκη φορολόγησης του πλούτου.
Η άδεια κάλπη και οι αντιφάσεις
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επαναλαμβάνει συχνά ότι η κάλπη είναι άδεια και τίποτα δεν είναι δεδομένο. Αυτό είναι σωστό, γιατί κανείς δεν ξέρει αν θα κρατήσει το ποσοστό που πήρε και αν θα πετύχει την αυτοδυναμία που θέλει. Ο ίδιος, όμως, πέφτει σε αντίφαση όταν στις ομιλίες του, ενώ μιλάει για την άδεια κάλπη, υποστηρίζει ότι μόνο μια πρόταση υπάρχει για τη διακυβέρνηση της χώρας, η δική τους, και όλοι οι άλλοι αγωνίζονται για τα σκήπτρα της αντιπολίτευσης.
Αν όμως δεν υπάρχει άλλη πρόταση διακυβέρνησης, τότε για κάποιους η ερμηνεία του μηνύματος που στέλνει είναι ότι δεν υπάρχει και διακύβευμα. Επομένως, κάποιοι ίσως ενδιαφερθούν πραγματικά για την επιλογή της αντιπολίτευσης που θέλουν σε αυτές τις εκλογές. Κι εδώ είναι που κινδυνεύει να χάσει ψηφοφόρους προς το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη, το οποίο η ΝΔ δεν θέλει να ενισχυθεί περαιτέρω, γιατί τότε μπορεί να αποτελέσει πραγματικό κίνδυνο.
Ενώ τον ΣΥΡΙΖΑ η ΝΔ δεν τον φοβάται, καθώς αποδείχθηκε στην πράξη ότι η αντιπολίτευση που έκανε επί τέσσερα χρόνια λειτούργησε υπέρ της και δεν φαίνεται ότι μπορεί να κάνει κάτι διαφορετικό. Μάλιστα, κάποιοι στη ΝΔ θεωρούν αρνητικό και για τους ίδιους το 20% που πήρε ο ΣΥΡΙΖΑ, ακριβώς γιατί με ένα τόσο χαμηλό ποσοστό δεν μπορεί να αποτελέσει φόβητρο, ώστε να συσπειρωθούν οι δικοί τους ‒ ιδανικά θα τον ήθελαν λίγο πιο ψηλά.
Το σιωπητήριο στον ΣΥΡΙΖΑ
Ο Αλέξης Τσίπρας, μετά την κατάρρευση της πρότασής του για κυβέρνηση συνεργασίας με την απλή αναλογική, έχει μείνει χωρίς αφήγημα και πηγαίνει στην κάλπη της 25ης Ιουνίου χωρίς να λέει κάτι συγκεκριμένο για το πώς θα κυβερνηθεί η χώρα. Αυτό που προτάσσει για την ώρα είναι ένα αίτημα για ανατροπή των συσχετισμών και κατηγορεί το πολιτικό σύστημα και τους ψηφοφόρους ότι δεν ήταν ώριμοι, όπως λέει, να κάνουν δεκτή την πρότασή του για κυβέρνηση από τις κάλπες της απλής αναλογικής.
Στο κόμμα του επικρατεί μεγάλη αναταραχή, γι’ αυτό και έχει επιβάλλει σιωπητήριο. Η μειοψηφία, που έχει αποκλειστεί σχεδόν από παντού, σιωπά και περιμένει να μιλήσει μετά τις 25 Ιουνίου, όπως και πολλοί άλλοι.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης επιδιώκει να συγκρατήσει το ποσοστό που πήρε και ιδανικά να το αυξήσει λίγο. Κρατάει το διμέτωπο γιατί θεωρεί ότι αποδίδει και είναι κάτι που πιστεύει και τον εκφράζει και προτάσσει το ότι μετά τις 25 Ιουνίου ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα πρέπει να έχει μια σοβαρή και αξιόπιστη αντιπολίτευση και όχι μια αντιπολίτευση-χορηγό, όπως αποκαλεί τον ΣΥΡΙΖΑ.
Από τα μικρότερα κόμματα, οι πρώτες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου και η πρωτοεμφανιζόμενη συντηρητική «Νίκη» έχουν σοβαρές πιθανότητες να μπουν στη Βουλή.
Το άρθρο δημοσίευθηκε στην έντυπη LifO