ΑΣ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΧΤΟΥΜΕ: Η σάτιρα δεν είναι μόνο γέλιο. Είναι κριτική, αμφισβήτηση και καθρέφτης της κοινωνίας. Τι συμβαίνει όμως όταν αυτός ο καθρέφτης παραμορφώνει και κοροϊδεύει τους πιο ευάλωτους; Όταν το γέλιο στρέφεται προς τα άτομα που βρίσκονται ήδη στο περιθώριο, η κωμωδία παύει να είναι αθώα.
Οι παραστάσεις του Μάρκου Σεφερλή έχουν γίνει αντικείμενο έντονης συζήτησης, καθώς πολλοί υποστηρίζουν ότι αναπαράγουν στερεότυπα που στιγματίζουν κοινωνικές ομάδες. Είναι λοιπόν θεμιτό να κρίνουμε αυτές τις παραστάσεις; Και αν ναι, πού χαράσσουμε τα όρια μεταξύ ελευθερίας της έκφρασης και κοινωνικής ευθύνης;
Η σάτιρα και τα όριά της
Η σάτιρα έχει μακρά ιστορία στην ανθρώπινη κουλτούρα. Από τους αρχαίους κωμικούς της Ελλάδας και της Ρώμης μέχρι την εποχή μας, η σάτιρα χρησιμοποιείται για να φωτίσει αδικίες, να αμφισβητήσει τις δομές εξουσίας και να γελοιοποιήσει συμπεριφορές που κρίνονται ως υπερβολικές ή άδικες.
Η σάτιρα μπορεί και πρέπει να στοχεύει στην εξουσία και τις κοινωνικές αδικίες, όχι στις ομάδες που αντιμετωπίζουν ήδη την περιθωριοποίηση.
Είναι ένας από τους πιο ισχυρούς τρόπους για να αναδείξει κανείς τα «στραβά» της κοινωνίας. Μέσα από την υπερβολή και τη γελοιοποίηση, βοηθά να αποδομηθούν προκαταλήψεις, να αποκαλυφθούν κοινωνικές ανισότητες και να ελεγχθούν οι δομές εξουσίας. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι κάθε μορφή σάτιρας είναι θεμιτή. Όταν ο στόχος της γελοιοποίησης είναι οι πιο αδύναμοι, τότε η σάτιρα κινδυνεύει να μετατραπεί σε προσβολή ή ακόμα και να εντείνει τα κοινωνικά στερεότυπα που καταπιέζουν τις ομάδες αυτές.
Είναι διαφορετικό να χρησιμοποιεί κανείς τη σάτιρα για να κρίνει ισχυρούς πολιτικούς, πλούσιους επιχειρηματίες ή την εξουσία και άλλο να γελάει με τους φτωχούς, τους άστεγους, τους μειονεκτούντες. Στην πρώτη περίπτωση, η σάτιρα λειτουργεί ως εργαλείο κοινωνικής κριτικής, ενώ στη δεύτερη κινδυνεύει να παγιώσει προκαταλήψεις και να ενισχύσει τον κοινωνικό αποκλεισμό.
Η ελευθερία της έκφρασης και η κοινωνική ευθύνη
Η ελευθερία της έκφρασης είναι θεμελιώδης σε κάθε δημοκρατία. Οι καλλιτέχνες έχουν το δικαίωμα να εκφράζονται χωρίς λογοκρισία και να θίγουν οποιοδήποτε θέμα επιθυμούν. Ωστόσο, η ελευθερία αυτή συνοδεύεται από κοινωνική ευθύνη. Ένας καλλιτέχνης, ιδίως όταν διαθέτει μεγάλο κοινό και επιρροή, πρέπει να αναλογιστεί τις συνέπειες του έργου του στην κοινωνία. Όταν ο Σεφερλής, για παράδειγμα, γελοιοποιεί ανθρώπους με βάση την εξωτερική τους εμφάνιση, τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό ή την εθνικότητά τους, συμβάλλει στην αναπαραγωγή κοινωνικών στερεοτύπων που περιθωριοποιούν αυτές τις ομάδες.
Η κωμωδία μπορεί να είναι ένα απελευθερωτικό μέσο, όταν στρέφεται ενάντια στην αδικία, αλλά μπορεί να γίνει καταστροφική όταν στοχοποιεί τους αδύναμους. Όπως αναγνωρίζεται ευρέως από κοινωνιολόγους και ψυχολόγους, το χιούμορ έχει την ικανότητα να διαμορφώνει τις κοινωνικές μας αντιλήψεις. Γι' αυτό είναι σημαντικό οι καλλιτέχνες να είναι προσεκτικοί, ώστε να μην επιτείνουν τη βία, τη μισαλλοδοξία ή την προκατάληψη.
Οι παραστάσεις του Σεφερλή στο σύγχρονο κοινωνικό πλαίσιο
Ο σύγχρονος κόσμος έχει αλλάξει δραματικά, με την κοινωνική ευαισθησία γύρω από θέματα ισότητας και δικαιωμάτων να αυξάνεται σταθερά. Ο πολιτικός διάλογος έχει γίνει πιο ευαίσθητος σε θέματα διακρίσεων, ενώ οι κοινωνίες προσπαθούν να προστατεύσουν και να ενισχύσουν τα δικαιώματα των πιο ευάλωτων μελών τους. Σε αυτό το πλαίσιο, η κωμωδία που βασίζεται στη γελοιοποίηση των αδυνάτων φαίνεται όλο και πιο παρωχημένη και ανάρμοστη.
Οι παραστάσεις του Σεφερλή, που συχνά χρησιμοποιούν στερεοτυπικές απεικονίσεις και προσβλητικά αστεία, μπορεί να θεωρηθούν ως κατάλοιπα μιας άλλης εποχής. Παρόλο που το κοινό του παραμένει πιστό και ενθουσιώδες, πολλοί επικριτές του επισημαίνουν ότι τέτοιου είδους κωμωδία δεν έχει θέση σε μια κοινωνία που προσπαθεί να προωθήσει την ισότητα και την αποδοχή της διαφορετικότητας.
Τα παραδείγματα είναι πολλά για να αναφερθούν όλα σε ένα μόνο κείμενο. Δεν πρόκειται μόνο για την απόπειρα του ηθοποιού να σατιρίσει το άτομο που νίκησε στη φετινή Eurovision, το Nemo, στοχοποιώντας παράλληλα τα non-binary άτομα. Για παράδειγμα, το 2011, υπήρξε ο 20λεπτος εξευτελισμός του Τρύφωνα Σαμαρά στην παράσταση «Η Μεγάλη του Γέλιου Σχολή». Το 2013, στην παράσταση «Σουλεϊμάρκ ο Μεγαλοπρεπής», παρουσιάστηκε ο χαρακτήρας «Ριρής», ένα γκέι αγόρι που ο συντηρητικός πατέρας του ήθελε να «ισιώσει» βάζοντάς τον στο επάγγελμα του χασάπη. Το 2014, ο ίδιος καλλιτέχνης υποδύθηκε την Κοντσίτα, ενώ το 2022 η σειρά «Super Mammy» στον ΑΝΤ1 προκάλεσε έντονες αντιδράσεις λόγω «χιουμοριστικών» αναφορών σε βιασμούς, και τελικά κόπηκε. Σε αυτές τις παραστάσεις υπάρχουν πολλά «αστεία» που στοχοποιούν Αλβανούς, που πατάνε στα κιλά των ανθρώπων, που μιλούν για «εύκολες» γυναίκες. Αυτά αποτελούν μόνο μικρό δείγμα της ευρύτερης σάτιρας του Σεφερλή.
Ο ρόλος των κωμικών στην κοινωνία είναι μέσα απ΄ το γέλιο να ανοίγουν το μυαλό των ανθρώπων, να αποκαλύπτουν τη μικρότητα των ισχυρών, να σαρκάζουν την εξουσία, να χαλαρώνουν τις κοινωνικές φοβίες, όχι να διαιωνίζουν τις κοινωνικές διακρίσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, είναι απόλυτα θεμιτό και μάλιστα αναγκαίο να κρίνουμε και να αμφισβητούμε παραστάσεις που δεν σέβονται τις ευάλωτες ομάδες.
Το δικαίωμα της κριτικής και η δημοκρατική διαδικασία
Η κριτική είναι αναπόσπαστο κομμάτι της δημοκρατίας. Όπως ένας καλλιτέχνης έχει το δικαίωμα να εκφραστεί ελεύθερα, έτσι και το κοινό έχει το δικαίωμα να κρίνει το περιεχόμενο που του παρουσιάζεται. Το να ασκούμε κριτική σε παραστάσεις που προσβάλλουν ή ενισχύουν κοινωνικές ανισότητες δεν είναι λογοκρισία, αλλά μέρος του δημοκρατικού διαλόγου.
Η κοινωνία έχει το δικαίωμα και την ευθύνη να εξετάζει τις πολιτιστικές της πρακτικές και να αναρωτιέται αν αυτές προάγουν τη δικαιοσύνη και την ισότητα. Όταν μια παράσταση προκαλεί αρνητικές αντιδράσεις από συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, είναι σημαντικό να ακουστεί η φωνή τους και να διερευνηθεί αν η τέχνη αυτή συμβάλλει στην καταπίεση ή στην απελευθέρωση.
Η τέχνη και η ηθική ευθύνη
Κάθε καλλιτεχνική έκφραση έχει ηθικές συνέπειες. Όταν ένας καλλιτέχνης επιλέγει να παρουσιάσει αστεία ή σκετς που στοχεύουν σε κοινωνικά ευάλωτες ομάδες, πρέπει να είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει την κριτική που συνοδεύει την επιλογή του. Η τέχνη έχει τη δύναμη να ισχυροποιεί τις ανισότητες ή να τις αποδομεί. Επομένως, η κριτική είναι όχι μόνο αναμενόμενη, αλλά και αναγκαία σε μια υγιή δημοκρατία.
Συνοψίζοντας, η κριτική στις παραστάσεις του Σεφερλή –και γενικότερα στη σάτιρα που στρέφεται ενάντια στους αδύναμους– δεν είναι επίθεση στην ελευθερία της έκφρασης. Αντιθέτως, είναι άσκηση της ίδιας αυτής ελευθερίας και μια προσπάθεια για έναν πιο δίκαιο και ευαίσθητο πολιτισμό. Η σάτιρα μπορεί και πρέπει να στοχεύει στην εξουσία και τις κοινωνικές αδικίες, όχι στις ομάδες που αντιμετωπίζουν ήδη την περιθωριοποίηση.