Ο ΣΥΡΙΖΑ ΒΙΩΝΕΙ εμφύλιο σπαραγμό. Τελεσίγραφα διαγραφών, μαζικές αποχωρήσεις και βιτριολικές δηλώσεις αποτελούν καθημερινότητα σε ένα κόμμα που σε μία δεκαετία τα έζησε όλα: από τα μικροσκοπικά εκλογικά μεγέθη στη μετεωρική εκλογική του άνοδο κατά τον «εκλογικό σεισμό» του 2012, την πρωτιά του στις δύο εθνικές εκλογικές αναμετρήσεις του 2015 και τον σχηματισμό κυβέρνησης της «πρώτης φοράς Αριστερά» έως την εκλογική ήττα στις βουλευτικές εκλογές του 2019 και την εκλογική κατακρήμνιση στις διπλές εκλογές του Μαΐου/Ιουνίου του 2023.
Η κατακρήμνιση συνεχίζεται και μετά την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και την εκλογή του νέου αρχηγού, διαδικασία που υπήρξε εξαιρετικά πολωτική και διχαστική αλλά και πρωτόγνωρη, υπό την έννοια ότι ένα μέχρι τότε άγνωστο και χωρίς εμπλοκή στο κομματικό γίγνεσθαι πρόσωπο εξελέγη πρόεδρος του κόμματος.
Ενώ η εκλογή ενός νέου αρχηγού είθισται να λειτουργεί συσπειρωτικά, στην περίπτωση της εκλογής του νέου αρχηγού στον ΣΥΡΙΖΑ η επίδραση ήταν προς την αντίθετη κατεύθυνση, γεγονός που επιτείνει την αποσυσπείρωση, οδηγώντας σταδιακά το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην τρίτη ή και τέταρτη θέση στις δημοσκοπήσεις.
Ενώ η εκλογή ενός νέου αρχηγού είθισται να λειτουργεί συσπειρωτικά, στην περίπτωση της εκλογής του νέου αρχηγού στον ΣΥΡΙΖΑ η επίδραση ήταν προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Καθώς η καθοδική τροχιά δεν έχει ανακοπεί και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει απώλειες και προς τα δεξιά του (κυρίως προς το ΠΑΣΟΚ) και προς τα αριστερά του (προς το ΚΚΕ αλλά και μικρότερους κομματικούς σχηματισμούς), είναι μάλλον αναμενόμενο στις δημοσκοπήσεις να έχει μονοψήφιο ποσοστό.
Για μεν το εναπομείναν εκλογικό σώμα του ΣΥΡΙΖΑ αυτή η διαρκής κατολίσθηση επιτείνει τα αισθήματα απογοήτευσης, δημιουργώντας διάθεση απόσυρσης και αποχής από το εκλογικό γίγνεσθαι, ενώ για το εναπομείναν στελεχικό δυναμικό του η συνεχιζόμενη φθορά δείχνει να μην έχει γίνει αντιληπτή στις πραγματικές της διαστάσεις, με αποτέλεσμα η νέα ηγετική ομάδα στον ΣΥΡΙΖΑ να μη θεωρεί το θρυμμάτισμα του κόμματος πρόβλημα που θα προκαλέσει περαιτέρω απώλειες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, καθώς μεγάλωνε εκλογικά, ενσωμάτωνε στον πυρήνα του ένα δυναμικό κομματικών στελεχών που ανταποκρίνονταν σε αυτό που θα μπορούσε να αποκληθεί πολιτική της αντιπαράθεσης και της πόλωσης και σκοπό είχε να κατασκευάζει εχθρούς και να αντιμετωπίζει την πολιτική με όρους «εχθρού - φίλου». Πρόκειται για μια στρατηγική που χρησιμοποιείται κατά κόρον από αυταρχικούς λαϊκιστές πολιτικούς ανά τον κόσμο, οι οποίοι καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα ιδεολογικού προσανατολισμού, από τον Ούγκο Τσάβες και τον Νικολάς Μαδούρο στη Βενεζουέλα μέχρι τον Όρμπαν στην Ουγγαρία και, βέβαια, τον Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ.
Η υπονόμευση της δημοκρατίας από το εσωτερικό της είναι ένα πρόβλημα που αφορά τη φιλελεύθερη δημοκρατία συνολικά, αφορά όμως και τα πολιτικά κόμματα, άλλα λιγότερο και άλλα περισσότερο, καθώς ενσωματώνουν αυταρχικές λαϊκιστικές δυνάμεις στον κομματικό τους κορμό προκειμένου αφενός μεν να προσελκύσουν παραπονεμένους εκλογείς που τα έχουν βάλει με το «κομματικό κατεστημένο» και το «σύστημα» και αφετέρου να λειτουργήσουν ως φόβητρο σε εσωκομματικό επίπεδο, τρόπον τινά βάζοντας στη θέση τους εκείνα τα κομματικά στελέχη που θα επικαλεστούν κομματικές παραδόσεις και γραμμές, από τις οποίες ο αρχηγός και το κόμμα έχουν παρεκκλίνει.
Ήταν επιλογή του πρώην αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ να ενσωματώσει στο εσωτερικό του κόμματός του, και να στηρίξει κομματικά, ένα αυταρχικό λαϊκιστικό περιβάλλον, το οποίο, μετά την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα, πήρε θέση στη διάρκεια των προκριματικών εκλογών και έκτοτε βρίσκεται ανοιχτά δίπλα στον νεοεκλεγέντα πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ. Πολλοί αναρωτιούνται γιατί ο κ. Τσίπρας σιωπά και αν θα έπρεπε να μιλήσει καθώς εξελίσσεται ο εσωκομματικός εμφύλιος. Ωστόσο, η σιωπή του πρώην προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ δεν σημαίνει απαραίτητα και έλλειψη τοποθέτησης· πρώτον, διότι η στάση που ο πρώην πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ τηρεί εκπέμπει αρκετά σαφή μηνύματα προς το έσω και το εξωκομματικό οικοσύστημα.
Δεύτερον –και ενδεχομένως σημαντικότερο– είναι ότι το περιβάλλον του Αλέξη Τσίπρα εντός του ΣΥΡΙΖΑ και οι προσωπικές επιλογές του μέσα σε αυτόν, με άλλα λόγια ο ΣΥΡΙΖΑ όπως ο ίδιος ο κ. Τσίπρας τον διαμόρφωσε από το συνέδριο «πολιτικής ταυτότητας» του 2020, και (σχεδόν) όλοι οι άνθρωποι του τότε προέδρου παίρνουν θέση στον εσωκομματικό εμφύλιο. Είναι προφανές ότι η στάση αυτή του κ. Τσίπρα, πέραν των συνεπειών για το κόμμα του, το οποίο έχει πλέον μπει σε μια τροχιά μη αναστρέψιμης αποσύνθεσης, αφήνει ένα αρνητικό αποτύπωμα και στο όποιο δικό του πολιτικό κεφάλαιο.
Η Βασιλική Γεωργιάδου είναι καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.