ΠΕΡΑΣΑ ΠΑΝΩ ΑΠΟ δεκαπέντε χρόνια της ζωής μου μετρώντας αντίστροφα μέρες για την περίοδό μου, αγωνιώντας για την κάθε πιθανή καθυστέρηση. Μετά πέρασα κάποια χρόνια ακόμα να ανησυχώ γιατί δεν έμενα έγκυος. Ήταν εξαιρετικά αστείο όταν συνειδητοποίησα πως η αγωνία μου ήταν περιττή. Και να ήθελα, ήταν εξαιρετικά δύσκολο να μείνω έγκυος: οι σάλπιγγές μου θύμιζαν κορδελάκια αποκριάτικης σερπαντίνας, κάτι που έμαθα μόνο όταν έκανα σαλπιγγογραφία, την εξέταση που κάνεις συνήθως αφού έχεις εξαντλήσει όλες τις άλλες πιθανές εξετάσεις για να δεις γιατί δεν μπορείς να κάνεις παιδί.
Κοιτώντας πίσω, είναι απίστευτη η ενέργεια που έχω ξοδέψει όχι μόνο εγώ αλλά σχεδόν όλες οι γυναίκες που γνωρίζω, χρόνια ολόκληρα, μετρώντας μέρες για την περίοδο, αγωνιώντας για κάθε καθυστέρηση, προσπαθώντας να αποφασίσουμε αν θα πάρουμε αντισυλληπτικά και τι θα κάνουμε με τον εκάστοτε φίλο μας που δεν του αρέσει το προφυλακτικό γιατί «χάνει τον αυθορμητισμό του», τον «στενεύει» (οk φίλε μου, ό,τι πεις) ή «δυσκολεύεται», σκεπτόμενες την επερχόμενη άβολη επίσκεψη στον γυναικολόγο μας. Όλες αυτές οι αγωνιώδεις ώρες υπολογισμού ημερομηνιών, ωρών, εξετάσεων είναι κάτι που οι περισσότεροι άντρες δεν έχουν καν διανοηθεί. Η αντισύλληψη θεωρείται γυναικείο πρόβλημα. Δεν έχω γνωρίσει πολλούς άντρες που να ένιωθαν ότι το θέμα τους αφορά ιδιαίτερα, αλλά έχω γνωρίσει πολλούς που είχαν πληθώρα απόψεων για το τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνει μια γυναίκα με το σώμα της.
Οι εκτρώσεις έγιναν νόμιμες στη χώρα μας αρχικά το 1979 και μετά το 1986. Μέχρι τότε οι γυναίκες κατέφευγαν σε παράνομες κλινικές, σε μαντζούνια και σε κρεμάστρες.
Είναι πραγματικά εξοργιστικό το ότι εν έτει 2022 το θέμα της αυτοδιάθεσης του γυναικείου σώματος είναι ακόμα προς συζήτηση. Η τελευταία επικαιρότητα με τα δυστοπικά σενάρια μιας επερχόμενης απαγόρευσης των εκτρώσεων στην Αμερική, καθώς και το προηγούμενο της Πολωνίας (που διαφημίζεται κιόλας ως χιπ τουριστικός προορισμός), η οποία το 2020 απαγόρευσε τις εκτρώσεις, μας θυμίζουν πως τίποτα δεν είναι δεδομένο, κανένα δικαίωμα ασφαλές, πως έχουμε ακόμα δρόμο μπροστά μας.
Η Ελλάδα δεν είναι «πρωταθλήτρια των εκτρώσεων στην Ευρώπη», όπως διαβάζαμε τόσα χρόνια σε κείμενα που σχεδόν υπονοούσαν ότι οι Ελληνίδες μένουν έγκυες μόνες τους, με τον κρίνο, και μετά διακόπτουν την εγκυμοσύνη γιατί για κάποιον λόγο βαρέθηκαν. Το ότι η χώρα μας στερείται οποιασδήποτε πολιτικής περί οικογενειακού προγραμματισμού και η σεξουαλική αγωγή είναι σχεδόν ανύπαρκτη μάλλον δεν πέρασε από το μυαλό των αρθρογράφων. Βέβαια, ακόμα και αν η Ελλάδα ήταν πρωταθλήτρια στις εκτρώσεις, δεν θα το γνωρίζαμε, καθώς τα τελευταία στατιστικά στοιχεία για τις αμβλώσεις βγήκαν το 2015 και πλέον πολλές γυναίκες καταφεύγουν σε ιδιωτικές κλινικές ή απλώς παίρνουν το χάπι διακοπής κύησης για να τερματίσουν μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη.
Πριν από κάποιους μήνες έγινε σάλος με τα «εκπαιδευτικά» βίντεο της Εταιρείας Προγεννητικής Αγωγής που προορίζονταν για τα γυμνάσια. Στα βίντεο πρωταγωνιστούσαν διάφοροι άσχετοι άνθρωποι που παπαγάλιζαν αντιεπιστημονικούς ισχυρισμούς, από το ότι ένα παιδί ξεκινά τη ζωή του στο μυαλό μιας γυναίκας, πριν ακόμα αρχίσει η σύλληψη, μέχρι πως η ευτυχία του παιδιού εξαρτάται από την εγκυμοσύνη της μητέρας. Είχε προηγηθεί η ημέρα «του αγέννητου παιδιού», που καθιερώθηκε από την Ιερά Σύνοδο το 2019, μια διαφημιστική καμπάνια στο μετρό με έμβρυα τα οποία φώναζαν σπαρακτικά «Αφήστε με να ζήσω» τον Ιανουάριο του 2020 από τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Προστασίας Αγέννητου Παιδιού, καθώς και ένα ακυρωμένο συνέδριο γονιμότητας με πρωταγωνιστές παπάδες και γιατρούς.
Είναι εμφανές πως κάποιοι θέλουν να ξανανοίξει η συζήτηση για τη νομιμότητα των εκτρώσεων, παρά το γεγονός ότι έχει αποδειχθεί πως με αυτόν τον τρόπο όχι μόνο δεν μειώνονται αλλά οι γυναίκες καταλήγουν να κάνουν εκτρώσεις παράνομα, βάζοντας σε κίνδυνο την υγεία τους.
Οι εκτρώσεις έγιναν νόμιμες στη χώρα μας αρχικά το 1979 και μετά το 1986. Μέχρι τότε οι γυναίκες κατέφευγαν σε παράνομες κλινικές, σε μαντζούνια και σε κρεμάστρες. Διαβάζοντας και ακούγοντας μερικές τέτοιες ιστορίες τρόμου, δεν μπορεί παρά να αναρωτηθεί κανείς τι ακριβώς νοσταλγούμε εδώ. Πόσες γυναίκες πέθαναν ή έπαθαν ζημιά μετά από μια τέτοια διαδικασία; Ποιοι είναι αυτοί που διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους για τις «αθώες ψυχούλες» και τα «αγέννητα παιδάκια», αλλά καταδικάζουν ταυτόχρονα τις γυναίκες σε μια τέτοια φριχτή μοίρα; Στην πραγματικότητα, οι υπέρμαχοι της ποινικοποίησης των εκτρώσεων δεν είναι «υπέρ της ζωής» ή «υπέρ των παιδιών». Εάν ήταν, θα φρόντιζαν να στηρίξουν προγράμματα κοινωνικής πολιτικής ή να ενισχύσουν την οικογενειακή πρόνοια. Στην πραγματικότητα, το μόνο που θέλουν είναι να ασκήσουν εξουσία πάνω στο γυναικείο σώμα.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.