Η EIΣΒΟΛΗ ΤΗΣ ΡΩΣΙΑΣ στην Ουκρανία καταδικάζεται ομόθυμα και από τα τρία μεγαλύτερα κόμματα, Νέα Δημοκρατία, ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝ.ΑΛ., αλλά η συζήτηση στη Βουλή ανέδειξε αρκετές διαφορές στο πώς βλέπουν τη γεωπολιτική θέση της χώρας και τις συμμαχίες της.
Η ρωσική επίθεση, πάντως, εκτός από τις συνέπειες στο πολεμικό πεδίο, παράγει πολιτικά αποτελέσματα τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας. Οι ΗΠΑ μπορεί να επέμεναν εδώ και καιρό ότι ο Πούτιν θα εισβάλει στην Ουκρανία, αλλά αρκετές χώρες, ακόμα και στο ΝΑΤΟ, υποβάθμιζαν την απειλή ή έδειχναν να μην το πιστεύουν.
Οι δύο χαρακτηριστικότερες και σημαντικότερες περιπτώσεις ήταν της Τουρκίας και της Γερμανίας, οι οποίες συνεργάζονταν με τη Ρωσία σε πολλούς τομείς, γι’ αυτό και όταν ξεκίνησε η επίθεση, αρχικά εμπόδισαν τις κυρώσεις εναντίον της (η Τουρκία εξακολουθεί να μην τις υιοθετεί).
Η Ουκρανία ζητούσε επανειλημμένα εξοπλισμούς και αμυντική βοήθεια από τη Γερμανία, η οποία αρνούνταν, προκαλώντας τη διαμαρτυρία των Ουκρανών. Αν ο Πούτιν «είχε τελειώσει τη δουλειά» μέσα σε 48 ώρες, μπορεί να πράγματα να ήταν αλλιώς και να μην υπήρχε χρόνος για να αναδειχθούν οι αντιθέσεις.
Δεν έγινε έτσι όμως, καθώς η στρατιωτική νίκη της Ρωσίας δεν αποδείχτηκε τόσο εύκολη υπόθεση όσο είχε εκτιμηθεί αρχικά κι αυτό ανάγκασε τη Γερμανία να κάνει τη μεγάλη στροφή. Όχι μόνο ως προς το να πάρει σαφή θέση και να στείλει βοήθεια στην Ουκρανία αλλά και ως προς την ενεργειακή και αμυντική πολιτική της, δύο τομείς στους οποίους, αν και μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε., προσπαθούσε να παίξει και ατομικά και όχι πάντα συλλογικά, εξασφαλίζοντας φθηνό ρωσικό αέριο για τις επιχειρήσεις της και αφήνοντας τις άλλες χώρες να πληρώνουν για τις δαπάνες του ΝΑΤΟ.
Αυτό προκαλούσε σοβαρή αντιπαράθεση εδώ και πολύ καιρό με τις ΗΠΑ, οι οποίες φρόντιζαν να μην τη φέρνουν στο προσκήνιο. Παρασκηνιακά, ωστόσο, υπήρχε έντονη κινητικότητα γύρω από το θέμα αυτό.
Η κυβέρνηση θέλει να μειώσει την εξάρτηση της χώρας από το ρωσικό φυσικό αέριο, γι’ αυτό σκοπεύει να εισάγει περισσότερο αέριο σε υγροποιημένη μορφή και να κατασκευάσει δεύτερο σταθμό υποδοχής υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Αλεξανδρούπολη.
Οπωσδήποτε υπάρχουν πάρα πολλά που δεν γνωρίζουμε ακόμα. Όπως τι ακριβώς έχει συμβεί στις σχέσεις Ρωσίας - Γερμανίας; Θα υλοποιήσει η τελευταία πραγματικά την πολιτική στροφή που ανακοίνωσε; Δεν γνώριζε, όπως οι ΗΠΑ, ότι η Ρωσία θα επιτεθεί στην Ουκρανία; Μεσολάβησε κάτι άλλο στη μεταξύ τους σχέση; Ο Γερμανός πρώην καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ, πάντως, παραμένει στο περιβάλλον του Βλαντίμιρ Πούτιν, ο οποίος τον έχει τοποθετήσει ως επιτελικό στέλεχος της πανίσχυρης ρωσικής εταιρείας αερίου Rosneft, προκαλώντας αρκετές αντιδράσεις.
Ενδιαφέρον έχει και το γεγονός ότι ο πρόεδρος του Ρωσικού Συμβουλίου Διεθνών Υποθέσεων Αντρέι Κορτούνοφ πρότεινε την Άνγκελα Μέρκελ ως τον κατάλληλο άνθρωπο για να διαμεσολαβήσει μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας. Η πρώην καγκελάριος, πάντως, έχει καταδικάσει τον «επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας», λέγοντας ότι «σηματοδοτεί ένα σημείο καμπής στην Ιστορία της Ευρώπης μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου».
Στην Ελλάδα, Μητσοτάκης, Τσίπρας και Ανδρουλάκης καταδίκασαν χωρίς περιστροφές τη ρωσική επίθεση, με τα υπόλοιπα, μικρότερα κόμματα να διαφοροποιούνται αισθητά και να διαφωνούν με την κυβερνητική στάση. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο, διαφώνησε με την αποστολή αμυντικού υλικού στην Ουκρανία, υποστηρίζοντας ότι η χώρα θα έπρεπε να στείλει μόνο ανθρωπιστική βοήθεια.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, απαντώντας σε αυτό, αναρωτήθηκε πώς θα μπορούσαν οι Ουκρανοί να υπερασπιστούν την εδαφική τους ακεραιότητα εάν δεν έστελναν οι χώρες αμυντικό υλικό. Η επιχειρηματολογία του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης γι’ αυτό το θέμα που φαίνεται να διχάζει τους πολιτικούς ήταν ότι η Ελλάδα έχει παραπάνω λόγους από πολλά άλλα ευρωπαϊκά κράτη να συνδράμει την Ουκρανία και με αμυντικό εξοπλισμό. Όχι μόνο ως έκφραση αλληλεγγύης αλλά και για να μπορεί να ζητήσει μια αντίστοιχη στήριξη σε περίπτωση που το χρειαστεί, καθώς «δεν είμαστε, δυστυχώς, στην πιο ασφαλή γειτονιά του πλανήτη», όπως είπε ο πρωθυπουργός στη Βουλή. Τόνισε ότι η Ελλάδα ανήκει στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ και οφείλει να είναι συνεπής σύμμαχος, διαβάζοντας «το γεωπολιτικό πεδίο και τα συμφέροντα της χώρας έτσι όπως διαμορφώνονται στην ευρύτερη περιοχή».
Ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε επίσης ότι η κυβέρνηση θέλει να μειώσει την εξάρτηση της χώρας από το ρωσικό φυσικό αέριο, γι’ αυτό σκοπεύει να εισάγει περισσότερο αέριο σε υγροποιημένη μορφή και να κατασκευάσει δεύτερο σταθμό υποδοχής υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Αλεξανδρούπολη, όπου υπάρχει ήδη η υφιστάμενη υποδομή.
Ο πρωθυπουργός υποστήριξε επίσης ότι «δεν μπορούμε να στεκόμαστε αδιάφορα απέναντι σε κάθε αυταρχικό ηγέτη που θέλει να ζωγραφίσει μόνος του τα σύνορα, επομένως εδώ δεν χωρούν ίσες αποστάσεις». Η αναφορά αυτή μπορεί να ήταν για τον Πούτιν, αλλά ήταν σαφές ότι αφορούσε και τον Ταγίπ Ερντογάν.
Ο Αλέξης Τσίπρας συμφώνησε με τις κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, λέγοντας ότι «ως ευρωπαϊκή χώρα ορθώς στηρίζουμε και συμμετέχουμε σε αυτές», αλλά πρόσθεσε ότι αυτές πρέπει να είναι «ένα εργαλείο για την ειρήνη και όχι ένα εργαλείο για τη συνέχιση του πολέμου με άλλα μέσα». Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ κατηγόρησε την κυβέρνηση πως προεξοφλεί ότι θα κάνει τα ίδια και η Τουρκία αντί να επιδιώκει να θέσει η Ελλάδα την ατζέντα στην Τουρκία, χαρακτηρίζοντας τεράστιο λάθος και ανευθυνότητα να επιβεβαιώνει μέσω της ουκρανικής κρίσης τις επιλογές του «για υπέρογκες εξοπλιστικές δαπάνες» και να ζητάει «εκ νέου λευκή επιταγή».
Στην υπενθύμιση του πρωθυπουργού ότι η Ελλάδα ανήκει στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ απάντησε ότι «είμαστε και Δύση και Ανατολή, είμαστε και Βορράς και Νότος από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα» και σε (άλλη) μια προσπάθεια να θυμίσει Ανδρέα Παπανδρέου έκλεισε την ομιλία του λέγοντας ότι «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες και αυτό είναι και οριστικό και αμετάβλητο».
Αυτό όμως δεν το άφησε αναπάντητο ο πρόεδρος του ΚΙΝ.ΑΛ., λέγοντας ότι «η Ελλάδα όχι μόνο ανήκει στους Έλληνες, όπως ανέφερε πρώτος με αυθεντικό τρόπο ο Ανδρέας Παπανδρέου, αλλά ήταν πάντα και στην πλευρά της υπεράσπισης του διεθνούς δικαίου και απέναντι σε όσους το παραβιάζουν εις βάρος των λαών». Ο Νίκος Ανδρουλάκης τόνιζε διαρκώς αυτές τις μέρες ότι όπως ο Πούτιν «δείχνει μια αναθεωρητική αντίληψη για τα θέματα της γεωπολιτικής, βασιζόμενος δήθεν σε ένα αυτοκρατορικό παρελθόν, τα ίδια ακριβώς λέει και ο Ερντογάν».
Όσο για την αμυντική βοήθεια, δεν διαφώνησε, υποστηρίζοντας ότι αν ζητάς την αλληλεγγύη των άλλων, πρέπει και να την προσφέρεις. Εξήγησε όμως ότι δεν υπάρχει καμία αντιπαράθεση με τον ρωσικό λαό, παρά μόνο με τον Πούτιν, που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο. Ο πρόεδρος του ΚΙΝ.ΑΛ. πρότεινε στον πρωθυπουργό να συγκαλέσει άμεσα το Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών, κατηγορώντας τον ότι συνεχίζει τις παραδόσεις του Αλέξη Τσίπρα και υποβαθμίζει το κρίσιμο στοιχείο της εθνικής συνεννόησης σε μια εποχή μεγάλων αλλαγών.
Κατά τα άλλα, ο Νίκος Ανδρουλάκης επιμένει σταθερά στην ανάγκη να προχωρήσει γρηγορότερα η πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης, «αποκτώντας εργαλεία που θα διασφαλίζουν όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς αλλά και θεσμική ολοκλήρωση που θα επιτρέπει να δημιουργήσουμε τις συνθήκες για μια ενιαία εξωτερική πολιτική».
Στο Ευρωκοινοβούλιο υπήρχαν επίσης διαφοροποιήσεις μεταξύ των Ελλήνων, με κυριότερη αυτή των ευρωβουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι δεν ψήφισαν την οικονομική βοήθεια προς την Ουκρανία με μορφή δανείου που έχει ζητήσει η κυβέρνηση Ζελένσκι από την Ε.Ε., ισχυριζόμενοι ότι είναι «μνημόνιο».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.