Η ΕΛΛΑΔΑ ΕΙΝΑΙ άτυχη με τα γενέθλιά της. Δεν κατάφερε να γιορτάσει κανονικά τα εκατό, τα εκατόν πενήντα και τα διακόσια χρόνια από την Επανάσταση του 1821. Τη μια η Μικρασιατική Εκστρατεία, την άλλη η χούντα, τώρα η πανδημία, ούτε μια επέτειο δεν μπορέσαμε να χαρούμε κανονικά.
Κι έχουν σημασία οι επέτειοι, όπως για τους ανθρώπους τα γενέθλια. Κάνουμε απολογισμό, πώς πήγαν τα πράγματα, τι καταφέραμε, πόσα λάθη και σωστά. Χαιρόμαστε, νοσταλγούμε, καλούμε κόσμο να χαρεί μαζί μας. Κοιτάμε πίσω και μπροστά.
Βέβαια, όπως οι άνθρωποι, έτσι και οι χώρες, μπορούν να στήσουν μια ανάλαφρη, φαντεζί γιορτή και στο τέλος της βραδιάς, μόνοι στον καθρέφτη, να λένε «φτου σου, μάνα μου, τι ωραίος που είσαι! Τι μεγαλείο κρύβεις μέσα σου! Σε βλέπουν οι άλλοι (άνθρωποι ή λαοί) και σε φθονούν!».
Η πανδημία μάς προστάτευσε από τέτοιο εορτασμό, γεμάτο παράτες και εθνικό μεγαλείο. Μέρος της προετοιμασίας πήγαινε κατά κει. Η πρώτη πρόσκληση στο εθνικό πάρτι, το σποτάκι στο Καλλιμάρμαρο, έτσι έδειχνε. Στο κάτω-κάτω, αν θέλει η επίσημη διοργανώτρια εθνικών χοροεσπερίδων να ντυθεί βασίλισσα Αμαλία, δεν τη σταματάει ούτε ο κορωνοϊός.
Όμως περιορίστηκαν τα γλέντια και το εθνικό κιτς. Μπορέσαμε να περπατήσουμε πάνω στη λεπτή γραμμή που χωρίζει τον αυτάρεσκο εθνοκεντρισμό από την αυτογνωσία. Ακούστηκαν εθνικοπατριωτικές φανφάρες, αλλά γράφτηκαν και ωραία κείμενα, έγιναν σημαντικές εκδόσεις, φωτίστηκαν αρχεία, οργανώθηκαν δημόσιες συζητήσεις. Κι έχουν σημασία αυτά, και οι σκέψεις, και οι εικόνες και τα κείμενα. Γιατί το πώς κοιτάς την Ιστορία λέει πολλά για το πώς βλέπεις τον εθνικό εαυτό στο μέλλον.
Έχουν σημασία τέτοιες εκπομπές. Δημιουργούν παρακαταθήκη για το μέλλον, αλλά είναι και συνέχεια εποχών που η ελληνική ραδιοφωνία και τηλεόραση ήταν κύριος διαμορφωτής συλλογικής συνείδησης και μνήμης, με πλούσιο αρχείο που αφέθηκε σε μεγάλο βαθμό να χαθεί.
Τέτοιες επέτειοι αποτελούν πρόκληση για τα ΜΜΕ. Τα περισσότερα στάθηκαν σε μια ανάγνωση μονοδιάστατη, επίπεδη, ηρωική και αυτάρεσκη. Ας την ονομάσουμε επιγραμματικά «Το αθάνατο καριοφίλι αποτίναξε τετρακόσια χρόνια τουρκικής σκλαβιάς». Σαν σχολικές γιορτές με μιντιακό περιτύλιγμα. Αναμενόμενο για τα περισσότερα ιδιωτικά κανάλια και τα έντυπα.
Έγιναν, όμως, και ουσιαστικά πράγματα. Αφιερώματα σε εφημερίδες ανέδειξαν αρχειακό υλικό, νέοι επιστήμονες και ερευνητές φώτισαν αθέατες όψεις. Ορισμένες τηλεοπτικές παραγωγές επιβεβαίωσαν τον ουσιαστικό ρόλο των δημόσιων μέσων ενημέρωσης.
Ξεχωρίζω (ενδεικτικά και μόνο) τη σειρά εκπομπών «Γιατί ’21; 12 ερωτήματα», για να δείξω αυτό που εννοώ. Παράγεται και προβάλλεται από τη δημόσια τηλεόραση. Δεν είναι κλασικό ντοκιμαντέρ με εικόνες και πληροφορίες. Περισσότερο ένας ανοιχτός διάλογος, μια μετακίνηση στον χώρο και τον χρόνο. Το χτες με τα μάτια του σήμερα και το σήμερα με τα μάτια των διακοσίων ετών. Οι επιστήμονες από τη μια, οι νέοι και τα παιδιά από την άλλη, το αυτονόητο και το μη αυτονόητο.
Γιατί γιορτάζουμε το 1821; Ποιος είναι ο ρόλος της μνήμης στη δημόσια ιστορία; Είναι αλήθεια ή αποτελεί εύκολη λύση να μιλάμε διαρκώς για το «μικρόβιο της διχόνοιας»; Είναι χαρακτηριστικό μόνο του λαού μας να διχάζεται ή σύνηθες πολιτικό και κοινωνικό φαινόμενο, εθνικό και διεθνές, αποτέλεσμα αντικρουόμενων συμφερόντων; Ήταν άγγελοι ή δαίμονες οι προστάτιδες δυνάμεις; Μήπως απλώς τίποτε από τα δύο ή και τα δύο μαζί; Πώς έβλεπαν οι ξένοι τους Έλληνες, ποιος ο αντίκτυπος της Επανάστασης στο εξωτερικό; Τι προηγήθηκε και τι ακολούθησε; Πώς διαμορφώθηκε η οικονομία; Πώς κυβερνιέται ένα κράτος μόλις δημιουργείται; Γιατί τόσος λόγος για τη διασπορά; Πόσοι είναι, στ’ αλήθεια, οι Έλληνες του εξωτερικού;
Οι δυο «ερευνητές-παρουσιαστές», Μ. Κατσίμη και Π. Τζανετάκος, λειτουργούν πολλαπλά ως διευκολυντές μιας σύνθετης διαδικασίας που φωτίζει με τρόπο αβίαστο την Επανάσταση ως το κατεξοχήν εθνικό γεγονός: τότε ιδρύθηκε η Ελλάδα.
Ταυτόχρονα, όμως, αυτό εντάσσεται στην ευρύτερη εικόνα, δεν ήταν ξεκομμένο από τη διάλυση των μεγάλων αυτοκρατοριών και τη γέννηση του έθνους κράτους. Δεν ήταν το εθνικό μας DNA που έφερε το ’21. Ωστόσο, είχε οικουμενική διάσταση ως πολιτικό συμβάν και ιδεολογική κληρονομιά. Το ’21 μπαίνει στη σειρά των μεγάλων επαναστάσεων, της Αμερικανικής και της Γαλλικής, είναι γεγονός με παγκόσμια απήχηση σε μια εποχή που η πληροφορία δεν έτρεχε όπως τρέχει σήμερα.
Σκέφτομαι πόσα διαρκή ερωτήματα έθεσε το ’21 και καλούμαστε να δούμε με ανοιχτό μυαλό. Παράδειγμα: ποιοι ήταν Έλληνες το ’21 και ποιοι στη συνέχεια; Τα πρώτα ενενήντα χρόνια εθνικού βίου Έλληνας γινόσουν (με προσαρτήσεις εδαφών). Στα επόμενα ενενήντα χρόνια, Έλληνας γεννιόσουν (από γονείς Έλληνες). Και έχει αρχίσει η περίοδος κατά την οποία Έλληνας και γεννιέσαι και γίνεσαι. Η επιλογή του αρμόδιου υπουργού Εσωτερικών να ανακόψει την πολιτογράφηση ανθρώπων που ζουν εδώ επί δεκαετίες φαίνεται, μέσα από το πρίσμα του ιστορικού χρόνου, ακόμα πιο κουτή και ιδεοληπτική. Εθνικά επιβλαβής φτηνός λαϊκισμός.
Έχουν σημασία τέτοιες εκπομπές. Δημιουργούν παρακαταθήκη για το μέλλον, αλλά είναι και συνέχεια εποχών που η ελληνική ραδιοφωνία και τηλεόραση ήταν κύριος διαμορφωτής συλλογικής συνείδησης και μνήμης, με πλούσιο αρχείο που αφέθηκε σε μεγάλο βαθμό να χαθεί. Αποτελούν και πλούσιο εκπαιδευτικό υλικό, σκηνοθετικά σύγχρονο και επιστημονικά στέρεο. Με προσοχή στα «δύσκολα» ιδεολογικά ζητήματα. Αισθητικά φρέσκο και ελκυστικό.
Δίπλα, λοιπόν, στη γνωστή κακοδαιμονία, στον νεοσυντηρητισμό και στην ελεγχόμενη ενημέρωση, με τα σημειώματα των διευθυντών που υποδεικνύουν ποια θέματα απαγορεύονται και πώς πρέπει να παρουσιάζεται κάθε είδηση, μπορεί να ανθεί στις χαραμάδες μια φρέσκια και σύγχρονη τηλεόραση. Ακόμα και σε καιρούς ασφυκτικούς για την πληροφόρηση, σαν αυτούς που ζούμε.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.