ΗΤΑΝ, ΠΟΥ ΛΕΤΕ, προχθές σε ένα παραθαλάσσιο ταβερνάκι κάπου κοντά στην Αιδηψό ένα παρεάκι «κάγκουρες» και «καγκούρισσες», ας μου συγχωρεθεί ο νεολογισμός, ένας εκ των οποίων βρήκε εξαιρετικά αστείο το να δελεάσει ένα γατάκι με ένα ψάρι και να το κλoτσήσει χασκογελώντας στη θάλασσα (ο ίδιος επιμένει ότι έπεσε στα χαλίκια της παραλίας, αλλά μικρή η διαφορά) μόλις αυτό πλησίασε υπό τις επευφημίες των υπόλοιπων παριστάμενων. Ακολούθως επιχείρησε να πράξει το ίδιο και με ένα άλλο γατάκι, το βρήκε δε τόσο αστείο όλο αυτό, ώστε το βιντεοσκόπησε και το ανέβασε στα κοινωνικά δίκτυα.
Αυτό που ο δράστης, παρά το σχετικά νεαρό της ηλικίας του, που τον εντάσσει στις «καλωδιωμένες από κούνια» γενιές, δεν υπολόγισε είναι ότι το κατόρθωμά του αυτό θα γινόταν viral αμέσως και ότι για λίγα έστω εικοσιτετράωρα θα ήταν το πιο μισητό πρόσωπο σε όλη την επικράτεια.
Η προσπάθειά του να «δικαιολογηθεί», δε, πρώτα με ένα άτσαλο, επιθετικό βίντεο και ύστερα, έχοντας αντιληφθεί ότι διέπραξε ποινικό αδίκημα, με ένα εξίσου άτσαλο, απολογητικό, τύπου «ε, είχαμε πιει λίγο παραπάνω» –χωρίς να μας εξηγεί γιατί, εφόσον είχε πιει «λίγο παραπάνω», δεν έστελνε κάποιο μεθυσμένο ερωτικό μήνυμα π.χ., αντί να κακομεταχειρίζεται αθώα πλάσματα– χειροτέρεψε ακόμα περισσότερο τα πράγματα, δίνοντας επιπλέον αφορμές για τις οργισμένες αναρτήσεις που «ξεχείλισαν» στα κοινωνικά δίκτυα, συν οι διάφορες «βρόμες» που βγήκαν στον αέρα για το άτομό του.
Τι μας έχει συμβεί ως κοινωνία ώστε να βγάζουμε τόσο μίσος επί δικαίους και αδίκους, να έχουμε χάσει εντελώς το μέτρο στην αναλογία μεταξύ αδικημάτων και ποινών, να θεωρούμε την αυτοδικία υπό μορφή λιντσαρίσματος περίπου αυτονόητη, να απαιτούμε τις αυστηρότερες δυνατές ποινές ακόμα και για πταίσματα, να φτάσουμε να ζητάμε ένας στους δύο Έλληνες την επαναφορά της θανατικής ποινής, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Dianeosis;
Ο ίδιος μάλιστα ο υπουργός ΠροΠο παρενέβη δημόσια, δηλώνοντας ότι «η βία εναντίον των ζώων είναι απαράδεκτη» – τέτοια τιμή το άμοιρο γατάκι ούτε στην έβδομη ζωή του δεν θα φανταζόταν.
Όσο για τις διαμαρτυρίες που ακούστηκαν ότι ο ίδιος άνθρωπος δεν βάζει ούτε τη γάτα του –αν υποθέσουμε ότι έχει– να κλάψει για τη συχνά-πυκνά υπέρμετρη όσο και αδικαιολόγητη βία που ασκείται σε διαμαρτυρόμενους πολίτες από υφισταμένους του, ότι όταν επτά «ήρωες», κατά τους συναδέλφους τους, αστυνομικοί γάζωσαν έναν άοπλο νεαρό Ρομά όχι μόνο δεν βγήκε στα κάγκελα, αλλά έσπευσε στη ΓΑΔΑ να τους συμπαρασταθεί, ότι όχι μόνο δεν δίνει δεκάρα για τους εκατοντάδες πρόσφυγες που πνίγονται ή επαναπροωθούνται παράνομα, αλλά μας βγάζει και τρελούς, κι ας υποχρεώθηκε να παραιτηθεί μετά τη σωρεία αποκαλύψεων ο ίδιος ο επικεφαλής της Frontex, δεν είναι παρά κακόβουλες συκοφαντίες – όχι;
Όντας ορκισμένος γατόφιλος, τα πήρα κι εγώ με τον τύπο και αρχικά πολύ το χάρηκα το πακέτο που έφαγε. Υπόψη ότι μετά απ' όλα αυτά συνελήφθη, απολογήθηκε και αφέθηκε ελεύθερος ώσπου να δικαστεί – η κατηγορία που εν τέλει του απαγγέλθηκε είναι πλημμεληματικού χαρακτήρα, αν κατηγορούνταν για βασανισμό ζώου, θα δικαζόταν με τη νέα νομοθεσία για κακούργημα που επιφέρει χρηματικό πρόστιμο έως 50.000 ευρώ και ποινή φυλάκισης έως δέκα έτη, σε κάθε περίπτωση πάντως δεν θα περάσει «έτσι» .
Στην πορεία, όμως, άρχισα να χαλιέμαι. Καταρχάς, όσο και να του άξιζε του τύπου και της παρέας του το τόσο «κράξιμο», δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι υπήρχε τόσος κόσμος που ζητούσε να του σπάσουν τα πόδια και τα χέρια, να τον βιάσουν και να τον βάλουν μέσα ισόβια – μέχρι για κρεμάλες διάβασα κάπου. Δηλαδή αν είχε κακοποιήσει άνθρωπο, τι ποινή θα έπρεπε να του επιβληθεί;
Τι μας έχει συμβεί ως κοινωνία ώστε να βγάζουμε τόσο μίσος επί δικαίους και αδίκους, να έχουμε χάσει εντελώς το μέτρο στην αναλογία μεταξύ αδικημάτων και ποινών, να θεωρούμε την αυτοδικία υπό μορφή λιντσαρίσματος –όπως στην περίπτωση της Πισπιρίγκου– περίπου αυτονόητη, να απαιτούμε τις αυστηρότερες δυνατές ποινές ακόμα και για πταίσματα –«αίτημα» στο οποίο μετά χαράς ανταποκρίνεται, σιγοντάροντάς το, η παρούσα κυβέρνηση–, να φτάσουμε να ζητάμε ένας στους δύο Έλληνες την επαναφορά της θανατικής ποινής, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Dianeosis;
Πώς γίνεται, έπειτα, να συγκινούμαστε τόσο δυσανάλογα πολύ με ένα κακοποιημένο ζωάκι, παραβλέποντας ή υποβαθμίζοντας κακοποιήσεις ή και εγκλήματα κατά ανθρώπων που μπορεί να συμβαίνουν ακόμα και δίπλα μας, στις ίδιες θάλασσες όπου ετοιμαζόμαστε να κολυμπήσουμε ξένοιαστα, τώρα που ζεσταίνει ο καιρός, για παράδειγμα;
Αν ισχύει –που ισχύει– το ότι όσοι κακοποιούν ζώα είναι πολύ πιθανό να κακοποιήσουν και ανθρώπους, εξίσου ισχύει και ότι ένας φιλόζωος δεν μπορεί να είναι μισάνθρωπος και αντιστρόφως, αλλιώς κάτι πάει πολύ στραβά. Το ίδιο στραβά πάει όταν συνδέουμε αυθαίρετα την εθνικότητα κάποιου –ο δράστης τυχαίνει αλβανικής καταγωγής– με κακοποιητικές συμπεριφορές απέναντι σε ζώα ή σε ανθρώπους, λες και οι Ελληνάρες δεν διαπρέπουμε στο «σπορ».
Εξίσου άτοπες βρήκα τις συγκρίσεις του αδικοχαμένου Ζακ Κωστόπουλου με το γατάκι της Αιδηψού, ότι αν ήταν τάχα γατάκι ο Ζακ, θα είχαν συγκινηθεί περισσότερο τόσο ο κ. υπουργός όσο και οι δικαστές, επιβάλλοντας αυστηρότερες ποινές στους δράστες.
Παρότι κατανοητό το πνεύμα τέτοιων σχολίων, ας συνειδητοποιήσουμε πως ο Ζακ, παρότι υπήρξε επίσης πολύ φιλόζωος, δεν ήταν απλώς ένα ακόμη «γατάκι» και δεν κακοποιήθηκε θανάσιμα ως τέτοιο, κάνοντας μάλιστα τέτοιες συγκρίσεις αδικούμε, φοβάμαι, τόσο τον ίδιο όσο και τους ανθρώπους που αγωνίστηκαν και συνεχίζουν να αγωνίζονται για τη δικαίωση της μνήμης του.