ΓΙΑ ΟΛΑ ΦΤΑΙΝΕ οι κριτικές. Διάβασα πως πρόκειται για ένα «λιτό αριστούργημα» και ότι είναι μια ταινία που «καταρρίπτει τα κλισέ». Και κάπως έτσι βρέθηκα μια Πέμπτη βράδυ να βλέπω τις Περασμένες Ζωές της Σελίν Σονγκ. Δυο παιδικοί φίλοι, η Να Γιανγκ και ο Χάε Σάνγκ, χωρίζονται όταν η οικογένεια της Να Γιανγκ φεύγει για τον Καναδά. Στα 23 τους ξαναβρίσκονται μέσω Facebook, συνδέονται βαθιά, αλλά χάνονται για άλλη μια φορά.
Στα 35 τους, πια, ο Χάε Σανγκ αποφασίζει να την επισκεφθεί στη Νέα Υόρκη. Η Να Γιανγκ είναι πια παντρεμένη με έναν Αμερικανό, αλλά αυτό δεν τους εμποδίζει να ζήσουν μια γλυκόπικρη εβδομάδα μαζί. Η ταινία μιλά για τα διλήμματα, για το «τι θα είχε γίνει αν…», για το πεπρωμένο, για τις επιλογές που κάνουμε αλλά και γι’ αυτές που δεν κάνουμε. Ένα σωρό γνωστοί μου είχαν γράψει πόσο τους συγκίνησε το έργο.
Εγώ, πάλι, βαρέθηκα φριχτά, τόσο που κάποια στιγμή αποκοιμήθηκα και μετά απλώς ξυπνούσα πού και πού κι έκανα θρασύτατες ερωτήσεις («Α, είναι σπίτι τους τώρα;», «Πο πο, κι ο άντρας της, τι είπε;», «Πεινάς;»). Είμαι σίγουρη βέβαια πως αν είχα δει αυτή την ταινία μερικά χρόνια πριν θα είχα κατασυγκινηθεί. Τώρα ήταν σαν να έβλεπα διαφήμιση για θερμομόνωση.
Είναι απίστευτο το πόσο διαφορετικά μπορεί να δει κανείς μια ταινία ανάλογα με την ηλικία του και τη φάση ζωής στην οποία βρίσκεται.
Πρόσφατα ξαναείδα κάποιες από τις ταινίες «ενηλικίωσης» που έβλεπα ως έφηβη (Reality Bites, Singles, Βefore Sunrise, Swingers, High Fidelity). Είναι απίστευτο το πόσο διαφορετικά μπορεί να δει κανείς μια ταινία ανάλογα με την ηλικία του και τη φάση ζωής στην οποία βρίσκεται.
Βλέποντας τις ταινίες της εφηβείας μου με έπιασε κάτι μεταξύ νοσταλγίας και κατάθλιψης αλλά και απορία - πώς μου άρεσαν αυτές οι ταινίες;
«Tι θέλεις από μένα; Να βρω μια δουλειά για τα επόμενα 20 χρόνια, μέχρι να μου επιτρέψουν να φύγω με το επιχρυσωμένο μου ρολόι και τα αρχ… μου γεμάτα όγκους, γιατί παράτησα το μόνο πράγμα που σημαίνει κάτι για μένα;» φωνάζει κάποια στιγμή ο μουσικός Ethan Hawke που παίζει τα βράδια σε μπαρ στη Winona Ryder που προσπαθεί να γίνει σκηνοθέτις ντοκιμαντέρ στο Reality Bites.
Τότε με είχε κατασυγκινήσει αυτή η σκηνή. Τώρα σχεδόν έκλαψα από τα γέλια. Ήμουν βέβαια 14 και ήταν μια τελείως διαφορετική εποχή: ήταν κάπως cool να είσαι loser και υπήρχε ακόμα αρκετή αντιπάθεια για την corporate ζωή, το «ξεπούλημα» και τους «γιάπηδες». Αν διαβάσει κανείς το Generation X του Douglas Copland ή ακούσει λίγο Nirvana, καταλαβαίνει αρκετά πράγματα για την ποπ κουλτούρα της εποχής.
Η χειρότερη περίπτωση ταινίας που ξαναείδα και αλήθεια ντράπηκα για τα γούστα μου ήταν το Garden State του Zach Braff. Ήμουν 24 χρονών όταν βγήκε αυτή η ταινία. Την ξαναείδα πρόσφατα και δεν μπορούσα να πιστέψω πόσο κακός είναι ο διάλογος, αλλά κυρίως πόσο απίστευτα εκνευριστική είναι η πρωταγωνίστρια, την οποία υποδύεται η Νάταλι Πόρτμαν. Πρόκειται για το original manic pixie dream girl. Λέει ψέματα («αλλά δεν ξέρω γιατί»), φοράει ένα ειδικό κράνος για την επιληψία, στο σπίτι της έχει φτιάξει λαβύρινθο για τα αγαπημένα της χάμστερ και στον κήπο της έχει νεκροταφείο μικρών ζώων.
Το μόνο που μου άρεσε είναι πως σε πολλές από αυτές τις ταινίες υπάρχει μια κολλητή φίλη της ηρωίδας, η οποία είναι αυτό που στην Ελλάδα λέμε «μη με βλέπεις έτσι, είμαι τρελή εγώ». Η κολλητή είναι συνήθως κάτι σαν Υ2Κ φασέα της εποχής. Δεν είναι ελκυστική για τα δεδομένα του Χόλιγουντ γιατί έχει 3,7 κιλά πάνω από το κανονικό ή έχει κόψει γεωμετρική μαύρη φράντζα (συχνά-πυκνά, τον ρόλο αυτό αναλαμβάνει κάποια indie persona π.χ. η Parker Posey, η Janeane Garofalo).
Η Υ2Κ φασέα μιλάει μόνο με φαρμακερές ατάκες και έχει κάποιο αλλόκοτο χόμπι, μαζεύει π.χ. μπαταρίες ή πορσελάνινα παπαγαλάκια. Συχνά έχει και χαρούμενο τέλος, καθώς τα φτιάχνει με κάποιον ακραία προβληματικό φίλο του πρωταγωνιστή, όπως έκαναν στις ελληνικές ταινίες που φρόντιζαν να παντρέψουν τη Ζωή Λάσκαρη, αλλά έπρεπε να βρούνε κι έναν για τη Χλόη Λιάσκου, και μετά παντρεύονταν όλα τα ζευγάρια την ίδια μέρα στην ίδια εκκλησία σαν χιλιαστές.