Με την περιέργεια εξόχως διεγερμένη και μια υποψία προσμονής για το άγνωστο, κατηφόρισα προς το κέντρο. Είχα ακούσει φίλους και γνωστούς να μιλούν για το "πιο διασκεδαστικό running event στην πόλη", το Nike+ Run Club, αλλά ανέκαθεν ήμουν κομματάκι δύσπιστος με τις "προεκλογικές εξαγγελίες". Μέχρι που τη Δευτέρα το απόγευμα, έπειτα από τρεις καφέδες και την βεβαιότητα ότι οι εξετάσεις αίματός μου πρέπει να μοιάζουν με τους δείκτες της Σοφοκλέους το '99, πήρα τη μεγάλη απόφαση. Να (μην) παραγγείλω τέταρτο καφέ. Βοήθησε σε αυτό, όσο να πεις, και μια καλή συνάδερφος, η οποία είχε την πρόταση του μήνα. "Έλα, θα πάμε να τρέξουμε στο Nike+ Run Club στο κέντρο, έχει πολύ πλάκα". Αφού της απάντησα ότι είναι πιο πιθανό να πείσει Ινδό να φάει αγελάδα, παρά εμένα να τρέξω, εν τέλει "λύγισα" μπρος στην γυναικεία επιμονή, η οποία όλοι ξέρουν που μπορεί να οδηγήσει έναν άνθρωπο. Λίγες ώρες αργότερα, το αμήχανο εγώ μου, τα τελευταία running trends στην ένδυση και την τεχνολογία και ένα πολύχρωμο μωσαϊκό δρομέων κάθε ηλικίας και φύλου, ήμασταν έτοιμοι να ξεχυθούμε στην πόλη. Ή για την ακρίβεια στον Εθνικό Κήπο. Παρά τις αρχικές ενστάσεις κι ενώ προσπάθησα φιλότιμα να μην περάσω καλά για να γλιτώσω το ενοχλητικό "είδες που στα 'λεγα", τελικά οφείλω να παραδεχθώ πως πέρασα εξαιρετικά.
Κάτι οι feel good πλακίτσες με τον απλό κόσμο που σε χειροκροτά ενώ τρέχεις και εσύ σηκώνεις τα χέρια πανηγυρίζοντας λες και είσαι ο Χάιλε Γκεμπρεσιλασιέ σε slow motion, κάτι ο απρόσμενος χαβαλές με το γκρουπ όπου όλοι σου μιλούν λες και σε ξέρουν, κάτι τα ευφάνταστα παιχνίδια που σκαρώνουν οι προπονητές, το Nike+ Run Club Center* απεδείχθη μια υπέροχη εμπειρία αστικού τρεξίματος. Και είναι μόνο μια απόφαση μακριά απ' όλους μας. Δίχως την έγνοια του τερματισμού και τις φοβίες για το αν θα τα καταφέρεις.
Άλλωστε, όπως έλεγε και ένα παλιότερο σλόγκαν της Nike: «Δεν υπάρχει γραμμή του τερματισμού». Ας τρέξουμε, λοιπόν...