Η πιο παλιά συνοικία της πόλης μας, που απλώνεται στους βορειοανατολικούς πρόποδες της Ακρόπολης και διατηρεί μέχρι σήμερα νεοκλασικά, εκλεκτικιστικά, μοντερνιστικά κτίρια της δεκαετίας του ‘30, το «νησί» της Αθήνας που κατοικήθηκε από την αστική τάξη αλλά και τους νησιώτες οικοδόμους που δημιούργησαν τα Αναφιώτικα, η περιοχή του κέντρου η οποία διασώζει μνημεία από όλες τις περιόδους της μακράς ιστορίας της, αποτελεί διαχρονικό τουριστικό μαγνήτη, όχι άδικα.
Σκεφτείτε να βρίσκεστε σε μια άλλη πόλη, δεν θα επισκεφθείτε το πιο «γραφικό» κομμάτι της, δεν θα περάσετε από αυτό έστω και για μια βόλτα; Με θυμάμαι να το ψάχνω ακόμα και στην ισοπεδωμένη, χτισμένη από την αρχή Βαρσοβία.
Δουλεύοντας εδώ και αρκετά χρόνια στο κέντρο της Αθήνας (και του κόσμου για κάποιους), δεν είναι λίγες εκείνες οι φορές που έχω κάνει τη συζήτηση σχετικά με το πού ξεκινάει η Πλάκα από την πλευρά του Συντάγματος.
Σύμφωνα με το Google maps, περικλείεται από τη Λεωφόρο Βασιλίσσης Αμαλίας και τις οδούς Φιλελλήνων, Νίκης, Ναυάρχου Νικοδήμου από τη συμβολή της Θουκυδίδου με την Απόλλωνος, που σημαίνει ότι μένει απ’ έξω ο πεζόδρομος της Ηπίτου. Ωστόσο, σύμφωνα με μαρτυρία ενός old millennial που έχει μεγαλώσει και εξακολουθεί να κατοικεί στην περιοχή, κατεβαίνοντας από τη Μητροπόλεως με ταξί και ζητώντας από τους οδηγούς να κάνουν αριστερά στη Βουλής, εκείνοι αναφωνούσαν «Πλάκα δεν μπαίνω» και άλλα τέτοια συναφή.
Η Πλάκα αποτελεί διαχρονικό τουριστικό μαγνήτη, όχι άδικα. Σκεφτείτε να βρίσκεστε σε μια άλλη πόλη, δεν θα επισκεφθείτε το πιο «γραφικό» κομμάτι της, δεν θα περάσετε από αυτό έστω και για μια βόλτα;
Παράλληλα, κατά τα δημοτικά τέλη που οφείλει να καταβάλει ένα από τα μπαρ της πολυσύχναστης Ηπίτου, φαίνεται ότι ο δρόμος υπάγεται στην περιοχή της Πλάκας. Και επειδή οι πόλεις ανήκουν στους κατοίκους τους, στις περισσότερες από αυτές τις συζητήσεις καταλήγουμε ότι τα όρια της πιο παλιάς συνοικίας για όσους την έχουν δίπλα τους καθημερινά είναι εκεί που η οδός Βουλής συναντά την οδό Απόλλωνος, κι ας διαφωνούν οι ηλεκτρονικοί χάρτες και οι δορυφόροι.
Ψωνίζουν οι Αθηναίοι στην Αδριανού;
Επί της Απόλλωνος έχουν βρει την έδρα τους μικρά brand κοσμημάτων, υπάρχει μια λάμψη στον δρόμο φτιαγμένη από ετερόκλητα πράγματα, από λεπτεπίλεπτα κολιέ αλλά και χρυσοποίκιλτα κεντήματα τα οποία κοσμούν τα άμφια που συναντάμε κατηφορίζοντας τον δρόμο.
Σε μια γωνία με neon αψίδες που τραβούν το βλέμμα στέκεται το September (Απόλλωνος 16 & Πατρώου 1) της Ελισάβετ Μαύρου, ένα μικροσκοπικό concept store με χαρούμενη διάθεση, γεμάτο ρούχα και αξεσουάρ με ιδιαίτερο χαρακτήρα, με τις πολύχρωμες και bold ιδέες Ελλήνων σχεδιαστών αλλά και με μερικά προϊόντα από γνωστές διεθνείς μάρκες. Πρόκειται για «μια πολύχρωμη νότα στο γκρίζο αστικό τοπίο, όπως ακριβώς είναι ο Σεπτέμβριος για το φθινόπωρο», κατά τη δημιουργό του.
Από τα πιο funky κοσμήματα και τις glossy τσάντες μέχρι ένα σετ όλο πούλια και τις συνεργασίες της Ελισάβετ με σημαντικά brands όπως τα Savapile και Lommer, εκεί ψωνίζουν τα αξεσουάρ τους πολλές Αθηναίες.
Απέναντί του, λίγα μόλις βήματα μακριά, το Third Place (Απόλλωνος 23Β) προφανώς παραπέμπει στο τρίτο κύμα του καφέ, αλλά με το όνομά του αναφέρεται και σε μια κοινωνιολογική ανάλυση που δημοσιεύθηκε το 1989 από τον Αμερικανό Ρέι Όλντενμπεργκ, σύμφωνα με την οποία μοιράζουμε τη ζωή τους μεταξύ τριών σημείων - του σπιτιού, του εργασιακού περιβάλλοντος και του μέρους όπου η απόλαυση μιας εποικοδομητικής συζήτησης με φίλους συνοδεία καφέ και καλής μουσικής ορίζουν τον τρίτο μας χώρο.
Με την έννοια του «τρίτου χώρου» λοιπόν να είναι ταυτισμένη με τα coffee shops, o Μιχάλης Τσουμάνης και η Κατερίνα Παπαποστόλου δημιούργησαν το δικό τους, ενώνοντας τις εικόνες από τα ταξίδια τους στο Μιλάνο, στο Άμστερνταμ, στο Βερολίνο, στη Σεούλ, στο Τόκιο. Δουλεύουν με specialty και single origin καφέδες από τους Έλληνες roasters Ofellia Coffees, ενώ προσφέρουν και πολύ νόστιμα vegan γλυκά.
Το αγαπημένο ελληνικό φαγητό της Hiroko Yoshida είναι τα ντολμαδάκια, μάλιστα, έχει γράψει βιβλίο για την ελληνική κουζίνα που κυκλοφόρησε στην Ιαπωνία. Ζει στην Ελλάδα τα τελευταία τριάντα χρόνια, ενώ τα τελευταία δεκαεπτά διατηρεί το μικροσκοπικό Soya Athens (Αγγέλου Βλάχου 4). Διαθέτει ποικιλία σε ιαπωνικό πράσινο τσάι -σε φακελάκια αλλά και εμφιαλωμένο, έτοιμο προς κατανάλωση- μαζί με αναψυκτικά σε φρουτώδεις γεύσεις. Βρίσκουμε επίσης διάφορα ρύζια και βιολογικά noodles, miso, tofu και natto, nori και βοηθητικά ρολά για τύλιγμα σούσι, σνακ σε πολύχρωμες συσκευασίες, κέικ taiyaki και κολλώδη mochi.
Όπως είναι λογικό, αυτή η μικρή γωνία της Ιαπωνίας στην Αθήνα εξυπηρετεί τους κατοίκους της πόλης που προσπαθούν να πετύχουν τη σούπα ράμεν σπίτι τους και όχι τόσο τους επισκέπτες της, το επιβεβαιώνει και η ιδιοκτήτριά της.
Υπάρχουν βέβαια και εκείνα τα μέρη που απευθύνονται τόσο σε τουρίστες που ψάχνουν πιο ψαγμένα memorabilia όσο και σε εμάς που συγκινούμαστε από ντιζαϊνάτα, έξυπνα μικροαντικείμενα.
Στην κεντρική και άκρως τουριστικά εμπορική Αδριανού, στο πρώτο σπίτι που έμεινε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στην Αθήνα, ο Φίλιππος Χούρι δημιούργησε το 2014 το Forget Me Not (Αδριανού 100), έχοντας κατά νου να κάνει τη δική του «επανάσταση» στον χώρο του ελληνικού design, θέλοντας να συστήσει τη νέα γενιά σχεδιαστών μέσα από φαινομενικά ασύνδετα μεταξύ τους προϊόντα και να επαναπροσδιορίσει τι πάει να πάει σουβενίρ. Στους δύο χώρους του καταστήματος συγκεντρώνονται μερικά από τα καλύτερα δείγματα δουλειάς από όλο το φάσμα του σύγχρονου ελληνικού design.
Στην παραπάνω γωνία, το Flâneur Souvenirs & Supplies (Φλέσσα 1) είναι ένα κατάστημα φτιαγμένο «για σύγχρονους περιηγητές», κατά την Κατερίνα και τον Γιάννη Χυτήρογλου. Εδώ βρίσκουμε σακίδια, καπέλα και άλλα ταξιδιωτικά αξεσουάρ, βιβλία, χάρτες και δίσκους indie ελληνικής μουσικής, καλαίσθητα ελληνικά σουβενίρ σχεδιασμένα από ταλαντούχους Έλληνες καλλιτέχνες και designers που μπορεί να βάλει ακόμα και ένας Αθηναίος σπίτι του.
«Τα σουβενίρ παραμένουν σχετικά με την ιδέα του flaneur, καθώς αποτελούν μια ανάμνηση από τις εμπειρίες και τις βόλτες στην Αθήνα. Όπως και τα βινύλια, αποτελούν μέρος της εξερεύνησης, αν θέλει κάποιος να δει τι παίζει τώρα, εμείς έχουμε να του προτείνουμε πράγματα που αρέσουν πρώτα σε εμάς. Θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, εδώ μέσα έχουμε συγκεντρώσει τον κόσμο μας, ό,τι θα κάναμε δώρο σε έναν φίλο μας», μου λέει ο Γιάννης Χυτήρογλου και η αλήθεια είναι πως, αν τον γνωρίσετε, θα καταλάβετε πως πράγματι το εννοεί, γι’ αυτό και το Flâneur Souvenirs & Supplies μπορεί να απευθυνθεί σε έναν κάτοικο της πόλης.
Στον πλακιώτικο πυρήνα για signature spritz, μπιροποικιλίες και μπακαλιάρο σκορδαλιά
Καλά και τα ψώνια, άψογος και ο καφές στο Third Place της Απόλλωνος, αλλά το θέμα που προκύπτει συνέχεια σε συζητήσεις είναι ότι στα μέρη εξόδου της περιοχής «δεν ακούς ελληνικά». Δεν πρόκειται για κάποια σοβινιστική σκέψη, είναι απλά ένα σχόλιο για το γεγονός ότι, επειδή τα μαγαζιά της περιοχής έχουν την πιο ζηλευτή τοποθεσία στην πόλη, δεν επενδύουν στο προϊόν τους, έχοντας τη σιγουριά πως ένα μεγάλο μέρος των τουριστών θα τα τιμήσει. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν σημεία ακόμα και στην core Πλάκα τα οποία οι Αθηναίοι θέλουν να επισκεφθούν.
Ένα από αυτά είναι το πασίγνωστο Γιασεμί (Μνησικλέους 23) που βγάζει μαξιλάρια και χαμηλά μικρά τραπέζια στα πιο πολυφωτογραφημένα σκαλοπάτια. Φτιάχνει κλασικό πρωινό με ζυμωτό ψωμί, βούτυρο και μαρμελάδα, ετοιμάζει καθημερινά χειροποίητες πίτες και έχει πολλές vegeterian επιλογές, έχει σπιτικό τουρσί λάχανο για να όσους θέλουν να συνοδεύσουν με έναν μικρό μεζέ τα signature spritz με τα δικά του φρουτώδη λικέρ.
Αν τα σκαλάκια σάς φαίνονται άβολα, εκτός από τα εσωτερικά του δωμάτια που είναι στολισμένα με πρασινάδες, βάζα με λουλούδια, φωτάκια και ρετρό έπιπλα, διαθέτει και ταράτσα, κάτι που ανακάλυψα ότι δεν γνωρίζουν πολλοί ντόπιοι για το μαγαζί, που είναι αντικειμενικά κουκλίστικο.
Σε ένα πιο ήσυχο σημείο της Πλάκας, ο Γλυκύς (Αγγέλου Γέροντα 2) έχει κρατήσει ίσως το πιο αυθεντικό σκηνικό παλιού παραδοσιακού καφενείου. Μπορείτε να ξεδιψάσετε με μια μπίρα εκεί, θα νομίζετε για λίγο ότι βρίσκεστε κάπου αλλού.
Με τα τραπέζια τους να απλώνονται αμφιθεατρικά έχοντας για θέα την Αρχαία Αγορά, οι Διόσκουροι (Διοσκούρων 13) λειτουργούν από το 1975, τουλάχιστον ως καφενείο, αφού το 1934 στεκόταν εκεί ένα καπηλειό. Ίσως είναι το σημείο της Πλάκας στο οποίο διαχρονικά συναντιούνται όλοι, τουρίστες και ντόπιοι, φοιτητές που μοιράζονται μια μπιροποικιλία και Αθηναίοι που νοσταλγούν τις Κυριακές τα μεσημέρια το πιο αδιαμφισβήτητα ωραίο κομμάτι της πόλης. Και οι πιο δύσπιστοι, αυτοί που αρνούνται κατηγορηματικά ότι η Πλάκα και τα μαγαζιά της τους απευθύνονται, έχουν κάτσει έστω μια φορά στη ζωή τους στους Διόσκουρους.
Πολύ δημοφιλές μεταξύ των Αθηναίων, το καλά κρυμμένο Βρυσάκι (Βρυσακίου 17) είναι κάτι παραπάνω από ένα όμορφο και cozy καφέ-μπαρ με αυλή και ταράτσα. Αποτελεί τον χώρο συνάντησης της Εταιρείας Πολιτισμού Σύνθεσης που είναι ανοιχτός και στο κοινό και διοργανώνει φωτογραφικές και ζωγραφικές εκθέσεις, βιβλιοαναγνώσεις, μπαζάρ, θεατρικά σεμινάρια και δωρεάν μαθήματα αλληλεγγύης με διάφορες θεματικές, από γαλλικά και αραβικά μέχρι το «Περπατώντας στην πόλη: Από τον νεοκλασικισμό στη μοντέρνα εποχή».
Από τις πολλές ταβέρνες της περιοχής, η υπόγεια ταβέρνα Σαΐτα (Κυδαθηναίων 21) στέκεται στο ίδιο σημείο από το ’60, ενώ πέρασε στα χέρια της οικογένειας Ζαχαροπούλου την επόμενη δεκαετία, με τα μέλη της την κρατάνε μέχρι σήμερα.
Η Φωτεινή Ζαχαροπούλου έχει να αφηγείται ότι εκεί γράφτηκε ο δίσκος «Η εκδίκηση της γυφτιάς» του Νίκου Ξυδάκη και του Μανώλη Ρασούλη που κυκλοφόρησε το 1978, πώς ο πατέρας της έδωσε ένα βράδυ τα κλειδιά της ταβέρνας στον Διονύση Σαββόπουλο για να κλειδώσει όταν εκείνος και η παρέα του αποφάσιζαν να φύγουν. Είναι μια ταβέρνα στην οποία θα συναντήσετε και Αθηναίους να γευματίζουν, να παραγγέλνουν μελιτζάνες φούρνου, αρνάκι λεμονάτο, μπακαλιάρο σκορδαλιά, που είναι η απόλυτη σπεσιαλιτέ του μαγαζιού.
Οι παρυφές της Πλάκας ανήκουν (και) στους Αθηναίους
Νέα και πολύ ωραία άφιξη είναι το Warehouse Assemblage (Πλ. Μητροπόλεως 8) εκεί που σε έναν πολυχώρο 540 τετραγωνικών μέτρων προσφέρεται ποιοτικός καφές και γλυκό, έχει στηθεί μια πλούσια οινική (και όχι μόνο) κάβα και ένα ντελικατέσεν, από τα τυριά και τα αλλαντικά του οποίου μπορείτε να φτιάξετε το δικό σας πλατό για να συνοδεύσετε το κρασί σας.
Προσφέροντας μια διαδραστική εμπειρία αγοράς και εστίασης, το καινούργιο Warehouse λειτουργεί ως retail, προσφέροντας υψηλής ποιότητας και premium προϊόντα, αλλά και ως wine bar αφού περιλαμβάνει dispensers προκειμένου να μπορείτε να δοκιμάσετε ή να καταναλώσετε επί τόπου σπάνια κρασιά, εκατοντάδες ετικέτες από όλο τον κόσμο. Οι καφέδες του είναι speciality και origin ψημένοι από τη Wisecup, τα γλυκά έχουν την υπογραφή του pastry chef Αλέξανδρου Κόνιαρη, ενώ στον χώρο θα βρείτε και προϊόντα της Loveramics, της οποίας είναι αποκλειστικοί αντιπρόσωποι.
Έπειτα είναι η Ηπίτου, ο μικρός πεζόδρομος που συμπεριλάβαμε στα όρια της Πλάκας, ακόμα και αν λέει άλλα το Google maps. Νομίζω είναι το μόνο σημείο το οποίο για εσάς που κατοικείτε στην πόλη δεν χρειάζεται πολλές συστάσεις: για κρασί από τον εγχώριο αμπελώνα θα καθίσετε στο Kiki de Grèce, για ποτό θα πάτε στο διπλανό (και σταθερά hip, από το 2012) Blue Bird, ενώ, αν ψάχνετε για βραβευμένα cocktails και πλούσια συλλογή αποσταγμάτων, το μαγαζί σας είναι το Ipitou the bar. Όπου και αν καθίσετε, τα μαγαζιά του δρόμου είναι τόσο κοντά το ένα στο άλλο που ειδικά το καλοκαίρι δημιουργείται μια ατμόσφαιρα λες και γιορτάζουν κάθε μέρα κάτι.
Εκεί λειτουργεί και το παντοπωλείο-καφέ Lacandona, το οποίο συνεργάζεται με δίκτυα αλληλέγγυου εμπορίου με σκοπό να στηρίξει μικρούς παραγωγούς και συνεταιρισμούς από την Ελλάδα και όλο τον κόσμο, φέρνοντας τα βιολογικά και παραδοσιακά προϊόντα τους.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.