Γιατί οι γυναίκες φοβούνται στο δρόμο;
Agnès Giard
Libération, Blog Les 400 culs, 06.01.2020
***
Στο δρόμο, οι άνδρες είναι αυτοί που δέχονται τις περισσότερες επιθέσεις. Ωστόσο, οι γυναίκες αισθάνονται πιο εκτεθειμένες στις επιθέσεις στους δημόσιους χώρους. Φοβούνται. Αλλά τι;
Μπορεί να φανεί παράλογο το γεγονός ότι οι γυναίκες φοβούνται περισσότερο από τους άνδρες να βγουν έξω στην πόλη, δεδομένου ότι είναι αρκετά πιο πιθανές οι (σωματικές) επιθέσεις κατά ανδρών παρά κατά γυναικών. Ο φόβος τους στερείται λογικής; Είναι ανόητος; Είναι στη φύση των γυναικών να φοβούνται; Τίποτα από όλα αυτά, φυσικά. 'Οσο παράδοξος κι αν είναι (φαινομενικά), ο φόβος αυτός έχει έναν λόγο ύπαρξης. Είναι συλλογικά κατασκευασμένος ως ένα γυναικείο χαρακτηριστικό. Με άλλα λόγια: μία γυναίκα, μια πραγματική γυναίκα, πρέπει να φοβάται, έτσι ώστε ο τρόπος με τον οποίο καταλαμβάνει τον δημόσιο χώρο να είναι διαφορετικός από αυτόν του άνδρα. Φοβούμενη, η γυναίκα πρέπει να αναπτύσσει στρατηγικές αποφυγής. Να φοράει κράνος στο κεφάλι. Να προσποιείται ότι μιλάει στο κινητό. Να χαμηλώνει το βλέμμα, να αποφεύγει τα σέξι ρούχα. Κάποιες φορές μάλιστα η γυναίκα πρέπει να εξαιρεί τον εαυτό της από ορισμένους χώρους. 'Οχι αυτόν τον δρόμο. 'Οχι αυτήν τη γειτονιά. 'Οχι αυτήν την ώρα. Και οι παραβάτισσες να προσέχουν, γρήγορα θα τις ανακαλέσουν στην τάξη : "Δώσε τον κώλο σου", "Το κάνεις;", "Καλή είσαι". Δέχονται εκφοβισμό. Πρέπει να φοβούνται. Και οι γονείς είναι οι πρώτοι που καλλιεργούν στις κόρες τους την αίσθηση ότι η παρουσία τους είναι "παράνομη" πέρα από κάποιες ώρες και σε κάποιες περιοχές. Το να υπερβαίνεις αυτά τα χωρικά όρια, σημαίνει ότι εκθέτεις τον εαυτό σου στον κίνδυνο της βίας.
Η κοινωνικο-έμφυλη διαίρεση του χώρου
Η κοινωνική δόμηση του φόβου βασίζεται σε αυτό που οι κοινωνιολόγοι ονομάζουν κοινωνικο-έμφυλη διαίρεση του χώρου. Θα πρέπει να αισθάνονται οι γυναίκες ότι μόλις και τους επιτρέπεται να συχνάζουν σε κάποια μέρη, ώστε η τάξη να βασιλεύει σε έναν ιστορικά συγκροτημένο κόσμο, στην αστική Δύση (και σε κάμποσους άλλους πολιτισμούς, ενίοτε και με τρόπο πολύ πιο αδυσώπητο) γύρω από τη διάκριση μεταξύ ανδρών και γυναικών. Ο άνδρας στην πόλη, η γυναίκα στο σπίτι. Το μοντέλο αυτής της κατανομής των καθηκόντων και των χώρων διαδώθηκε από ορισμένα παραμύθια ήδη από την πιο τρυφερή μας ηλικία. 'Ολοι ξέρουμε, για παράδειγμα, την Κοκκινοσκουφίτσα. Είναι η ιστορία ενός νεαρού κοριτσιού που πρέπει να διασχίσει μόνο του το δάσος. Και όπως αναμενόταν, συναντά τον λύκο. Σε ένα βιρτουόζικο άρθρο με τίτλο Η ιδιωτικότητα και ο λύκος (που δημοσιεύτηκε στη συλλογή Intimités en danger - Ιδιωτικότητες σε κίνδυνο), η συγγραφέας και μπλόγκερ Titiou Lecoq συνοψίζει το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας ως εξής: "έξω=κίνδυνος. Για τα νεαρά κορίτσια της εποχής του Perrault (η δική του έκδοση του παραμυθιού δημοσιεύθηκε το 1697), αυτό παρέπεμπε σε μια παλιά σύσταση. Δεν βγαίνεις από το σπίτι σου ατιμώρητα όταν είσαι μία νεαρή κοπέλα."
'Ηδη από το Μεσαίωνα, η γυναίκα θεωρείται "οικόσιτη".
"Στον Μεσαίωνα, η σχέση των γυναικών με τον δημόσιο χώρο ήταν ήδη καθορισμένη από περιορισμούς", υπενθυμίζει η Titiou Lecoq: ορισμένες βιβλικές φιγούρες χρησίμευαν εκείνη την εποχή ως ηθικοπλαστικά παραδείγματα. Αναφέρει την Ντίνα, την κόρη του Ιακώβ και της Λείας. "Μια μέρα, η Ντίνα βγήκε από το σπίτι της για να παρατηρήσει τον κόσμο. Αυτό που δεν καταλαβαίνει είναι ότι τη στιγμή που βγαίνει για να δει, εκτίθεται και η ίδια στα μάτια των άλλων. Ο γιος ενός βασιλιά την βλέπει και την ερωτεύεται τρελά. Την απαγάγει. Οι αδελφοί της Ντίνας παίρνουν τότε τα όπλα, λεηλατούν τη χώρα και σκοτώνουν όλους τους άνδρες. Μια σφαγή την οποία προκάλεσε η απερίσκεπτη περιέργεια της Ντίνας. Η ιστορικός Carla Casagrande αναπτύσσει επί μακρόν τη συγκεκριμένη σημασία της ιστορίας της Ντίνας για τις γυναίκες της εποχής στο πλαίσιο της Ιστορίας των γυναικών στη Δύση. "Η Ντίνα αναφέρεται συστηματικά στα κηρύγματα και τα εγχειρίδια που απευθύνονται στις γυναίκες, και υπάρχει εκεί για να υπενθυμίζει σε όλες πόσο επικίνδυνο είναι να βγουν από τα σπίτια και τα μοναστήρια".
Η συγκράτηση που απαιτείται για να βγείς στην πόλη
Μεταξύ αυτών των εγχειριδίων που απευθύνονται στις γυναίκες, υπάρχει και το Le Mesnagier de Paris (που συντάχθηκε κατά το τέλος του 1393), το οποίο παρέχει τις ακόλουθες συμβουλές: "Όταν πηγαίνετε στην πόλη [...], και καθώς περπατάτε, να έχετε το κεφάλι σας ίσιο, τα βλεφαρά σας εντελώς χαμηλωμένα και ακίνητα, κοιτάζοντας ευθεία μπροστά σας το έδαφος στα 8 μέτρα· αποφεύγετε να κοιτάζετε γύρω σας ή να σταματάτε το βλέμμα σας σε έναν άνδρα ή μια γυναίκα στα δεξιά ή στα αριστερά, να σηκώνετε το κεφάλι σας ή να αφήνετε το βλέμμα σας να περιπλανιέται άσκοπα". Όπως βλέπουμε, ήδη από τα τέλη του 14ου αιώνα, οι γυναίκες έπρεπε να "διασχίζουν" την πόλη. Το να περπατάς αμέριμνα ή το να κάνεις άσκοπες βόλτες έχει να κάνει με ανδρικές πράξεις. Οι γυναίκες πρέπει να προχωρούν με τον τρόπο των τανκς (τεθωρακισμένων, τυφλών και ευθύγραμμων), σαν να είναι ο δρόμος ναρκοθετημένος. Το θέμα δεν είναι τόσο να τις προστατεύσουμε όσο να τους εμφυσήσουμε τον φόβο μήπως "κακοχαρακτηριστούν". Η Titiou Lecoq εξηγεί: "Το να βγαίνεις από το σπίτι σήμαινε να δεις και να σε δουν με κακό μάτι, και για ένα νεαρό κορίτσι, αυτό ισοδυναμούσε στο να καταστεί αντικείμενο επιθυμίας, κι επομένως θήρευσης. Δεν μπορούσε να είναι ένα ουδέτερο, ελεύθερο άτομο στο δημόσιο χώρο. "
Η υπόθεση της δολοφονημένης "τζόγκερ".
Μπορεί να μας παραξενεύει το γεγονός ότι παρά τη χειραφέτησή τους, οι γυναίκες υποχρεούνται πάντα να φοβούνται τους δημόσιους χώρους και να τους θεωρούν τόπους ανασφάλειας. Πώς να κατανοήσουμε την διατήρηση αυτών των φόβων; Για την Titiou Lecoq, πρέπει να το εκλάβουμε ως αποτέλεσμα ενός ιδεολογικού σφυροκοπήματος. Παντού, λέει, οι γυναίκες δεν παύουν να ακούν ότι το "φυσικό τους περιβάλλον είναι το σπίτι". Το αποδεικνύει η επαναλαμβανόμενη αντιμετώπιση ορισμένων περιστατικών: η υπόθεση Daval, για παράδειγμα. "Μια νέα γυναίκα, η Alexia Daval, εξαφανίζεται. Ο σύζυγός της Jonathan βεβαιώνει ότι πήγε για τζόγκινγκ στις 27 Οκτωβρίου 2017 και δεν επέστρεψε ποτέ. [...] Το καμένο σώμα της νεαρής γυναίκας ανακαλύπτεται στις 30 Οκτωβρίου, κρυμμένο σε ένα δάσος κάτω από κλαδιά. Αμέσως, η συντριπτική πλειοψηφία του Τύπου καταπιάνεται με την αποκαλούμενη "δολοφονία της τζόγκερ". Το περιοδικό Paris Match αναρωτιέται αν είναι πολύ φρόνιμο για τις γυναίκες να συνεχίζουν να κάνουν τζόγκινγκ. Κάποιοι ιστότοποι καταρτίζουν λίστες με καλές συμβουλές προς χρήση των ασυνείδητων που θα ήθελαν να συνεχίσουν την τόσο επικίνδυνη δραστηριότητα του τζόγκινγκ (να προμηθεύονται ένα σπρέι δακρυγόνου, να έχουν μία σφυρίχτρα για να καλούν σε βοήθεια)."
Πιο επικίνδυνο είναι να είσαι σπίτι σου παρά έξω.
Η Alexia Daval είναι η μικρή Κοκκινοσκουφίτσα. "Γι 'αυτό και υπήρξε φυσικά το θύμα ενός μεγάλου κακού λύκου που συνάντησε στο δάσος", ειρωνεύεται η Titiou Lecoq, η οποία καταγγέλλει την επιβλαβή λογική των μήντια. Όχι μόνο ενισχύουν την άποψη ότι οι γυναίκες βρίσκονται έξω σε κίνδυνο, αλλά και την ιδέα -πολύ πιο επικίνδυνη- ότι πρέπει οι γυναίκες να φροντίζουν να αποφεύγουν τους μπελάδες. "Ας πάρουμε δύο γεγονότα: 1°) Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δέκα ετών, επτά γυναίκες σκοτώθηκαν καθώς έκαναν τζόκινγκ. 2°) Κάθε χρόνο, κατά μέσο όρο, 125 γυναίκες σκοτώνονται από τον σύντροφο ή τον πρώην σύντροφό τους." Παρότι οι δολοφονίες διαπράττονται συχνά από κάποιον του οικείου περιβάλλοντος, ο Τύπος υιοθετεί την ερμηνεία του κακού λύκου. Ωστόσο, αποδείχτηκε τελικά ότι ο σύζυγός της ήταν αυτός που σκότωσε την Alexia Daval. Ο ίδιος ομολόγησε στις 17 Ιουνίου 2019. "Ας σημειώσουμε ότι μετά από την ομολογία αυτή, το Paris Match δεν δημοσίευσε κάποιο άρθρο για να προειδοποιήσει τις νέες γυναίκες για τους κινδύνους του γάμου", αστειεύεται η μπλόγκερ. Κανένα δελτίο ειδήσεων δεν μίλησε για συζυγικές ανθρωποκτονίες για να διορθώσει λίγο την οπτική των πραγμάτων. Από την υπόθεση Daval, οι Γαλλίδες εισέπραξαν μόνο το φόβο για το τρέξιμο στο δάσος. Το μήνυμα παραμένει "έξω=κίνδυνος". Κάθε γυναίκα σπίτι της και τα πρόβατα καλά φυλαγμένα.
Agnès Giard
Μτφ. Σ.Σ.