Συνέντευξη
Susan George : "Ο Τραμπ δεν είναι δημοκράτης, σκοτίστηκε για το Σύνταγμα"
Catherine Calvet
Libération, 03.11.2020
Η επίτιμη πρόεδρος της Attac παρακολουθεί στενά τις εκλογές στην πατρίδα της, πάντα αντίθετη και με το ίδιο σθένος στις ακρότητες ενός νεοφιλελεύθερου συστήματος το οποίο ενσαρκώνει ο Ντόναλντ Τραμπ.
Η γαλλοαμερικανίδα πολιτολόγος και συγγραφέας Σούζαν Τζορτζ αγωνίζεται σε όλα τα μέτωπα ενάντια στις ανισότητες και τις αδικίες. Αφηγείται την πολιτική της διαδρομή σε ένα βιβλίο με συνεντεύξεις που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Seuil, Je chemine avec ... Susan George (Πορευόμενη με ... την Σούζαν Τζορτζ). Ο ακτιβισμός της γεννιέται το 1967 με το κίνημα κατά του πολέμου του Βιετνάμ, ενώ σπούδαζε φιλοσοφία στη Σορβόννη και παρακολουθούσε τα μαθήματα του Βλαντιμίρ Γιανκελεβίτς. 'Εκτοτε, δεν έπαψε να δραστηριοποιείται, και συχνά η στράτευσή της θα έχει ως αποτέλεσμα τη συγγραφή ενός βιβλίου. Κάθε φορά ρίχνεται με πάθος στη μελέτη θεμάτων που δεν κατέχει αναγκαστικά και τα οποία φαίνονται πολύ περίπλοκα στο ευρύ κοινό. Με αυτόν τον τρόπο, χωρίς να είναι εξειδικευμένη οικονομολόγος, φωτίζει και καθιστά προσιτό σε όλους το άδικο σύστημα του χρέους των φτωχών χωρών (Jusqu'au cou : enquête sur la dette du tiers monde - Μέχρι το λαιμό: έρευνα για το χρέος στον τρίτο κόσμο, La Découverte, 1988) ή της πείνας στον κόσμο (Comment meurt l'autre moitié du monde -Πως πεθαίνει το άλλο μισό του κόσμου,Robert Laffont, 1978).
Ιδρύτρια και πρόεδρος του Transnational Institute, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Greenpeace (1989-1993), είναι κυρίως γνωστή ως συνιδρύτρια της Attac (Ένωση για τη φορολογία των χρηματοοικονομικών συναλλαγών και για τη δράση των πολιτών) της οποίας είναι επίτιμος πρόεδρος. Αν και ζει στη Γαλλία εδώ και πολλά χρόνια, παρακολουθεί προσεκτικά την πολιτική επικαιρότητα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σήμερα που κρίνεται η προεδρική εκλογή, δίνει μια διαφωτιστική και ρεαλιστική ανάλυση.
Πώς βιώνετε τις αμερικανικές αυτές εκλογές;
Είναι σίγουρα οι πιο σημαντικές εκλογές της ζωής μου. Διαβάζω τον τύπο, ειδικά τη δημοσκόπηση που δημοσιεύεται καθημερινά από τους Financial Times. 'Εκλαψα από χαρά όταν εκλέχτηκε ο Μπαράκ Ομπάμα, από χαρά και υπερηφάνεια: ένας μαύρος μπορούσε να γίνει Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Αλλά σήμερα ανησυχώ πολύ. Ο Τραμπ δεν είναι καν ρεπουμπλικανός, είναι κάποιος που έχει γραμμένο το Σύνταγμα στα παλιά του τα παπούτσια, αναρωτιέμαι αν το έχει διαβάσει και ποτέ. Εξάλλου, έχει δηλώσει ότι "ως πρόεδρος" μπορούσε "να κάνει ό, τι ήθελε". Είναι κάποιος που εκμεταλλεύτηκε το Εκλεκτορικό Κολλέγιο, παρά το γεγονός ότι έχασε τη λαϊκή ψήφο το 2016.
Πώς εξηγείται ιστορικά αυτή η εκλογική παρεκτροπή;
Ορισμένα από τα μέλη της Συντακτικής Βουλής δεν εμπιστεύονταν πλήρως τον λαό και πίστευαν ότι η ψήφος του θα έπρεπε να ελέγχεται. Αλλά το πολιτικό πρόβλημα για τη Συνέλευση ήταν ότι ο αριθμός των εκπροσώπων ανά κράτος ήταν πολύ χαμηλότερος στο Νότο σε σύγκριση με τις πολιτείες του Βορρά. Επειδή υπολογίζονταν μόνο οι λευκοί ιδιοκτήτες. Ως μέτρο εξισορρόπησης, επινόησαν την "ρήτρα των τριών πέμπτων", για την οποία κανείς πια δεν μιλά, και είναι κρίμα: η ρήτρα αυτή όριζε ότι πέντε σκλάβοι αντιπροσωπεύουν τρεις ελεύθερους ανθρώπους. Αμέσως μετά διεξήχθησαν οι προεδρικές εκλογές του 1800, οι οποίες κατέδειξαν πολύ καλά τα αποτελέσματα αυτής της νέας ρύθμισης. Οι δύο υποψήφιοι ήταν ο Τζον Άνταμς, ένας πατέρας του έθνους από τη Μασαχουσέτη που δεν είχε ποτέ σκλάβους, και ο Τόμας Τζέφερσον από την Βιρτζίνια, ο οποίος είχε στην κατοχή του ως και 400 σκλάβους και κέρδισε τις εκλογές. Ο πληθυσμός ήταν σχετικά περιορισμένος στο Νότο, ο συμβιβασμός των τριών πέμπτων επέτρεπε στις δουλεμπορικές πολιτείες να εκπροσωπούνται σχεδόν ισότιμα με τα βόρεια κράτη, καθώς υπολογίζονταν τα τρία πέμπτα των σκλάβων στον πληθυσμό αυτών των κρατών για να οριστεί ο αριθμός των μεγάλων εκλέκτορων. Ήταν ο μόνος τρόπος για να δεχτεί ο Νότος να ενταχθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες. Γι 'αυτό και ο Νότος πάντα χρειαζόταν αυτό το σύστημα εκλογικού κολλεγίου. Πρέπει πάντα να θυμόμαστε αυτήν την αρχική ιστορία, έχει σοβαρές συνέπειες σήμερα. Αναλογικά με τον πληθυσμό του, ο Νότος έχει πάντα περισσότερους εκπροσώπους από τον Βορρά στο Κογκρέσο. Αυτό δίνει στην αμερικανική δεξιά ένα επιπλέον πλεονέκτημα.
Στο τελευταίο σας βιβλίο, ένα βιβλίο με συνεντεύξεις πολύ βιογραφικό αλλά και πολύ πολιτικό, αναφέρεστε σε έναν όψιμο ακτιβισμό;
Ναι, προέρχομαι από μία μάλλον αστική αμερικανική οικογένεια. Μεγάλωσα στο Akron, μια βιομηχανική πόλη στο Οχάιο, το Clermont-Ferrand των Ηνωμένων Πολιτειών. Ήθελα να έρθω και να σπουδάσω στη Γαλλία επειδή διψούσα για ανταλλαγές ιδεών και είχα την εντύπωση ότι η χώρα αυτή τις ευνούσε πολύ περισσότερο από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ως έφηβη, με μάγεψε η Γαλλία. Φυσικά ήμουν ενάντια στον Μακαρθισμό, πολιτικοποιήθηκα ουσιαστικά στο τέλος της δεκαετίας του 1960 με τον πόλεμο του Βιετνάμ. Είχα γράψει στον Νόαμ Τσόμσκι που με έφερε σε επαφή με το Paris American Committee to Stop War (Pacs). Καθώς δραστηριοποιήθηκα ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ, συνάντησα φυσικά ξενιτεμένους Αμερικανούς που είχαν την ίδια άποψη, αλλά και Γάλλους τροτσκιστές όπως ο Αλέν Κριβίν, που μου ζήτησαν να συμμετάσχω σε κινητοποιήσεις, να κάνω διαλέξεις.
Καταγγέλλετε εδώ και πολύ καιρό τον νεοφιλελευθερισμό τον οποίον ευαγγελίζεται ο Τραμπ, πώς εξηγείται η αποτυχία ενός εναλλακτικού μοντέλου;
Εξηγώ αυτό το σημείο στο βιβλίο μου La Pensée enchaînée (Η αλυσσωδεμένη σκέψη, εκδ. Fayard, 2007), που αναλύει πώς ο νεοφιλελευθερισμός επιβλήθηκε στις ιδέες και στο μυαλό των ανθρώπων, πώς η αριστερά απέτυχε να εμποδίσει τη γενίκευση αυτής της νεοφιλελεύθερης προπαγάνδας. Ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι και η αμερικανική δεξιά είχαν καταλάβει πολύ καλά πως για να έχεις την εξουσία, έπρεπε πρώτα να αλλάξεις τις ιδέες. Έχουν επενδύσει πολλά χρήματα στη διάδοση αυτών των δεξιών ιδεών. Ξεκίνησαν αμφισβητώντας τα πιο δημοφιλή talk-shows, τα οποία ήταν αρκετά μετριοπαθή, απαιτώντας να υπάρχει πάντα τουλάχιστον ένας δεξιός εκπρόσωπος. Και επωφελήθηκαν απ' αυτό για να τοποθετήσουν τους εκπροσώπους της δικής τους δεξιάς, μιας πολύ σκληρής δεξιάς. Στο τέλος κατάφεραν να έχουν φωνή παντού, από την πιο μικρή φυλλάδα ως την πιο φημισμένη έκδοση του Χάρβαρντ, και φυσικά στις μεγάλες εθνικές εφημερίδες.
Έτσι, ο Μίλτον Φρίντμαν ή ο Φρίντριχ Χάγιεκ δημιούργησαν τους Chicago Boys, την κατ 'εξοχήν νεοφιλελεύθερη σχολή. Τον Απρίλιο του 1947, ο Hayek ίδρυσε την Société du Mont-Pèlerin, μια διεθνή ένωση διανοουμένων που σκοπό είχε να προωθήσει τον φιλελευθερισμό. Ευτύχησαν ύστερα να τους ακολουθήσουν αρχηγοί κρατών όπως η Μάργκαρετ Θάτσερ ή ο Ρόναλντ Ρήγκαν. Τα δεξιά think tanks ήταν παντού, στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, στα πανεπιστήμια και στις επιχειρήσεις. Κατάφεραν να δημιουργήσουν υπο-τμήματα στα πανεπιστήμια που έφεραν για παράδειγμα τίτλους όπως "Οικονομία και Ελευθερία". Κατάφεραν να διαδώσουν την ιδεολογία αυτή απολύτως παντού. Και ο Τραμπ είναι κάπως η ενσάρκωση ή το αποτέλεσμα όλων αυτών των δεινών του νεοφιλελευθερισμού.
Είχατε προβλέψει τη νίκη του Τραμπ πριν από τέσσερα χρόνια; Και σήμερα;
Ναι, και μάλιστα έχω και μάρτυρες (γέλια). Αλλά αυτή τη φορά νομίζω ότι θα χάσει γυναικείες ψήφους ... Μετά τη βίαιη αυτή προεδρία, οι γυναίκες πρέπει να εγκαταλείψουν το στρατόπεδο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Είναι δύσκολο να προβλέψεις σήμερα οτιδήποτε στην Αμερική. Μεταξύ των πιο καθοριστικών σημείων είναι και το ζήτημα της χρηματοδότησης των εκλογικών εκστρατειών. Από το 2010, και την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου γνωστή ως "Citizens United", η οποία απελευθέρωσε τη χρηματοδότηση εκστρατειών προερχόμενη από ιδιωτικά συμφέροντα, το χρήμα κυριαρχεί στις εκστρατείες. Είναι δραματικό. Αλλά δεν μιλάμε αρκετά για τις μικρές συνεισφορές που δίνονται για την υποστήριξη υποψηφίων. Ο Τζο Μπάιντεν είναι ο πρωταθλητής των μικρο-δωρεών, ποτέ κανείς υποψήφιος δεν είχε λάβει τόσες. Όπως πολλοί, κάνω κι εγώ μικρο-δωρεές εδώ και έξι εβδομάδες, στον Μπάιντεν αλλά και στη Γερουσία. Οι γερουσιαστές με ρόλο-κλειδί πρέπει επίσης να χρηματοδοτηθούν, γιατί χωρίς τη Γερουσία ο Μπάιντεν θα έχει τα χέρια δεμένα. Δίνω για την εκστρατεία γερουσιαστών σε πολιτείες όπου δεν έχω πατήσει ποτέ το πόδι μου ... Για τον γερουσιαστή του Κολοράντο, της Αλάσκας, της Αριζόνας, της Νότιας Καρολίνας όπου ένας Μαύρος θα μπορούσε να κερδίσει, καθώς και για μια γυναίκα που θα μπορούσε να προηγηθεί κι αυτή στο Κεντάκι ... Πρέπει να προσπαθήσουμε να τους υποστηρίξουμε. Νομίζω ότι ο Μπάιντεν μπορεί να κερδίσει γιατί θα είναι πρόεδρος για μία μόνο θητεία, λόγω της ηλικίας του. Επιπλέον, έχοντας μόνο μία εντολή, αναγκάζεσαι να δράσεις γρήγορα, να λάβεις γρήγορα όλες τις σημαντικές αποφάσεις. Θα μπορούσε αυτό να κάνει τον Μπάιντεν τολμηρό.
Catherine Calvet
Μτφ. Σ.Σ.