Γιάννης Θεοδωρόπουλος
Hotel Splendid
Αναδρομική έκθεση φωτογραφίας στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων
(12 Μαΐου – 26 Ιουνίου 2022) σε επιμέλεια του Χριστόφορου Μαρίνου
Λεωνίδου & Μυλλέρου, Πλ. Αυδή
Ώρες λειτουργίας: Τρίτη - Σάββατο 11:00 - 19:00, Κυριακή 10:00 - 16:00,
Δευτέρα κλειστά - Η είσοδος για το κοινό είναι ελεύθερη
Αν εξαιρέσουμε τη σειρά με τα τροχόσπιτα, τα εσωτερικά θερμοκηπίων, τις κατασκευές στα περίχωρα της πόλης, τα αυτοπορτρέτα μου και τις βιντεοπερφόρμανς, που είναι έργα με κοινωνικό και αυτοσαρκαστικό συνήθως πρόσημο, έμμεσα συνυφασμένα με την υπόλοιπη δουλειά μου, θα έλεγα πως το κύριο πράγμα που βλέπω στα έργα μου, από την ατομική μου στην γκαλερί ΑΔ το 2002 με τα "εσωτερικά ρούχων" μέχρι την ατομική με τίτλο Ιερός Άνεμος στην γκαλερί Elika το 2017, είναι στο πώς κάτι που συνήθως περνάει απαρατήρητο, φωτογραφημένο μεταμορφώνεται σε κάτι άλλο, σε μια μικρή έκπληξη (όχι πάντα ευχάριστη), σε ένα μετα-τοπίο.
Όλα τα έργα μου προέρχονται από αντικείμενα και χώρους του οικογενειακού μου σπιτιού στην Πεύκη, όπου ζω τα τελευταία 52 χρόνια και γι’ αυτό ονομάζω αυτό που κάνω "βιωματική γλυπτική". Θα έλεγα ότι τα έργα μου αντανακλούν τον εσωτερικό μου κόσμο, σαν ένα ψυχογράφημα στο οποίο διυλίζονται, αλληλοκαθρεφτίζονται και αλληλοεπιδρούν τα βιώματά μου, τα αντικείμενα, οι οικογενειακές φωτογραφίες και οι χώροι του σπιτιού μου με το ψυχικό συνεχές μου, και ταυτόχρονα καταγράφουν ψηλαφιστά μια μικρή οικογενειακή ιστορία, η οποία ευελπιστώ ότι δεν αφορά μόνο την προσωπική μου ιστορία αλλά και ένα κομμάτι του συλλογικού βιώματος άλλων ανθρώπων του τόπου μου. Είναι μικρές εκπλήξεις που αναδύονται στο απογευματινό φως και μετά ξαναπέφτουν στην αφάνεια, στη μελαγχολία, στη λήθη.
Η φωτογραφία νιώθω ότι είναι μια αντανάκλαση του πραγματικού, ένα μοναδικό καθρέφτισμα μιας μοναδικής στιγμής φωτός που δεν θα ξαναεπαναληφθεί ποτέ. Είναι πιο κοντά στην ποίηση, όπου μέσα από μικρά φευγαλέα θραύσματα ξαναντικρύζουμε και ξαναδιαβάζουμε τον κόσμο πάλι από την αρχή και αυτό είναι ένα είδος εσωτερικής κάθαρσης, ώστε να συνεχίσουμε να ζούμε. Μοιάζει με την εισπνοή που παίρνεις μετά από μια παρατεταμένη άπνοια ή με τον χιονισμένο Παρνασσό.
Γιάννης Θεοδωρόπουλος
Η αναδρομικού χαρακτήρα έκθεση Hotel Splendid συγκεντρώνει 50 φωτογραφίες του Γιάννη Θεοδωρόπουλου από το 2002 μέχρι σήμερα. Το Hotel Splendid, όπως και το λεύκωμα Topheth (2018), αναφέρεται στην απώλεια και στην απουσία, στη βασανιστική αναζήτηση της συγκροτημένης υποκειμενικότητας. Ο φακός του Θεοδωρόπουλου είναι μαγικός: μεταμορφώνει καθημερινά αντικείμενα που συχνά περνούν απαρατήρητα, παράγοντας εικόνες "βιωματικής γλυπτικής".
Το Hotel Splendid είναι ένα παράθυρο απ’ όπου ατενίζουμε τον εσωτερικό κόσμο ενός φωτογράφου που θα μπορούσε να είναι γλύπτης και θα ήθελε να είναι κωμικός. Στις φωτογραφίες του Θεοδωρόπουλου συνυπάρχει το μεταφυσικό με το κωμικό, το βάρος με την ελαφρότητα, το ποιητικό με το αυτοσαρκαστικό. Αυτή η εκρηκτική συνύπαρξη, που συμβαίνει υπό την επιρροή του Κρόνου, του πλανήτη της μελαγχολίας, κρύβει απρόσμενες εκπλήξεις, όχι πάντοτε ευχάριστες.
Το σπίτι του Θεοδωρόπουλου στη Μαγκουφάνα -όπως ήταν γνωστή η περιοχή της Πεύκης- είναι ένα μουσείο προσωπικών αναμνήσεων και απατηλών συλλογικών ονείρων. Αυτό το σπίτι, απ’ όπου προέρχονται οι περισσότερες φωτογραφίες του, είναι μια κρύπτη, μια κρυψώνα, ένα εργαστήριο άβολων συναισθημάτων. Τα "μετατοπία" που προκύπτουν μέσα από την καταγραφή των αντικειμένων και των χώρων αυτού του σπιτιού αναδεικνύουν την πένθιμη γοητεία των κλινοσκεπασμάτων και των πτυχώσεων, τη γλυπτική διάσταση των πολυελαίων.
Για τον Θεοδωρόπουλο, η έκθεση Hotel Splendid είναι ένα ψυχογράφημα. "Είναι το σπίτι μου τα τελευταία 20 χρόνια" λέει ο καλλιτέχνης και διευκρινίζει: "Είναι ένα σπίτι που με φιλοξενούσε μέχρι και μεγάλη ηλικία, μέχρι 43 ετών ήμουν φιλοξενούμενος. Όχι ότι έφυγα ποτέ, απλώς οι άλλοι πέθαναν. Ήμουν φιλοξενούμενος σε ένα “ξενοδοχείο” που μου παρείχε ύπνο, φαγητό, πλύσιμο ρούχων και φροντίδα. Ταυτόχρονα όμως, στο splendid υπάρχει και το ειρωνικό κομμάτι, ότι για να σου παρέχονται όλα αυτά πληρώνεις ένα πολύ μεγάλο τίμημα. Το Hotel Splendid αντιπροσωπεύει την προσφορά που παίρνω από αυτό το σπίτι, αλλά και τι μου παίρνει αυτό το σπίτι. Μήπως αυτό το “ξενοδοχείο” σού παρέχει απλόχερα τα πάντα αλλά σου στερεί ένα κομμάτι της ελευθερίας και της ενόρμησής σου;"
Είναι προφανές ότι υπάρχει κάτι σκοτεινό σε αυτό το "θαυμάσιο ξενοδοχείο". Μπορεί να μην είναι τόσο τρομακτικό όσο το στοιχειωμένο ξενοδοχείο στη Λάμψη του Kubrick, όμως το Hotel Splendid αντανακλά μια σοβαρή παθολογία, που αφορά τη λειτουργία της οικογένειας στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες της νότιας Ευρώπης. Από αυτή την άποψη, κάθε ελληνικό σπίτι είναι κι ένα Hotel Splendid. "Είναι ένα ξενοδοχείο της Δύσης, ένα Δυτικό ξενοδοχείο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται" διευκρινίζει ο καλλιτέχνης. "Υπάρχει δηλαδή και ένα πολιτικό κομμάτι στη χρήση του τίτλου της έκθεσης. Παραπέμπει από το ειδικό στο γενικό: είναι το σπίτι μου, η πατρίδα μου, ο κόσμος. Έχει πάρα πολλούς συμβολισμούς."
Από το 2000 και μετά το σπίτι του Θεοδωρόπουλου άρχισε σταδιακά να παραπέμπει σε "εργοτάξιο". "Μέσα σε αυτό το “εργοτάξιο” χρησιμοποιώ όλα αυτά τα αντικείμενα για να παράξω τις φωτογραφίες μου. Υπάρχει το στοιχείο της εγκατάλειψης, της μη τακτοποίησης. Στο σπίτι μου παντού υπάρχουν τα πάντα. Και υπάρχει μια τάση σε μένα να βλέπω τα πράγματα. Αν κάτι είναι κρυμμένο σε ντουλάπι νιώθω ότι δεν υπάρχει. Σε αυτό το σπίτι έχω ζήσει ακραίες ψυχολογικές καταστάσεις. Κάνοντας βόλτες εκεί μέσα, πολλές φορές νιώθω ότι είμαι ένας φλανέρ. Ένας φλανέρ στο ίδιο μου το σπίτι. Και αυτός ο φλανέρ συχνά βλέπει τα αντικείμενα και το σπίτι το ίδιο ως κάτι ανοίκειο. Είναι κάτι πολύ οικείο και ταυτόχρονα ανοίκειο, γιατί στην ουσία αυτό το σπίτι δεν είναι δικό μου – το κληρονόμησα, δεν το αγόρασα."
Ο Θεοδωρόπουλος ανακαλύπτει στους χώρους του σπιτιού του τοπία του εξωτερικού κόσμου. Την τελευταία διετία πολλές φωτογραφίες του προκύπτουν από ένα λευκό τραπέζι. "Είναι μια στροφή στη δουλειά μου αυτό, όπως και η δουλειά με το χιόνι. Γιατί φεύγω πια από τα αντικείμενα του “εργοταξίου”, που είναι παντού, ή τα εσωτερικά ρούχων όπου στην ουσία προσπαθώ να κρυφτώ ή από τα θερμοκήπια, τα οποία είναι μήτρες, ένας θόλος προστασίας -συμβολικά και κυριολεκτικά- και παραπέμπουν στο ιερό, στην εκκλησία και στον ναό. Τα θερμοκήπια είναι προάγγελος μιας προσωπικής ψυχολογικής κατάστασης που εκφράστηκε με τα εσωτερικά ρούχων."
Οι φωτογραφίες με το χιόνι διαδέχονται τον Ιερό άνεμο (από το ιαπωνικό kamikaze), όπως είχε ονομάσει ο καλλιτέχνης την ατομική του στη γκαλερί Elika. "Και τα δύο -το χιόνι και ο ιερός άνεμος- σκεπάζουν. Ο ιερός άνεμος φύσηξε και ο κινεζικός στόλος καταστράφηκε. Ο ιερός άνεμος προστατεύει τα αντικείμενα, αλλά προστατεύοντάς τα τα παραδίδει στη λήθη. Δεν είναι τυχαίο ότι όταν φεύγουμε από ένα σπίτι συνηθίζουμε να σκεπάζουμε τα αντικείμενα και τα έπιπλα. Προσωπικά αυτό με παραπέμπει στον θάνατο, στον Λάζαρο ή στον τυλιγμένο νεκρό. Και επανερχόμαστε έτσι πάλι στο Hotel Splendid, στην οικογένεια και στην προστασία. Το χιόνι, για μένα, σημαίνει μεταμόρφωση. Η μεταμόρφωση του τοπίου θεωρώ πως είναι σημαντικό κομμάτι στη δουλειά μου και γενικά στην τέχνη. Στο πώς θα μεταμορφώσουμε το κοινότυπο, στο πώς θα ξαναϊδωθεί η πραγματικότητα με ένα άλλο μάτι. Αυτός πολλές φορές είναι και ο σκοπός της πνευματικής αναζήτησης, δηλαδή να ξαναδούμε τον ίδιο κόσμο αλλιώς. Το χιόνι λοιπόν μεταμορφώνει και σκεπάζει, πάλι έχουμε λήθη, μεταμόρφωση και λήθη. Επίσης, το χιόνι έχει και τη σημασία της προσωρινότητας. Το χιονισμένο κράνος τροχονόμου είναι η αμφίθυμη σχέση που έχω με την εξουσία και τον πατέρα. Δεν είναι ένα αντικείμενο βιωματικής γλυπτικής, γιατί έχει έρθει απ’ έξω. Δεν είναι ένα βιωμένο αντικείμενο που έφερα στο “εργοτάξιο” για να το στήσω και να το φωτογραφίσω. Αλλά, από την άλλη, ψυχολογικά και πολιτικά, αυτό το κράνος είναι βιωμένο: αντιπροσωπεύει την παιδική ηλικία και τα 60s."
Με διαβάσματα στην ψυχολογία, την ψυχανάλυση, τον μυστικισμό, τη θρησκειολογία και τη φιλοσοφία, ο Θεοδωρόπουλος λαμβάνει πάντα σοβαρά υπόψη του τον ρόλο του ασυνείδητου, το οποίο θεωρεί ταυτισμένο με την τέχνη. Ο καλλιτέχνης φαίνεται να γνωρίζει καλά ότι τα αντικείμενα είναι συχνά πιο αινιγματικά από τις ιστορίες. Έτσι, μέσα σε μια χούφτα σκόνη μπορεί να μας δείξει τον φόβο, για να θυμηθούμε τον δημοφιλή στίχο από την Έρημη χώρα του T.S. Eliot. Αντίστοιχα, φωτογραφίζοντας ένα κομμάτι φέτας μάς φανερώνει την υπερβατική γαλήνη μιας νεκρής φύσης και την αινιγματική σιωπή των αντικειμένων, ενώ σε ένα σύνολο φαρμάκων, ομοιοπαθητικών και χημικών, μας αποκαλύπτει τους πιστούς "συντρόφους" του.
Το έργο του Γιάννη Θεοδωρόπουλου εμπεριέχει τη διαπίστωση του Hölderlin στο ποίημα Πάτμος ("Εκεί όμως που υπάρχει κίνδυνος αυξάνονται κι οι πιθανότητες σωτηρίας") και την απάντηση, τρόπον τινά, του Kafka, στα Μπλε τετράδια ("Κρυψώνες υπάρχουν πολλές, σωτηρία μόνο μία, δυνατότητες σωτηρίας όμως τόσο πολλές όσο και οι κρυψώνες"). Οι φωτογραφίες που περιλαμβάνονται στο Hotel Splendid είναι κρυψώνες τόσο για τον ίδιο τον καλλιτέχνη όσο και για τους θεατές που είναι έτοιμοι να συλλάβουν την ιδιαιτερότητα αυτών των εικόνων.
"Η φωτογραφία", καταλήγει ο Θεοδωρόπουλος, "είναι μια αντανάκλαση του πραγματικού, ένα μοναδικό καθρέφτισμα μιας μοναδικής στιγμής φωτός που δεν θα επαναληφθεί ποτέ. Είναι πιο κοντά στην ποίηση, όπου μέσα από μικρά φευγαλέα θραύσματα ξαναντικρίζουμε και ξαναδιαβάζουμε τον κόσμο πάλι από την αρχή, και αυτό είναι ένα είδος εσωτερικής κάθαρσης ώστε να συνεχίσουμε να ζούμε. Μοιάζει με την εισπνοή που παίρνεις μετά από μια παρατεταμένη άπνοια ή με τον χιονισμένο Παρνασσό."
Χριστόφορος Μαρίνος
Ιστορικός τέχνης - Επιμελητής εκθέσεων και δράσεων ΟΠΑΝΔΑ
Ο Γιάννης Θεοδωρόπουλος γεννήθηκε το 1962 στην Αθήνα, όπου ζει και εργάζεται. Σπούδασε φωτογραφία στη σχολή Focus (1988-1990) και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο τμήμα Fine Arts του Goldsmiths College (1998-99). Το 1993 πραγματοποίησε την πρώτη ατομική του έκθεση στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων, στην αίθουσα Τσίλλερ. Από το 1999 μέχρι το 2014 συνεργάστηκε με την γκαλερί ΑΔ κάνοντας τέσσερις ατομικές εκθέσεις (1999, 2002, 2011 και 2014). Το 2008 πραγματοποίησε ατομική έκθεση στο παλαιοπωλείο Μαρτίνος, σε επιμέλεια της Χριστίνας Πετρηνού. Το 2012, με τον Νίκο Παπαδημητρίου, είχαν διπλή ατομική έκθεση με τον τίτλο New Golden Era στην γκαλερί Tint στη Θεσσαλονίκη, και το 2015, στο πλαίσιο του The Symptom Projects, πραγματοποίησε ατομική έκθεση στο Μουσείο Εύας και Άγγελου Σικελιανού με τον τίτλο Τα στοιχεία που αδρανούν, σε επιμέλεια του Κώστα Χριστόπουλου. Το 2017 είχε ατομική έκθεση με τίτλο Iερός Ανεμος στην γκαλερί Elika, στην Αθήνα. Tο 2018, στην ίδια γκαλερί, παρουσίασε το βιβλίο του Tophet, σε επιμέλεια Χριστόφορου Μαρίνου και σε σχεδιασμό του Studio Lialios Vazoura. Έχει συμμετάσχει σε πολλές ομαδικές εκθέσεις και πρότζεκτ στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.