Η Γέφυρα Μοράντι (Ponte Morandi) στη Γένοβα ήταν οδογέφυρα στον αυτοκινητόδρομο Α10 της Ιταλίας πάνω από το ρέμα Πολτσεβέρα. Η γέφυρα χτίστηκε το 1967 παίρνοντας το όνομά της από τον σχεδιαστή Ρικάρντο Μοράντι. Εν μέσω ισχυρής καταιγίδας, ένα τμήμα της κατέρρευσε στις 14 Αυγούστου 2018, σκοτώνοντας 43 άτομα. Για την κακή συντήρηση της γέφυρας θεωρήθηκε υπεύθυνη η ιδιωτική εταιρεία Autostrade per l'Italia, ιδιοκτησίας οικογένειας Benetton. Τον Ιούνιο του 2019, η γέφυρα κατεδαφίστηκε και η ανακατασκευή της ανατέθηκε στον διάσημο ιταλό -και γενοβέζο- αρχιτέκτονα Ρέντσο Πιάνο (έργα του οποίου είναι μεταξύ άλλων το μουσείο του Beaubourg στο Παρίσι και το Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος). Σχετικά με τη γέφυρα που θα είναι έτοιμη στις 29 Ιουλίου, Ο Ρέντσο Πιάνο έχει δηλώσει πως εμπνεύστηκε από τα κύτη των πλοίων.
Renzo Piano: "Δεν θα ξεχάσω τους χίλιους που εργάστηκαν στη γέφυρά μου"
Francesco Merlo
La Repubblica, 08.07.2020
"Τη χτίσαμε σε χρόνο ρεκόρ: μέσα σε μόλις ένα χρόνο", λέει ο μεγάλος αρχιτέκτονας. "Ωστόσο, σεβαστήκαμε όλους τους κανόνες και αυτό το εργοτάξιο δεν θα το ξεχάσω ποτέ".
*
Κάτω από τη γέφυρα δεν υπάρχει θάλασσα, αλλά ο Renzo Piano έφερε εδώ από τη θάλασσα το φως. Και μερικές φορές, στις έξι το βράδυ, έρχεται και το περιμένει: "Η Γένοβα έχει τη θάλασσα νότια και επομένως, όταν τελειώνει η μέρα και δεν έχει αρχήσει η νύχτα, το φως αναπηδά στο νερό και φτάνει μέχρι εδώ. Οι πυλώνες από μπετόν δεν είναι τετράγωνοι αλλά ελλειπτικοί με καμπυλωτές απολήξεις, και ως εκ τούτου το πέρασμα από το φως στη σκιά ακολουθεί γλυκά την καμπύλη. Είναι ένα φωτεινό χάδι, ένα φλερτ στο οποίο συμμετέχει ο άνεμος επειδή ο χάλυβας του τελευταίου κύτους έχει ακανόνιστο τελείωμα, οι άκρες έχουν ξέφτια όπως τα φτερά ενός πουλιού. Και όχι λόγω αισθητικής παρόρμησης. Έτσι αποτρέπεται ο θόρυβος, διατηρείται η ενέργεια, μαλακώνει ο άνεμος, και η γέφυρα αφήνεται και πάλι στο χάδι, προσαρμόζεται σε αναταράξεις και αποτελεί συγχρόνως και ένα ακουστικό φαινόμενο. Είχαμε μία ανάλογη εμπειρία με τη μεγάλη γέφυρα Ushibuka στην Ιαπωνία, μήκους περίπου 900 μέτρων, που συνδέει τρία νησιά που είχαν πληγεί από πολύ ισχυρούς τυφώνες".
Είναι πραγματικά όμορφη, φαίνεται σαν να μικραίνει και να σβήνει σιγά σιγά. Αλλά είναι επίσης όμορφη γιατί στο τρελάδικο της Ιταλίας έχει γίνει το σύμβολο της εξαντλημένης χώρας που μπόρεσε και το έκανε. Γιατί?
Γιατί στο μεταξύ, αυτό ήταν το μέρος όπου είχαμε χαθεί. Και τώρα είναι ο χώρος όπου ξαναβρισκόμαστε.
Το να βλέπεις τον Renzo Piano να κοιτάει τη γέφυρα, είναι από μόνο του ένα θέαμα. Τον έχω δει να κοιτάει επίσης το Beaubourg το οποίο, αν και με διαφορετικούς τρόπους, μοιάζει επίσης με πλοίο. Είναι τα χρωματιστά κοντέινερ στα φορτηγά πλοία που, "από τότε που ήμουν παιδί, περνούσαν μπροστά μου προχωρώντας προς το λιμάνι". Εδώ βρίσκεται "η ιδέα για τα 18 κύτη πλοίων που κάνουν να αιωρούνται 19 πυλώνες από μπετόν. Η ελαφρότητα του τσιμέντου: μοιάζει με οξύμορρο." Σε ύψος 50 μέτρων, αγγίζουμε κιόλας τον ουρανό: "Είναι η Γένοβα του σιδήρου και του αέρα, όπως υπάρχει στην αρχή ενός αριστουργηματικού ποιήματος του Giorgio Caproni ". Ο Piano το ανακάλυψε ξανά και όχι μόνο επειδή τον αφορά: "Τα παιδιά του Caproni, Attilio και Silvana, μου έγραψαν μια πολύ ωραία επιστολή." Ας το παραδεχτούμε, το θυμούνται μόνο λίγοι Γενοβέζοι και ειδικοί: Η Γένοβα της ζωής μου όλης. Η άπειρη λιτανεία μου. Ωστόσο, μαζί με τους Montale και Ungaretti, ο Caproni είναι ένας από τους σπουδαίους ποιητές του εικοστού αιώνα. Για την Γένοβα, της οποίας ήταν επίτιμος πολίτης, είπε: "Την ονειρεύομαι τη νύχτα, την αναπνέω τη μέρα. Για να το πω στα γαλλικά, je suis malade de Gênes".
Λέει ο Piano: "Το βράδυ και το φως της Γένοβας ήταν το εργαστήριο της ποίησής του, όπως και τα υλικά της αρχιτεκτονικής μου. Μεταξύ των ποιητών και των κατασκευαστών υπάρχει μια ανταγωνιστική περιέργεια, ένα είδος φιλικής αμοιβαίας ζήλιας". Ρώτησα τον Attilio Caproni και μου είπε ότι "το 1944, όταν έφτασε ο μπαμπάς, η Γένοβα ήταν ένα σενάριο καταστροφής. Ακριβώς μέσα από τα ερείπια, η γλώσσα του μπαμπά έγινε ίδια με του Piano: το λιμάνι, το νερό, το ταξίδι, η κατασκευή και η ελαφρότητα του δυσβάστακτου του Italo Calvino. Είναι ο κώδικας μιας πόλης που ίσως είναι και πάλι ενεργή, ίσως ξαναβρίσκει τους θεούς της".
Είναι η γέφυρα που έχει εγκαινιαστεί περισσότερο στον κόσμο. Και όλοι θέλουν να την οικειοποιηθούν, με μια εμφανή και περίσσεια ρητορική, με μια μανία μερικές φορές ανορθόγραφη. Είναι γνωστό πόσο πονηρές είναι οι τελετές που ευτελίζουν πάντα τις γιορτές.
Δεν πρόκειται για γιορτή. Η δυστυχισμένη πόλη της 14ης Αυγούστου 2018 έχει σηκώσει το κεφάλι της, αλλά το χαμόγελο για την ολοκληρωμένη δουλειά, που σωστά είναι μεταδοτικό, σβήνει κάθε φορά στα χείλη. Εδώ είμαστε κοσμικοί, αλλά η διάσημη φράση του Πάπα Giovanni είναι ωραία: "όταν ένα χαμόγελο ξεπροβάλλει μέσα από δάκρυα, ο ουρανός ανοίγει διάπλατα". Και για την φράση αυτή τον έκαναν άγιο.
Υπάρχει η πολιτική όπως και η ρητορική, αλλά χωρίς να δικαιολογούμε κανέναν, μήπως είναι κατανοητή και κάποια αδεξιότητα;
Ας πούμε, για να πάρουμε ένα παράδειγμα, ότι τα τρίχρωμα λάβαρα δεν με συγκινούν. Αλλά αυτές τις μέρες είναι ωραίο να βλέπουμε ότι η ενέργεια της χώρας συγκεντρώνεται στη γέφυρα, ακόμη και με τις αδεξιότητές της. Υπάρχει η γεύση ενός πρώτου όμορφου πράγματος μετά από τόση τραγωδία, μιας ανταμοιβής. Και υπάρχει και η έννοια ενός διδάγματος: οι γέφυρες δεν μπορούν και δεν πρέπει να καταρρέουν. Και αυτή εδώ είναι ήδη μέρος της κοιλάδας, θα είναι συνάμα τοπίο και ζωή, δεν θα μιλάει για μάς που την φτιάξαμε, αλλά για όσους την περάσουν και για όσους θα διαβούν από κάτω. Νιώθω ήδη την αγάπη και την φροντίδα από τα μελλοντικά βλέμματα.
Οι Ιταλοί ξέρουν να ξεχωρίζουν.
Φυσικά, εδώ ήρθε ο πιο άδικος θάνατος, ο πιο φρικτός θάνατος. Είπαμε αμέσως, στην πρώτη συνέντευξη μετά την τραγωδία, ότι μαζί με την γέφυρα θα κατέρρεε ακόμη και το πνεύμα συλλογικότητάς μας. Όταν μια γέφυρα καταρρέει, γίνονται χειρότεροι και οι άνθρωποι. Και ακόμη και η κατάρρευση έφερε στη συνέχεια κάποια ρητορική, αλλά ο πόνος ήταν αληθινός και ήταν συλλογικός. Μπροστά σε όλους υπήρχε η δύναμη του βουβού πόνου: οι συγγενείς των θυμάτων έδωσαν και δίνουν ένα μεγάλο μάθημα ύφους θα ήθελα να πω, αλλά πρέπει επίσης κι εγώ να υπερασπιστώ τον εαυτό μου από τη ρητορική. Έμειναν με το κεφάλι ψηλά ακόμα και στην τραγωδία. Σήμερα η γέφυρα τα συγκρατεί όλα αυτά μαζί, ενώνει τους χωρισμένους και μεταφορικά επίσης μειώνει τις αποστάσεις, μέσα στην απλότητά της.
Χρειάζονται καταστροφές για να ξαναβρούμε τις δεξιότητες και την αγάπη;
Δεν είναι μόνο οι κατασκευές, αλλά και η σχέση μεταξύ καταστροφών και εργοταξίων που μελετάται εδώ και πολύ καιρό. Το Λονδίνο έγινε σύγχρονο μετά τη φωτιά του 1666 και από τη Μεγάλη Πυρκαγιά του Σικάγο το 1871 γεννήθηκε η μοντέρνα αρχιτεκτονική: ο ουρανοξύστης. Εγώ, που πειραματίστηκα στο Βερολίνο με αυτούς, λέω απλώς το εξής: ότι για το σχεδιασμό και την κατασκευή χρειάζονται αισιοδοξία και δεξιότητες, που είναι τα διαφορετικά είδη του ίδιου στοιχείου: γεωλόγοι, τοπογράφοι, μπετατζήδες, χειριστές εκσκαφέων, οδηγοί γερανών, υπεύθυνοι σήμανσης, κτίστες, ξυλουργοί, σιδηρουργοί, συγκολλητές, ηλεκτρολόγοι, υδραυλικοί, χειριστές ντρόν, εφαρμοστές, αμμοβολιστές, συναρμολογητές σκαλωσιών, ζωγράφοι, χαλυβουργοί, σχεδιαστές, πυροσβέστες, εργαζόμενοι στην κατεδάφιση, γομωτές, ανειδίκευτοι εργάτες, μηχανικοί, αρχιτέκτονες ... Τριάντα έξι ειδικότητες συνολικά, και κάθε φορά που στο μυαλό μου όλα δεν τραγουδούν μαζί, η λίστα ακούγεται σαν το Lo guarracino του Roberto Murolo, με τα διαφορετικά είδη του ίδιου στοιχείου: "purpe, secce e calamare, pisce spate e stelle de mare, pisce palumme e pisce martielle, voccadoro e cecenielle, capochiuve e guarracine, cannolicchie, ostreche e ancine, vongole, cocciole e patelle, sarache, dientece ed achiate, scurme, tunne e alletterate, pisce palumme e pescatrice..."
Συνειδητοποιώ ότι όταν κοιτάμε ψηλά δεν βλέπουμε την ίδια γέφυρα.
Την κοιτάω και μέσα από το θαύμα του "κοίτα, το έκανα", βλέπω τα αποτυπώματα των χεριών εκείνων που δούλεψαν σε αυτό το έργο, σε ένα σημείο βλέπω τον χειριστή του γερανού που έβαλε τα τρία μεγαλύτερα ανοίγματα, τα οποία έχουν μήκος εκατό μέτρα και ζυγίζουν 1600 τόνους το καθένα και προέρχονται από τα ναυπηγεία της Νάπολης, και τα άλλα μήκους 50 μέτρων που ζυγίζουν 600 τόνους το καθένα ... Νομίζω ότι συμβαίνει σε όλους εκείνους που εργάζονται με τα χέρια τους: φαντάζομαι ότι η κεντήστρια που αγγίζει με τα δάχτυλά σας τον καμβά που έχει κεντήσει, ανακαλύπτει τη δική της μυωπία στο πόντο που έφυγε. Βλέπω επίσης τα έργα που έχουμε σχεδιάσει και απορρίψει. Και βλέπω πάντα την άλλη γέφυρα, αυτή που κατέρρευσε, τη γέφυρα του Riccardo Morandi, την οποία, όπως και όλοι οι Γενοβέζοι, αγάπησα πολύ.
Την κοιτάς όπως κοιτούσε ο Nick Molise, ο πατέρας οικοδόμος του John Fante τα τούβλα και τις πέτρες που είχε σμιλέψει. Στους τοίχους που είχε υψώσει έβλεπε την προσπάθειά του και τους αγαπούσε περισσότερο από τον ιδιοκτήτη του σπιτιού.
Όπως και με τον πατέρα του John Fante, βλέπω την ίδια επιθυμία για ανταμοιβή που γι' αυτόν ήταν κοινωνική, ή "ταξική", όπως λέγαμε κάποτε. Πάντα, η επιθυμία για ανταμοιβή είναι μέρος της αισιοδοξίας, και εν μέρει την τρέφει. Σε αυτήν τη θέληση, που ήταν κινητήρια δύναμη για όλους, το λέω χωρίς ρητορική, οφείλουμε την ταχύτητα, την αίσθηση του επείγοντος. Όλοι δούλεψαν με τη δύναμη και την επιμονή του ανέμου που φυσάει πάντα σε αυτήν την κοιλάδα. Για να εξοικονομήσουμε χρόνο δημιουργήσαμε δύο παράλληλα εργοτάξια: ένα για το οικοδομικό μέρος, και το άλλο για τον χάλυβα, για το κύτος της γέφυρας· για τη μεταφορά υπήρχαν φορτηγίδες, πλοία, ακόμη και γιγαντιαίοι γερανοί, οι συγκολλητές, οι ελεγκτές. Ήταν σαν να χτίζεις έναν καθεδρικό ναό, ένα μεγάλο χορωδιακό opus, μία επική όπερα. Κατά την κατασκευή αυτής της γέφυρας, εξάλλου, η αλληλεγγύη των οικοδόμων μας ήταν ακόμη πιο ισχυρή απ' ό, τι βλέπουμε συνήθως. Έχουμε εργαστεί χίλιοι εδώ. Είχα μεγαλύτερα εργοτάξια, αλλά δεν θα ξεχάσω αυτούς τους χίλιους.
Oι χίλιοι της γέφυρας είναι όσοι και οι άντρες του Γκαριμπάλντι.
Ας μην κοροϊδευόμαστε, αυτοί έκαναν την Ιταλία. Είναι αλήθεια ότι ξεκίνησαν από εδώ και ότι η Γένοβα αντλεί, όπως από ένα χρηματοκιβώτιο, την αρχοντιά και τη δύναμή της όχι μόνο από την αναρχική διαμαρτυρία αλλά και κι από τον κώδικα χαρακτήρων όπως ο Mazzini και ο Garibaldi.
Ίσως η Γένοβα για την Ιταλία σήμερα να μην είναι πλέον "μία ιδέα όπως οποιαδήποτε άλλη". Ίσως στην ταχύτητα με την οποία κατασκευάστηκε η γέφυρα, στράφηκε και η ιταλική αγανάκτηση, η οποία ξεκίνησε από εδώ, από τον γκρεμό του Quarto. Ταχύτητα ή βιασύνη;
Η ταχύτητά μας δεν ήταν ποτέ βεβιασμένη. Και ούτε δουλέψαμε "alla garibaldina", με τον τρόπο της ορμητικότητας, της ατσαλωσύνης, και, όπως λένε, της μανίας που αποδίδεται στον καημένο τον Garibaldi. Κάναμε τη γέφυρα σε ένα χρόνο, είναι αλήθεια, και για να φτιαχτεί μία γέφυρα χρειάζονται συνήθως τρία. Αλλά σεβαστήκαμε όλους τους κανόνες, έχουμε κάνει όλους τους ελέγχους. Αυτή είναι η γέφυρα των σεβαστών κανόνων.
Ωστόσο, υπάρχουν κι εκείνοι που τη θεωρούν σύμβολο της γρήγορης λήψης αποφάσεων, της απλοποίησής τους κόντρα στον κώδικα δημοσίων συμβάσεων και στην περίφημη γραφειοκρατία.
Αυτή η ρωμαλέα ιδέα κρύβει ένα σύμπλεγμα κατωτερότητας. Οι χώρες όπου έχω χτίσει καλύτερα είναι αυτές που προβλέπουν και απαιτούν κανόνες, νόρμες, διαφανή μέτρα. Είμαστε η απόδειξη ότι στην Ιταλία μπορεί κανείς να εργαστεί, να χτίσει σπουδαία έργα χωρίς να βασίζεται σε τυχοδιώκτες. Η γραφειοκρατία, όταν δεν εκφυλίζεται σε μία άρνηση της ευθύνης και μέσα σε ένα λαβύρινθο κακών ανυπόγραφων πράξεων, είναι δημοκρατία. Όταν δεν υπάρχει, αντικαθίσταται από τον υπόκοσμο.
Για να γίνουν σπουδαία έργα, επομένως, δεν απαιτείται κάποιος "κατασκευαστής δικτάτορας", όπως το ήθελε ο Marcello Piacentini.
Αντίθετα. Στην αρχιτεκτονική, τα καλύτερα έχουν γίνει με σεβασμό στους κανόνες και τον προϋπολογισμό, από τη Λαυρεντιανή βιβλιοθήκη του Michelangelo ως την έδρα των Lloyd's του Richard Rogers στο Λονδίνο. Οι κώδικες, οι νόρμες εξυπηρετούν τους υπολογισμούς των μηχανικών, και άλλο τόσο τους προστατεύουν.
Η Γέφυρα ήταν το 1945 και ο τίτλος του περιοδικού του Piero Calamandrei.
Για μια γέφυρα, μπορώ να χάσω το μυαλό μου όπως το χάνει κανείς για μία γυναίκα. Η γέφυρα ενώνει χωρίς να εξομειώνει, είναι ένα ειρηνικό αντικείμενο, ακόμη κι αν το δούμε μεταφορικά όλα αρχίζουν να επιλύονται με μία γέφυρα ...
... ανάμεσα σε δύο γιορτές, δύο δόντια, δύο φίλους, δύο μέρη
Και οι κακοί στον πόλεμο καταστρέφουν πρώτα τις γέφυρες.
Είστε αριστερός, ίσως και η γέφυρα - το λέω μισό-σοβαρά, α λα Gaber [Giorgio Gaber, ιταλός μουσικός και ηθοποιός -σ.σ.]- να είναι ένα αντικείμενο της αριστεράς, αλλά το κάνατε με την δεξιά: με τον εκπληκτικό Marco Bucci, έκτακτο επίτροπο, πρώτο δεξιό δήμαρχο στην ιστορία της Γένοβας που ήταν πάντα αριστερή; και επίσης με τον κυβερνήτη Giovanni Toti. Είναι σαν όλοι, από τον γενικό εισαγγελέα ως τον καρδινάλιο, να είχαν καταλάβει ότι, στη μοιραία στιγμή, η Γένοβα θα μπορούσε να γίνει η πόλη-γέφυρα για το ιταλικό μέλλον.
Έκανα το Beaubourg, το μουσείο ενάντια στα μουσεία, γιατί το ήθελε ο Georges Pompidou που ανήκε στη δεξιά. Και η σύζυγός του, η κυρία Claude, ήταν επίσης εξαιρετική: στον Pierre Boulez, ο οποίος είχε ένα θέμα με το Παρίσι, είπε: "αν επιστρέψετε, ας δημιουργήσουμε ένα ινστιτούτο μουσικής έρευνας". Και έτσι το Ircam γεννήθηκε το 1974.
'Οποιος χτίζει γέφυρες γίνεται Πάπας; Pontifex σημαίνει αυτός που φτιάχνει γέφυρες.
Οι Πάπες κάνουν την ιστορία. Αλλά υπάρχει και το ρήμα "pontificare" [μιλάω με στόμφο -σ.σ.] που είναι ο εχθρός των γεφυρών, είναι ο κίνδυνος που πρέπει να αποφεύγεται στα εγκαίνια.
Francesco Merlo, La Repubblica
Μτφ. Σ.Σ.