Το πογκρόμ της Χαουάρα
"The incident in Huwara was a pogrom carried out by outlaws"
Maj. Gen. Yehuda Fuchs, top Israeli general in charge of soldiers in the occupied West Bank. - The National - 01.03.2023
Στις 26 Φεβρουαρίου, εκατοντάδες Ισραηλινοί έποικοι πραγματοποίησαν μία βίαιη νυχτερινή επιδρομή στη Χαουάρα και σε άλλα χωριά της βόρειας Δυτικής Όχθης, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ένας κάτοικος της περιοχής και να τραυματιστούν άλλοι 100, οι τέσσερις σοβαρά, ενώ η πόλη δέχτηκε πολλές εμπρηστικές επιθέσεις. Ήταν το χειρότερο ξέσπασμα βίας των ισραηλινών εποίκων εδώ και δεκαετίες.
Οι ταραχές ξεκίνησαν αργότερα την ίδια ημέρα όταν πυροβολήθηκαν θανάσιμα δύο Ισραηλινοί έποικοι στην ίδια πόλη από άγνωστο ένοπλο Παλαιστίνιο.
Περίπου 700.000 ισραηλινοί έποικοι ζουν σήμερα στη Δυτική Όχθη και την ανατολική Ιερουσαλήμ, σε οικισμούς που θεωρούνται παράνομοι από τη διεθνή κοινότητα. Οι σκληροπυρηνικοί έποικοι στη Δυτική Όχθη διαπράττουν συχνά βιαιοπραγίες κατά των Παλαιστινίων και βανδαλίζουν παλαιστινιακά εδάφη και περιουσίες, αλλά σπάνια με τη μανία που επέδειξαν στη Χαουάρα.
Η βία των εποίκων αυξάνεται σταθερά στη Δυτική Όχθη τους τελευταίους μήνες, ενώ η Χαουάρα είχε προηγουμένως υποστεί τον Οκτώβριο αποκλεισμό που επέβαλαν οι έποικοι με την υποστήριξη ισραηλινών στρατιωτών.
Κατά τους δύο πρώτους μήνες του 2023, η διακοινοτική βία οδήγησε στη δολοφονία 62 Παλαιστινίων και 14 Ισραηλινών. Το έτος 2022 ήταν το πιο θανατηφόρο για τους Παλαιστίνιους που ζουν στη Δυτική Όχθη και την ανατολική Ιερουσαλήμ από το 2004, σύμφωνα με την οργάνωση B'Tselem [Ισραηλινή ΜΚΟ, ισραηλινό κέντρο πληροφόρησης για τα ανθρώπινα δικαιώματα στα εδάφη που κατέχει στρατιωτικά το Ισραήλ -σ.σ.], με σχεδόν 150 Παλαιστίνιους και 30 Ισραηλινούς να χάνουν τη ζωή τους. (Wikipedia)
Μία παλαιστινιακή οικογένεια αφηγείται τη φρικτή νύχτα του πογκρόμ της Χαουάρα. Ένας καλοκουρδισμένος τρόπος δράσης.
Yuval Abraham
A l' encontre - 02.03.2023
Ο Yuval Abraham είναι δημοσιογράφος και ακτιβιστής που ζει στην Ιερουσαλήμ. Μία εκδοχή αυτού του άρθρου δημοσιεύθηκε αρχικά στα εβραϊκά στο ανεξάρτητο σάιτ Sikha Mekomit (Local Call).
Όταν γεννήθηκε ο πρώτος τους γιος πριν από έξι χρόνια, ο Uday Dumeidi και η σύζυγός του, Ahlas, αποφάσισαν να υιοθετήσουν ένα κοκκινότριχο γατάκι. Έχτισαν ένα μικρό σπίτι σε έναν μικρό δρόμο στην κατεχόμενη πόλη Χαουάρα της Δυτικής Όχθης [νότια της Ναμπλούς], δίπλα σε έναν ελαιώνα. Ονόμασαν το αγόρι τους Taym, που προέρχεται από μία από τις αραβικές λέξεις για την "αγάπη", και τη γάτα τους Bousa, που σημαίνει "φιλάκι". Έτσι μου διηγήθηκε την ιστορία ο Dumeidi, τρέμοντας ολόκληρος καθώς στεκόταν πάνω από μια λίμνη μαύρου αίματος.
Τη νύχτα [της 26-27 Φεβρουαρίου 2023] του πογκρόμ που πραγματοποίησαν οι έποικοι της Χαουάρα, κάποιος ακρωτηρίασε τη γάτα και την άφησε στην αυλή της οικογένειας Dumeidi, ακριβώς δίπλα στο δωμάτιο για τους φιλοξενούμενους, το οποίο κάηκε ολοσχερώς. Τη νύχτα μετά το πογκρόμ, ο Uday Dumeidi και εγώ στεκόμασταν μπροστά στους μαυρισμένους τοίχους και το αίμα που είχε πήξει στο πάτωμα. Μια άδεια κονσέρβα από γατοτροφή, ένα πολύχρωμο μαξιλάρι όπου είχε κοιμηθεί η γάτα και θραύσματα γυαλιού είχαν σκορπιστεί στο πάτωμα. Ο Uday Dumeidi είπε ότι αγαπούσε τα ζώα από την παιδική του ηλικία, ότι ήξερε να επικοινωνεί μαζί τους. "Είναι σαν καθρέφτης των συναισθημάτων μου", είπε.
Μια σιωπή απλώθηκε στην πόλη μετά τα βίαια επεισόδια. Λίγοι άνθρωποι τόλμησαν να βγουν από τα σπίτια τους. Νωρίτερα μέσα στην ημέρα, περπάτησα κατά μήκος του κεντρικού δρόμου προς το σπίτι του Uday. Στρατιώτες στέκονταν δίπλα σε καταστήματα που είχαν κλείσει, δίπλα σε καμένα αυτοκίνητα, και μόνο ισραηλινά οχήματα επιτρεπόταν να εισέλθουν στην πόλη, της οποίας ο κεντρικός δρόμος χρησιμεύει ως κεντρική αρτηρία για τους εποίκους που διατρέχουν τη Δυτική Όχθη από βορρά προς νότο.
Ένα αυτοκίνητο επιβράδυνε φτάνοντας κοντά μου. "Τι κοιτάς;" Άκουσα κάποιον να γκαρίζει από μέσα. Πριν προλάβω να απαντήσω, δύο Ισραηλινοί έποικοι πετάχτηκαν έξω από το αυτοκίνητο. Μόνο όταν τους μίλησα στα εβραϊκά μπήκαν ξανά στο αυτοκίνητο και έφυγαν.
Σύμφωνα με το δημοτικό συμβούλιο της Χαουάρα, οι έποικοι έβαλαν φωτιά σε τουλάχιστον 10 σπίτια [ένας νεώτερος απολογισμός κάνει λόγο για περισσότερες από 50 κατοικίες καμμένες ολοσχερώς -σ.σ.]. Σύμφωνα με ισραηλινές αναφορές, 400 έποικοι έλαβαν μέρος στο πογκρόμ, ως εκδίκηση για τη δολοφονία των Hillel και Yagel Yaniv, δύο αδελφών που ζούσαν στον κοντινό οικισμό Har Bracha. Αυτή είναι η ιστορία μιας από τις οικογένειες που επέζησαν από το πογκρόμ.
Αντιμέτωποι με όσα ενδέχεται να ακολουθήσουν
"Όλα ξεκίνησαν στις 6 το απόγευμα", διηγείται ο Uday Dumeidi. Ήταν στη δουλειά του όταν τον κάλεσε η γυναίκα του. "Είπε ότι [οι έποικοι] εισέβαλαν στο σπίτι μας. Άκουσα φωνές στο βάθος. Τα δύο μου παιδιά φώναζαν στο τηλέφωνο: "Μπαμπά έλα, μπαμπά έλα"".
Η Ahlas, η σύζυγος του Dumeidi, είπε ότι κλείδωσε τα δύο μικρά τους αγόρια στο μπάνιο. Είδε τους επιτιθέμενους από το παράθυρο. Αφηγήθηκε τα γεγονότα χωρίς να πάρει ανάσα. "Υπήρχαν δεκάδες έποικοι έξω, περικύκλωσαν το σπίτι. Στην αρχή έσπασαν όλα τα παράθυρα. Στη συνέχεια έβαλαν φωτιά σε κουρέλια εμποτισμένα με βενζίνη και προσπάθησαν να βάλουν φωτιά στο σπίτι από τα παράθυρα. Κατάφεραν να βάλουν φωτιά σε ένα δωμάτιο. Το παράθυρο του μπάνιου είναι εξαιρετικά μικρό, οπότε έκρυψα τα παιδιά εκεί. Προσπάθησαν να μπουν από την πόρτα. Εκείνη τη στιγμή, δεν ξέρω τι συνέβη, είχα παγώσει. Δεν μπορούσα να κουνηθώ". Κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της επίθεσης, οι έποικοι προσπάθησαν να βάλουν φωτιά και σε μία φιάλη υγραερίου στην αυλή, ελπίζοντας ότι θα εκραγεί. Ευτυχώς, αυτό δεν συνέβη.
Η Ahlas έφυγε από τη Χαουάρα το πρωί της Δευτέρας και επέστρεψε στο σπίτι των γονιών της στην πόλη Σαλφίτ [στην κεντρική Δυτική Όχθη]. Πήρε μαζί της τα δύο παιδιά της, τον Taym και τον τετράχρονο Jood, αφού έλαβαν ιατρική φροντίδα για τον καπνό που εισέπνευσαν το προηγούμενο βράδυ. Από τότε, δυσκολεύονται να κοιμηθούν.
Αρκετές οικογένειες στη Χαουάρα ανέφεραν ότι μετέφεραν προσωρινά τα παιδιά τους σε ασφαλέστερο μέρος, κυρίως σε συγγενείς που ζουν σε μεγαλύτερες πόλεις όπως η Ναμπλούς και το Σαλφίτ. Η Χαουάρα είναι μια μικρή πόλη στην "Περιοχή Β" της Δυτικής Όχθης, κάτι που σημαίνει, σύμφωνα με τις Συμφωνίες του Όσλο, ότι η παλαιστινιακή αστυνομία δεν έχει καμία δικαιοδοσία σε θέματα ασφαλείας και δεν επιτρέπεται να ενεργεί χωρίς συντονισμό με τον ισραηλινό στρατό. Ως εκ τούτου, οι Ισραηλινοί στρατιώτες είναι αυτοί που υποτίθεται ότι παρέχουν προστασία στους Παλαιστίνιους σε αυτά τα μέρη. Υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες και στοιχεία που δείχνουν ότι στην πράξη οι στρατιώτες αποτελούν εγγύηση για τις επιθέσεις των εποίκων. Έτσι οι Παλαιστίνιοι αναγκάζονται να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους, να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους.
Συνάντησα τον Uday Dumeidi καθώς καθόταν μόνος στο σπίτι του ανάμεσα στα σπασμένα γυαλιά. Τα μέλη της οικογένειάς του ήρθαν αργότερα να τον βρουν, για να προστατευτούν συλλογικά σε περίπτωση που τους επιτεθούν ξανά.
Εκείνη τη νύχτα, η Ahlas του τηλεφώνησε αρκετές φορές από το Σαλφίτ, ανησυχώντας για την υγεία του. Κάθε φορά, ο Uday Dumeidi ζητούσε συγγνώμη, κοίταζε αλλού και μιλούσε απαλά στο τηλέφωνο. Της είπε ότι προς το παρόν είχε ηρεμήσει. Ότι ήταν προετοιμασμένοι για όσα ενδέχεται να συμβούν. Τη ρώτησε αν είχε φάει, και τι είχε φάει, και τα μάτια του ξαφνικά γέμισαν δάκρυα.
"Είσαι εντελώς µόνος".
Τη νύχτα του πογκρόμ, ο Uday Dumeidi χρειάστηκε μια ώρα για να φτάσει στο σπίτι του λόγω των μπλόκων του στρατού. "Βρισκόμουν στον κεντρικό δρόμο κοντά στο σπίτι μου τη χειρότερη στιγμή της επίθεσης, αλλά οι στρατιώτες δεν με άφηναν να περάσω", είπε. "Τρελάθηκα. Ξέρω λίγα εβραϊκά μόνο. Ο πατέρας μου ήταν μαζί μου και τους φώναξε στα εβραϊκά: "Καίνε το σπίτι μας, υπάρχουν μέσα μικρά παιδιά και γυναίκες! Αλλά δεν μας άφησαν να περάσουμε".
Ο Uday Dumeidi περιέγραψε πώς έβγαλε το τηλέφωνό του για να δείξει στους στρατιώτες μια φωτογραφία του Jood, η οποία εμφανίζεται στην οθόνη. "Αλλά δεν πρόλαβαν να τη δουν, επειδή η γυναίκα μου τηλεφώνησε. Την έβαλα σε ανοιχτή ακρόαση για να μπορούν να ακούσουν. Το μόνο που ακούγαμε ήταν ουρλιαχτά. Θυμάμαι ότι άκουσα κάποιον [έναν από τους εποίκους] να φωνάζει στα εβραϊκά: "Άνοιξε, σκύλα". Τότε ήταν που ένας από τους στρατιώτες με άφησε να περάσω".
Αρκετοί άλλοι μάρτυρες που τραυματίστηκαν κατά τη διάρκεια του πογκρόμ διηγήθηκαν πανομοιότυπες ιστορίες. Αμέσως μετά την επίθεση, ο στρατός επέβαλε απαγόρευση κυκλοφορίας στη Χαουάρα. Η κυκλοφορία προς και εντός της πόλης αποκλείστηκε από τα σημεία ελέγχου. Γύρω στις 6 μ.μ., εκατοντάδες έποικοι τα διέσχισαν. Για τουλάχιστον μία ώρα, οι επιτιθέμενοι έβαλαν φωτιά σε σπίτια μέσα στην πόλη, ενώ οι στρατιώτες στέκονταν στα περίχωρά της, εμποδίζοντας τους κατοίκους να εισέλθουν.
Ο Uday Dumeidi έτρεξε στο σπίτι του. Ο ουρανός είχε πάρει το χρώμα της φωτιάς. Οι επιτιθέμενοι είχαν χωριστεί σε ομάδες, σύμφωνα με τους κατοίκους, και δρούσαν σχετικά οργανωμένα. Γύρω από το σπίτι του Uday Dumeidi βρίσκονταν 30 άτομα, ένας μικρός αριθμός εκ των οποίων ήταν μασκοφόροι. Ορισμένοι κρατούσαν πέτρες, βόμβες μολότοφ και μεταλλικές ράβδους. Άλλοι ήταν οπλισμένοι με ντουφέκια. Προσπάθησαν να βάλουν φωτιά στο σπίτι. Τους πλησίασε από πίσω.
"Σκεφτόμουν: πώς θα μπορούσα να μπω στο σπίτι; Έτσι προσπάθησα να προσποιηθώ ότι ήμουν ένας από αυτούς. Πήρα μερικές πέτρες στα χέρια μου, φόρεσα μια κουκούλα και στάθηκα δίπλα τους. Αυτό έπιασε. Φώναξα στη γυναίκα μου από το παράθυρο: "Είμαι εδώ, είμαι εδώ". Τότε κατάλαβαν ποιος ήμουν, με άλλα λόγια ο ιδιοκτήτης του σπιτιού. Άρχισαν να μου πετούν πέτρες". Η πλάτη του Dumeidi φέρει ακόμα τα σημάδια από τις πέτρες. Όταν τον συνάντησα, κούτσαινε επίσης λόγω των χτυπημάτων που είχε δεχτεί.
Καθώς ο Uday Dumeidi πλησίαζε το σπίτι του, είδε τη μητέρα του να κείτεται αναίσθητη δίπλα στην εξώπορτα του διπλανού σπιτιού, όπου ζει με τη γιαγιά του. Αμέσως διέσχισε την αυλή προς το διπλανό σπίτι, για να βρει τη γιαγιά του στο σαλόνι.
"Είναι 87 ετών και πάσχει από νευρολογική ασθένεια. Ήταν ξαπλωμένη στο πάτωμα του σαλονιού, έτρεμε και κάτι έβγαινε από το στόμα της, σαν αφρός. Τα μάτια της ήταν ανοιχτά, αλλά οι κόρες δεν ήταν ορατές. Δεν μιλούσε. Δεν ξέρω πώς να περιγράψω αυτό που ένιωσα. Πού να πάμε [για να βοηθήσουμε] τη μητέρα μου, τη γιαγιά μου, τα παιδιά; Ενώ φροντίζω τη μητέρα μου, βλέπω τους εποίκους να σπάνε τα πάντα απ' έξω. Είσαι εντελώς μόνος και πρέπει να προστατεύσεις τον εαυτό σου".
'Ενας καλοκουρδισμένος μηχανισμός
Δύο Παλαιστίνιοι αυτόπτες μάρτυρες δήλωσαν ότι καθ' όλη αυτή τη διάρκεια, αρκετοί Ισραηλινοί στρατιώτες στέκονταν δίπλα στους εποίκους. "Απλώς παρακολουθούσαν", επιβεβαίωσε ο Udy Dumeidi.
Κάποια στιγμή, όταν άλλοι συγγενείς και γείτονες έφτασαν στο σπίτι, οι Παλαιστίνιοι άρχισαν να πετούν πέτρες, φλιτζάνια και άλλα κουζινικά σκεύη στους εποίκους. Οι στρατιώτες άρχισαν τότε να απωθούν τους εποίκους προς τα πίσω, ενώ έριχναν δακρυγόνα στους Παλαιστίνιους, πριν ανοίξει πυρ ένας από τους στρατιώτες εναντίον των κατοίκων. Σύμφωνα με μάρτυρες και την τοπική υγειονομική κλινική της Χαουάρα, τέσσερις Παλαιστίνιοι τραυματίστηκαν από πυρά ενώ υπερασπίζονταν το σπίτι της οικογένειάς τους- τρεις πυροβολήθηκαν στο πόδι και ένας στο χέρι.
Πρόκειται για ένα γνώριμο και δοκιμασμένο μοτίβο που επαναλαμβάνεται σε παρόμοιες επιθέσεις σε όλη τη Δυτική Όχθη. Μια ομάδα Ισραηλινών εποίκων εισβάλλει σε ένα χωριό και όταν οι κάτοικοι τους πετούν πέτρες, οι στρατιώτες πυροβολούν τους Παλαιστίνιους για να προστατεύσουν τους επιτιθέμενους Ισραηλινούς. Έτσι, η επίθεση παρατείνεται στην πραγματικότητα - και μερικές φορές γίνεται θανατηφόρα.
Από το 2021, τα πυρά του στρατού έχουν σκοτώσει τουλάχιστον τέσσερις Παλαιστίνιους σε χωριά της βόρειας Δυτικής Όχθης σε αποδεδειγμένες επιθέσεις μασκοφόρων εποίκων: τον Muhammad Hassan, 21 ετών, στην Κούσρα· τον Nidal Safdi, 25 ετών, στην Ουρίφ· τον Hussam Asaira, 18 ετών, από την Ασίρα αλ-Καμπίλια· και τον Oud Harev, 27 ετών, στην Ασάκα. Δεν θα αποτελούσε έκπληξη αν ο Sameh Aqtesh, ο οποίος σκοτώθηκε στα "βίαια επεισόδια" το βράδυ της Κυριακής στη Χαουάρα, πέθανε υπό παρόμοιες συνθήκες, αν και οι ακριβείς λεπτομέρειες του θανάτου του δεν έχουν ακόμη διευκρινιστεί πλήρως.
Οι γείτονες που ήρθαν σε βοήθεια του Uday Dumeidi κατάφεραν τελικά να απωθήσουν τους επιτιθέμενους. Οι έποικοι έκαψαν ένα δωμάτιο και έκλεψαν ρολόγια, μια τηλεόραση και έναν φορητό υπολογιστή. "Πήραν τα πάντα από μέσα και ο τελευταίος που βγήκε έκαψε το δωμάτιο". Όταν η οικογένεια βγήκε έξω, βρήκε τη γάτα της, την Bousa, ακρωτηριασμένη.
Δεν είναι ντροπή να πεθαίνεις έτσι;
Αργά το βράδυ, καθώς περπατούσα προς το αυτοκίνητό μου για το ταξίδι της επιστροφής στην Ιερουσαλήμ, άκουσα σφυρίγματα από μια από τις στέγες. Μια ομάδα 10 Παλαιστινίων στεκόταν στη στέγη ενός σπιτιού όπου όλα τα παράθυρα είχαν σπάσει και μου έκαναν νόημα να προσέχω. Μου είπαν να περπατήσω αργά προς την κατεύθυνσή τους γιατί είχαν δει από τη στέγη ότι οι έποικοι μόλις είχαν μπει ξανά στο χωριό. Κάποιος κατέβηκε κάτω, άνοιξε μια κλειδωμένη πόρτα με λουκέτο και με οδήγησε επάνω. Μου πρότειναν να περιμένω μαζί τους μέχρι να περάσει η αναταραχή και μου είπαν ότι θα έπρεπε να προσεύχομαι να μην κάψουν το αυτοκίνητό μου, το οποίο ήταν σταθμευμένο στον κεντρικό δρόμο.
Πάνω στη σκεπή είδα δύο δοχεία γεμάτα με πέτρες και μερικές σφεντόνες. Η ομάδα εξήγησε ότι κατά τη διάρκεια του πογκρόμ, κανείς δεν μπόρεσε να φτάσει εγκαίρως για να προστατεύσει τα σπίτια του, γεγονός που εξηγεί γιατί οι έποικοι μπόρεσαν να κάνουν τόσες ζημιές. Περίπου 15 συγγενείς και γείτονες διένυαν επί μία ώρα δαιδαλώδεις δρόμους από τη Ναμπλούς για να παρακάμψουν τα σημεία ελέγχου του στρατού και να φτάσουν στη Χαουάρα. "Είναι σημαντικό να είμαστε εδώ μαζί σαν οικογένεια αν συμβεί κάτι", μου είπαν.
Ήταν σκοτεινά. Κάποιος μου πρόσφερε ένα παλτό. Οι ταράτσες γύρω μας ήταν επίσης κατειλημμένες από οικογένειες που παρακολουθούσαν. Περιμένοντας. Κάτω στον ήσυχο κεντρικό δρόμο έλαμπαν λευκά φώτα. Πιο πάνω ήταν ένα ψηλό βουνό, με μια στρογγυλή κατασκευή και μια λεπτή λωρίδα φωτός στην κορυφή του. Αυτά είναι τα σπίτια των εποίκων του Yitzhar. Ξαφνικά, ένα τηλέφωνο αναβόσβησε. Κάποιος έλαβε ένα μήνυμα. "Έγινε επίθεση στην Ιεριχώ, υπάρχουν θύματα". Κάποιος άλλος με ρώτησε αν είναι αλήθεια ότι στο Ισραήλ έγιναν διαδηλώσεις κατά του πογκρόμ.
Όταν έμαθε ότι ήμουν Εβραίος, ο γηραιότερος άνδρας της ομάδας με πλησίασε και μου είπε σε άπταιστα εβραϊκά: "Ποιο είναι το νόημα; Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που πεθαίνουν, από τη δική μας πλευρά και από τη δική σας. Δεν είναι κρίμα να πεθαίνουν έτσι, για μια γη; Το πεπρωμένο μας είναι να ζήσουμε εδώ μαζί". Είπε ότι είχε εργαστεί όλη του τη ζωή στο Ισραήλ, ότι είχε συμμετάσχει σε ομάδες διαλόγου και ότι χρειαζόταν μια πραγματική ειρήνη, με ισότητα και σεβασμό για το λαό του, "επειδή ζούμε σαν υπήκοοι δεύτερης κατηγορίας που ελέγχονται από το στρατό, με πράσινες ταυτότητες" [που εκδίδονται από την αστυνομία του Ισραήλ].
Ένας νεαρός άνδρας δίπλα του χαμογέλασε. Στη συνέχεια μου είπε στα αραβικά: "Κοίτα, κοίτα", καθώς σήκωσε μια πέτρα, την τοποθέτησε στη σφεντόνα και την πέταξε. Η πέτρα προσέκρουσε στους τοίχους μιας στέγης. Μου πρόσφερε ένα τσιγάρο. Προσπάθησα να σπάσω τον πάγο λέγοντας ότι φαινόταν ότι σύντομα θα ξεσπούσε πόλεμος. "Θα μου άρεσε αυτό", απάντησε ατάραχος.
Αποδείχθηκε ότι είχαμε ακριβώς την ίδια ηλικία. Αλλά δεν είχε φύγει ποτέ από τη Δυτική Όχθη. Δεν έχει δει ποτέ τη θάλασσα, ούτε έχει επισκεφθεί την Ιερουσαλήμ. Ο πατέρας του φυλακίστηκε κατά τη διάρκεια της δεύτερης Ιντιφάντα [από τον Σεπτέμβρη του 2000 μέχρι το 2004/2005] και από τότε όλη η οικογένεια έχει μπει στη μαύρη λίστα του Shin Bet, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορούν να πάρουν άδειες και οι στρατιώτες τους σταματούν ανά διαστήματα στα σημεία ελέγχου. Δεν ήξερε σχεδόν καθόλου εβραϊκά. Όπως όλοι οι νεαροί άνδρες που περίμεναν εκεί, σε επαγρύπνηση στην οροφή, ανήκει σε μια γενιά που γνώρισε μόνο το καθεστώς των διαφορετικών αδειών που εκδίδει το Ισραήλ, και που ζει στη σκιά του διαχωριστικού τείχους.
Μιλήσαμε μία ολόκληρη ώρα για τη "βία". Είπε ότι έχει αυξηθεί μετά την εκλογή της νέας κυβέρνησης, αλλά ότι πάντα υπήρχε. 'Ηταν απογοητευμένος με την Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία "κάνει ό,τι ζητάει το Ισραήλ", με αποτέλεσμα να διαιωνίζει την κατοχή, και είπε πως ελπίζει να αλλάξει κάτι σύντομα -ακόμη κι αν πρόκειται για πόλεμο, αρκεί να υπάρξει μια αλλαγή. Μου μίλησε για έναν φίλο του που πυροβολήθηκε από στρατιώτες επειδή πέταξε πέτρες. Από τότε, έχει μία άσβεστη οργή.
Κάτω από εμάς, μια ομάδα εποίκων που κρατούσαν ισραηλινές σημαίες προσπάθησε να μπεί ξανά στη Χαουάρα. Αυτή τη φορά οι στρατιώτες τους εμπόδισαν. Σε αυτή τη στέγη, τουλάχιστον, η νύχτα πέρασε ήσυχα.
Δείτε και το άρθρο του Gideon Levy στην ισραηλινή εφημερίδα Haaretz:
Shock, Rage and Despair in Hawara in Wake of Settler Pogrom