Πέντε χρονογραφήματα της Μένης Κυριάκογλου
Στην εφημερίδα Μακεδονία της Κυριακής (2018 - 2020)
Με συναισθήματα αγάπης για μία φίλη που δεν γνώρισα
Το τρένο
Ποτέ δεν θα συνηθίσω να γράφω τη λέξη τρένο με "ε" αντί με "αι", όπως γραφόταν παλιά. Ανήκω σε μια οικογένεια σιδηροδρομικών. Ο λατρεμένος μου πατέρας και ο παππούς μου, ο πατέρας του πατέρα μου, ήταν μηχανοδηγοί.
Τα λατρεύω τα τρένα, τους σιδηροδρομικούς σταθμούς, τα αμέτρητα ταξίδια με τρένο που έχω κάνει και που κανένα ταξίδι δεν μου αρέσει περισσότερο από όσο το ταξίδι με το τρένο! Το σπίτι μας ήταν κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό, ακούγαμε τα σφυρίγματα των τρένων και ποιο τρένο ερχόταν ή έφευγε, αυτοκινητάμαξα, σεμπλόν, πόστα, εμπορικά.
Ο πατέρας μου ταξίδευε συνεχώς. Τον θυμάμαι, μονίμως, με εκείνα τα ταξιδιάρικα μπλε ρούχα, τον μαύρο μπερέ στο κεφάλι, με καντάρια μουτζούρα επάνω του, διότι τότε τα τρένα ήταν οι γνωστοί μουτζούρηδες, πάντα χαμογελαστός, να γυρίζει στο σπίτι από ταξίδι και η μανούλα μου να του λέει "Γαβριήλ, μην αγκαλιάσεις τα παιδιά πριν πλυθείς!", επειδή μετά έπρεπε να κάνουμε όλοι μαζί μπάνιο!
Ταξιδεύαμε αποκλειστικά με τρένο. Όλοι εκείνοι οι αγροί που τρέχανε έξω από το παράθυρο, τα γαλάζια βουνά, ο άσπρος καπνός, το σφύριγμα του τρένου, οι γαλαρίες που περνούσαμε και ξαφνικά γινόταν σκοτάδι και πάλι φως. Οι κλινάμαξες και κυρίως τα «κουπέ», με ποιους θα τύχει να συνταξιδέψεις, εκείνα τα μαγικά κουπέ, που παλιά είχαν εκρού καλύμματα, τα τραπεζάκια, οι μεταλλικές μικρές επιγραφές στο παράθυρο "ΜΗΝ ΚΥΠΤΕΤΕ ΕΞΩ", οι διάδρομοι, έξω από τα κουπέ με τις συρταρωτές πόρτες και παράθυρα να χαζεύεις τη φύση έξω, τα τριαντάφυλλα, τις παπαρούνες, τα ποτάμια, τις πηγές, τα χωριουδάκια σκαρφαλωμένα στα βουνά, απέραντα χωράφια με σιτάρι που χόρευαν στον άνεμο, αγρότες σκυμμένους στη δουλειά, που τις περισσότερες φορές σήκωναν το χέρι και χαιρετούσαν το τρένο, μικρά παιδιά που ξεφωνίζανε, στύλοι, τηλεγραφόξυλα, φωλιές πελαργών, χελιδόνια. Πρέπει να πω ότι ο πελαργός ήταν, δεν ξέρω αν είναι ακόμη, το πουλί, σχεδόν σύμβολο, των σιδηροδρομικών. Είχαμε και στο σπίτι έναν "εκ χειροτεχνίας συναδέλφου", έλεγε ο μπαμπάς και στη μαμά θυμάμαι δεν άρεζε καθόλου!
Περιττό να σας πω ότι τραγούδι της οικογένειάς μας ήταν "Τα τρένα που φύγαν"! Το τραγουδούσε η μαμά μου, που είχε ωραία φωνή. Φυσικά και οι ταινίες με τρένα στην τηλεόραση ήταν ο,τι καλύτερο για τον πατέρα, τον πολυαγαπημένο μου, και η μαμά να λέει "δεν τα χόρτασες τα τρένα, Γαβριήλ;"!
Εδώ θα σας πω ότι μια φορά, όταν ήμουν πολύ μικρή και ο πατέρας μου οδηγούσε το τρένο με το οποίο ταξιδεύαμε, με πήρε για λίγο στη μηχανή μαζί του, παρόλο που απαγορευόταν, και μαγεύτηκα από τις ράγες και τα τρένα και αιχμαλωτίστηκα μια για πάντα!
Τώρα, που είμαι μεγάλη, σκέφτομαι την υπομονή της αναμονής της μητέρας μου σε κάθε του ταξίδι, τα υπέροχα εκείνα μπλε ρούχα, τη χαρά του γυρισμού, το ταίριασμα και την αγάπη τους, που είναι οδηγός στη ζωή μου! Κοιμηθείτε, λατρεμένοι μου, γλυκά.
Μένη Κυριάκογλου
Μακεδονία της Κυριακής - 9/10 Μαρτίου 2019
Εποχές
Ανήκω, ήδη, σε αυτόν που λέμε "ο παλιός ο κόσμος". Ανήκω με πολλούς άλλους στη γενιά που μεγαλώσαμε χωρίς κινητά, διαδίκτυο, παίζαμε πολλές ώρες στις γειτονιές, πέφταμε, χτυπούσαμε, πίναμε νερό κατευθείαν από τις βρύσες, δεν υπήρχαν εμφιαλωμένα, τρέχαμε πάνω κάτω όλη μέρα, διαβάζαμε και γράφαμε, ψάχνοντας σε εγκυκλοπαίδειες, πηγαίναμε σινεμά και εκστασιαζόμασταν, ταξιδεύαμε με εξωσχολικά βιβλία που μας συνεπαίρνανε, είχαμε φίλους και φίλες κολλητούς, που τους βλέπαμε κάθε μέρα και χωρίς αυτούς δεν μπορούσαμε να ζήσουμε, κάναμε φάρσες στο τηλέφωνο, ήμασταν έκπληκτοι και εύπιστοι και, κυρίως, χαρούμενοι...
Οι φίλοι ήταν λίγοι και καλοί, δεν τους αποχωριζόμασταν εύκολα, τους υπερασπιζόμασταν μέχρι τελευταίας ρανίδας αίματος, δεν τους προδίδαμε, διότι η προδοσία μας έπεφτε και ήταν πολύ βαρύ πράγμα! Τους ξέραμε και μας ήξεραν πολύ καλά, μαζί σπαταλούσαμε ώρες και ώρες! Δεν ήμασταν τόσο ενημερωμένοι για πολλά, όπως συμβαίνει σήμερα, τα μικρόβια χόρευαν δίπλα μας ανά πάσα στιγμή, κάναμε ομαδικούς εμβολιασμούς, καβγαδίζαμε, κυρίως τα αγόρια, και όλες τις ιστορίες τις ζούσαμε με αυτούς τους λατρεμένους φίλους!
Σήμερα έχω πολλούς φίλους στο διαδίκτυο. Τους περισσότερους δεν τους γνωρίζω. Ξέρω πολύ λίγα πράγματα γι' αυτούς, μπορεί να μου είναι και τελείως άγνωστοι, καταλαβαίνω από τις αναρτήσεις τους ότι δεν μιλάμε την ίδια γλώσσα ούτε έχουμε τα ίδια γούστα, τις ίδιες προτιμήσεις, την ίδια ιδεολογία! Δεν αγαπιόμαστε, επειδή η αγάπη είναι κάτι βαρύ και πολύτιμο, συμπαθιόμαστε ίσως, ευχόμαστε στις γιορτές μας, συλλυπούμαστε στα δύσκολα, στέλνουμε συγχαρητήρια και κόκκινα μπράβο στις χαρές, άφθονες καρδούλες, όταν είμαστε ευγενικοί, τραγουδάκια, εικόνες επιλεγμένες, χειροκροτήματα, λουλουδάκια, μπορεί και να νευριάσουμε ή και να τσακωθούμε μαζί τους! Τίποτα ζωντανό, τίποτα με πάθος, ατόφιο, της ζωντάνιας!
Εξακολουθούμε να διασκεδάζουμε, όμως, τις περισσότερες φορές!
Έχουν αλλάξει πολύ οι εποχές και εμείς, ο παλιός ο κόσμος συμμετέχουμε στο καινούργιο παιγνίδι με τη νοσταλγία του παλιού κόσμου σαν καυτή σοκολάτα να μας καίει τα σωθικά... Δεν ξέρω τι θα έλεγε η γιαγιά μου άμα της έλεγα ότι έχω περίπου χίλιους φίλους που δεν τους ξέρω, δεν τρώμε μαζί, δεν τους συνάντησα ποτέ στη ζωή μου, αλλά είμαστε κάθε μέρα μαζί! Ίσως, αφού με κοίταζε κατ' ευθείαν στα μάτια, να μου έλεγε "Μένη, άσε τα βιβλία, βάλε το ζακετάκι, το άσπρο, έχει ψύχρα", όπως μου είπε μια φορά, όταν της είπα ότι τα λουλούδια τσιρίζουν και λιποθυμάνε όταν τα κόβουμε και ας ήταν ντάλα Ιούλιος με καυτή ζέστη!
Μένη Κυριάκογλου
Μακεδονία της Κυριακής - 19 Ιανουαρίου 2020
Θεσσαλονίκη
Ζω στη Θεσσαλονίκη εδώ και πολλά χρόνια. Γιατί δεν ζω στην Αμερική; Γιατί πιστεύω ότι δεν υπάρχει αρκετή ελευθερία για μένα... Γιατί δεν ζω στην Ευρώπη;
Γιατί πιστεύω ότι δεν υπάρχει αρκετή φιλία. Ελευθερία σημαίνει να έχεις δικαίωμα στην υπερβολή και στο λάθος. Όσο για τη φιλία, πουθενά εκτός από την Ελλάδα δεν μπορείς να δανειστείς αυτοκίνητο φίλου σου, πουθενά δεν μπορείς να κάνεις αρμένικες (ελληνικές) επισκέψεις. Στο Παρίσι, στο Λονδίνο, στη Γερμανία, στη Ν. Υόρκη οι οικοδεσπότες ψευτοευγενικά σε πετάνε έξω μόλις αντιληφθούν ότι τους βάζεις σε περιττά έξοδα, αν πίνεις λόγου χάρη υπερβολικά από το κρασί που έχει προγραμματιστεί να διαρκέσει για δύο δείπνα και όχι για ένα!
Οι μακρόσυρτες επισκέψεις, οι παρατεταμένες συναντήσεις, η μετάθεση των ραντεβού, οι παρακάμψεις των ραντεβού επιτρέπονται ή και επιβάλλονται στην Ελλάδα, αλλά είναι ανήκουστες «αλλού». Παρομοίως είναι πολύ σοκαριστικό "αλλού" να ανοίξεις το ψυγείο για να πάρεις το μπουκάλι με το νερό ή να διπλώσεις τα πόδια σου επάνω στον καναπέ στη στάση που σε ξεκουράζει. Αυτό σοκάρει σχεδόν όλους, εκτός από τους Έλληνες.
Η ζωή μου προχωράει μαζί με τη φιλία, με τις παρέες. Συχνά, φεύγοντας από σπίτια συγγενών και φίλων έπειτα από δείπνα ή γεύματα, κουβαλάω τάπερ με φαγητά ή γλυκά που δεν πρόλαβα να φάω! Πάντα θέλω να επιστρέψω τα τάπερ στην ώρα τους, σπανίως συμβαίνει αυτό, αλλά επιστρεφόμενα είναι γεμάτα λιχουδιές πάντα.
Πριν από μέρες διάβαζα για πολλοστή φορά την Οδύσσεια. Κοπάδια με αρνάκια, προβιές, δάση, ροδοδάχτυλες αυγούλες, αφρισμένες θάλασσες, θυμωμένοι θεοί, άμυαλοι θνητοί, ήρωες και, κυρίως, το πολυμήχανον του Έλληνα. Αυτό το θαυμαστό "πολυμήχανον"! Δεν τη χορταίνω την Οδύσσεια, όσες φορές και να τη διαβάσω! Σκέφτομαι ακόμη, μερικές φορές, ότι η Ελλάδα ίσως να μην έχει αλλάξει... Ο κόσμος ναι...
Τα σκέφτομαι αυτά. Πολλές φορές στην παραλία της Θεσσαλονίκης, εκεί που σου φεύγει η μελαγχολία, ίσως πράγματι συντελεί η θάλασσα, το νερό και προσαρμόζεσαι σε έναν ρυθμό, που είναι αρχέγονος και περιπετειώδης, πολυμήχανος και λυτρωτικός, γαλήνιος και ειρηνευτικός, και σε κάνει να ξαναγυρνάς στο μέτρο, την αρμονία και την ευχαρίστηση, και αναζητάς τη χαρά της ζωής. Αλλά για τη Θεσσαλονίκη θα τα ξαναπούμε...
Μένη Κυριάκογλου
Μακεδονία της Κυριακής - 9 Ιουνίου 2019
Τα φιλιά
Από τα πρώτα πράγματα που μαθαίνει ο άνθρωπος στη ζωή του είναι το φιλί. Μετά έρχεται το φεγγάρι, η θάλασσα, τα λουλούδια, τα βουνά, τα άλογα. Μπορεί να ξεχάσεις πολλά πράγματα, τους δρόμους, την πόλη, ονόματα, αλλά ποτέ το φιλί. Φιλιά που δίνεις και φιλιά που παίρνεις.
Μαγευτικά φιλιά, ζεστά φιλιά, κρύα, αδιάφορα, υποχρεωτικά, φιλιά γλυκά σαν μέλι, μεθυστικά φιλιά.
Τα παλιά μας φιλιά είναι εικόνες και εκμαγεία της ζωής μας. Χαμόγελα, ξεφωνητά χαράς και παιδικά φιλιά, χέρια που μένουν μετέωρα ή αγκαλιάζουν με πάθος, πορσελάνινοι λαιμοί, μαλλιά που συμφωνούν, μάτια που μισοκλείνουν, υφάσματα και μουσικές που προετοιμάζουν τα χείλη.
Δροσιά και εξόχως σμιλεμένες στιγμές άφατης ευχαρίστησης, που δεν μπορείς να περιγράψεις εύκολα ή να αποδώσεις επακριβώς το συναίσθημα. Έχει μια αποκλειστικότητα το φιλί, όπως και η υπογραφή.
Χιλιάδες διαφορετικά φιλιά και χιλιάδες φιλιά. Τα παιδικά απανωτά χαρούμενα φιλιά. Το φιλί του στρατιώτη. Τα πρωινά φιλιά πριν να φύγεις για τη δουλειά. Το φιλί του απογεύματος.
Το φιλί σε τρένο που φεύγει μαζί με το σταθμό. Το φιλί σε ταινία του Βισκόντι. Τα απεγνωσμένα φιλιά, τα διψασμένα φιλιά. Τα φιλιά της ελληνικής μυθολογίας. Τα χείλη που περιμένουν Τα φιλιά που ζωγραφίζει ο Λόρκα στα ποιήματά του, το κορίτσι που κεντάει και δίνει φιλιά στο κεντημένο μαντίλι, ένα απόγευμα με κατεβασμένα τα στόρια, γεμάτο φιλιά.
Το φιλί του κυνηγημένου που φεύγει. Τα αθώα παιδικά φιλιά στο λαιμό και στα χεράκια. Ο Μοντιλιάνι και "Το φιλί" του Ροντέν. Το φιλί των πιστών στις εικόνες. Κάποια κόκκινα φιλιά του μεσημεριού. Τα φιλιά στα ποιήματα γενικώς και ακαταπαύστως και χιλιάδες φιλιά... φιλιά... φιλιά! Το φιλί της ζωής και το φιλί του θανάτου.
Σήμερα που είναι η μέρα με τα χιλιάδες αναστάσιμα φιλιά, λέω πως τα παλιά φιλιά είναι όλα εδώ, μεταμορφωμένα σε αγάλματα για να μας τα θυμίζουν, και θέλω να ακούσω το τραγουδάκι που λέει ο Λουκιανός "...πάντα να σκέφτεσαι, πως τα φιλιά είν' η καλύτερη δουλειά...".
Μένη Κυριάκογλου
Μακεδονία της Κυριακής - 27-28 Απριλίου 2019
Ο χρόνος πάλι...
Υπάρχει μία σκηνή στον "Θείο Βάνια" του Τσέχοφ, όπου ο Βάνιας, χαζεύοντας την Έλενα, τη γυναίκα με την οποία είναι ερωτευμένος, λέει "κοιτάξτε την, περπατάει και από την τεμπελιά της τρεκλίζει. Α, είναι πολύ χαριτωμένο αυτό... πάρα πολύ χαριτωμένο!". Είναι μια εικόνα χαμηλόφωνης ποίησης του καθημερινού, όπου αυτή η χαμηλόφωνη ποίηση του καθημερινού είναι διάχυτη στα έργα του Τσέχοφ. Οι ήρωές του έχουν χρόνο. Έχουν χρόνο να τεμπελιάσουν, να αισθάνονται πλήξη, ανία, να αργοπορούν, να υπάρχει η βραδύτητα της κατάκτησης και η χαλαρή αλλά παρ' όλα αυτά σφύζουσα υπόγεια συναισθηματική κατάσταση.
Σήμερα το μόνο πράγμα που δεν έχουμε ποτέ είναι χρόνος. Πνιγόμαστε από το άγχος να προλάβουμε, να τρέξουμε, να μη μας ξεφύγει. Δεν προλαβαίνουμε να κάνουμε πράγματα, ενώ τρέχουμε σαν τρελοί. Βέβαια οι ήρωες του Τσέχοφ ζούσαν το 19ο αιώνα και σήμερα η βραδύτητα έχει καταργηθεί ως έννοια ή τείνει να καταργηθεί πλήρως. Δεν μπορούμε να τεμπελιάζουμε, πόσο μάλλον να "τρεκλίζουμε" από τεμπελιά. Πιστεύω ότι είμαστε σε μια κατάσταση τιμωρίας, που επιβάλαμε στον εαυτό μας, που υποτίθεται ότι σήμερα τον προσέχουμε πολύ και με το πιο σωστό τρόπο.
Όταν ήμασταν παιδιά, τεμπελιάζαμε τα καλοκαίρια σαν τα τζιτζίκια του γνωστού μύθου. Η αίσθηση εκείνης της τεμπελιάς κυλάει σαν γλυκύτατο μέλι, είναι σαν μουσική σύνθεση που την ακούμε συνεχώς χωρίς να σβήνει ποτέ. Ο χρόνος έχει άρωμα και εμείς δεν προλαβαίνουμε να το μυρίσουμε. Πιστεύω πως πρέπει να επανέλθει η βραδύτητα της κατάκτησης (της συναισθηματικής), πρέπει να έχουμε χρόνο να βλέπουμε τα φύλλα να κιτρινίζουν, να αντιλαμβανόμαστε τη θέση των αστερισμών παρατηρώντας το στερέωμα, να νιώθουμε την πορεία του γιασεμιού, την υπομονή των οπωροφόρων. Με άλλα λόγια, πιστεύω ακράδαντα ότι τα μόνα πλούτη που πραγματικά έχω και κατέχω είναι ο χρόνος μου.
Μένη Κυριάκογλου
Μακεδονία της Κυριακής - 24 Σεπτεμβρίου 2018
'Ολα τα χρονογραφήματα της Μένης Κυριάκογλου υπάρχουν στο σάιτ της εφημερίδας Μακεδονίας