Υπήρξε σούπερ σταρ, ποπ είδωλο, εθνική φαντασίωση. Μεσουράνησε καλλιτεχνικά επί δύο και πλέον δεκαετίες. Βγήκε τρίτος στη Eurovision το 2004 και έβδομος το 2009, προσπάθησε φιλότιμα να κάνει κινηματογραφική καριέρα (που, παρά την εισπρακτική επιτυχία της πρώτης του ταινίας Alter Ego, δεν ευτύχησε), επιχείρησε ανεπιτυχώς –όχι με ζέση, είναι η αλήθεια– να διακριθεί στο εξωτερικό, χρημάτισε τηλεπαρουσιαστής και τώρα, στα 41 του, ώριμος οικογενειάρχης πια, αλλά με τη λάμψη του καλοδιατηρημένη, έρχεται να πρωταγωνιστήσει ως Διόνυσος στις Βάκχες του Ευριπίδη που ανεβάζει ο Δημήτρης Λιγνάδης. Επόμενο ήταν η συγκεκριμένη επιλογή και, φυσικά, η παράσταση να σχολιαστούν ποικιλότροπα. Δεν είναι, βέβαια, η πρώτη φορά που αμφισβητούνται οι ερμηνευτικές ικανότητες ηθοποιών που δοκιμάστηκαν στο αρχαίο δράμα – ακόμα θυμάμαι πόσο είχε σχολιαστεί π.χ. η Αλίκη Βουγιουκλάκη ως Αντιγόνη το '90 στην Επίδαυρο, ενώ διαβάζω ότι τον Αύγουστο εκστρατεύει εκεί η Μιμή Ντενίση (στην Ελένη που σκηνοθετεί η Ολυμπία Δουκάκη). Αλλά ο Σάκης Ρουβάς δεν έχει καν «καταχωρισθεί» ως αμφιλεγόμενος, έστω, πλην επαγγελματίας ηθοποιός.
«Και τι έγινε; Έχω κάπου να δώσω λογαριασμό; Εξάλλου, η άδεια άσκησης του επαγγέλματος του ηθοποιού έχει πλέον καταργηθεί. Η τέχνη δεν γίνεται κανονιστικά, από ειδικούς ή μη. Καθένας μπορεί να δοκιμαστεί, ανάλογα με τις ανάγκες που επιβάλλει το εκάστοτε εγχείρημα!» αντιλέγει ο Δημήτρης Λιγνάδης, φέρνοντας και το παράδειγμα του Σαββόπουλου στον αριστοφανικό Πλούτο. Χρόνια τώρα σκεφτόταν, λέει, να κάνει κάτι με τον Σάκη Ρουβά που χαρακτηρίζει «υπόδειγμα διάθεσης και διαθεσιμότητας» και άνθρωπο που προσέγγισε το αρχαίο κείμενο «με ταπεινότητα, δέος και αυταπάρνηση». Κάθε σκηνοθέτης, συνεχίζει, οφείλει να πειραματίζεται και αν προκύψει κάτι πρωτοποριακό, θα γίνει ερήμην του. Έχουν, άραγε, θέση στο αρχαίο θέατρο μόνο «ιερά τέρατα» της υποκριτικής; Όχι βέβαια, απαντά, με εξαίρεση ίσως την Επίδαυρο (όπου δεν ανεβαίνουν τελικά οι Βάκχες, παρά τις περί αντιθέτου φήμες). Ο ίδιος, άλλωστε, πιστεύει στη ζωντανή τέχνη, «αυτή που προκαλεί αντιδράσεις, εντάσεις, δίχως να γίνεται εξεζητημένα ασεβής». Δεν έχει κι άδικο. Φαντάζομαι πως ούτε οι αρχαίοι της κλασικής εποχής δεν ήταν τόσο σοβαροφανείς: «H βαλσαμωμένη τέχνη είναι για τους νεκρόφιλους! Δεν χρειάζεται, ωστόσο, να γκρεμίζουμε τα αγάλματα για να τα φέρνουμε στο ύψος μας. Είναι προτιμότερο να μάθουμε να πηδάμε καμιά φορά, να τα φτάνουμε. Στις Βάκχες ακολούθησα πιστά το κείμενο, που το θεωρώ ιδιαίτερα επίκαιρο, εφόσον μιλά για την έλευση μια νέας θρησκείας από την Ανατολή, με έναν θεό εξωτικό, έναν θεό άγριου μυστηρίου, μέθης και μέθεξης, που έρχεται να προκαλέσει το κατεστημένο δωδεκάθεο και τα ισχύοντα ήθη» λέει, παραπέμποντας στις προκλήσεις της πολύπολιτισμικότητας αλλά και του θεατρικού status quo.
Δεν μοιράζονται, βέβαια, όλοι τον ενθουσιασμό του, τουλάχιστον όχι ολόκληρο: «Ούτε χάρηκα, ούτε στενοχωρήθηκα με την είδηση. Περισσότερο ως κράχτης φαντάζει, άλλωστε, ο Ρουβάς. Αν παραμένει "διονυσιακός"; Με τρία παιδιά, δεν νομίζω! Όμως, το θέμα δεν είναι πόσο καλός ηθοποιός είσαι, αλλά πόσο ξέρεις τι κάνεις και γιατί. Ο Σάκης απλώς τα κάνει όλα και συμφέρει και αυτή είναι μια λογική που κατ' εμέ δεν χωρά στο αρχαίο θέατρο. Δεν γίνεται να γίνονται τα πάντα θέαμα, ούτε πιστεύω πως χρειαζόμαστε πλέον πυροτεχνήματα σε αυτήν τη χώρα» λέει η δημοσιογράφος Αφροδίτη Γραμμέλη. «Η ελαφρότητα είχε πάντοτε πολλαπλές σημασίες και το βάθος βρισκόταν ανέκαθεν στην επιφάνεια. Ο Σάκης εξακολουθεί να μας "διονυσιάζει" και είναι ο μοναδικός ίσως ντόπιος αστέρας που θα διακρινόταν στον διεθνή στίβο της ποπ. Αν ο Χατζιδάκις ζούσε, πιθανόν να χαιρόταν την παρέα του – ίσως πάλι όχι, γιατί ούτε ο ίδιος ο Σάκης Ρουβάς αισθάνθηκε ποτέ πραγματικά άνετα ως ηδυπαθές είδωλο. Γι' αυτό ακριβώς δεν θα με ενδιέφερε ποτέ να τον δω σε τραγωδία: γιατί οτιδήποτε ποπ, όμορφο κι ανάλαφρο θα πρέπει να φορτωθεί με μυριάδες ενοχές και αμαρτήματα, φορώντας τον μανδύα της λογιοσύνης; Περισσότερο, ωστόσο, με ενοχλεί το ίδιο το είδος της παράστασης, που βαφτίζει την ανάγκη για περισσότερο θόρυβο στα μίντια αρχαιοελληνική μανία» θα πει η Τίνα Μανδηλαρά. «Πριν από τον Σάκη Ρουβά είχε παίξει αρχαία τραγωδία ο Μάριος Φραγκούλης, ως Διόνυσος πάλι. Γιατί ο Φραγκούλης ήταν πιο αποδεκτός, επειδή είναι του "σοβαρού" τραγουδιού; Και, άραγε, επελέγη ο Σάκης επειδή κάτι εμπνέει ή απλώς για λόγους εντυπωσιασμού και δημοσιότητας;», αναρωτιέται ο Γιώργος Σαρηγιάννης, που προτιμά, ωστόσο, να μην προτρέχει, εφόσον «όλα θα κριθούν στο αποτέλεσμα... Αλλά, αλήθεια, γνωρίζετε ότι κάποιο μπλογκ εθνικιστικής "πνοής" μάς καλεί να μποϊκοτάρουμε ή να "περιποιηθούμε δεόντως" την παράσταση επειδή, λέει, συμμετέχουν και έγχρωμοι συμπατριώτες μας (Στέφανος Μουαγκέ) ή μετανάστες (μουσικοί). Εδώ που φτάσαμε, μήπως το θέμα "ο Ρουβάς σε αρχαία τραγωδία" είναι, τελικά, επουσιώδες;» συνεχίζει. Αυτό το τελευταίο είναι ένα πράγματι ενδιαφέρον ερώτημα.
Και το κοινό; Τι πιστεύει, όντας το κατεξοχήν ενδιαφερόμενο; Ιδού τι λένε δύο θεατρόφιλοι: «Όταν πρωτοάκουσα πως ο Σάκης θα παίξει τραγωδία δυσανασχέτησα, όταν όμως έμαθα ότι υποδύεται τον Διόνυσο, ηρέμησα κάπως. Πόσο χάλια μπορεί να βγάλει έναν ελαφρύ ρόλο που μάλλον του πάει κιόλας; Δεν θα κάνει, δα, και τον Ορέστη! Αφήστε που αντίστοιχες "παρατυπίες" συνέβαιναν, πιστεύω, επίσης στην αρχαιότητα (όντως). Ας είναι τουλάχιστον ευχάριστο το θέαμα» λέει ο συγγραφέας Πέτρος Μπιρμπίλης. «Σε έναν κόσμο όπου η εμπορικότητα, σερβιρισμένη κατάλληλα, έχει πια θέση παντού, το να παίξει ο Ρουβάς αρχαία τραγωδία ήταν απλώς θέμα χρόνου. Αλλά ας περιμένουμε να τον κρίνουμε επί σκηνής – οι επαγγελματίες θεματοφύλακες της τέχνης έχουν, άλλωστε, κάνει πολύ μεγαλύτερα εγκλήματα!» θα πει ο οικονομολόγος Λουκάς Σπανός. Στη σκηνή, λοιπόν, θα κριθούν όλα, και με συμπαίκτες όπως η Ρούλα Πατεράκη, ο Γιάννης Καρατζογιάννης, ο Δημήτρης Πασσάς, η Γιώτα Βέη (κορυφαία χορού), ο Σάκης καλείται ν' απογειώσει την παράσταση νικώντας γκρίνιες, άγχος, σοβαροφάνεια και βγάζοντας τον «προπονητή» του ασπροπρόσωπο. Θα τα καταφέρει;