ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΟΡΕΝΣ ΤΗΣ ΑΡΑΒΙΑΣ
Η Νικόλ Κίντμαν και ο Βέρνερ Χέρτσογκ σε έναν ασυνήθιστο, και παραδόξως, ήπιο συνδυασμό στην 65η Berlinale, με τη "Βασίλισσα της Ερήμου".
Η ιστορία της Γκέρτρουντ Μπελ είναι άγνωστη στο πλατύ κοινό, καθώς η ιστορία έμελλε να αποθεώσει τον εκκεντρικό Τ.Ε. Λόρενς αλλά να επισκιάσει την επίσης πατρίκεια Βρετανίδα σύγχρονη του, η οποία γοητεύτηκε από τον εξωτισμό των αραβικών χωρών και αφιέρωσε τη ζωή της στην κατανόηση και επίλυση πολλών πολιτικών προβλημάτων, ξεπερνώντας τον αρχικό ρομαντικό οριενταλισμό που την διακατείχε.
Αν και η Μπελ αρνιόταν πεισματικά την εμπλοκή της με τις βρετανικές αρχές, στη συνέχεια συνεργάστηκε με τους δικούς της όρους και τιμήθηκε για τις υπηρεσίες της. Το θάρρος και το θράσος της να πάει εκεί όπου καμία γυναίκα, και μάλιστα χωρίς ισχυρή συνοδεία, δεν τολμούσε να διαβεί, αποδείχθηκε ιδιοφυές, καθώς η ξεχωριστή της παρουσία γοήτευσε τους φυλάρχους, που την καλοδέχτηκαν και την άκουσαν σε μια άδολη, σχεδόν εθνολογικού περιεχομένου, φιλειρηνική διαμεσολάβηση.
Οι μακρινοί τόποι και οι απρόσμενες προκλήσεις ήταν ανέκαθεν βούτυρο στο ψωμί του περιπετειώδους σκηνοθέτη Βέρνερ Χέρτσογκ.
Ο Γερμανός ξέρει να προσαρμόζεται στο περιβάλλον και τα αντικείμενα του φακού του, από τον σκληρό Κλάους Κίσνκι μέχρι τις φονικές αρκούδες- πολλοί υποστηρίζουν πως ο Κίσνκι υπήρξε πιό απρόβλεπτος και επικίνδυνος κι από τα άγρια θηρία. Λογικά, η Βασίλισσα της Ερήμου θα έπρεπε να ρισκάρει και να τολμήσει. Αντιθέτως, ποντάρει πολύ στον ρομαντικό χαρακτήρα της Μπελ και ξοδεύει το πρώτο μέρος σε ένα ελάχιστο πειστικό συνταίριασμα της Μπελ με τον πρώτο της έρωτα, που υποδύεται ο τελείως λάθος για το ρόλο και εκτός τόπου και χρόνου, συνεχώς μορφάζων γλυκερά Τζέϊμς Φράνκο.
Οι αναφορές στο Λόρενς της Αραβίας δεν εξαντλούνται στον χαρακτήρα που υποδύεται με παιχνδιάρικο χιούμορ ο Ρόμπερτ Πάτινσον, αλλά ρέουν από την αρχή μέχρι τους τίτλους τέλους στους μουσικούς δανεισμούς από το αξέχαστο σάουντρακ του Μορίς Ζαρ για το έπος του Ντέϊβιντ Λιν. Από τη μάχη της Ιστορίας με το δράμα, κανείς δεν βγαίνει νικητής, εξαιτίας της χαλαρής δομής και του απαλού χειρισμού. Η έκπληξη είναι η Κίντμαν: για πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια, το πρόσωπο της κάθεται σωστά, βγαίνει πολύ όμορφη στην οθόνη, και επαναφέρει τη μυθιστορηματική της γοητεία, από τις ελάχιστες στο σύγχρονο σινεμά που μπορεί να ταξιδέψει τον θεατή στο χρόνο, αλλά και τα προσωπικά της διλήμματα, χωρίς να φοβάται την αναμέτρηση με τους περίεργους auteurs, θυμηθείτε τον Λαρς φον Τρίερ.
**
Ο κυνηγημένος Τζαφάρ Παναχί εξακολουθεί να μην μπορεί επισήμως να γυρίσει ταινίες στην πατρίδα του, το Ιράν. Γι' αυτό και επινοεί τρόπους να ξεφύγει από την τιμωρία: δεν βάζει το όνομα του στους τίτλους αρχής και τέλους, και δεν φαίνεται καν πως γυρίζει ταινία. Το Ταξί γυρίστηκε σε ένα ταξί που ο ίδιος οδηγεί, και πρωταγωνιστούν ο ίδιος, φίλοι και ερασιτέχνες, σε μια πλοκή επεισοδιακή αλλά καθόλου τυχαία, σκωπτική και αυτοκριτική, γεμάτη σχόλια για την σύγχρονη κοινωνία του Ιράν αλλά και τη δυσχέρεια ενός καλλιτέχνη να εκφραστεί όπως νομίζει.
Ο Παναχί, που πάντα βρίσκει μια φιλόξενη αγκαλιά στο φεστιβάλ του Βερολίνου, έχει ξεπεράσει το μεγάλο θυμό του This is not a Movie και το γυρίζει στο θυμοσοφικό, πικρό χιούμορ (παίρνει αγώγι έναν τύπο που εμπορεύεται λαθραία σίριαλ και art ταινίες, από Κορέα μέχρι Αμερική και Γούντι Άλεν!), σε μια συμβολική βόλτα στην Τεχεράνη που δείχνει λίγα αλλά αποκαλύπτει πολλά για τα ήθη και τα σκαλώματα που, μέσα στην κίνηση, παλεύει ανάμεσα στην ευγένεια και τον σκοταδισμό, με σκόρπιες χαρές και διάχυτη καταπίεση. Ένα εξαιρετικό μικρό διαμάντι από έναν κινηματογραφιστή που κάνει δημιουργική αντίσταση.
σχόλια