Οι «Βάκχες» του Έκτορα Λυγίζου δεν παρουσιάζουν το παραμικρό ενδιαφέρον, ούτε καν ως πειραματική απόπειρα

Οι «Βάκχες» του Έκτορα Λυγίζου δεν παρουσιάζουν το παραμικρό ενδιαφέρον, ούτε καν ως πειραματική απόπειρα Facebook Twitter
Στόχος της παράστασης που είδαμε την περασμένη Παρασκευή στην Επίδαυρο ήταν κάτι σαν «επιστροφή στα βασικά»: οκτώ ηθοποιοί, ένα χαλί και ο λόγος του Ευριπίδη, σε μετάφραση Χειμωνά, στάθηκαν τα υλικά με τα οποία οικοδομήθηκε το εγχείρημα. Φωτο: Μαριλένα Σταφυλίδου
4

Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, όταν το αρχαίο δράμα άρχισε να αναβιώνει πιο συστηματικά στις ευρωπαϊκές σκηνές, στάθηκε πολύ δύσκολο για τους καλλιτέχνες και τους θεατές να αποδεχθούν τον Διόνυσο των «Βακχών».


Πώς μπορούσαν οι λόγιοι τζέντλεμεν-ηθοποιοί της Εδουαρδιανής Αγγλίας που ερμήνευαν τις τραγωδίες ενώπιον εκλεκτού καλλιεργημένου κοινού να συμφιλιωθούν με την ιδέα ότι ο θεός του κρασιού και της παραφοράς επικρατούσε στο τέλος του έργου εξοντώνοντας τον αντίπαλό του Πενθέα, εκπρόσωπο του νόμου και της τάξης; Σε μια κοινωνία όπου η πίστη στην πρόοδο και την τεχνολογία βρισκόταν στο αποκορύφωμά της, πώς να αντιμετωπίσει κανείς έναν ήρωα που διαδίδει την επιστροφή στον πρωτογονισμό;


«Ευγενής απλότητα και ήρεμο μεγαλείο»: η περίφημη φράση του Γ. Γ. Βίνκελμαν, ιδρυτή της αρχαιολογίας, είχε καθορίσει την μοντέρνα πρόσληψη κι ερμηνεία της αρχαίας ελληνικής τέχνης. Με τη Γέννηση της Τραγωδίας, ο Νίτσε ανέτρεψε τα στεγανά αυτά που αντιμετώπιζαν την τέχνη των Ελλήνων ως επιτομή του μέτρου, της αρμονίας και της εγκράτειας · υποστήριξε πως στην καρδιά των έργων εκείνων βρισκόταν το διονυσιακό πάθος και ένας βασανισμένος πεσιμισμός. Παρόλο τον ζήλο του γερμανού φιλοσόφου, όμως, χρειάστηκε να περάσουν δεκαετίες προτού απελευθερωθούν οι σκοτεινές δυνάμεις του έργου επί σκηνής, στη σύγχρονη εποχή.
Τη δεκαετία του πενήντα, ο Ε.Ρ. Ντοντς φανέρωσε με τη σειρά του την επιρροή του παράλογου και του πρωτόγονου στη σκέψη των αρχαίων. «Όταν αντιστέκεται κανείς στον Διόνυσο» σημειώνει στην κριτική έκδοση των Βακχών _ κάνοντας τον Νίτσε και τον Φρόιντ να χαμογελούν _ «είναι σαν να αντιστέκεται στο αρχέγονο στοιχείο της ίδιας του της φύσης».


Από το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, «οι "Βάκχες" φάνταζαν στους ηθοποιούς, σκηνοθέτες και θεατές να χρειάζονται [...] ελάχιστη παρέμβαση: η κουλτούρα των ναρκωτικών, η ροκ μουσική, το σεξ και η βία, οι ποικίλες εκφάνσεις της μοντέρνας θρησκευτικής πρακτικής, ακόμη και η ποδοσφαιρική υστερία έβρισκαν στο έργο αυτό αναγνωρίσιμες αναλογίες» (Πατ Ίστερλινγκ, Οδηγός για την Αρχαία Ελληνική Τραγωδία).

Το κομμένο κεφάλι του Πενθέα καρφωμένο πάνω στον θύρσο της Αγαύης συνιστά ένα από τα πιο φοβερά θεάματα της παγκόσμιας δραματουργίας. Η παράσταση που είδαμε περιφρονεί τη σημασία όλων αυτών των δεδομένων, τα θεωρεί περιττά και ούτε καν προσπαθεί να καλύψει το θεατρικό και ψυχολογικό κενό που αφήνουν στον θεατή: για την ακρίβεια αδυνατεί ολοσχερώς να το καλύψει.


Η παράσταση Dionysus in '69 του Ρίτσαρντ Σέχνερ παρουσιάστηκε σε ένα γκαράζ της Νέας Υόρκης, το 1969. Έμοιαζε με ένα μεγάλης κλίμακας χάπενινγκ, όπου τα ημίγυμνα σώματα των ηθοποιών επιδίδονταν σε ομαδικές ερωτικές περιπτύξεις καλώντας τους θεατές, που στέκονταν δίπλα τους, να συμμετάσχουν στη χορευτική μέθη. Στόχος, η απόρριψη των θεατρικών και κοινωνικών συμβάσεων, η κατάργηση των ορίων μεταξύ σκηνής και ζωής.


Στην «Τελετή μετάληψης» (1973) ο Γουόλε Σογίνκα, νιγηριανός νομπελίστας συγγραφέας, εμπνευσμένος από την ιστορία και τον πολιτισμό της Αφρικής, μετατρέπει το έργο του Ευριπίδη σε μια ιστορία απελευθέρωσης των σκλάβων και ταυτόχρονα σε μια αναπαράσταση ενός μύθου γονιμότητας των Yoruba, ιθαγενών της Νιγηρίας. Tελειώνει με την Αγαύη και τον Χορό να πίνουν κρασί/αίμα που ξεχειλίζει από το κομμένο κεφάλι του Πενθέα.

Οι «Βάκχες» του Έκτορα Λυγίζου δεν παρουσιάζουν το παραμικρό ενδιαφέρον, ούτε καν ως πειραματική απόπειρα Facebook Twitter
Καμία ενδυματολογική διαφοροποίηση (τα κοστούμια ήταν ίδια για όλους, ένα «κέλυφος» που λυνόταν αποκαλύπτοντας τα εσώρουχα-πυτζάμες), κανένα σκηνικό αντικείμενο και κανένας «ρόλος»: όλοι για έναν και ένας για όλους. Φωτο: Μαριλένα Σταφυλίδου

Αναγκασμένοι να τον ορίσουμε, θα λέγαμε πως στόχος της παράστασης που είδαμε την περασμένη Παρασκευή στην Επίδαυρο ήταν κάτι σαν «επιστροφή στα βασικά»: οκτώ ηθοποιοί, ένα χαλί και ο λόγος του Ευριπίδη, σε μετάφραση Χειμωνά, στάθηκαν τα υλικά με τα οποία οικοδομήθηκε το εγχείρημα. Καμία ενδυματολογική διαφοροποίηση (τα κοστούμια ήταν ίδια για όλους, ένα «κέλυφος» που λυνόταν αποκαλύπτοντας τα εσώρουχα-πυτζάμες), κανένα σκηνικό αντικείμενο και κανένας «ρόλος»: όλοι για έναν και ένας για όλους, καθώς ο Πενθέας «παίχθηκε» διαδοχικά από τρεις ή τέσσερις ηθοποιούς, η Αγαύη από δύο κ.ο.κ.


Προφανώς η τραγωδία είναι θέατρο λόγου, που ζητά από το κοινό να φανταστεί τα πιο ακραία γεγονότα του έργου (τον διαμελισμό του Πενθέα, την ωμοφαγία ζώων και ανθρώπων) μέσα από την τρομακτική ζωντάνια της αφήγησης. Εγείρονται, όμως, τα εξής ζητήματα: πρώτον, οι τεχνικές της αφήγησης πρέπει να χρησιμοποιούνται με τόση ακρίβεια και οξύτητα, ώστε ο θεατής να νιώθει στο πετσί του όσα του εξιστορούν. Στην παράσταση που παρακολουθήσαμε η αντιμετώπιση της εκφοράς του λόγου ήταν εντελώς απλοϊκή: καταφεύγοντας σε χειρονομίες που εικονογραφούν τον λόγο, κωμικό νάζι, κινησούλες και πηδηματάκια, οι ηθοποιοί, αδυνατώντας να «στείλουν» τη φωνή τους στο κοίλον, έμοιαζαν με ατυχείς φιλότιμους μαθητές που πασχίζουν αλλά εκμηδενίζονται από το μέγεθος του κειμένου – γίνονταν «μικροί», ελάχιστοι και «αφελείς». Τους κατάπινε το θέατρο, το έργο, η απουσία στιβαρής καθοδήγησης.


Δεύτερον: εκτός από την αφήγηση, που είναι μείζονος σημασίας, υπάρχουν και σημεία ή σύμβολα με τα οποία ο ποιητής υφαίνει τον δραματικό ιστό του και καλεί τον σκηνοθέτη να τα λάβει υπόψη του, εφόσον μέσα από αυτά υλοποιείται το συγγραφικό όραμα. Η σκηνή π.χ. όπου ο Διόνυσος ντύνει τον Πενθέα γυναίκα κατέχει θέση-κλειδί στο σημειολογικό και εννοιολογικό πλαίσιο ενός έργου που εκθέτει τη θεατρική σύμβαση ως σύμβαση, διερευνά τη δύναμη της μεταμφίεσης, του θηλυκού που κατοικεί μέσα στο αρσενικό και αντίστροφα, της εξωτερίκευσης ασυνείδητων επιθυμιών κ.ο.κ. Ταυτόχρονα, το κομμένο κεφάλι του Πενθέα καρφωμένο πάνω στον θύρσο της Αγαύης συνιστά ένα από τα πιο φοβερά θεάματα της παγκόσμιας δραματουργίας. Η παράσταση που είδαμε περιφρονεί τη σημασία όλων αυτών των δεδομένων, τα θεωρεί περιττά και ούτε καν προσπαθεί να καλύψει το θεατρικό και ψυχολογικό κενό που αφήνουν στον θεατή: για την ακρίβεια αδυνατεί ολοσχερώς να το καλύψει. Όσο για το γεγονός ότι οι γυναίκες ερμηνεύουν ανδρικούς ρόλους, είναι όλοι τόσο ανήμποροι και ίδιοι ερμηνευτικά, ώστε δεν κάνει καμία διαφορά.

Οι «Βάκχες» του Έκτορα Λυγίζου δεν παρουσιάζουν το παραμικρό ενδιαφέρον, ούτε καν ως πειραματική απόπειρα Facebook Twitter
Είναι γλυκύτατοι οι δύσμοιροι ηθοποιοί, έτσι όπως συσπειρώνονται στο τέλος για να απαγγείλουν με συνεκφώνηση την αγγελική ρήση: τι να το κάνει όμως ο θεατής, όταν δεν έχει καταφέρει να πιει ούτε μία σταγόνα από την ουσία του έργου και αναγκάζεται να αποχωρήσει ολόστεγνος. Φωτο: Μαριλένα Σταφυλίδου


Γεγονός που με φέρνει στην τρίτη επισήμανση: οι Βάκχες είναι διαποτισμένες από αυτό που ο Κοτ αποκαλεί «διεστραμμένο ερωτισμό». Η ηδονοβλεπτική διαστροφή του Πενθέα, η καταπίεση των ενστίκτων, η βακχεία που λύνει τα μέλη, η σαγήνη του θεού, η έξαψη των ακολούθων, ο σπαραγμός του ζωντανού σώματος, όλα αυτά δεν παρουσιάζονται επί σκηνής, σίγουρα όμως διαμορφώνουν τη θερμοκρασία του τοπίου. Η παράσταση που παρακολουθήσαμε αποδείχθηκε παντελώς ασέξουαλ (μια στιγμή πήγε κάποιος να δαγκώσει κάποιον άλλο, αλλά μετά ξεχάστηκαν): τα σώματα και οι φωνές παρέμειναν προσκολημμένες στην χώρα της ανύπαρκτης σεξουαλικότητας, εκεί όπου οι άνθρωποι έχουν απωλέσει τα όργανα και τις αισθήσεις τους. Φαντασιώνονται, όπως λένε, πως είναι «άλλοι» («Αν ήμουν ο Διόνυσος, θα σας έλεγα...», «Αν ήμουν ο Κάδμος, θα σας έλεγα...» κ.ο.κ.) αλλά ούτε καν την ενέργεια της φαντασίωσής τους δεν εκπέμπουν.

Ένα κείμενο χτισμένο αριστοτεχνικά πάνω στην ισορροπία των αντιθέσεων και της αντιστροφής ρόλων – ο γέρος ξαναγίνεται νέος, ο βασιλιάς ακόλουθος, ο διώκτης διωκόμενος, η μητέρα φονιάς του γιου της – χάνει εδώ, μέσα στην ομοιογένεια, την επιπολαιότητα και την ελαφρότητα της σκηνικής παρουσίασής του κάθε ελπίδα να αγγίξει το κοινό. Η μοναδική ιδέα που προτάσσει η παράσταση, αυτή του ατόμου που γίνεται ομάδα, που περνάει δηλαδή από το «εγώ» στο «εμείς», δεν στέκεται ικανή να αντικαταστήσει όλα όσα έμειναν απέξω – και ούτε αποδίδονται σε καμία περίπτωση οι πολύπλοκες συνέπειες μιας τέτοιας μετάβασης. Είναι γλυκύτατοι οι δύσμοιροι ηθοποιοί, έτσι όπως συσπειρώνονται στο τέλος για να απαγγείλουν με συνεκφώνηση την αγγελική ρήση: τι να το κάνει όμως ο θεατής, όταν δεν έχει καταφέρει να πιει ούτε μία σταγόνα από την ουσία του έργου και αναγκάζεται να αποχωρήσει ολόστεγνος.


Η σχέση βίας και σεξουαλικότητας, η αγριότητα του ασυνείδητου, η κατάρρευση της τάξης, η επέλαση του χάους, η παρουσία του θεού και η απουσία της ανάστασης, όλα ζητήματα πολύ σημαντικά που κατοικούν στον πυρήνα της ευριπίδειας τραγωδίας δεν αναδεικνύονται ποτέ – ούτε μέσω του λόγου, ούτε μέσω της κίνησης, ούτε μέσω των διαθέσεων των συμμετεχόντων. Εν τέλει, η παράσταση δεν παρουσιάζει το παραμικρό ενδιαφέρον, ούτε καν ως πειραματική απόπειρα.

Ιnfo:

H παράσταση Βάκχες του Ευριπίδη ανέβηκε στις 14&15/7 στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου σε σκηνοθεσία Έκτορα Λυγίζου.

Έπαιξαν οι ηθοποιοί: Ανθή Ευστρατιάδου, Έκτορας Λυγίζος, Βασίλης Μαγουλιώτης, Άρης Μπαλής, Αργύρης Πανταζάρας, Ανέζα Παπαδοπούλου, Μαρία Πρωτόπαππα, Χρήστος Στέργιογλου.

Σκηνικά-κοστούμια: Κλ. Μπομπότη

Θέατρο
4

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Bαγγέλης Θεοδωρόπουλος: Διευθύνω το Φεστιβάλ Αθηνών ως σκηνοθέτης που αναλαμβάνει την ευθύνη

Θέατρο / Bαγγέλης Θεοδωρόπουλος: Διευθύνω το Φεστιβάλ Αθηνών ως σκηνοθέτης που αναλαμβάνει την ευθύνη

O διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, λίγο πριν από την έναρξη του πρώτου φεστιβάλ που φέρει πλήρως την υπογραφή του, μιλάει στη LiFO για το στοίχημα που αισιοδοξεί να κερδίσει
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν

Θέατρο / Πού οφείλεται τόση δίψα για το θέατρο;

Το θέατρο εξακολουθεί να προκαλεί debates και ζωηρές συζητήσεις, παρά τις κρίσεις και τις οικονομικές περικοπές που έχει υποστεί, και φέτος ανεβαίνουν στην Αθήνα παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ανδρέας Κωνσταντίνου

Θέατρο / Ανδρέας Κωνσταντίνου: «Δεν μ' ενδιαφέρει τι υποστηρίζεις στο facebook, αλλά το πώς μιλάς σε έναν σερβιτόρο»

Ο ηθοποιός που έχει υποδυθεί τους πιο ετερόκλητους ήρωες και θα πρωταγωνιστήσει στην τηλεοπτική μεταφορά της «Μεγάλης Χίμαιρας» αισθάνεται ότι επιλέγει την τηλεόραση για να ικανοποιήσει την επιθυμία του για κάτι πιο «χειροποίητο» στο θέατρο.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Ο Στρίντμπεργκ και η «Ορέστεια» προσγειώνονται στον κόσμο της Λένας Κιτσοπούλου

Θέατρο / Η Μαντώ, ο Αισχύλος και ο Στρίντμπεργκ προσγειώνονται στον κόσμο της Κιτσοπούλου

Στην πρόβα του νέου της έργου όλοι αναποδογυρίζουν, συντρίβονται, μοντάρονται, αλλάζουν μορφές και λένε λόγια άλλων και τραγούδια της καψούρας. Ποιος θα επικρατήσει στο τέλος;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Οι Αθηναίοι / «Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Η ηθοποιός Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου θυμάται τα χρόνια του Θεάτρου Τέχνης, το πείραμα και τις επιτυχίες του Χυτηρίου, περιγράφει τι σημαίνει γι' αυτή το θεατρικό σανίδι και συλλογίζεται πάνω στο πέρασμα του χρόνου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θωμάς Μοσχόπουλος

Θέατρο / «Άρχισα να βρίσκω αληθινή χαρά σε πράγματα για τα οποία πριν γκρίνιαζα»

Έπειτα από μια δύσκολη περίοδο, ο Θωμάς Μοσχόπουλος ανεβάζει τον δικό του «Γκοντό». Έχει επιλέξει μόνο νέους ηθοποιούς για το έργο, θέλει να διερευνήσει την επίδρασή του στους εφήβους, πραγματοποιώντας ανοιχτές πρόβες. Στο μεταξύ, κάνει μια πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα με την Αργυρώ Μποζώνη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Θέατρο / Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Ένα συναρπαστικό υβρίδιο θεάτρου, συναυλίας, πολιτικοκοινωνικού μανιφέστου και rave party, βασισμένο στο έργο του επικηρυγμένου στη Ρωσία δραματουργού Ιβάν Βιριπάγιεφ, ανεβαίνει στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης σε σκηνοθεσία Γιώργου Κουτλή και αποπειράται να δώσει απάντηση σε αυτό το υπαρξιακό ερώτημα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

The Review / Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

Ο Αλέξανδρος Διακοσάββας και ο δημοσιογράφος και κριτικός θεάτρου Γιώργος Βουδικλάρης μιλούν για την παράσταση «Ο Χορός των εραστών» της Στέγης, τα υπαρξιακά ερωτήματα που θέτει το κείμενο του Τιάγκο Ροντρίγκες και τη χαρά τού να ανακαλύπτεις το next best thing στην τέχνη.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Όπερα / Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Πολυσχιδής και ανήσυχη, η Φανί Αρντάν δεν δίνει απλώς μια ωραία συνέντευξη αλλά ξαναζεί κομμάτια της ζωής και της καριέρας της, με αφορμή την όπερα «Αλέκο» του Σεργκέι Ραχμάνινοφ που σκηνοθετεί για την Εθνική Λυρική Σκηνή.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το «Κυανιούχο Κάλιο» είναι μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων 

Θέατρο / «Κυανιούχο Κάλιο»: Μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

Όχι μόνο σε ανελεύθερα ή σκοταδιστικά καθεστώτα, αλλά και στον δημοκρατικό κόσμο, η συζήτηση για το δικαίωμα της γυναίκας σε ασφαλή και αξιοπρεπή ιατρική διακοπή κύησης παραμένει τρομακτικά επίκαιρη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

Θέατρο / Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

«Εκείνο που με σπρώχνει να δημιουργώ θεατρικούς χαρακτήρες είναι ο έρωτας», έλεγε ο Ουίλιαμς, που πίστευε ότι ο πόθος «είναι κάτι που κατακλύζει πολύ μεγαλύτερο χώρο από αυτόν που μπορεί να καλύψει ένας άνθρωπος». Σε αυτόν τον πόθο έχει συνοψίσει τη φυγή και την ποίηση, τον χρόνο, τη ζωή και τον θάνατο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Οι δυο Ιφιγένειες του Ντμίτρι Τσερνιακόφ

Όπερα / Οι δυο βραβευμένες Ιφιγένειες του Ντμίτρι Τσερνιακόφ ανεβαίνουν σε περίοδο πολέμου

Λίγο πριν σηκωθεί η αυλαία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής για τις δύο εμβληματικές όπερες του Γκλουκ, ο σημαντικός Ρώσος σκηνοθέτης εξηγεί τις σύγχρονες παραμέτρους της θυσίας της αρχαίας τραγικής ηρωίδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ

σχόλια

2 σχόλια
Ήταν πράγματι απογοητευτική η παράσταση και μάλλον σε παρωδία παρέπεμπε, κυρίως με τις "λικνιστικές" κινήσεις των ηρώων. Καθόλου πάθος . Ατυχείς επιλογές των περισσότερων ηθοποιών . Ο κ. Στέργιογλου επέπλευσε της άνευρης σκηνοθεσίας. Ήταν δε λυπηρό ότι αν και τα χλιαρά χειροκροτήματα "εξανλήθηκαν" από την πρώτη υπόκλιση, ξαναβγήκαν οι ηθοποιοί 3 φορές, άσχημα εκτεθιμένοι στην σχετική αδιαφορία/ αμηχανία του κοινού.
Μάλλον άλλη παράσταση είδαμε, γιατι την Παρασκευη πού πήγα εγώ το κοινό ήταν φοβερά ζεστό και καταχειροκροτήθηκε η παράσταση με αποτέλεσμα οι ηθοποιοί να βγουν τέσσερις φορές για υπόκλιση. Αυτό λέει πολλά.
και γω αυτό έζησα την δεύτερη μέρα. δεν ήταν οτι καλύτερο έχω δει αλλά η παραπάνω κριτική μου φαίνεται πολυ σκληρή. ήταν λιγο αργό και ισως έπρεπε να έχεις και κάποιες έξτρα αισθητικές αναφορές (πχ camp) για να μην σε πεταξει εξω. Περιμενα και μια πιο φεμινιστικη αναγνωση που δεν την ειδα ποτε.Σίγουρα περιμένω περισσότερα απο αυτόν τον σκηνοθέτη.
Όταν ο σκηνοθέτης δεν μπορεί να παραστήσει το έργο, επειδή αδυνατεί , στρέφεται σε "πειραγμένες" εκδοχές. Έχουμε γκώσει από... του συγκεκριμένου σκηνοθέτη στο αρχαίο δράμα. Λυπάμαι, αλλά το αρχαίο δράμα δεν προσφέρεται πάντα για τέτοιου είδους πειραματισμούς. Άστο Έκτορα, δεν το χειςΟι Βάκχες δεν είναι ούτε ο Ρουβάς Διόνυσος, Θεός φυλάξοι, ούτε τέτοιου είδους πειραματισμοί, οι οποίοι ούτως ή άλλως δεν προσφέρονται σε καμία περίπτωση για το θέατρο της Επιδαύρου, που απαιτεί άλλα μεγέθη σε όλα τα επίπεδα. Όταν το καταλάβουν αυτό οι ιθύνοντες μπορεί να ξαναδούμε καμία στιβαρή παράσταση αρχαίας δραματουργίας.