Μετά το άσφαιρο «Search» (remake της παλιάς ταινίας του Φρεντ Ζίνεμαν), ο βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης του «Artist», Μισέλ Χαζαναβίσιους, επιστρέφει με αυτό που γνωρίζει καλά, τη γεμάτη σεβασμό και διάθεση για προσωπικό twist, νοσταλγική στόφα και τον ανθρώπινο παράγοντα του παλιού σινεμά. Το έκανε με την κατασκοπική παρωδία «OSS 117» δύο φορές και, φυσικά, με την ερωτική επιστολή στο σινεμά του βωβού.
Με το γοργού ρυθμού, εντελώς γκονταρικής τεχνοτροπίας «Redoutable», που στην Ελλάδα προβάλλεται ως «Γκοντάρ, αγάπη μου», κρατά την αναπνοή του όταν βουτάει στην πολύπλοκη και συνεχώς μεταλλασσόμενη μορφή του σινεμά του Ζαν Λικ Γκοντάρ και παίρνει ανάσα όταν έρχεται στην επιφάνεια της ζωής του, περιγράφοντας τον θρύλο του ευρωπαϊκού σινεμά ως έναν ερωτιάρη και δυσανεκτικό άνθρωπο με αντιφάσεις, ζήλιες, κόμπλεξ και ένα ενδιαφέρον μείγμα ελαφράδας και ελλειμματικής προσοχής μέσα από το πρόσωπο του Λουί Γκαρέλ, και της Στέισι Μάρτιν στον ρόλο της Άνα Βιαζέμσκι, πρωταγωνίστριας του «Chinoise» και του «Weekend».
Ο Γκοντάρ, όταν ξεκίνησε, ήταν σημαντικός για όλους μας γιατί εξερεύνησε τα πάντα, άλλαξε τους κανόνες, έδειξε πως το σινεμά μπορεί να γίνει από τον καθένα. Έφερε έναν αέρα ελευθερίας και μια συγκεκριμένη τόλμη. Από ένα σημείο κι έπειτα νομίζω πως τα βαρέθηκε όλα αυτά. Και εκεί έρχεται η δική μου ταινία, όταν εκείνος εστιάζει αλλού το ενδιαφέρον του.
Συναντήσαμε τον Χαζαναβίσιους στο περσινό Φεστιβάλ Καννών και η πρώτη και κύρια ερώτηση δεν θα μπορούσε παρά να είναι τι σημαίνει γι' αυτόν ο γρίφος που ονομάζεται «Γκοντάρ». Η επόμενη, τι θα συνέβαινε αν ο Γκοντάρ αποφάσιζε να ξυπνήσει από την αυτοεξορία του για να αντιδράσει, έτσι, για χάρη της πρόκλησης.
Με ρωτάτε τι είναι ο Γκοντάρ για μένα;
— Ναι, ακριβώς.
Ο Γκοντάρ, όταν ξεκίνησε, ήταν σημαντικός για όλους μας γιατί εξερεύνησε τα πάντα, άλλαξε τους κανόνες, έδειξε πως το σινεμά μπορεί να γίνει από τον καθένα. Έφερε έναν αέρα ελευθερίας και μια συγκεκριμένη τόλμη.
Από ένα σημείο κι έπειτα νομίζω πως τα βαρέθηκε όλα αυτά. Και εκεί έρχεται η δική μου ταινία, όταν εκείνος εστιάζει αλλού το ενδιαφέρον του.
Θεωρώ τις ταινίες του από το 1968 και μετά «πέτρες» που αφήνει στον δρόμο. Δεν μου είναι εύκολο να πω πως η μία μου αρέσει περισσότερο από την άλλη, νιώθω την ανάγκη να τις κοιτάζω συνολικά.
Πρόκειται για έναν άνθρωπο που ορίζει το μονοπάτι του, φτιάχνει τη δική του κινηματογραφική πορεία, αλλά επειδή είναι αυτός που είναι κάποιοι τον ακολουθούν. Είναι εξίσου σημαντικός με έναν ιμπρεσιονιστή ζωγράφο.
Αίφνης, οι ταινίες του δεν αφορούν χαρακτήρες και ιστορίες. Πάρτε το «Χωρίς Ανάσα», για παράδειγμα, που μιλάει για έναν τύπο που σκοτώνει έναν άλλο και ερωτεύεται μια κοπέλα στο Παρίσι, μετά τον προδίδουν και οι αστυνομικοί τον δολοφονούν. Αλλά ποιος νοιάζεται, τελικά, για το στόρι;
Ο Γκοντάρ θέλει να δείξει το Παρίσι και να βάλει τον θεατή να ακούσει και να δει αυτά που θέλει εκείνος. Τον ενδιαφέρουν οι φόρμες και τα χρώματα, όπως και τους ιμπρεσιονιστές. Το σινεμά για το σινεμά, αυτό είναι το σημαντικό για τον Γκοντάρ, και όχι η αναπαραγωγή της πραγματικότητας.
Και μιλάμε για την πρώτη του ταινία, τρελό ε; Συνέχισε σπρώχνοντας τα όρια και τώρα βρίσκεται πολύ μακριά, αλλά είναι ο Γκοντάρ και αυτό είναι το έργο της ζωής του.
— Απ' ο,τι γνωρίζω, ο Γκοντάρ δεν είχε καμία ανάμειξη με την ταινία, δεν έδειξε κανένα σημάδι αντίδρασης, δεν απάντησε στην πρόσκληση να εμπλακεί στο πρότζεκτ ή να συνεισφέρει σε αυτό. Αναμενόμενο...
Όντως.
— Φανταστείτε ένα σενάριο, ωστόσο, σύμφωνα με το οποίο θα διαφωνούσε σε τέτοιο βαθμό που θα ήθελε να σταματήσει την παραγωγή της ταινίας σας, απειλώντας να κινηθεί δικαστικά. Έχετε σκεφτεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο; Είχατε back up σχέδιο σε τέτοια περίπτωση;
Όχι, γιατί είναι αυτός που είναι.
— Είναι τέτοιος τύπος αψυχολόγητου ανθρώπου;
Μμμ, όχι ακριβώς. Δεν είναι το στυλ του. Μιλάμε για κάποιον που παίρνει ολόκληρες σελίδες από ένα βιβλίο και τις κάνει paste στις ταινίες του. Παίρνει εικόνες και τις βάζει στις δικές του, όπως είναι.
Θυμάμαι πως κάποτε ένας σκηνοθέτης τον κάλεσε για να του ζητήσει την άδεια να χρησιμοποιήσει πλάνα από μια ταινία του και του απάντησε «ο δημιουργός δεν έχει δικαιώματα ιδιοκτησίας στο έργο του, μόνο καθήκον».
Αυτή είναι η φιλοσοφία που τον διέπει, πιστεύω. Πραγματικά, δεν μπορώ να κάνω εικόνα τον Γκοντάρ να μας μηνύει και να πηγαίνουμε στα δικαστήρια. Θα με εξέπληττε πολύ.
— Αλλά, αν γινόταν, θα αποτελούσε υλικό για ωραία ταινία.
Θα με ενδιέφερε να γυρίσω το ντοκιμαντέρ της δίκης!
Το τρέιλερ της ταινίας.
σχόλια