Mε την απονομή των 95ων Όσκαρ να πλησιάζει, τηρούμε την παράδοση που ξεκινήσαμε στη LiFO εδώ και λίγα χρόνια και ανατρέχουμε σε Όσκαρ παλιότερων ετών, βάζοντας τις ταινίες σε αξιολογική σειρά και γράφοντας μερικές αράδες γι’ αυτές.
Μετά τη σύγχρονη εποχή και τα '90s, λοιπόν, φέτος αποφασίσαμε να στραφούμε στα Όσκαρ των '70s, μια δεκαετία που για πολλούς θεωρείται η καλύτερη της αμερικανικής κινηματογραφίας – ο υπογράφων δεν συμφωνεί εντελώς, για ξαναδείτε τα '50s π.χ.
Σίγουρα, πάντως, είναι μια δεκαετία η οποία, χάρη στο επονομαζόμενο New Hollywood και στη στήριξη που πρόσφεραν τα στούντιο στους δημιουργούς και σε πειραματισμούς, επειδή «αυτά ήθελε η νεολαία», απέφερε πολλές καλές και ουκ ολίγες σπουδαίες ταινίες, αρκετές από τις οποίες βραβεύτηκαν και από την Ακαδημία. Τα '80s, για παράδειγμα, είναι πολύ παρεξηγημένα, έχουν ωραιότατες δημιουργίες, αλλά, πλην εξαιρέσεων, έχουν μέτρια Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας.
Αντίθετα, στα '70s, με την εξαίρεση της διαρχίας στην κορυφή, που είναι αδιαπραγμάτευτη, το εγχείρημα της παράθεσης σε αξιολογική σειρά προκαλεί πονοκέφαλο. Ακόμα και η ταινία που βάζουμε στην τελευταία θέση, λόγω κάποιων προσωπικών ενστάσεων και αποδεχόμενοι ότι θα κάνουμε μερικούς από εσάς να σταματήσετε να διαβάζετε, είναι μια ταινία-θρύλος, εν μέρει δικαίως. Αν είχε βγει και βραβευτεί στα '80s π.χ. στο αντίστοιχο άρθρο, θα πήγαινε απευθείας στη δεύτερη θέση.
Οι ταινίες πεθαίνουν αν δεν μιλάμε γι’ αυτές, αν δεν γράφουμε γι’ αυτές εμείς οι επαγγελματίες, αν σταματήσουμε να τις συστήνουμε κι αν, πάνω απ' όλα, σταματήσουμε να τις προβάλλουμε και να τις βλέπουμε.
Μικρή σημασία έχουν αυτά, το μείζον είναι ότι οι μεγαλύτεροι και οι εμπειρότεροι σινεφίλ θεωρούμε κάποιες ταινίες δεδομένες. Μερικές για τις οποίες θα διαβάσετε παρακάτω προβλήθηκαν πέρσι στο πλαίσιο ενός σχετικού αφιερώματος των Νυχτών Πρεμιέρας αλλά και κάποιων ειδικών θερινών προβολών στην αγαπημένη μας Ριβιέρα. Εκεί διαπιστώσαμε ότι αρκετοί από τους θεατές τις έβλεπαν για πρώτη φορά στη ζωή τους.
Το έχουμε ξαναπεί και θα το λέμε μέχρι να μαλλιάσει η γλώσσα μας, οι ταινίες πεθαίνουν αν δεν μιλάμε γι’ αυτές, αν δεν γράφουμε γι’ αυτές εμείς οι επαγγελματίες, αν σταματήσουμε να τις συστήνουμε κι αν, πάνω απ' όλα, σταματήσουμε να τις προβάλλουμε και να τις βλέπουμε.
Πέρα από το να γράψουμε δυο λόγια για ταινίες που μας αρέσουν, άρθρα σαν το παρόν έχουν κύριο στόχο να παρακινήσουν όσους έχουν την ευγενή καλοσύνη να διαθέσουν λίγο από τον χρόνο του ώστε να τα διαβάσουν, να ψάξουν στη συνέχεια και να (ξανα)δουν τις ταινίες. Και τους υποσχόμαστε πως χαμένοι δεν θα βγουν.
10.
One flew over the cuckoo’s nest
Με ένα βουνό να συμβολίζει την ελευθερία και ένα αυτοκίνητο να κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση, γίνεται σαφές από το εισαγωγικό πλάνο προς τα πού θα κινηθεί και η θρυλική ταινία του Μίλος Φόρμαν. Ο Τζακ γίνεται για πρώτη φορά ο «Τζακ», η Λουίζ Φλέτσερ πλάθει μια αξέχαστη κακιά της μεγάλης οθόνης, ο Τσέχος δημιουργός πετυχαίνει θαυμαστή ισορροπία μεταξύ σαρκασμού και απειλής.
Όσοι πρόλαβαν την ταινία στις αίθουσες, την έχουν πολύ ψηλά. Τότε, γιατί στην τελευταία θέση, θα ρωτήσετε. Γιατί βγήκε σε μια εποχή που, μπρος στην αντισυστημική στάση, δημιουργοί και σινεφίλ έβρισκαν ήρωες οπουδήποτε και τους υποδέχονταν ως τέτοιους, από φιλοτομαριστές φονιάδες τύπου Μπόνι και Κλάιντ μέχρι τον ΜακΜέρφι της ταινίας, ο οποίος, θυμίζουμε, είναι στη φυλακή για αποπλάνηση ανηλίκου και με το που μπαίνει στο ψυχιατρείο παρενοχλεί τους ασθενείς.
Βάλε και που ένα ψυχιατρείο ίσως να μην ήταν ο ιδανικός χώρος για την «παραβολή», βάλε και τον μανιχαϊσμό –πρόκειται για μια σχηματική μάχη μεταξύ του συμβόλου αναρχίας και επανάστασης του ΜακΜέρφι και εκείνου της πειθαρχίας και της καταστολής της νοσοκόμας Ράτσετ–, ε, όσο κι αν το φινάλε του έργου παραμένει δυναμίτης, το μεγάλο αμερικανικό επίτευγμα του σκηνοθέτη μάλλον είναι ο έτερος οσκαρικός του θρίαμβος, που ήρθε μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Αφήστε, δε, που αν ο ΜακΜέρφι έβλεπε την ταινία, μάλλον θα συμφωνούσε μαζί μας, ως πνεύμα αντιλογίας.
9.
Patton
Η λιγότερο γνωστή ταινία της λίστας αφορά τη γεμάτη αντιφάσεις προσωπικότητα του στρατηγού Πάτον και φέρει την υπογραφή του Φράνκλιν Τζ. Σάφνερ, σκηνοθέτη της αγαπημένης ταινίας του μπαμπά σας, του «Πεταλούδα».
Συνδυάζοντας το μοντέλο της παραδοσιακής βιογραφίας και της πολεμικής ταινίας με έναν κεντρικό χαρακτήρα απείθαρχο, αν και αρχομανή, και στηριγμένη στο σενάριο ενός ανερχόμενου ταλέντου που άκουγε στο όνομα Φράνσις Φορντ Κόπολα, η ταινία σηματοδοτεί τη μετάβαση από το Παλιό στο Νέο Χόλιγουντ, φέροντας στοιχεία και από τα δύο. Αυτό τη βοήθησε να βρει υποστηρικτές από όλο το φάσμα των μελών της Ακαδημίας άλλωστε.
Το μεγάλο ατού της είναι ο Τζορτζ Σ. Σκοτ, ένας ηθοποιός που, για να παραφράσουμε τη Νόρμα Ντέσμοντ, κάνει τις ταινίες να φαίνονται μικρότερες. Η larger than life κινηματογραφική περσόνα του κουμπώνει με τη larger than life προσωπικότητα του βιογραφούμενου σε μία από τις πραγματικά σπουδαίες ερμηνείες της δεκαετίας.
8.
Kramer vs. Kramer
H διάσημη σκηνή με το παγωτό ήταν προϊόν αυτοσχεδιασμού ανάμεσα στον Χόφμαν και στον Χένρι.
Αν και θα φέρει πάντα το στίγμα της νίκης απέναντι στο «Αpocalypse Now» και στο «Αll that Jazz», η ταινία του Ρόμπερτ Μπέντον είναι αξιέπαινη για τον τρόπο που παίζει με έμφυλα στερεότυπα της εποχής, τα οποία επιβιώνουν μέχρι σήμερα, για το θάρρος της να αντιμετωπίσει αγαπητικά μια μάνα που ίσως να μη θέλει αυτό τον ρόλο, έστω και για κάποιο διάστημα –διαχρονικό θέμα taboo αυτό, η μνεία του και μόνο αρκεί για να γουρλώσουν τα μάτια αρκετών–, χωρίς όμως ποτέ να ξεχνά ότι οι παράπλευρες απώλειες σε όλες αυτές τις ιστορίες είναι τα παιδιά.
Σημαντική η συνδρομή των Ντάστιν Χόφμαν, Μέριλ Στριπ και του ανήλικου Τζάστιν Χένρι στη διαμόρφωση της ταινίας. Αν διαβάσετε πληροφορίες γι’ αυτή, θα μάθετε πώς η Στριπ ξανάγραψε τον λόγο της στο δικαστήριο ή πώς το interaction μεταξύ πατέρα και γιου ήταν συχνά προϊόν αυτοσχεδιασμού ανάμεσα στον Χόφμαν και στον Χένρι – χαρακτηριστική η διάσημη σκηνή με το παγωτό.
7.
Τhe Sting
Εν μέσω πολιτικού αναβρασμού λόγω Watergate, η βράβευση του «Κεντριού» είχε φανεί στην πιο πολιτικοποιημένη πτέρυγα της Ακαδημίας σαν πισωγύρισμα-«ξέπλυμα», θα φώναζαν στα social media σήμερα. Αυτά έρχονται και παρέρχονται, στο τέλος μένει το σινεμά και η ταινία του Τζορτζ Ρόι Χιλ αποτελεί υπόδειγμα χολιγουντιανού «ψυχαγωγισμού». Η καστανέρυθρη όψη και η τοποθέτηση της δράσης σε μια Αμερική χτυπημένη από το Κραχ του ’29 υποδεικνύουν ένα μελαγχολικό υπόστρωμα, μα ο τόνος της ταινίας είναι ευφορικότατος.
Με περίσσευμα φινέτσας, ragtime ήχους, ένα σενάριο από εκείνα που ζήλεψε κάθε ταινία απάτης που το ακολούθησε και ίσως το μαγνητικότερο πρωταγωνιστικό δίδυμο που πέρασε ποτέ από την οθόνη, το «Κεντρί» παραμένει ένας run for cover τίτλος για να ανέβει η διάθεση, όποτε δυσκολεύει η κατάσταση – και ένας Θεός ξέρει πόσο το χρειαζόμαστε αυτές τις μέρες.
6.
Rocky
Οk, έχει τον «Ταξιτζή» απέναντί του, καταλαβαίνουμε γιατί ο «Ρόκι» βρίσκεται σταθερά στα συνήθη άρθρα με διαχρονικές αστοχίες της Ακαδημίας, αδικείται όμως κατάφωρα η ταινία, η οποία, αν παραμεριστεί ο ανταγωνισμός της χρονιάς της, μάλλον ανήκει στις καλύτερες επιλογές των Όσκαρ.
Το κατεξοχήν κινηματογραφικό underdog story έχει τη δύναμη, σχεδόν πενήντα χρόνια και άλλες τόσες επαναληπτικές προβολές μετά, να σε ξεσηκώσει στο τελευταίο του εικοσάλεπτο, έχοντας μεριμνήσει από νωρίς να συσφίξει τις σχέσεις σου με τον ήρωα, τον ελαφρώς αργόστροφο, μα ασύστολα καλοσυνάτο Ρόκι Μπαλμπόα που ταλανίζεται από εκείνο το αβάσταχτο «γιατί» της ευκαιρίας που δεν ήρθε ποτέ.
Όσοι μνημονεύουν την ταινία ως απολογία για το αμερικανικό όνειρο, θα πρέπει να την ξαναδούν για να φρεσκάρουν τη μνήμη τους, καθώς ο ήρωας στο τέλος επιβραβεύεται όχι από το σύστημα, που προτιμά να δώσει τη νίκη στον άνθρωπο του, αλλά από τη λαϊκή εκτίμηση και από την αγκαλιά της αγαπημένης του. Τέλος, αποτελεί ένα αρτιότατο δείγμα αμερικανικού νεορεαλισμού και αφετηρία ενός συναρπαστικού καλλιτεχνικού work in progress που θα επανεκτιμηθεί όταν έρθει η (αναπόφευκτη) ώρα της συνολικής κριτικής αναθεώρησης του δημιουργού και πρωταγωνιστή του.
5.
The French Connection
Aν και ο «Εξορκιστής» θεωρείται το πρώτο horror του Γουίλιαμ Φρίντκιν αλλά και η πρώτη ευρέως αναγνωρισμένη από την Ακαδημία ταινία του είδους, πολλοί από εμάς βλέπουμε στον εξπρεσιονισμό, τον πεσιμισμό και το αστικό περιβάλλον του «Ανθρώπου από τη Γαλλία» μια κανονικότατη ταινία αστικού τρόμου – η Πολίν Κέιλ έκανε λόγο για αστικό γοτθισμό στο κείμενό της. Αρκεί μόνο να προσέξετε πόσο αιματηρές είναι οι σκηνές βίας στην ταινία, πόσο γλαφυρά απεικονίζονται τα φριχτά αποτελέσματά της και θα συμφωνήσετε ότι περισσότερο σε ταινία τρόμου παραπέμπουν παρά σε αστυνομική περιπέτεια.
Με το «French Connection» ο Φρίντκιν μπαίνει στο κλαμπ των ισχυρών ως ένας σκηνοθέτης που αναδεικνύει τη σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης πραγματικότητας και δεν φοβάται να λερώσει τα χέρια του, στρέφοντας τον φακό του εκεί που οι άλλοι θα τον αποστρέψουν. Μη συγχέετε, όμως, τον αμοραλισμό τον χαρακτήρων του με την ηθική στάση του ίδιου. Για τον Φρίντκιν το Καλό και το Κακό είναι διακριτά, γκρίζες ζώνες είναι οι άνθρωποι, οι οποίοι, όταν ξεφύγουν από τον δρόμο της ηθικής και της αρετής, τιμωρούνται.
Οφείλουμε μια ειδική μνεία στην αναλογική αυτοκινητιστική καταδίωξη της ταινίας. Πολλοί προσπάθησαν να τη μιμηθούν, ελάχιστοι τα κατάφεραν, για να έρθει μετά ο ίδιος ο Φρίντκιν και να τους (ξανα)δείξει πώς γίνεται με το «Jade».
4.
The Deer Hunter
Ξεκινώντας με έναν γάμο και κλείνοντας με μια κηδεία, ο «Ελαφοκυνηγός» είναι ένα άσμα αντι-ηρωικό και πένθιμο για την απώλεια της αθωότητας μιας ομάδας ανθρώπων και μαζί τους και μιας χώρας.
Φορτωμένο με σκηνές ανθολογίας, όπως το ξέσπασμα του Γουόκεν στο νοσοκομείο ή η τελική παρτίδα ρώσικης ρουλέτας, το φιλμ του Τσιμίνο έχει, μέσα σε όλα, και μια κρυφή ιστορία ανεκπλήρωτου έρωτα που κάνει την ερμηνεία του Ντε Νίρο ακόμα πιο σύνθετη. Σπάνια θα τη δεις να αναφέρεται στα μεγαλύτερα υποκριτικά επιτεύγματά του ηθοποιού, ίσως επειδή όσοι συντάσσουν τα σχετικά άρθρα έχουν καιρό να δουν την ταινία.
Και από μια πλευρά τούς καταλαβαίνεις, είναι πολύ δύσκολη προβολή, μετά το πέρας της νιώθεις εξαντλημένος και ηττημένος, αναλογιζόμενος όσους και όσα χάθηκαν και δεν θα γυρίσουν ποτέ πίσω, με πρώτη απ' όλα την ανθρώπινη φύση που ξοδεύτηκε σε έναν κύλινδρο με έξι θαλάμους και σε έναν (ακατ)ανόητο πόλεμο. Λίγο πολύ, όλοι τέτοιοι δεν είναι;
3.
Annie Hall
Έχοντας κλείσει με το «Love and Death» ιδανικά το κεφάλαιο των παλαβών κωμωδιών του, οι οποίες έμοιαζαν πολύ με τα σπαρταριστά ευθυμογραφήματα που υπέγραφε για λογαριασμό του «New Yorker», ο Άλεν κυνήγησε κάτι παραπάνω και δικαιώθηκε.
Τέλειο σενάριο μεγαλούπολης, τέλειο ζευγάρι σε αμηχανία, με την Νταϊάν Κίτον, η οποία αναδείχθηκε σε fashion icon μέσα από την ταινία, ίσως την πρώτη που επικαλείται κάποιος όταν σκέφτεται στερεοτυπικά την ιδιοσυγκρασιακή περσόνα του δημιουργού. Εδώ θεμελιώνεται το φιλμικό ιδίωμά του, καλλιεργείται και θεριεύει ένα μοναδικό, εντελώς προσωπικό στυλ που δεν μπορείς να αποκαλέσεις κάπως αλλιώς πέρα από γουντιαλενικό, στο οποίο βασίστηκαν άπειροι στη συνέχεια – δημιουργοί όπως ο Νόα Μπάουμπακ και η Γκρέτα Γκέργουιγκ, που πλέον ακολουθούν μερίδα του σοσιαλμιντιακού όχλου και αναθεματίζουν, δεν θα είχαν καριέρα εάν δεν είχε υπάρξει ποτέ το «Annie Hall» και, γενικότερα, το σινεμά του Άλεν.
Το φιλμ παραμένει φρέσκο μέχρι σήμερα, ίσως λόγω της ανεξάντλητης ευρηματικότητάς του, ίσως και επειδή, παρά τις αναπόφευκτες μεταβολές των εξωτερικών συνθηκών, επί της ουσίας λίγα πράγματα έχουν αλλάξει στις ερωτικές σχέσεις.
2.
The Godfather: Part II
Διαχρονικό το debate για το ποιος από τους δύο «Νονούς» είναι καλύτερος, για μας νόημα ιδιαίτερο δεν έχει. Πρόκειται για ένα ανεπανάληπτο δίπτυχο που, μαζί με την coda του, αποτέλεσε τον ορισμό του κινηματογραφικού «οπερατισμού». Ο μόνος λόγος που δίνουμε μικρό προβάδισμα στο πρώτο είναι καθαρά για τις ανάγκες του άρθρου – και επειδή το δεύτερο κεφάλαιο δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτό.
Το εύρημα των παράλληλων βίων πατέρα και υιού Κορλεόνε, πέρα από την υποδόρια εδραίωση της αίσθησης του αναπόφευκτου, αναδεικνύει και τη σταδιακή μετάβαση προς το σκληρό, νεοφιλεύθερο μοντέλο που επιβιώνει μέχρι σήμερα, με τον Μάικλ Κορλεόνε να ενσαρκώνει τον άνθρωπο της νέας εποχής, μια άπληστη, εγωιστική, σχεδόν απονεκρωμένη ύπαρξη που κατάφερε να αποξενώσει τους πάντες, καθώς εδραίωνε την αυτοκρατορία του και έδινε σάρκα και οστά στον χειρότερο εφιάλτη του πατέρα του – ή γινόταν θύμα της ύβρης του.
Το χριστουγεννιάτικο πάρτι φαντασμάτων του φινάλε, που αφήνει τον ήρωα μόνο στο τραπέζι, θα προκαλεί ανατριχίλες εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
1.
The Godfather: Part 1
Αν μια καλή ταινία σού δίνει από την πρώτη της σκηνή μια ιδέα για το τι πρόκειται να παρακολουθήσεις, ο «Νονός» είναι μια σπουδαία ταινία γιατί σου το ξεκαθαρίζει ήδη με την πρώτη του ατάκα. «Ι believe in America» λέει ο νεκροθάφτης στον δον Κορλεόνε, για να ακολουθήσει μια ανάλυση και αποδόμηση του προτύπου βάσει του οποίου χτίστηκε η Αμερική του 20ού αιώνα και όλος ο σύγχρονος δυτικός κόσμος, σε συσκευασία κινηματογραφικής τραγωδίας. Μια ταινία στην οποία αν πειράξεις έστω κι ένα καρέ θα χαλάσεις κάτι –θα είναι σαν να ζωγραφίζεις μουστάκι στην αυθεντική Μόνα Λίζα–, μια ταινία που, πενήντα χρόνια μετά, παραμένει σταθερά στην κινηματογραφική επικαιρότητα, με τη λατρεία γι’ αυτή να μεταδίδεται από γενιά σε γενιά.
Ο κολοφώνας του «Νέου Χόλιγουντ», ενδεχομένως και του παλιού, το κινηματογραφικό ανάλογο της «μεγάλης αμερικανικής νουβέλας», μια δημιουργία για την οποία, όπως εύστοχα έλεγε κι ένας φίλος, μπορείς να γράψεις οτιδήποτε δίχως να ανησυχείς ότι ξέφυγες από το μέτρο και κατέληξες να υπερβάλεις.