Το γραφείο των G Design Studio στην οδό Πραξιτέλους αντανακλά την ηρεμία των δημιουργών του, του Μιχάλη Γεωργίου και του Δημήτρη Στεφανίδη. Σε ένα ολόλευκο περιβάλλον τα βραβεία τους είναι ακουμπισμένα στο πάτωμα – αργότερα θα μου εξηγήσουν ότι έτσι δηλώνουν την ανάγκη τους να είναι down to earth, παρά τις περισσότερες από 100 βραβεύσεις και διακρίσεις που έχουν αποσπάσει με τους «G», όπως τους αποκαλούν όλοι, και το γεγονός είναι ένα από τα πιο γνωστά δημιουργικά γραφεία της Ελλάδας.
Ενώ τους περιμένω, ο καφές μοσχοβολάει και τα ολόφρεσκα λουλούδια δίνουν χρώμα στο ξύλινο τραπέζι που περιεργάζομαι. Αυτά τα δύο στοιχεία, η μυρωδιά του καφέ και τα λουλούδια είναι ο λόγος που κέρδισαν τον πρώτο τους μεγάλο πελάτη στον χώρο του πολιτισμού, την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών (ΚΟΑ), πριν από δέκα χρόνια, μια συνεργασία που παραμένει αρμονική και έχει λειτουργήσει πολύ καλά, προβάλλοντας την ορχήστρα και ταυτόχρονα συγκεντρώνοντας περισσότερα από 30 εθνικά και διεθνή βραβεία.
Ο Βασίλης Χριστόπουλος, καλλιτεχνικός διευθυντής τότε της ΚΟΑ, που τους επέλεξε, είπε για την πρώτη τους συνάντηση: «Ήρθα στο γραφείο σας, μύριζε φρέσκος καφές και λουλούδια και αυτή η ποιότητα με άγγιξε». «Τον άγγιξε κάτι που δεν είχε σχέση με τη δουλειά που δείξαμε αλλά με εμάς», λέει ο Μιχάλης και μου εξηγεί ότι το τραπέζι που κοιτάζω ξανά και ξανά είναι ένας πάγκος από το μεγάλο κατάστημα γενικού εμπορίου που διατηρούσε ο παππούς του στην Αμάρυνθο της Εύβοιας, εκεί όπου θαύμαζε τα χρωματιστά ταμπελάκια, τα χρώματα και τις ετικέτες – αυτή η εικόνα υποσυνείδητα τον οδήγησε στην απόφασή να σπουδάσει στη Σχολή Βακαλό γραφιστική.
Στο γραφείο τους έχω φτάσει μια Παρασκευή, είναι η μέρα που τρώνε όλοι μαζί και τα τάπερ με τα γεμιστά από τους γονείς του Δημήτρη καταφθάνουν. Όταν τους ρωτώ τι τους ενδιαφέρει περισσότερο όσον αφορά την ομάδα τους, μου απαντούν σχεδόν μαζί «να είναι ευτυχισμένοι».
Ο Μιχάλης και ο Δημήτρης μοιράζονται από το 2009 μια κοινή περιπέτεια στη δουλειά και μόλις έχουν επιστρέψει από το Νάσβιλ και το Dieline, τον μεγαλύτερο διαγωνισμό στο κομμάτι του packaging design. Ήταν το μοναδικό ελληνικό γραφείο ανάμεσα στα προτεινόμενα για βράβευση αυτήν τη χρονιά και επέστρεψαν με δυο χρυσά βραβεία για τις συσκευασίες του τόνου Trata και τη φινετσάτη συσκευασία ελαιολάδου της DΙΑ ELIS. Σύμφωνα με το σκεπτικό της βράβευσής τους, οι συσκευασίες τους αλλάζουν την οπτική των καταναλωτών.
Έναν μήνα νωρίτερα είχαν αποσπάσει τρεις διακρίσεις στα 102α βραβεία ADC στη Νέα Υόρκη, την παλαιότερη διοργάνωση βιομηχανικών βραβείων στον κόσμο, που αναδεικνύει το καλύτερο παγκόσμιο design σε όλες τις κατηγορίες και εφαρμογές. Εκτός από τον Χρυσό Κύβο για τη συσκευασία τροφίμων και ποτών και το Best of Discipline στον σχεδιασμό συσκευασίας για το DIA ELIS, βραβεύτηκαν και ως Boutique Design Studio της χρονιάς, βραβείο-ορόσημο για ένα ελληνικό γραφείο.
Ο Δημήτρης έχει πολλούς λόγους να συγκινείται με αυτά τα βραβεία, αφού διαγωνίζεται δίπλα σε σταρ του design στην πόλη στην οποία ξεκίνησε πριν από είκοσι χρόνια την καριέρα του, η οποία ήρθε από «καραμπόλα», ξεκάθαρα τυχαία, όταν δεν τα κατάφερε να γίνει αρχιτέκτονας, κάτι που, όπως λέει σήμερα, αναλογιζόμενος τις περιόδους κρίσης που ακολούθησαν, τον έσωσε. «Παραδόξως, οι καλοί γραφίστες δεν βγήκαν ποτέ εκτός αγοράς σε καμία από τις περιόδους κρίσης, ούτε και κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Είμαστε ένα γρανάζι στη γραμμή παραγωγής, δεν είμαστε θεωρητικοί ούτε φιλόσοφοι, παράγουμε με πνεύμα δημιουργικό για να βγαίνει κάτι όμορφο αισθητικά. Οπότε είμαι ευτυχής σήμερα για την επιλογή μου», λέει.
Τα βραβεία τούς προσφέρουν αυτοπεποίθηση και έχουν απήχηση στην αγορά, αφού οι πελάτες καταλαβαίνουν πως όταν φτάσουν εδώ «η δουλειά θα γίνει σωστά». Οι βραβεύσεις είναι επιστέγασμα των κόπων τους, αλλά «μετά από λίγες μέρες αρχίζεις να αμφιβάλλεις, μπαίνεις ξανά στη διαδικασία του πώς θα ξαναφτιάξεις κάτι πολύ καλό, του πώς ξεπερνάς το εαυτό σου. Αυτό με τροφοδοτεί και με κρατά ζωντανό, μπορεί να είναι και ένα σύνδρομο, δεν ξέρω», λέει ο Δημήτρης.
Ένα από τα «προτερήματα» του γραφείου, το καταλαβαίνεις και στη συζήτηση μαζί τους, είναι η κοινή αντίληψη των δυο δημιουργών. «Είναι αλήθεια, έχουμε κοινή αντίληψη στα πράγματα, έχουμε φτάσει σε ένα σημείο ταύτισης όταν βλέπουμε ή συζητάμε κάτι και αυτό κάνει τα πράγματα πιο εύκολα στη δουλειά. Υπάρχει πάντα το τρίτο μάτι, η ομάδα μας, την ακούμε πάντα και συζητάμε ανοιχτά για τα πάντα», λέει ο Μιχάλης. Δεν μπορώ να αποφύγω την ερώτηση πόσο δημοκρατικά είναι τα πράγματα σε ένα δημιουργικό γραφείο, με τον Δημήτρη να πιστεύει ότι η ιδιότητά τους ως εκπαιδευτικών τούς βοηθά να είναι ανοιχτοί και να ενθαρρύνουν τη συλλογικότητα στην ομάδα τους.
«Σαφέστατα η δική μας εμπειρία δίνει την κατεύθυνση στην ομάδα, τον ρυθμό, αλλά και η νέα γενιά έρχεται και δένει μαζί μας και φέρνει το δικό της ταλέντο και τη δική της ματιά. Θέλουμε να έχουν το δικό τους όραμα και μαζί να εκτελέσουμε τα έργα», λέει ο Μιχάλης που διδάσκει στη Σχολή Βακαλό τριάντα ένα χρόνια και είναι υπεύθυνος του τομέα γραφιστικής, ενώ ο Δημήτρης έκλεισε έντεκα χρόνια διδασκαλίας στην ίδια σχολή. Η διδασκαλία είναι η πρόκληση να «είσαι στην επικαιρότητα», να είσαι διαρκώς ενημερωμένος για να επικοινωνείς με τους μαθητές σου μέσα από τους κανόνες, τις τάσεις και το τρεντ της εποχής, αυτό είναι το «πιστεύω» τους.
«Διδάσκουμε και μας διδάσκουν. Θεωρώ σημαντικό στον δικό μας τομέα ο καθηγητής να είναι να είναι ενεργός σχεδιαστής. Η γραφιστική έχει να κάνει με το τώρα, όχι με κάτι που ήξερες. Το ότι δουλεύουμε το πρωί στο γραφείο και το απόγευμα υπάρχει η εκπαιδευτική διαδικασία μάς κάνει πιο άμεσους στον τρόπο που θα επικοινωνήσουμε και θα μεταφέρουμε το μήνυμα», λέει ο Μιχάλης.
Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα ανθούν τα δημιουργικά γραφεία, όλο και περισσότεροι και μεγαλύτεροι πελάτες πηγαίνουν σε πιο μικρά γραφεία για να δοκιμάσουν τη συνεργασία μαζί τους, γνωρίζοντας ότι θα έχουν μια προσωπική σχέση με τους δημιουργούς και ένα ποιοτικό αποτέλεσμα. «Άλλες εποχές θα ήταν αδιανόητο ένας μεγάλος οργανισμός ή μια τράπεζα να συνεργαστεί με ένα δημιουργικό γραφείο, χτύπαγε πάντα την πόρτα μιας διαφημιστικής», λέει ο Δημήτρης. «Εμείς επιμελούμαστε τη σύνθεση του πυρήνα μιας μάρκας, τα θεμέλια, τη φιλοσοφία, το story telling, το πώς φτιάχνει όλο της το DNA».
Πόσο διαφορετικά σκέφτεται σήμερα ο πελάτης που εκεί που ζητούσε «ένα σηματάκι» έχει φτάσει να συζητά για ένα brand; Πόσο διαβασμένος είναι και πόσο απαιτητικός σε αυτό που ζητά, πόσο μπορεί να υποχωρήσει ένα γραφείο στις απαιτήσεις ή στη ρήση «ο πελάτης έχει πάντα δίκιο»; Οι «G», σε κάθε συνεργασία, βάζουν τον πελάτη σε μια διαδικασία συζήτησης, workshop, μελέτης, προεργασίας ώστε να κατανοεί κάθε βήμα. Βάζουν όρια και σε αυτό το κομμάτι είναι πολύ αυστηροί. «Σαφέστατα ο πελάτης γνωρίζει την αγορά στην οποία απευθύνεται, ειδικά όταν πρόκειται για ένα εμπορικό προϊόν αυτός ξέρει τι πουλάει και τι δεν πουλάει, δεν έχει όμως τη δημιουργική ματιά και την αίσθηση της σωστής προβολής αυτού του προϊόντος. Εκεί βάζουμε το όριο και θέλουμε να σκεφτεί διαφορετικά, πέρα από το “μου αρέσει”», λέει ο Δημήτρης.
Αν υπάρχει κάτι που τους κρατά διαρκώς ενεργούς, είναι η διαφορετικότητα στα πρότζεκτ, η πρόκληση, η εναλλαγή στο αντικείμενο με το οποίο απασχολούνται κάθε φορά, είτε το Φεστιβάλ Αθηνών, είτε ένα φάρμακο, είτε ένα ξενοδοχείο ή ένα κρασί. Ωστόσο, αν κάποιος παρατηρήσει προσεκτικά τη δουλειά τους, βλέπει τις συνδέσεις, την εννοιολογική προσέγγιση, την αρμονική συνέχεια, τη σημειολογία της εικόνας, τη διαχρονική ταυτότητά τους που έχει πολλά συναισθηματικά στοιχεία, χειροποίητη ποιότητα και μια νότα αισιοδοξίας και χρωμάτων. «Πιστεύουμε, πάνω απ’ όλα, ότι πρέπει να υπηρετήσουμε το μήνυμα του πελάτη, όχι να εφαρμόσουμε τη μανιέρα μας. Αυτό σημαίνει λιγότερη δόση “εγώ”», λέει ο Μιχάλης.
Σήμερα τα δημιουργικά γραφεία στην Ελλάδα έχουν προχωρήσει πολύ. Υπάρχει μαξιμαλισμός, τόλμη σε πειραματικές προσεγγίσεις και μια ελευθερία αξιοσημείωτη, ακόμα και μια πιο εκφραστική και ωμή προσέγγιση στην τυπογραφική σύνθεση. Απελευθερωμένοι σχεδόν από την επιρροή του Mεσοπολέμου και του μοντερνισμού, που είναι δομικός για την ελληνική σχεδιαστική σκηνή, οι δημιουργοί τολμούν και είναι πιο ανεκτικοί στο λάθος, να βγαίνουν χωρίς ενοχή από τον κανόνα. Ο Δημήτρης υποστηρίζει ότι σήμερα, αν και υπάρχει μεγάλη ζήτηση και εύκολο να ανοίξεις ένα γραφείο, είναι δύσκολο να το κρατήσεις, να κάνεις ενδιαφέρουσες δουλειές, με απήχηση, και να μπορείς να αναλαμβάνεις έργα που χρειάζονται μεγαλύτερες ομάδες και πιο περίπλοκες διεργασίες.
Ο ίδιος, όταν ξεκίνησε να δουλεύει, είχε εντυπωσιαστεί από την πρωτοποριακή δουλειά του Γιάννη Κουρούδη για τα προϊόντα του Κορρέ, μια τομή στο ελληνικό packaging, κάτι που, όπως λέει «δεν περίμενες από ένα ελληνικό γραφείο, από έναν Έλληνα δημιουργό». Μια ακόμα δουλειά που θεωρεί τομή στην ελληνική γραφιστική είναι η ταυτότητα των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, μια εικόνα που έφτασε σε δισεκατομμύρια μάτια, φτιαγμένη από Έλληνες δημιουργούς, που αποτέλεσε γεγονός σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ο Μιχάλης ανήκει στη γενιά των γραφιστών που τους σημάδεψε η δουλειά των Κάραμποτ - Κατζουράκη, που έβαλαν την ελληνικότητα στο χαρτί με έναν τρόπο τόσο φρέσκο που τον κοιτάζουμε με προσοχή και ενδιαφέρον, έτσι ώστε σήμερα «βλέπεις μια αφίσα πορτοκαλί με ένα cut out κυκλαδικό και μια μαύρη γραμματοσειρά και λες τι ωραίο και με πόσο συναίσθημα είναι φτιαγμένο».
Στο γραφείο τους έχω φτάσει μια Παρασκευή, είναι η μέρα που τρώνε όλοι μαζί και τα τάπερ με τα γεμιστά από τους γονείς του Δημήτρη καταφθάνουν. Όταν τους ρωτώ τι τους ενδιαφέρει περισσότερο όσον αφορά την ομάδα τους, μου απαντούν σχεδόν μαζί «να είναι ευτυχισμένοι». «Αυτό θέλουμε για την ομάδα μας, προσπαθούμε να είμαστε σε ένα περιβάλλον με ποιότητα και ευγένεια. Δεν θα τσακωθούμε ποτέ με τους υπαλλήλους, δεν θα φωνάξουμε ποτέ, τα συζητάμε όλα, και θέλουμε οι συνεργάτες μας να βγαίνουν μπροστά, να προχωρούν», λένε.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.