Χώροι εκπαίδευσης, τόποι κοινωνικοποίησης, διαμορφωτές ζωής: τα εκπαιδευτικά κτίρια είναι ο τόπος όπου συντελείται η διαδικασία της μάθησης, της ένταξης στην ομάδα και της προετοιμασίας για την ευρύτερη κοινωνία. Σε μια εποχή που η τεχνολογία εξελίσσεται με εντυπωσιακούς ρυθμούς και η πρόσβαση σε πληροφορίες είναι πιο εύκολη από ποτέ, η σημασία της εκπαίδευσης αποκτά νέες διαστάσεις. Οι κτιριακοί χώροι των σχολείων και των πανεπιστημίων αντανακλούν την αξία που δίνει μια κοινωνία στην εκπαίδευση και στη γνώση, και διαμορφώνουν τη σκέψη, την αισθητική και την ηθική των μελλοντικών πολιτών.
Tα εκπαιδευτικά κτίρια αποτελούν πηγή έμπνευσης και προκλήσεων για το αρχιτεκτονικό γραφείο micromega. Αποτελούν μια τυπολογία που τους προσφέρει πάντα νέα μονοπάτια έρευνας και σχεδιασμού, καθώς τους φέρνει κοντά στις μεταβαλλόμενες και τις μελλοντικές ανάγκες κάθε γενιάς.
To αρχιτεκτονικό γραφείο micromega έχει σχεδιάσει εκπαιδευτικά κτίρια μέσω ανοιχτών αλλά και κλειστών αρχιτεκτονικών διαγωνισμών στους οποίους έχει διακριθεί. Μέσα από τη διαδικασία του σχεδιασμού κάθε φορά προκύπτουν ερωτήματα που αφορούν τις διαφοροποιημένες ανάγκες των μαθητών/φοιτητών, τις απαιτήσεις του εκάστοτε κτιριολογικού προγράμματος, καθώς και την προσαρμογή σε κάθε διαφορετικό οικόπεδο και πολιτιστικό συγκείμενο.
Οι βασικοί άξονες, ωστόσο, πάνω στους οποίους σχεδόν πάντα συνοψίζονται οι προβληματισμοί και η προσέγγισή τους είναι η ανάδειξη της ταυτότητας του κτιρίου για την κοινότητα που αυτό πρόκειται να υποδεχτεί, η σημασία των ενδιάμεσων κοινωνικών χώρων, όπως και η ένταξή του τόσο στο ευρύτερο περιβάλλον όσο και στον φυσικό του περίγυρο.
Αρχιτεκτονική ως ταυτότητα
Οι χώροι εκπαίδευσης ουσιαστικά διαμορφώνουν την ταυτότητα της κοινότητας που φιλοξενούν και επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο αυτή «χτίζει» τον χαρακτήρα και την αισθητική της. Θεωρούμε σημαντικό τα κτίρια να απευθύνονται κατ’ αρχάς στο βλέμμα των μαθητών ή των φοιτητών και να εξάπτουν τη φαντασία και την περιέργειά τους, να τους παρέχουν τρόπους ώστε να αισθανθούν τμήμα τους, να ενισχύουν τη συμπερίληψη και την ανοιχτή αποδοχή. Η χρήση των υλικών, των χρωμάτων, των μορφολογικών διαβαθμίσεων, οργανώνει κτιριακά σύνολα στα οποία η κοινότητα βρίσκει τρόπους να αναγνωρίζει τον εαυτό της.
Από την «αίθουσα διδασκαλίας» στον «χώρο μάθησης»
Ο σχεδιασμός του χώρου αποτελεί κι αυτός εκπαιδευτικό εργαλείο και συμμετέχει στη διαδικασία ανάπτυξης των παιδιών. Στη διεθνή συζήτηση περί αρχιτεκτονικής των εκπαιδευτικών κτιρίων υπάρχει μετακύλιση από τον όρο «αίθουσα διδασκαλίας» στον όρο «χώρος μάθησης»: διευρύνονται, δηλαδή, τα όρια της εκπαιδευτικής διαδικασίας και οι χώροι σχεδιάζονται με τέτοιον τρόπο ώστε να υποδέχονται περισσότερες χρήσεις. Τα εκπαιδευτικά κτίρια αποτελούν τους κατεξοχήν τόπους κοινωνικοποίησης και θεωρούμε ότι οι άτυποι χώροι συνάντησης των μαθητών εμπλουτίζουν όχι μόνο το κτιριολογικό πρόγραμμα αλλά και όλη την καθημερινή εμπειρία. Οι κοινωνικοί χώροι λειτουργούν ως άμεσες εκτονώσεις των αιθουσών, ως ευέλικτοι χώροι που μπορούν να φιλοξενούν δράσεις και αυθόρμητες εκδηλώσεις. Είναι ειδικά σχεδιασμένες γωνιές ή μικρά αμφιθέατρα στον εσωτερικό ή εξωτερικό χώρο που απευθύνονται σε πολλαπλές λειτουργικές απατήσεις, όπως διάλειμμα, οργάνωση ομαδικών δραστηριοτήτων, θέατρο, μικρές παρουσιάσεις/διαλέξεις, παραστάσεις, πάρτι, σχολικές εκδηλώσεις, εκθέσεις.
Η σημασία του υπαίθριου χώρου στην εκπαιδευτική διαδικασία
Οι τελευταίες προσεγγίσεις στην ψυχολογία των εκπαιδευτικών χώρων αναδεικνύουν τη σημασία που έχει η επαφή με το φυσικό στοιχείο και τον υπαίθριο χώρο για την ψυχική διάθεση τόσο των εκπαιδευτικών όσο και της μαθητικής/φοιτητικής κοινότητας. Στόχος μας είναι πάντα το άνοιγμα προς τον υπαίθριο χώρο, η δημιουργία βάθους στο βλέμμα και η επεξεργασία της κλίμακας από το εσωτερικό του κτιρίου προς τον εξωτερικό χώρο. Οι δραστηριότητες επεκτείνονται, η φύση και το φυτικό στοιχείο απαλύνουν τις υφές, προσφέρουν σκιά και δροσισμό, δίνουν τον ρυθμό του χρόνου και των εποχών με την εναλλαγή των χρωμάτων και των πυκνοτήτων, απαλύνουν το βλέμμα.
Το νέο κτίριο για το σχολείο Pinewood (Anatolia Campus, Θεσσαλονίκη), το κτίριο του Τμήματος Πολυμέσων και Γραφικών Τεχνών του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου (Λεμεσός) και το νέο κτίριο για το Ελληνογαλλικό Σχολείο Eugène Delacroix αποτελούν πρόσφατα έργα του γραφείου, όπου η φιλοσοφία σχεδιασμού εκπαιδευτικών κτιρίων βρίσκει εφαρμογή, αλλά και εμπλουτίζεται μέσα από τα ιδιαίτερα στοιχεία του κάθε έργου. To νέο κτίριο για το σχολείο Pinewood, που αποτελεί τμήμα του Anatolia Campus στη Θεσσαλονίκη, είναι αποτέλεσμα κλειστού αρχιτεκτονικού διαγωνισμού, όπου το γραφείο micromega, σε συνεργασία με το γραφείο μελετών Α.Ν Τομπάζη, διακρίθηκαν με το 1ο βραβείο (2020). Το έργο βρίσκεται σε στάδιο υλοποίησης και αναμένεται να είναι έτοιμο για την επόμενη σχολική χρονιά.
Η αρχιτεκτονική σύνθεση επηρεάστηκε από στοιχεία που δεσπόζουν στο master plan και στην κυκλοφορία μέσα στο campus: εντάσσεται ο κυρίαρχος άξονας που ξεκινά από το ιστορικό κτίριο και καταλήγει στον στίβο, με το κτίριο να διασπάται και να χωρίζεται σε δύο λειτουργικές ενότητες, ενώ η σύνδεση αυτών υλοποιείται με τον υπερυψωμένο διάδρομο, που λειτουργεί και ως παρατηρητήριο για τον υποκείμενο αθλητικό χώρο. Το κλειστό εσωτερικό αίθριο μεταξύ των αιθουσών διδασκαλίας εκτείνεται σε δύο επίπεδα, αποτελεί πυρήνα της ζωής των μαθητών και μορφολογικά χαρακτηρίζεται από τα δενδροειδή υποστυλώματα του μεταλλικού στεγάστρου.
Περνώντας στην πρόταση για το έργο των νέων κτιριακών εγκαταστάσεων του Τμήματος Πολυμέσων και Γραφικών Τεχνών του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου στη Λεμεσό, που απέσπασε το 3ο βραβείο στον ανοιχτό διαγωνισμό (12.2023), διαβάζουμε την επιρροή του ίδιου του κτιριολογικού προγράμματος στη μορφολογία και στην κατανομή των χρήσεων.
Το εκπαιδευτικό πεδίο της Σχολής, ταχέως αναπτυσσόμενο και με πολλαπλές προεκτάσεις σε όλο το φάσμα της καθημερινής ζωής, της επικοινωνίας και της ψηφιακής διάδρασης, δημιουργεί μια ευκαιρία για τη δημιουργία ενός νέου προτύπου σχεδιασμού: το κτίριο υλοποιείται ως αποτέλεσμα του δημιουργικού διαλόγου των καλών τεχνών και της οργανωμένης εργοστασιακής παραγωγής. Η πρόταση περιλαμβάνει ένα υβριδικό μοντέλο κτιρίου, το οποίο υιοθετεί χαρακτηριστικά τόσο από χώρους έκθεσης όσο και από εργοστασιακές δομές. Μεγάλοι, ευέλικτοι χώροι εκθέσεων και εκδηλώσεων προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες ανάγκες της κοινότητας, ενώ ένα υπαίθριο πάρκο, ανοιχτό στο κοινό, διασφαλίζει την ενεργοποίηση του κτιρίου καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Η διαστρωμάτωση μεταξύ των χώρων παραγωγής (factory), των χώρων έκθεσης (gallery) και των χώρων διδασκαλίας και οργάνωσης των σπουδαστών (community) αποτυπώνεται μορφολογικά στο κτίριο.
Πιο πρόσφατη πρόταση του γραφείου αποτελεί το νέο κτίριο Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης του Ελληνογαλλικού Σχολείου Eugène Delacroix, σε συνεργασία με το γραφείο Z-level, που έλαβε το 2ο βραβείο στον κλειστό διαγωνισμό (02.2024).
Καθώς το σχολείο απευθύνεται σε γαλλόφωνους μαθητές, ο πρώτος προβληματισμός που ανέκυψε αφορούσε τη δημιουργία ενός συνόλου που θα εμπεριέχει τις αξίες της χώρας στην οποία αυτό βρίσκεται. Η αναφορά στη σχέση των κτιρίων που στέγαζαν τις πιο εμβληματικές φιλοσοφικές σχολές της αρχαιότητας με τον φυσικό τους περίγυρο αποτέλεσε το πρώτο στοιχείο ένταξης του φυσικού σε συμβολικό επίπεδο. Από την Ακαδημία του Πλάτωνα, που βρισκόταν ανάμεσα στα ιερά ελαιόδεντρα της θεάς Αθηνάς, μέχρι το Λύκειο του Αριστοτέλη, κοντά στον λόφο του Λυκαβηττού και στον ποταμό Ιλισσό, η φύση συμμετείχε ενεργά στην εκπαιδευτική διαδικασία. Το σχολείο ανοίγεται στο νότιο φως και στις αυλές του, καθεμιά με διαφορετική κλίμακα, υλική επεξεργασία και εξοπλισμό: όλες συμμετέχουν στις πολλαπλές εκφάνσεις της καθημερινής εμπειρίας. Το κτίριο είναι χαμηλού ενεργειακού αποτυπώματος, εντάσσει τη βιοποικιλότητα, προβλέπει χαμηλή κατανάλωση ενέργειας και αξιοποιεί τα όμβρια ύδατα και την ηλιακή ενέργεια. Όλες οι επιλογές συντελούν ώστε το σχολείο να βιώνεται ως ένα εκτεταμένο και πολυδιάστατο οικοσύστημα.