Στον μικρό εκθεσειακό χώρο του Breeder Feeder η Chioma Ebinama επιθεωρεί τις τελευταίες λεπτομέρειες των έργων της για το στήσιμο της έκθεσης, ένα εικοσιτετράωρο πριν από τα εγκαίνια. Περίπου 15 ακουαρέλες σε χαρτί είναι το αποτέλεσμα της συμμετοχής της στο καλοκαιρινό Open Studio της γκαλερί The Breeder, όπου οι επισκέπτες μπορούσαν να την παρακολουθήσουν εν ώρα εργασίας και να γνωριστούν μαζί της.
Η ίδια είχε φτάσει στην Αθήνα τον Μάρτιο, λίγες μέρες πριν από το lockdown, με σκοπό να κάνει ένα stop-over προτού συνεχίσει το ταξίδι της στη Νιγηρία, απ' όπου κατάγεται, έχοντας ζήσει τα τελευταία χρόνια στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Τελικά ένας πολύ όμορφος προσωπικός λόγος την κράτησε στην πόλη μας περισσότερο απ' ό,τι υπολόγιζε.
— Πώς ήταν η εμπειρία του Open Studio, όπου το κοινό μπορούσε να αλληλεπιδράσει μαζί σου;
Είχα ευρεία γκάμα επισκεπτών. Συνήθως, όταν δούλευα στη Νέα Υόρκη, το στούντιο ήταν στο σπίτι μου οπότε ήμουν πιο επιλεκτική στο ποιος θα ερχόταν την ώρα της δουλειάς. Είναι διαφορετική εμπειρία να συναντάς επιμελητές, γκαλερίστες, ανθρώπους από τον κόσμο της τέχνης, όταν δουλεύεις.
Η αμερικανική ιστορία έχει τις ρίζες της στη βία και στον ρατσισμό εναντίον των μαύρων. Εγώ προέρχομαι από μετανάστες, έλαβα πανεπιστημιακή εκπαίδευση, είναι τελείως διαφορετική η ζωή μου από ένα αληθινό κορίτσι του Μπρούκλιν, ας πούμε, που προέρχεται από μια οικογένεια χαμηλού εισοδήματος και έχει γνωρίσει όλο αυτό τον κύκλο βίας.
— Νιώθεις εκτεθειμένη;
Φυσικά! Όταν κάποιος έρχεται και βλέπει κάτι που εξελίσσεται είναι σαν να κοιτάς τον εαυτό σου στον καθρέφτη και κάποιος να παρεμβαίνει και να σπάει τον καθρέφτη. Σίγουρα αυτή η εμπειρία επηρέασε τη διαδικασία δημιουργίας της έκθεσης γιατί πριν συνήθιζα να είμαι σε μοναστηριακή κατάσταση, εντελώς απομονωμένη, και μπορούσα να είμαι πάνω από το ίδιο έργο για πάντα ή να κάνω ταυτόχρονα πολλά πράγματα. Αυτό το μοτίβο δουλειάς είναι τελείως αλλιώς. Είναι πολύ διαφορετικό να δουλεύεις μέσα σε μια εμπορική γκαλερί που έχει συγκεκριμένες ώρες λειτουργίας, είναι σαν να πηγαίνεις στη δουλειά. Βέβαια απόλαυσα την ελευθερία που παρέχει ένας τέτοιος χώρος.
Ακόμα δεν μπορώ να πω πολλά για το ελληνικό κοινό, δεν είχα τόσες πολλές επισκέψεις στο στούντιο, γι' αυτό ανυπομονώ για την κανονική έκθεση. Ελπίζω να κάνω φίλους και να γνωρίσω την Αθήνα περισσότερο, τώρα που τελείωσα με τη δουλειά.
— Είναι η πρώτη σου φορά στην Ελλάδα;
Η πρώτη ήταν τον Οκτώβριο – ίσως και η πρώτη φορά που βρέθηκα να ταξιδεύω μόνη μου κάπου, χωρίς να ξέρω κανέναν. Μου άρεσε πολύ η αίσθηση να είμαι μόνη μου στην Αθήνα, παρόλο που συνήθως νιώθω πιο άνετα στο σπίτι ή κάπου στη φύση.
— Ένιωσες απομόνωση στην καραντίνα, που δεν μπορούσες να επιστρέψεις στην Αμερική όποτε ήθελες, μόνη σε μια άγνωστη χώρα σε τέτοια δύσκολη περίοδο;
Τελικά τα πράγματα εξελίχθηκαν καλά για μένα. Είχα έρθει για ένα άλλο πρότζεκτ που τελικά δεν προχώρησε και γνώρισα τον σύντροφό μου, με τον οποίο περάσαμε μαζί την καραντίνα. Ήρθα με σκοπό να κάνω μια έκθεση και στη συνέχεια να πάω στη Νιγηρία για χαλάρωση. Είχα ήδη ένα συμβόλαιο για την εικονογράφηση ενός παιδικού βιβλίου, οπότε ένιωθα πιο ασφαλής οικονομικά. Άρα δεν ήταν τόσο άσχημα, ήμουν σε καραντίνα με κάποιον που αγαπώ και όταν βγήκαμε ο Γιώργος (σ.σ. Βαμβακίδης) από την Breeder μου πρότεινε να δουλέψω γι' αυτούς. Βρήκα ένα νέο σπίτι στην Αθήνα.
— Είχες νομαδική ζωή, πέρασες από πολλές χώρες τα προηγούμενα χρόνια.
Ταξίδεψα πολύ αλλά η βάση μου ήταν η Νέα Υόρκη για πολλά χρόνια. Ήξερα ότι ήθελα να μετακομίσω, αλλά δεν ήξερα πού. Νομίζω ότι έμαθα πως, όπου και να είμαι, είμαι χαρούμενη όταν είμαι σπίτι και δημιουργώ. Η αγάπη είναι απαραίτητη τελικά για το καθετί. Ακούγεται κλισέ αλλά νομίζω ότι όλες οι εμπειρίες που είχα τα προηγούμενα χρόνια εκπορεύονταν από την ευγένεια και την αγάπη διαφορετικών ανθρώπων που με καλωσόριζαν και μου έδιναν χώρο. Δεν είμαι travel vlogger, να οργανώνω αυστηρά τα ταξίδια μου και να ξέρω από πριν πού πάω, εγώ πάω όπου με οδηγεί το ένστικτό μου και οι άνθρωποι που μου φέρονται καλά, και αυτό ως τώρα έχει λειτουργήσει. Έλεγα σε μια φίλη που ζούσαμε μαζί στην Κορέα, πριν από λίγους μήνες, ότι ήμουν σαν φτερό στον άνεμο για πάνω από έναν χρόνο και ότι είναι κάπως ποιητικό που βρήκα ένα μέρος να εγκατασταθώ και να ριζώσω για λίγο. Θα δούμε πώς θα πάει.
— Μεγάλωσες στο Μπρούκλιν;
Όχι, στο Μέριλαντ, ζω στη Νέα Υόρκη τα τελευταία 9 χρόνια. Οι γονείς μου είναι μετανάστες από τη Νιγηρία.
— Θεωρείς τον εαυτό σου «κορίτσι του Μπρούκλιν»;
Δεν ξέρω τι μπορεί να σημαίνει αυτό.
— Μάλλον είναι η στερεοτυπική προοπτική που έχουμε εμείς οι ξένοι για τους κατοίκους του Μπρούκλιν.
Αναγνωρίζω ότι ο όρος μπορεί να είναι συνεκδοχή για όσους μετακόμισαν εκεί, αλλά σίγουρα δεν είμαι από τους πραγματικούς κατοίκους.
— Όταν ξεκίνησε το μεγάλο κύμα διαμαρτυρίας με το #BlackLivesMatter, μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ, ήσουν εδώ. Πώς αισθάνεσαι, ως Αφροαμερικανή, με όλη την οργή για την αστυνομική βία εναντίον των μαύρων;
Δεν αρνούμαι ότι μεγάλωσα με άνεση και προνόμια. Το να είσαι μαύρος μετανάστης στην Αμερική είναι πολύ διαφορετικό από το να είσαι μαύρος απόγονος των σκλάβων. Το αναγνωρίζω αυτό. Πάντα ένιωθα, βέβαια, όχι τόσο Νιγηριανή και όχι τόσο Αμερικανή. Είναι λίγο άβολο να μεγαλώνεις σε τόσο εχθρικό προς τους μαύρους περιβάλλον, με γονείς που προέρχονται από ένα μέρος όπου όλοι είναι σαν αυτούς. Αλλάζει η νοοτροπία. Επικρατεί σιωπή για αυτά τα θέματα, ακόμα και σήμερα.
— Νομίζω ότι στην Ευρώπη η μαύρη εμπειρία είναι για πολλούς άγνωστη, καθώς προσπαθούμε να καταλάβουμε τι συμβαίνει με την αστυνομική βία.
Η αμερικανική ιστορία έχει τις ρίζες της στη βία και στον ρατσισμό εναντίον των μαύρων. Εγώ προέρχομαι από μετανάστες, έλαβα πανεπιστημιακή εκπαίδευση, είναι τελείως διαφορετική η ζωή μου από ένα αληθινό κορίτσι του Μπρούκλιν, ας πούμε, που προέρχεται από μια οικογένεια χαμηλού εισοδήματος και έχει γνωρίσει όλο αυτό τον κύκλο βίας.
Όταν άρχισα να δουλεύω εδώ ήταν οι πρώτες μέρες των διαμαρτυριών. Ένιωθα θυμό γιατί, ενώ οι λευκοί Αμερικάνοι φαίνονταν φορτισμένοι, το έβλεπα κάπως κυνικά για το αν αλλάζει κάτι. Ένιωθα και οργή που βρισκόμουν στην Ευρώπη, γιατί η ευρωπαϊκή συμπεριφορά που λαμβάνω γενικά (όχι συγκεκριμένα από την Ελλάδα) είναι ότι «είναι δικό τους το πρόβλημά». Όμως όλοι είναι συνένοχοι, αν βλέπουν τη βία και δεν κάνουν κάτι. Είναι εύκολο να λες ότι δεν καταλαβαίνεις. Είναι πολύ ευρωπαϊκό να λες ότι ο ρατσισμός δεν υφίσταται. Η Βρετανία είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα.
— Εννοώ ότι δεν μπορούμε να συλλάβουμε τι περνάνε οι μαύροι στην Αμερική, πώς είναι η ζωή τους, πόσο έντονη είναι η αστυνομική βία και η καταστολή.
Άποψή μου είναι ότι αυτή η τάση να σκάψεις στη βία για να την καταλάβεις περισσότερο είναι ένα είδος υποταγής. Για την αλλαγή χρειάζεται συλλογική προσπάθεια και ο καθένας να αναλάβει το δικό του κομμάτι.
— Έχεις ενσωματώσει, πάντως, το black experience στην τέχνη σου.
Έτσι νομίζω. Ένα μεγάλο κομμάτι τού να μεγαλώνεις ως μαύρος στην Αμερική, η πιο εσωτερικευμένη εμπειρία είναι αυτό το αίσθημα του ανικανοποίητου, ότι δεν είσαι αρκετός, ότι συνεχώς πρέπει να κάνεις περισσότερα και να αποδεικνύεις την αξία σου. Νομίζω ότι η δουλειά μου θέλει να ικανοποιήσει τον εσωτερικό μου κόσμο. Είναι απελευθερωτικό να ακολουθείς τον δικό σου κόσμο, τη δική σου ικανοποίηση.
Όλες οι εικόνες βίας είναι πολύ τοξικές. Τα αμερικανικά μίντια προβάλλουν την εικόνα του νεκρού μαύρου σώματος για εντυπωσιασμό. Προσπαθώ να τις αποφεύγω. Σκόπευα να ακολουθήσω ακαδημαϊκή καριέρα, να γίνω δικηγόρος ή κάτι τέτοιο. Τελικά διάλεξα την τέχνη γιατί ήταν το μονοπάτι που θα μου επέτρεπε να είμαι ελεύθερη.
— Έχεις παρουσιάσει δουλειά σου και στη Νιγηρία; Πώς ήταν αυτή η εμπειρία;
Η πρώτη φορά ήταν σε συνεργασία με μια φίλη που έχει ένα fashion brand. Δημιούργησα μάσκες που φόρεσαν τα μοντέλα στην Εβδομάδα Μόδας του Λάγκος. Το ταξίδι στο Λάγκος δεν ήταν κάποιου είδους πνευματιστική επιστροφή. Απλά το σώμα μου ένιωθε πιο ελεύθερο απ' ό,τι στις ΗΠΑ, για προφανείς λόγους, γιατί εκεί δεν είμαι μαύρη, είμαι απλά άνθρωπος. Με ενέπνευσε πολύ το τοπίο, το χάος, οι διαφορετικές υποδομές, τα εγχώρια υλικά που βρήκα στην αγορά. Τις επόμενες φορές δεν ήμουν εκεί, εκτέθηκε απλά η δουλειά μου. Είναι ωραίο να νιώθεις αυτή τη σύνδεση. Είχα σκοπό να μετακομίσω εκεί και να δω πώς θα ήταν να έχω ένα στούντιο. Αλλά είμαι εδώ!
— Ποιο είναι το κύριο στοιχείο των έργων αυτής της έκθεσης; Αναφέρεις ότι «μιλάνε για μια γυναίκα που ζει σε μια γυάλα στην Αθήνα. Είναι καταγραφές της προσπάθειας της να κρατήσει τα πόδια της στο έδαφος και να παραμείνει προσγειωμένη, καθώς παρακολουθεί γύρω της τον κόσμο να αλλάζει».
Η γυάλα μοιάζει με το παράθυρο του στούντιο. Ήταν ένας ποιητικός τρόπος να πω πως δεν ξέρω αν αυτή η δουλειά αντικατοπτρίζει την Αθήνα ή τη δική μου τάση να παρατηρώ αυτά που γίνονταν στο μέρος που ήταν το σπίτι μου, να κάνω σπίτι μου την Αθήνα –κάπως απρόθυμα σε κάποιες περιπτώσεις–, να ελπίζω για περισσότερη αγάπη και τρυφερότητα στο μέλλον.
— Ο τίτλος της έκθεσης, «Leave the thorns and take the rose», πώς προέκυψε;
Άκουγα μια άρια από την Jessye Norman, μια από τις καλύτερες λυρικές τραγουδίστριες του 21ου αιώνα που πέθανε πριν από λίγο καιρό, το «Lascia ch'io pianga» (Άσε με να θρηνήσω) του Χέντελ. Ο αρχικός του τίτλος ήταν «Leave the Thorn, Take the Rose». Αναγνωρίζω πως οι λέξεις μπορούν να αποτελέσουν «κουτιά» για εικόνες. Είναι δύσκολο να ζευγαρώσεις τις λέξεις και τις εικόνες. Ο τίτλος είναι ανοιχτός.
Chioma Ebinama - Leave the thorns and take the rose
The Breeder Feeder (Γκαλερί The Breeder, Ιάσονος 45, Μεταξουργείο, 210 3317527)
Διάρκεια έκθεσης: Έως 17/10
Ώρες λειτουργίας: Τρ.-Παρ. 12:00-20:00, Σάβ. 12:00-18:00