Μια γυναίκα, μόνη, κάθεται μπροστά σε ένα στενό τραπέζι, απλώνοντας μπροστά της τα χαρτιά μιας τράπουλας. Παίζει αυτό το μοναχικό παιχνίδι που ονομάζεται πασιέντζα, συνώνυμο στα γαλλικά με την «υπομονή»; Ή απασχολεί απλώς τα χέρια της καρτερώντας, κάνοντας υπομονή; Ο αμφίσημος τίτλος του έργου καλλιεργεί το μυστήριο. Και το ντεκόρ του το τονίζει ακόμα περισσότερο. Εκείνο το καταθλιπτικό εσωτερικό δεν αερίζεται από κανένα άνοιγμα. Όλα μοιάζουν στριμωγμένα, υπερβολικά στενά.
Αυτή την αποπνικτική ατμόσφαιρα τη ζει και ο ίδιος ο Georges Braque. Εδώ και σχεδόν δύο χρόνια, δηλαδή από το καλοκαίρι του 1940, βγαίνει σπάνια από το εργαστήριό του, στο 14ο διαμέρισμα του Παρισιού. Όταν η Γερμανία κατέκτησε τη Γαλλία είχε σκεφτεί αρχικά να φύγει στο εξωτερικό μαζί με τη σύζυγό του Marcelle. Όμως, πολύ γρήγορα πήρε την απόφαση να μείνει και να αντισταθεί στη γερμανική κατοχή με τον δικό του τρόπο: με το πινέλο του.
Δύο εντελώς αντίθετες γυναίκες, λοιπόν, που αποτελούν μία. Η μία βιώνει την προσμονή με ελπίδα και γαλήνη, η άλλη παραπέμπει σε αγωνία και απάρνηση. Δύο αντιφατικές στάσεις, ανάμεσα στις οποίες ταλαντεύεται ωστόσο ο άνθρωπος σε καιρό πολέμου.
Το 1942, λοιπόν, ο Braque ζωγραφίζει αυτήν τη γυναίκα, η οποία αποτελείται από δύο μορφές, μία ανφάς και μία προφίλ. Αυτή που κοιτάζει προς το μέρος μας, άπλετα φωτισμένη, στηρίζοντας το πηγούνι της και ακουμπώντας τον αγκώνα της στο τραπέζι, μοιάζει χαμένη σε μια ονειροπόληση. Τα χαρακτηριστικά της είναι λεπτά και γοητευτικά, το φόρεμά της κομψό, το κολιέ της διακριτικά πρωτότυπο. Αντίθετα, η γυναίκα που βλέπουμε προφίλ μοιάζει να αναδύεται από τη σκιά. Εκτός από το στόμα, τίποτα δεν την κάνει να μοιάζει με τη δίδυμη ή, μάλλον, τη σιαμαία αδελφή της. Το σώμα της είναι γωνιώδες, το χέρι της υπερβολικά αδύνατο, το βλέμμα της ακίνητο.
Δύο εντελώς αντίθετες γυναίκες, λοιπόν, που αποτελούν μία. Η μία βιώνει την προσμονή με ελπίδα και γαλήνη, η άλλη παραπέμπει σε αγωνία και απάρνηση. Δύο αντιφατικές στάσεις, ανάμεσα στις οποίες ταλαντεύεται ωστόσο ο άνθρωπος σε καιρό πολέμου.
Πολλά κοινά σημεία ενώνουν καλλιτέχνη και φανταστικό μοντέλο: ζουν και οι δύο έγκλειστοι, διχασμένοι μεταξύ της ελπίδας και της παραίτησης. Μπορούμε, μάλιστα, να δούμε και ένα είδος σαφούς υπαινιγμού στο γεγονός ότι ξαναβρίσκουμε τον δυϊσμό της γυναίκας, φωτεινής και σκοτεινής, στην υπογραφή του Braque.
O ζωγράφος, μέσα από αυτό το γεμάτο ποιητικότητα έργο, μας δίνει τη δυνατότητα να ταυτιστούμε απόλυτα όχι μόνο με αυτήν τη φανταστική γυναίκα, όχι μόνο με τον ίδιο του τον εαυτό, αλλά και με αυτό που μας ενώνει όλους: σε δύσκολους καιρούς, και παρότι μερικοί υποφέρουν πολύ περισσότερο από άλλους, μας διαπερνούν οι ίδιες σκέψεις, τα ίδια άγχη, οι ίδιες ελπίδες. Και το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι υπομονή.
Το Ίδρυμα Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή
Οι ιδρυτές, Βασίλης και Ελίζα Γουλανδρή, ως υπέρμαχοι της ιδέας ότι η Τέχνη αποτελεί κοινωνικό πνευματικό αγαθό, πέραν της σημαντικής προσφοράς τους με την ίδρυση του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στην Άνδρο, επιθυμούσαν τη δημιουργία ενός έτερου μουσείου στην Αθήνα, που θα έδινε τη δυνατότητα σε ένα ευρύτερο κοινό να έρθει σε επαφή με τη νεότερη και σύγχρονη τέχνη που αποτέλεσε το κύριο αντικείμενο του ενδιαφέροντός τους.
Το νέο μουσείο, που φέρει το όνομά των ιδρυτών, «Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή», στεγάζεται σε ένα ιδιόκτητο ακίνητο στην οδό Ερατοσθένους 13 στο Παγκράτι. Η ανέγερσή του ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2012 και ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2018. Το νέο μουσείο σχεδιάστηκε εξαρχής για να στεγάσει τα έργα της συλλογής του Ιδρύματος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή. Η συλλογή επικεντρώνεται στη νεότερη και σύγχρονη τέχνη Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, συμπεριλαμβάνοντας σπάνια έργα τέχνης μεγάλων ονομάτων της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας όπως Cézanne, van Gogh, Gauguin, Monet, Degas, Rodin, Toulouse-Lautrec, Bonnard, Picasso, Braque, Léger, Miró, Giacometti, Balthus, καθώς και έργα διακεκριμένων ονομάτων της ελληνικής πρωτοποριακής ζωγραφικής όπως Παρθένης, Μπουζιάνης, Βασιλείου, Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Τσαρούχης, Μόραλης, Τέτσης κ.ά
Επιμέλεια: Αλέξανδρος Διακοσάββας
σχόλια