Είναι αργά το απόγευμα στη Δεξαμενή στα Άνω Πετράλωνα και ο Sigma φωτογραφίζεται με φόντο τις πολυκατοικίες στο βάθος της Ιολάου που από το ύψωμα φαίνονται σαν μεγάλα πλοία. Κάθεται στο ίδιο πεζούλι που είχε φωτογραφηθεί πριν από μερικά χρόνια, στα δεκατέσσερά του, για το εξώφυλλο του πρώτου ραπ δίσκου που είχε φτιάξει και είχε ονομάσει «Ταινίες Δρόμου».
Ο Sigma μπορεί να είναι μόλις είκοσι ενός χρονών, αλλά έχει μεγάλη εμπειρία με τη μουσική, από μικρό παιδί. Για τον περισσότερο κόσμο το «Insomnia», που μόλις κυκλοφόρησε, είναι το δεύτερο άλμπουμ του (και, όντως, είναι η δεύτερη επίσημη κυκλοφορία του), αλλά για τον ίδιο είναι το έκτο! «Από πάντα μου άρεσαν περισσότερο τα άλμπουμ», λέει. «Ανεπίσημα έχω βγάλει ένα ως παραγωγός, χωρίς στίχο, ακολούθησαν οι "Ταινίες Δρόμου", που ήταν ραπ, άλλο ένα rap με crew, ένα ακόμα στο κανάλι μου στο YouTube, που έκανα μόνος μου, και είχα ετοιμάσει άλλα δύο που δεν κυκλοφόρησαν. Μετά άρχισα να κάνω τα πρώτα επαγγελματικά μου βήματα και έβγαλα το “Κάρμα”».
Το «Κάρμα», που κυκλοφόρησε πριν από δύο χρόνια, όταν ήταν ακόμα teenager, ήταν ένα δυνατό ντεμπούτο με οκτώ κομμάτια όπου έδειξε τι ήταν ικανός να κάνει. Ο Sigma δεν ήταν ένας ακόμα ράπερ, ήταν ένα παιδί ξεχωριστό, με μεγάλη φωνητική γκάμα, από τους ελάχιστους που είχαν επιχειρήσει να κάνουν σοβαρό R&B στην Ελλάδα. Και το έκανε πολύ καλά. Το «Karma» είναι ένα άλμπουμ που του χάρισε φανατικό (και πολυάριθμο) κοινό – ένα κοινό που τον ακολουθεί πιστά και εκτιμά καθετί που κάνει τα τελευταία τρία χρόνια.
Το fan base του είναι τόσο σταθερό που υποδέχτηκε με μεγάλο ενθουσιασμό την κίνηση-ματ να αλλάξει το ήχο του, αποκαλύπτοντας στο «Insomnia» έναν Sigma τόσο ανανεωμένο που είναι σχεδόν άλλος άνθρωπος.
Η εξέλιξή του είναι εντυπωσιακή όχι μόνο επειδή έγινε πιο ποπ, αναβιώνοντας έναν ήχο που δεν γνώρισε ποτέ (γιατί μεσουρανούσε είκοσι χρόνια πριν γεννηθεί), αλλά επειδή κάνει κάτι που δεν κάνει κανένας άλλος αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα: electropop με R&B φωνητικά, φουλ ερωτικό, αλλά όχι χυδαίο, mainstream, αλλά αρκετά σοφιστικέ σε σχέση με το νέο ραπ, χορευτικό, σύγχρονο, ο ήχος που θα μπορούσε να ακουστεί παντού κάθε στιγμή της ημέρας. Το κοινό που αγαπάει τον Weeknd μπορεί να βρει σε κάποια κομμάτια του «Insomnia» μια ελληνική version τους, ωστόσο ο Sigma είναι πολύ περισσότερα από ένας Έλληνας Weeknd.
Όλοι σήμερα, είτε είναι εξήντα είτε ογδόντα, έχουν περάσει στη ζωή τους κάποια φάση που ήθελαν να πουν τα δικά τους, να μιλούν με απόλυτη ελευθερία και είχαν μια τάση να βρίζουν. Στη μουσική υπήρχε το ρεμπέτικο, η πανκ, η μέταλ, δεν νομίζω ότι έχει αλλάξει το σκεπτικό των νέων ανθρώπων, απλώς τότε άκουγαν αυτά, σήμερα ακούνε τραπ. Η μουσική δεν σε κάνει ούτε καλύτερο ούτε χειρότερο άνθρωπο.
Το «Insomnia» είναι ένα απίθανο ποπ άλμπουμ, με τον Barrice των Beyond να δημιουργεί νέο ελληνικό ήχο –από μουσικής πλευράς είναι ό,τι πιο 2022 έχει ακουστεί φέτος σε ελληνική παραγωγή– και τον Sigma να τραγουδάει (και όχι να ραπάρει), αποκαλύπτοντας μία άλλη μουσική πλευρά του, εξελιγμένη, ποπ σε πολύ ψηλό level. Ο Sigma δεν φοβάται τα ρίσκα και αυτό φάνηκε από την πρώτη στιγμή.
«Ως Sigma νιώθω πλέον ότι καλύπτω ένα κοινό το οποίο δεν είχε τι να ακούσει στην Ελλάδα, και ξεκινάω ένα καινούργιο κίνημα στη μουσική», λέει. Μιλάει σοβαρά, δεν σου αφήνει περιθώρια να αμφισβητήσεις ότι αυτά που λέει τα εννοεί. Έχει μεγαλώσει αισθητά από την προηγούμενη φορά που τον είχα συναντήσει (πριν από τέσσερα χρόνια), δεν είναι πλέον παιδί, είναι ένας νέος άντρας που ξέρει τι θέλει και πώς να το πετύχει, με λόγο συγκροτημένο και επίγνωση της πορείας του μέχρι εδώ. Είναι πολύ σημαντικό αυτό, να ξέρεις τι ακριβώς έχεις κάνει, για να διορθώνεις τα λάθη –κι ας μην είναι ακριβώς λάθη– και να πας μπροστά.
«Είναι μια καινούργια μουσική, για την Ελλάδα κυρίως», εξηγεί, «είναι σαν να έχεις πάρει τη μουσική που έχει υπάρξει κατά καιρούς στα ραδιόφωνα, έχει μπει στα τσαρτ κι ακουγόταν παντού και να την παρουσιάζεις με έναν μοντέρνο τρόπο. Η παραγωγή στην ηλεκτρονική μουσική έχει ανέβει πολύ, η ποιότητά της, και σήμερα είναι πιο εύκολο να καταφέρεις μια πολύ καλή παραγωγή σε σχέση με τα ’80s. Στο “Insomnia” έχουμε βάλει τη δική μου έμπνευση, την έμπνευση ενός από τους καλύτερους παραγωγούς στην Ελλάδα που γουστάρει ’80s κι έχει κλίση προς αυτό, και όλη την ενέργεια που είχαμε, για να κάνουμε κάτι καινούργιο για την Ελλάδα. Αυτό, κατά την άποψή μου, σου δίνει καλλιτεχνική υπόσταση και κάνει έναν δίσκο κλασικό: το να κάνεις κάτι που ο άλλος ξέρει ότι έγινε τότε για πρώτη φορά από τον συγκεκριμένο καλλιτέχνη, κάτι που θα μείνει και θα γίνει κλασικό. Όταν κάνεις ένα ακόμα χιτ, ίδιο με τα υπόλοιπα, μπορεί να είναι τέλειο, αλλά δεν έχεις αφήσει στ' αλήθεια ιστορία πίσω σου.
Μου φαίνεται περίεργο που στην Ελλάδα δεν έχουμε σχεδόν καθόλου R&B, δεν ξέρω να σου πω ούτε δέκα κομμάτια R&B που να είναι ελληνικές παραγωγές. Το R&B το ακούνε μόνο οι ψαγμένοι και αυτόείναι μόνο ξένο. Δεν υπάρχει καθόλου στη μουσική μας κουλτούρα. Βέβαια, η Ελλάδα έχει πολύ μικρότερη μουσική βιομηχανία, σε συντριπτικό βαθμό μικρότερη από αυτήν της Αμερικής ή της Αγγλίας, και αυτό μας κάνει να ακολουθούμε ένα συγκεκριμένο μονοπάτι αν θέλουμε να φτιάχνουμε μουσική από την οποία να μπορούμε να ζούμε. Οπότε, ξεκινώντας να κάνουν μουσική, όλοι έχουν ένα καλούπι, σκέφτονται ότι έτσι πρέπει να γίνει, και από κει και πέρα προσθέτουν μικρές λεπτομέρειες που είναι τα δικά τους στοιχεία, αυτά που έρχονται από την προσωπικότητά τους ως καλλιτεχνών. Φτιάχνουμε έτσι μουσική με καλούπι, βάζοντας ό,τι έξτρα μπορεί ο καθένας: τη φωνή, το flow, τον άγριο στίχο, οτιδήποτε τον κάνει να διαφέρει. Αυτό ξεκινάει από το ότι έχει χαθεί η μουσική παιδεία, στο σχολείο δεν μαθαίνεις τίποτα για τη σημερινή μουσική. Καταλαβαίνεις μεγαλώνοντας ότι στην Ελλάδα δεν έχουμε ποπ. Ακόμα και ο ράπερ που θέλει να κάνει χιτ, δεν έχει την ποπ στο μυαλό του.
Αν ξεκινούσα σήμερα και έλεγα θέλω να βγάλω το “Insomnia”, δεν θα είχα στήριξη από κανέναν. Έπρεπε να κάνω το “Κάρμα”, με το οποίο μπήκα στη βιομηχανία της μουσικής και με έμαθαν κάποια άτομα, τράβηξα τα βλέμματα τραγουδώντας με στοιχεία R&B, όμως ο σκοπός μου ήταν να προχωρήσω μπροστά, να κάνω κάτι δικό μου. Με γεμίζει χαρά αυτή η εξέλιξη, το ότι κανείς άλλος δεν το έχει κάνει αυτό μέχρι τώρα. Μπορεί μην έχω Νο 1 χιτ στην Ελλάδα, αλλά αυτό που κάνω αυτήν τη στιγμή δεν μπορεί να το κάνει άλλος. Μακάρι να ανοίξω έναν τεράστιο δρόμο για την ελληνική βιομηχανία. Το όραμά μου είναι να βγει και προς τα έξω η μουσική μου, να έχει κύρος αυτό που κάνω, να ανεβάσω το επίπεδο. Αν έβγαζα ένα “Κάρμα 2”, δεν θα είχε το ίδιο κύρος, για μένα τουλάχιστον, κι ας ήταν πιο χιταριστό. Τίποτα δεν γίνεται τυχαία, υπάρχει κάτι πίσω από όλο αυτό, έχει μια διαδικασία που θέλει σκέψη και ταλέντο και δουλειά για να γίνει. Δεν αποκλείω, πάντως, να βγάλω ένα “Κάρμα 2”, αλλά αυτό θα γίνει όταν νιώσω ότι είναι η κατάλληλη στιγμή.
Άκουσα από κάποιους να λένε ότι είναι αντιγραφή του Weeknd. Πώς γίνεται ένας από τους τρεις τοπ τραγουδιστές της δεκαετίας και από τα κορυφαία ονόματα της εποχής να μην έχει επιρροή στον κόσμο; Η αλήθεια είναι ότι τον Weeknd τον σέβομαι και τον εκτιμώ πάρα πολύ, έχει κάνει πράγματα που δεν μπορούν να γίνουν στην Ελλάδα, δεν υπάρχει τέτοιο budget για να κάνεις αυτά που κάνει, και το τραγούδι "Insomnia" έχει στοιχεία από Weeknd, αλλά ο υπόλοιπος δίσκος είναι Sigma».
«Φώτα»
Ο Sigma έχει μεγαλώσει στα Πετράλωνα, είναι γέννημα-θρέμμα της γειτονιάς και δεν την αλλάζει με καμία. «Μου αρέσει πολύ η γειτονιά μου», λέει, «είναι ήσυχη και είναι πολύ σημαντικό το ότι είναι στο κέντρο της Αθήνας, κάτω από την Ακρόπολη. Η θέα από του Φιλοπάππου είναι απίστευτη, άλλοι έρχονται από το εξωτερικό γι' αυτήν». Με τη μουσική ασχολείται από παιδάκι, «έκανα μαθήματα και έπαιζα πιάνο», εξηγεί. «Βέβαια, δεν έγινα πιανίστας, αλλά πέρασα από πολλές μουσικές φάσεις στη ζωή μου. Έχω φωτογραφίες που ήμουν ενός χρόνου και κρατάω στο χέρι ένα μικρόφωνο και βίντεο που τράβαγαν οι γονείς μου όπου τραγουδάω ως παιδάκι. Ήταν όλη η οικογένεια πολύ μέσα στη μουσική, ακούγαμε ραδιόφωνο όλη μέρα, όλες τις μουσικές, χωρίς κάποια προτίμηση, ήταν τέτοιο το κλίμα. Η μάνα μου τραγούδαγε, επίσης, όταν ήταν σε πολύ νεαρή ηλικία, τραγουδάει και όλο το σόι, δεν γινόταν να μην μπλέξω με τη μουσική.
Όταν ήμουν δέκα χρονών αποφάσισα να κάνω κάποιες δοκιμές, έκανα διασκευές σε αμερικανικά κομμάτια και έγραφα κάποια πράγματα που μπορεί να μην ήταν τίποτα το ιδιαίτερο, αλλά έδειχναν ότι υπήρχε μια κλίση προς τα εκεί. Στο μεταξύ, μέχρι το λύκειο έλεγα ότι θα κάνω εντελώς άλλα πράγματα, παρότι έβγαζα δική μου μουσική. Δεν σκεφτόμουν να ασχοληθώ επαγγελματικά με αυτή. Ξεκίνησα με την παραγωγή, φτιάχνοντας beat, και μετά άρχισα να γράφω στίχους πάνω τους. Στα δώδεκα ήθελα να γίνω DJ για να πάω στο Tomorrowland, αλλά μου πέρασε γρήγορα, και ταυτόχρονα άρχισα να κάνω ραπ. Εκεί, ανάμεσα στα δεκατρία με δεκατέσσερα έφτιαξα το πρώτο μου ραπ άλμπουμ, τις “Ταινίες Δρόμου”. Χρόνο με τον χρόνο βελτιωνόμουν και δεν σταμάτησα ποτέ να γίνομαι καλύτερος.
Προς το τέλος του λυκείου είχα κάνει ήδη τα πρώτα μου βήματα προς την επαγγελματική μου πορεία και είχα ανοίξει κάποια μονοπάτια. Όταν κατάφερα να ανοίξω και κάποιες πόρτες, τότε είπα “για εκεί είμαι σίγουρα, αφού αυτό μ’ αρέσει”.
Mε την ΟffΒeat βρέθηκα σχεδόν κατά τύχη. Κάποια στιγμή αποφάσισα να γράψω ένα κομμάτι σε καλό στούντιο. Ποτέ δεν σκέφτηκα ότι θα το στείλω σε δισκογραφική στ' αλήθεια, ήμουν δεκαεφτά χρονών, δεν πίστευα ότι θα μου έδινε κανείς σημασία. Παρ' όλα αυτά, ήταν κάτι που με τρέλαινε, ήθελα να δω πώς είναι να γράφεις σε καλό στούντιο, έτσι πήγα στον Barrice στο Final Sound Studio. Περάσαμε ωραία, είχαμε χημεία και μας άρεσε και το κομμάτι που έγραψα, οπότε του ζήτησα να βρούμε κάποιον καλό σκηνοθέτη για να κάνω βίντεο. Σκεφτόμουν να μαζέψω λεφτά για να το κάνω με έναν καλό videographer, αλλά δεν περίμενα να γυρίσω βιντεοκλίπ με τον Angel Saft! Μετά από τρεις μήνες με παίρνει τηλέφωνο ο Angel και μου λέει “άκουσα το κομμάτι και μου άρεσε”. Δεν το πίστευα! Μετά μιλήσαμε με την OffBeat και έτσι προχώρησε.
Στην αρχή ήταν πολύ παράξενο για τους γονείς μου γενικότερα. Είναι σίγουρα παράξενο να έρχεται το παιδί σου, που είναι δεκατεσσάρων-δεκαπέντε χρονών, και να σου λέει “εγώ τώρα κάνω μουσική και θα κινηθώ όπως θέλω σε αυτόν τον χώρο”. Σε αυτή την ηλικία δεν μπορείς να το εμπιστευτείς, έτσι ήταν επιφυλακτικοί στην αρχή, πρόσεχαν τι έκανα και πού πήγαινα, με ποιον, τσέκαραν τα πάντα. Όταν με τον καιρό τούς απέδειξα ότι μπορούσαν να με εμπιστευτούν, τότε άλλαξαν όλα. Σήμερα τους κάνω περήφανους».
«Τα ακούνε τα κομμάτια σου; Γιατί είχες και άγριους στίχους».
«Ναι, γενικότερα τα ακούνε. Δεν μου είπαν και μπράβο όταν έβριζα, αλλά καταλάβαιναν ότι είναι μια διάλεκτος αυτής της ηλικίας που γιατί να μην τη χρησιμοποιήσω στην τελική; Όλοι σήμερα, είτε είναι εξήντα είτε ογδόντα, έχουν περάσει στη ζωή τους κάποια φάση που ήθελαν να πουν τα δικά τους, να μιλούν με απόλυτη ελευθερία και είχαν μια τάση να βρίζουν. Στη μουσική υπήρχε το ρεμπέτικο, η πανκ, η μέταλ, δεν νομίζω ότι έχει αλλάξει το σκεπτικό των νέων ανθρώπων, απλώς τότε άκουγαν αυτά, σήμερα ακούνε τραπ. Η μουσική δεν σε κάνει ούτε καλύτερο ούτε χειρότερο άνθρωπο.
Με το πέρασμα του χρόνου, όσο περισσότερο γράφω και όσο εξελίσσομαι και ως άνθρωπος και ως καλλιτέχνης, εξελίσσεται και ο τρόπος που γράφω στίχους. Σήμερα δεν θα έγραφα με τον ίδιο τρόπο που έγραψα πριν από τρία χρόνια το “Κάρμα”. Δεν είμαι πια ο ατίθασος έφηβος. Τώρα, σε έναν νέο καλλιτέχνη προτιμώ να ακούσω σοβαρό στίχο παρά τις μαλακίες που έλεγα κι εγώ για ναρκωτικά – δεν θα χρησιμοποιήσω τον πιο χυδαίο τρόπο για να μιλήσω για μια κοπέλα. Αυτά τα έχω ξεπεράσει, έχω μεγαλώσει πια. Δεν το κρίνω αν το κάνει κάποιος, απλώς εγώ, τρία χρόνια από τότε που έγραψα τα κομμάτια, έχω αρχίσει και σκέφτομαι αλλιώς. Και πλέον θεωρώ απόλυτα λογικό ο άνθρωπος που είναι πενήντα και εξήντα χρονών και έχει κάνει οικογένεια και έχει μεγαλώσει παιδιά να σκέφτεται “τι είναι αυτά που λες;”. Κι εγώ, αν το παιδί μου έγραφε αυτά που έγραφα εγώ πριν από δύο ή τρία χρόνια, θα ένιωθα λίγο περίεργα, θα έλεγα “γιατί τα λέει αυτά ο γιος μου ή η κόρη μου;”».
«Γιατί τα έλεγες;»
«Γιατί αυτή ήταν η αλήθεια εκείνη τη στιγμή».
«Πώς τη βλέπεις τη μουσική που βγαίνει αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα;»
«Γενικότερα, είμαι άνθρωπος που κρίνει αυστηρά αυτό που κάνω. Καμιά φορά με πιάνω να κρίνω αυστηρά και όλους τους υπόλοιπους γύρω μου, γιατί έχω για τον εαυτό μου υψηλά στάνταρ, είμαι τελειομανής. Έτσι νιώθω ότι είναι λίγο στάσιμα τα πράγματα στη μουσική στην Ελλάδα. Το καταλαβαίνω, σέβομαι ό,τι κυκλοφορεί, ακούω τα πάντα, δεν είναι ότι εγώ αυτήν τη στιγμή κάνω τη μετα-ποπ και βρίζω την τραπ. Ίσα-ίσα, μπορεί να ακούσω πιο πολύ τραπ μέσα στη μέρα παρά μετα-ποπ ή οτιδήποτε άλλο. Αλλά αυτήν τη στιγμή δεν βλέπω να έχει εμφανιστεί κάποιος που μπορώ να πω ότι είναι το αστέρι της ελληνικής μουσικής. Ούτε για τον εαυτό μου μπορώ να το πω αυτό προφανώς. Χαίρομαι όμως πιο πολύ όταν βλέπω πιτσιρικάδες που ακόμα δεν έχουν μπει στο λούκι, δεν είναι επαγγελματίες, που το βλέπουν λίγο πιο ανοιχτά, που έχουν όνειρα και θέλουν να κάνουν κάτι καινούργιο, παρά αυτούς που είναι τοπ καλλιτέχνες.
Τα social media μας έχουν βοηθήσει πάρα πολύ. Είναι πολύ πιο εύκολο να κάνεις το πρώτο μπαμ, είναι μεγάλο boost το να μπορείς να προμοτάρεις τη δουλειά σου από τα social media. Έχει βοηθήσει πραγματικά πάρα πολύ κόσμο αυτό, αλλά, όπως σε όλες τις περιπτώσεις, κάτι κερδίζεις, κάτι χάνεις. Πιστεύω ότι τότε, παλιά, που δεν είχες την πρόσβαση ως κοινό στην προσωπική ζωή και στην καθημερινότητα ενός καλλιτέχνη, έδινες στη μουσική του πολύ περισσότερη αξία απ' ό,τι τώρα. Τώρα το κοινό μπορεί να σου στείλει μήνυμα και να σου πει ό,τι θέλει, ό,τι του κατέβει, όλοι έχουν πρόσβαση σε σένα, μπορούν να βλέπουν την καθημερινότητά σου. Δεν είναι κάτι που μου αρέσει. Καμιά φορά, όταν πιάνω το εαυτό μου να ανεβάζω παραπάνω πράγματα για την καθημερινότητά μου στο Instagram ή οπουδήποτε, ξενερώνω λίγο. Σκέφτομαι “ρε φίλε, εγώ είμαι καλλιτέχνης, γιατί να δείξω τι κάνω σήμερα, πού πίνω καφέ, πού είμαι, πού μένω, την άποψή μου θα μπορούσε να τη μάθει όποιος ενδιαφέρεται όπως παλιότερα, από μια συνέντευξη. Αυτή η υπερέκθεση κάνει τον φαν να σε απομυθοποιεί. Δεν σε έχει τόσο ψηλά ο κόσμος όσο παλιότερα.
Sigma, Mente Fuerte - «Amnesia»
Υπάρχουν ταλέντα παντού. Ξέρω κάποια άτομα, Έλληνες, που κάνουν απίστευτα πράγματα. Μου αρέσουν κυρίως ως καλλιτέχνες οι συνεργάτες μου, ο Sidarta, ο Saske, ο Mente (Fuerte), η Ellize, και από κει και πέρα σέβομαι το έργο της πλειονότητας των μουσικών στην Ελλάδα. Εκτιμώ πολύ καλλιτέχνες όπως ο Oxfloyd και μερικούς ακόμα που έχουν απίστευτο ταλέντο και παλεύουν να τα καταφέρουν στο εξωτερικό. Εκτιμώ επίσης κάποιους ανερχόμενους καλλιτέχνες που έχουν ξεχωριστές περσόνες, τους καταλαβαίνω και τους υποστηρίζω σ’ αυτό που προσπαθούν να καταφέρουν.
Μετράει πάρα πολύ να έχεις τους σωστούς ανθρώπους γύρω σου, αλλά για να κάνεις αυτό που ακριβώς θέλεις δεν πρέπει να ακούς κανέναν. Τα άτομα που είναι δίπλα σου πρέπει να σε υποστηρίζουν και να σου δείχνουν την αγάπη τους. Υπάρχει αυτή η λεπτή γραμμή τού να βλέπεις ότι ο άλλος πάει καλά και να θες την επιτυχία του, να μην αναζητάς τη δική σου επιτυχία μέσα από την επιτυχία του άλλου. Τον Sidarta και τον Saske τους αγαπώ γιατί είναι φίλοι μου, χαίρομαι που πετυχαίνουν. Συνήθως οι φιλίες που φαίνονται προς τα έξω στον χώρο δεν είναι αληθινές, υπάρχουν ράπερ που το παίζουνε κολλητοί φίλοι στις φωτογραφίες στο Instagram και στην πραγματικότητα κράζουν ο ένας τον άλλο πίσω από την πλάτη του. Πρέπει να υπάρχει σεβασμός για τον άλλο, από εκεί ξεκινάνε όλα. Δεν γίνεται, όταν σέβεσαι κάποιον ως άνθρωπο και τον εκτιμάς, να μη χαρείς με την επιτυχία του».
Mente Fuerte, Sigma - Akropoli
Το «Insomnia» μπορείς να το ακούσεις εδώ