Πριν από έναν χρόνο έφυγε από τη ζωή ο Σταμάτης Κόκοτας

Σαν σήμερα, πριν από ένα χρόνο, έφυγε από τη ζωή ο Σταμάτης Κόκοτας Facebook Twitter
Σταμάτης Κόκοτας
0


Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ
 Σταμάτη Κόκοτα (1937-2022) πέρυσι την 1η Οκτωβρίου καλύφθηκε σ’ ένα βαθμό από τα μέσα και τον Τύπο, ενώ κι εμείς εδώ στο LiFO.gr, σ’ ένα κάπως σύντομο κείμενό μας, μεγεθύναμε στην αγάπη, στην «τρέλα» που είχε ο μεγάλος αυτός ερμηνευτής για το αγωνιστικό αυτοκίνητο, μεταφέροντας πληροφορίες και φωτογραφίες από πρωτογενείς πηγές.

Γράφτηκαν πολλά για τον Σταμάτη Κόκοτα, καλύφθηκαν πολλές πτυχές της καλλιτεχνικής διαδρομής του, όμως υπήρξαν και κάποιες διαστάσεις πολύ σημαντικές, που παρέμειναν στο περιθώριο – που δεν αναδείχθηκαν καθόλου και δεν αποτιμήθηκε η σημασία τους.

Κατ’ αρχάς να πούμε πως ο Σταμάτης Κόκοτας είχε ξεκινήσει την πορεία του στο τραγούδι μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’50 (τότε λεγόταν Κοκοτός), σχηματίζοντας με τους φίλους του Κώστα Μουσάδη και Τάκη Τσωή το Τρίο Μπραζίλ – ένα από τα πιο φημισμένα τρίο της εποχής, με εμφανίσεις στα κέντρα (στον Καρυστινό, βασικά, δίπλα στην ορχήστρα του Γιώργου Μουζάκη) και τη δισκογραφία. Υπάρχουν διάφορες ηχογραφήσεις με το Τρίο Μπραζίλ από εκείνη την εποχή, και αποκλειστικά δικές του, και συνοδεύοντας τους Γιώτα Λύδια, Γιώργο Πασπάτη, Λάουρα κ.ά.

Το Τρίο Μπραζίλ φαίνεται πως διαλύεται στις αρχές του 1960, με τον Κόκοτα να πηγαίνει στο Παρίσι για σπουδές – εκεί όπου θα βρεθούν, λίγο αργότερα, και τα υπόλοιπα μέλη του σχήματος, βάζοντας μπροστά ένα καινούριο τρίο (με τον Σούλη Λάσκαρη στη θέση του Κόκοτα), που δεν ήταν άλλο από το περιώνυμο Trio Athénée, με την πολύ μεγάλη επιτυχία, στη Γαλλία και αλλού.

Φαβορίτες και μακριά μαλλιά

Ο Σταμάτης Κόκοτας επιστρέφει στην Ελλάδα, στα μέσα της δεκαετίας του ’60, και όπως τον βλέπουμε στην ταινία του Γιώργου Σκαλενάκη «Διπλοπεννιές» (1966) είχε μαλλί και φαβορίτες, ήδη από εκείνη την εποχή, κάπως περισσότερο από το κανονικό. Επιστρέφοντας δηλαδή από την Γαλλία έχει αποφασίσει να αλλάξει σταδιακά την εμφάνισή του, υιοθετώντας μακρύ μαλλί και υπερμεγέθεις φαβορίτες, σε μιαν εποχή όπου και τα δύο, ταυτοχρόνως, ήταν παντελώς ασυνήθιστα και «απαγορευμένα».

Έτσι λοιπόν ο Σταμάτης Κόκοτας, που ήδη είναι γνωστός στο πανελλήνιο –το «Όνειρο απατηλό» (1967) του Απόστολου Καλδάρα και της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου το τραγουδούν οι πάντες και σπάει όλα τα ρεκόρ–, εμφανίζεται παντού με απίστευτα μεγάλες φαβορίτες και σχετικά μακρύ μαλλί, ήδη από τα μέσα του ’68, πρώτος εκείνος απ’ όλους τους διάσημους τουλάχιστον έλληνες ρόκερ της περιόδου, χαλώντας κατά μίαν έννοια το αφήγημα του Λαδά.

Το 1967 οι φαβορίτες του ήταν πλέον αρκετά μεγαλύτερες από το κανονικό, ενώ ένα χρόνο αργότερα, το καλοκαίρι του ’68, ήταν εντελώς υπερμεγέθεις, με το μαλλί του επίσης να μακραίνει συνεχώς.

Γενικά το στυλ «αγριανθρώπου» που είχε υιοθετήσει από τότε ο Σταμάτης Κόκοτας ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό, και ως τέτοιο αντιμετωπιζόταν με έχθρα από μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας. Ακόμη και εντός της καλλιτεχνίας και του τραγουδιού, ακόμη και στον χώρο του ποπ-ροκ, το μαλλί πέρα από το «κανονικό» αντιμετωπιζόταν αρνητικά. Πριν από την δικτατορία ο Νίκος Μαστοράκης έγραφε στο περιοδικό «Μοντέρνοι Ρυθμοί» (τεύχος #59, 13 Ιουλ. 1966), έπειτα από ένα ταξίδι του στην Αμερική:

«Η Νέα Υόρκη... έχει θαυμάσια νεολαία. Λυπάμαι που σε γενικές γραμμές την βρήκα καλύτερη απ’ την δική μας, σε τρόπο σκέψεως και αντιδράσεις, αλλά είναι η αλήθεια. Υπάρχουν βεβαίως τα θλιβερά παραδείγματα –το Γκρήνγκουιτζ Βίλλατζ συγκεντρώνει την μακρυμαλλούσα, βρώμικη, δήθεν διανοούμενη νεολαία–, αλλά σ’ όλο τον κόσμο οι κανόνες είναι ίδιοι».

Ήδη από τότε, από τα μέσα του ’66, το μακρύ μαλλί ήταν συνυφασμένο μ’ ένα νέο και κυρίως μ’ ένα νεανικό κίνημα αμφισβήτησης, τους hippies, που ήδη αναπτυσσόταν στην Αμερική και που θα γινόταν παγκοσμίως γνωστό την επόμενη χρονιά.

Βεβαίως υπήρχαν και νέοι (σαν τον 25χρονο τότε Μαστοράκη), που όλα τούτα τα αντιμετώπιζαν ως «κίνδυνο», εξαπολύοντας τους γνωστούς γεροντίστικους μύδρους περί άπλυτων, βρωμιάρηδων κ.λπ.

Σαν σήμερα, πριν από ένα χρόνο, έφυγε από τη ζωή ο Σταμάτης Κόκοτας Facebook Twitter
Ο Σταμάτης Κόκοτας το καλοκαίρι του 1968

Έτσι, αμέσως μετά από την επιβολή της δικτατορίας, θα ήταν και πάλι ο Νίκος Μαστοράκης, ξανά στους «Μοντέρνους Ρυθμούς» (τεύχος #80, 10 Μαΐου 1967), εκείνος που θα έσπευδε να καθησυχάσει τους αναγνώστες του, λέγοντάς τους πως η «βρωμιά», στην ποπ μουσική, ήταν ένα... ξένο φρούτο τέλος πάντων και πως δεν είχε σχέση με τα πατροπαράδοτα, ελληνικά, νεανικά ήθη. Διαβάζουμε:

«Η τάξι των νέων είναι αρκετά παρεξηγημένη κι η εθνική κυβέρνησι έχει να την αντιμετωπίση σαν πρόβλημα... Όσοι βλέπουν τα προβλήματά της από μακρυά νομίζουν ότι εκείνα τα παιδιά που αγαπούν την ξένη ελαφρά μουσική είναι τα ίδια με τα ξένα άπλυτα φρούτα, που αυτοαποκαλούνται μπήτινκς.(...) Τα δικά μας τα παιδιά αγαπούν την ξένη μουσική, αγαπούν τα συγκροτήματα, τον χορό, αλλά δεν μιμούνται αυτά που δεν φυτρώνουν στην Ελλάδα».

Η «εθνική κυβέρνησι» (διάβαζε χούντα) στο ξεκίνημά της απεχθανόταν το μακρύ μαλλί, τα μαλλιά γενικώς, και αυτό το έδειχνε εμπράκτως μέσω του σχετικού κυνηγιού, που είχε εξαπολύσει ο διαβόητος συνταγματάρχης Ιωάννης Λαδάς, τότε γενικός γραμματέας του υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. Όπως έλεγε ο ίδιος σ’ έναν λόγο του «προς φοιτητάς», στην Αθήνα, στις 5 Δεκεμβρίου 1968 (από το βιβλίο του «Λόγοι» του 1970):

«Με το κύμα της διαφθοράς εισήλασαν και ωρισμένες άλλες τάσεις παρακμής... δήθεν κοινωνικού περιεχομένου, όπως οι άπλυτοι μακρυμάλληδες χίππυς, που έδωσαν καταφύγιον στους ανικάνους και στους τεμπέληδες. Ειδικώς επ’ αυτού του θέματος, επειδή εγώ ησχολήθην εμπράκτως επιτρέψατέ μου να σας είπω ότι όταν τους συνελάμβανα και τους εκούρευα δεν το έκανα για να τους κόψω τα μαλλιά, αλλά δια να τους κόψω την νοοτροπία, που ήταν καταστρεπτική και γι’ αυτούς τους ιδίους και για την πατρίδα».

Το 1968 ήταν ακόμη σκληρά τα πράγματα γύρω από το θέμα «μακριά μαλλιά», αλλά παρ’ όλα αυτά είχαν αρχίσει να εμφανίζονται στον Τύπο κείμενα, που επιχειρούσαν να αποφορτίσουν το ζήτημα, τοποθετώντας το σε μιαν άλλη πιο ρεαλιστική βάση. Έτσι, σ’ ένα ανυπόγραφο άρθρο στο περιοδικό «Γυναίκα» (τεύχος #491, 6-19 Νοε. 1968), με υπότιτλο «Τι κρύβεται πίσω από την τολμηρότητα των μακρυών μαλλιών;» διαβάζουμε ανάμεσα σε άλλα:

«Εκατό χρόνια μετά το θάνατο του Μυσσέ (σ.σ. Alfred de Musset, γάλλος ποιητής και λογοτέχνης, που έφερε μούσι και πλούσια κώμη) η νεολαία, που κυκλοφορεί σήμερα στους δρόμους, εξακολουθεί να του μοιάζη στην εμφάνιση. Όλοι εκείνοι, που λένε στους μακρυμάλληδες νέους πως χτενίζονται “σαν γυναίκες”, λησμονούν ότι οι άνδρες στην ρομαντική εποχή, στην αρχή του 19ου αιώνα, ήταν όλοι “καρηκομόωντες” (σ.σ. μαλλιαροί), ακόμη και οι Έλληνες οπλαρχηγοί του ’21 (θυμηθείτε τον Καραϊσκάκη και τον Κολοκοτρώνη!). Το τι ακριβώς σημαίνει σήμερα η μόδα για τα μακρυά μαλλιά, τις δαντέλες και τα μαύρα βελούδα είναι δουλειά των κοινωνιολόγων, οι οποίοι, άλλωστε, έγραψαν πολλά σχετικά μ’ αυτό το θέμα. Πάντως, ο χείμαρρος των... τριχών και η μπαρόκ αντίληψη των σχεδιαστών μόδας είναι χαρακτηριστικά μιας ρομαντικής ευαισθησίας και μιας ρομαντικής αντιλήψεως».

Το άρθρο στην «Γυναίκα» δεν έχανε το point. Η σύνδεση των μακριών μαλλιών με τον ρομαντισμό γενικότερα, και ειδικότερα του χιπισμού με τον ρομαντισμό, και των φιλοσοφιών του underground με τον ρομαντισμό, και του ροκ με τον ρομαντισμό, και του Allen Ginsberg, του Jim Morrison, του Marc Bolan και απείρων άλλων με τον ποιητή, ζωγράφο και άλλα τινά William Blake ας πούμε, είναι κάτι το προφανές και αναλυμένο επαρκώς σε βιβλία και μελέτες (που έχουν κυκλοφορήσει και στα ελληνικά). Δες ενδεικτικά τα: Λουίς Ραθιονέρο «Οι Φιλοσοφίες του Underground» [Οδυσσέας, 1980] και Ρόμπερτ Πάττισον «Το Ροκ στον Καθρέφτη του Ρομαντισμού» [Πρίσμα, 1992].

Σαν σήμερα, πριν από ένα χρόνο, έφυγε από τη ζωή ο Σταμάτης Κόκοτας Facebook Twitter
Το πρώτο προσωπικό άλμπουμ του Σταμάτη Κόκοτα, στην EMI / His Master’s Voice, από το 1968
Σαν σήμερα, πριν από ένα χρόνο, έφυγε από τη ζωή ο Σταμάτης Κόκοτας Facebook Twitter
«Μαζί με τον Σταμάτη» [EMI / His Master’s Voice], άλμπουμ του Σταμάτη Κόκοτα από το 1969

Έτσι λοιπόν ο Σταμάτης Κόκοτας, που ήδη είναι γνωστός στο πανελλήνιο –το «Όνειρο απατηλό» (1967) του Απόστολου Καλδάρα και της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου το τραγουδούν οι πάντες και σπάει όλα τα ρεκόρ–, εμφανίζεται παντού με απίστευτα μεγάλες φαβορίτες και σχετικά μακρύ μαλλί, ήδη από τα μέσα του ’68, πρώτος εκείνος απ’ όλους τους διάσημους τουλάχιστον έλληνες ρόκερ της περιόδου, χαλώντας κατά μίαν έννοια το αφήγημα του Λαδά, ο οποίος τον αφήνει ανενόχλητο φυσικά (βγάζοντας το άχτι του στα ανώνυμα παιδιά, που τολμούσαν το κάτι παραπάνω).

Ο Κόκοτας έχει αντιληφθεί, φυσικά, πως το μακρύ μαλλί συμβολίζει μια προσωπική στάση απέναντι στα πράγματα, ένα είδος διαμαρτυρίας και απείθειας αν θέλετε, σε κάτι που επιβάλλεται άνωθεν κι έτσι τον πιάνουμε να απαντάει ως εξής σε μια ερώτηση που του κάνει ο Σταμάτης Φιλιππούλης, για την εφημερίδα «Εμπρός» (14 Σεπτ. 1968):

— Μα γιατί τις συντηρείς τις φαβορίτες Σταμάτη; Γιατί σου πάνε, γιατί σε κάνουν πιο «εμπορικό» ή γιατί έτσι κάνουν κι άλλοι;

— Πρώτα-πρώτα να μιλάς σωστά. Πριν από μένα κανείς δεν τις άφηνε τόσο μεγάλες. Κι αν έχω φαβορίτες το κάνω, γιατί μου αρέσουν και τις αγαπώ. Άλλωστε αγαπώ το μαλλί (σ.σ. το μακρύ μαλλί εννοεί προφανώς). Αν μου πάνε ή δεν μου πάνε δεν μ’ ενδιαφέρει καθόλου. Αρκεί που μ’ αρέσουν. Είναι φυσικά και μια φυσική αντίδρασις (σ.σ. απέναντι σε τι; – δεν μας το ξεκαθαρίζει αυτό ο Σταμάτης), απ’ όσα μας έχουν διδάξει οι μεγάλοι άνθρωποι του πνεύματος. Το αν είμαι ωραίος λοιπόν δεν με νοιάζει. Δεν έχω κυτταχτή ποτέ στον καθρέφτη...

Σαν σήμερα, πριν από ένα χρόνο, έφυγε από τη ζωή ο Σταμάτης Κόκοτας Facebook Twitter
Ο Σταμάτης Κόκοτας έχει στους ώμους του τον Τότη Φυλακούρη, ποδοσφαιριστή του ΠΑΟ

Φαίνεται λοιπόν πως ο Κόκοτας είχε θεωρητικοποιήσει το θέμα με τις φαβορίτες (και τα μαλλιά) από την αρχή, και μάλιστα στην πιο ατημέλητη εκδοχή τους (εκείνη του «αγριανθρώπου»). Η στάση του, με άλλα λόγια, ήταν κατά κάποιο τρόπο συναφής με την ανάλογη των hippies. Όπως έγραφε και ο Jerry Rubin, ένας από τους προμάχους της αντικουλτούρας, στις ΗΠΑ, στα late sixties, στο βιβλίο του “Do it!” (1970):

«Τα μακριά μαλλιά είναι πιο ενοχλητικά, ενοχλούν περισσότερο απ’ ό,τι η ιδεολογία.(...) Για τα νέα παιδιά τα κοντά μαλλιά συμβολίζουν την εξουσία, την πειθαρχία, την ανία, την αυστηρότητα, το μίσος για τη ζωή, ενώ τα μακριά μαλλιά σημαίνουν ότι κάνεις ό,τι θέλεις και ότι αφήνεις τα μαλλιά σου μακριά, γιατί είσαι ελεύθερος, γιατί είσαι ανοιχτός στους ανθρώπους.(...) Τα μακριά μαλλιά προκαλούν την άμεση σύγκρουση. Όλοι αναγκάζονται ή να δράσουν ή να αποφασίσουν να υποκύψουν. Και κάτι τέτοιο είναι επαναστατικό σε μια κοινωνία παθητικών καταναλωτών.(...) Κάθε παρουσία των μακρυμάλληδων δημιουργεί μια ηθική κρίση σε όλους τους καθωσπρέπει. Αναγκάζουμε τους ενήλικους να φέρουν στην επιφάνεια όλα τους τα απωθημένα, να αποκαλύψουν τα πραγματικά τους αισθήματα».

Βεβαίως, λίγα χρόνια αργότερα όλα αυτά θα είχαν τελειώσει, αφού το μακρύ μαλλί σε στυλ «αγριανθρώπου» θα παρέδιδε τη σκυτάλη στο μακρύ μαλλί... του κομμωτηρίου, με τους «ήρωες» του glam-rock (Roxy Music, David Bowie, Gary Glitter, New York Dolls κ.λπ.), μετά το 1972-73, να συνδέονται κατά βάση με την παρακμή του ροκ, ασχέτως αν ο Κόκοτας δεν θα άλλαζε την εικόνα του (όπως θα συνέβαινε με τον Jerry Rubin).

Ανοίγει λοιπόν έναν δρόμο ο Σταμάτης, για όλους εκείνους που ήθελαν ν’ αφήσουν μακρύ μαλλί, και κυρίως για τους ρόκερ και τους ροκάδες, οι οποίοι το 1968 θα τον έβλεπαν και κατά βάθος θα τον ζήλευαν. Και τα έκανε όλα αυτά (ο Κόκοτας) εισπράττοντας κόστος – όχι ανέξοδα.

Πόσα περιοδικά, νομίζετε, θα τον έκαναν εξώφυλλο, λόγω της συγκεκριμένης εμφάνισης που είχε επιλέξει για τον εαυτό του; Ελάχιστα, και ελάχιστες φορές, και βασικά μετά το 1970, όταν το μακρύ μαλλί είχε αρχίσει σταδιακά να απενοχοποιείται στη χώρα, ενώ δεν θα πρέπει να ξεχνάμε και την δημόσια αποδοκιμασία (πείτε το και bullying), υπό τον τύπο της σάτιρας, που είχε δεχθεί για την εμφάνισή του, ο Κόκοτας, σε δύο ταινίες από τον Θανάση Βέγγο (ο οποίος ήταν συντηρητικός σε πολλά ζητήματα κι είχε διάφορα κολλήματα).

Στο «Ένα Ασύλληπτο Κορόιδο» (1969) ο κουρέας Θανάσης Χατζηπαπαγεωργακόπουλο... κτλ. έχει φωτογραφία του Κόκοτα στο κουρείο του, γράφοντας από πάνω «απαράδεκτον», ενώ στην ταινία «Διακοπές στο Βιετνάμ» (1971), ο Βέγγος το πάει ακόμη παραπέρα –γίνεται δηλαδή ακόμη πιο σκληρός–, εμφανίζοντας φωτογραφία του Κόκοτα, ως φόβητρο, σε «Βιετναμέζους» που πάνε να τον συλλάβουν και που μόλις βλέπουν τη φωτό του (τη φωτό του Κόκοτα) το βάζουνε στα πόδια.

Σαν σήμερα, πριν από ένα χρόνο, έφυγε από τη ζωή ο Σταμάτης Κόκοτας Facebook Twitter
Από την ταινία «Διακοπές στο Βιετνάμ» (1971), με τον Θανάση Βέγγο να τρομοκρατεί τους «Βιετναμέζους» δείχνοντάς τους φωτογραφία του Σταμάτη Κόκοτα

Σε μιαν άλλη ταινία της εποχής, που είχε τίτλο «Ο Γίγας της Κυψέλης» (1968), σε σκηνοθεσία Κώστα Καραγιάννη, υπάρχει μια σκηνή ανάμεσα στον Στέλιο Καζαντζίδη και τον Νίκο Ρίζο, που δρα εντελώς υποτιμητικά προς τον Κόκοτα.

Ο Ρίζος θέλει να γίνει τραγουδιστής και ζητάει την βοήθεια του Στέλιου, που είναι φίλος του από το στρατό (στο σενάριο). Ο Στέλιος τον βάζει να τραγουδήσει, αλλά ο Ρίζος δεν ανταποκρίνεται. Τραγουδάει χάλια. Τότε ο Στέλιος του λέει πως δεν κάνει για τραγουδιστής και ο Ρίζος πάει να φύγει. Όμως, πριν κλείσει η σκηνή, ακούμε τον Στέλιο να του λέει:

«Νίκο, έλα εδώ, σκέφτηκα κάτι... Μήπως μπορείς ν’ αφήσεις φαβορίτες; Άφησε φαβορίτες κι έλα να τα ξαναπούμε...».

Το «χώσιμο» στον Κόκοτα από τον Στέλιο ήταν βαρύ και κάπου απρεπές. Το λέμε, γιατί ο Κόκοτας ήταν, τότε, πολύ μεγάλος ερμηνευτής. Δεν είχε γίνει τέτοιος λόγω των φαβοριτών του. Η εμφάνισή του μπορεί να ήταν αποτρεπτική για μεγάλη καριέρα, αλλά εκείνος θα αδιαφορούσε για την εικόνα του, πραγματώνοντας αυτό που ήθελε. 

Η διαφορετικότητα της εμφάνισης του Κόκοτα δεν θα περνούσε απαρατήρητη και από την Επιθεώρηση φυσικά, για την οποία κάτι τέτοια αποτελούσαν, πάντα, την πρώτη ύλη της.

Τον Απρίλιο του ’69 γεννιέται ο Κωνσταντίνος Καζάκος (γιος της Τζένης Καρέζη και του Κώστα Καζάκου) και τον Ιούνιο του ’69 γεννιέται ο Γιάννης Παπαμιχαήλ (γιος της Αλίκης Βουγιουκλάκη και του Δημήτρη Παπαμιχαήλ). Ο κόσμος βομβαρδίζεται από τα μίντια (περιοδικά, εφημερίδες, τηλεόραση) με ιστορίες και φωτογραφίες...

Σαν σήμερα, πριν από ένα χρόνο, έφυγε από τη ζωή ο Σταμάτης Κόκοτας Facebook Twitter
Στέλιος Καζαντζίδης και Σταμάτης Κόκοτας

Στην επιθεώρηση του Ηλία Λυμπερόπουλου «Η Αυστροναύτισσα», που ανεβαίνει αρχικά στο τέλος του καλοκαιριού του ’69, στο θερινό θέατρο Β. Μπουρνέλλη  (Λεωφόρος Αλεξάνδρας 24) από τον μουσικό θίασο Ρένας Βλαχοπούλου-Γιώργου Πάντζα-Νινής Τζάνετ παραφράζεται η μεγάλη επιτυχία του Τόλη Βοσκόπουλου «Αγωνία» (δηλαδή οι στίχοι του Χαράλαμπου Βασιλειάδη). Οι νέοι στίχοι, που τραγουδιούνται άνετα πάνω στη μελωδία του Γιώργου Ζαμπέτα, πήγαιναν κάπως έτσι [τους ακούμε στην παλιά εκπομπή της ΕΡΤ «Βραδυά Επιθεώρησης / Τα καλά από τα καλύτερα (1960-1980)» από τον Γιώργο Πάντζα]:

«Με καρδιά κομματιασμένη την Αλίκη και την Τζένη / συλλογιέται συνεχώς η κοινωνία / Δεν μας φτάναν τα δικά μας / Τα μωρά τα εθνικά μας / μας γεμίζουν αγωνία, αγωνία, αγωνία / Αγωνία τα μωρά τους αν βυζάξανε / αγωνία τα βρακιά τους αν αλλάξανε / αγωνία μη τυχόν και τα ματιάσουνε / και τον Κόκοτα μη δούνε και τρομάξουνε».

Ο Σταμάτης Κόκοτας έτρωγε «ξύλο» από παντού, αλλά δεν τον ένοιαζε...

Μετά το 1970 τόσο το καθεστώς, όσο και η κοινωνία γενικότερα ανταποκρίνονται πιο χαλαρά στο θέμα «μακρύ μαλλί», που έχει παύσει χοντρικά να προκαλεί, καθώς μαλλιάδες δεν είναι μόνον τραγουδιστές (αν και κανείς ποτέ, από τους «λαϊκούς», δεν θα ξεπερνούσε τον Κόκοτα), αλλά και ηθοποιοί, ποδοσφαιριστές και φυσικά ουκ ολίγοι ρόκερ (μέλη συγκροτημάτων) και βεβαίως ροκάδες ακροατές. Έτσι, και μετά το 1970, όλοι αυτοί εμφανίζονταν σε εξώφυλλα οικογενειακών περιοδικών και βεβαίως στην τηλεόραση. Ο κύβος, για το μακρύ μαλλί, είχε πλέον ριφθεί.

Η δε διαβόητη «επιχείρηση ψαλλίδι» στο Περιστέρι, τον Μάρτιο του 1971, όταν ο αστυνομικός διευθυντής του τοπικού τμήματος Παναγιώτης Μουρελάτος, από υπερβάλλοντα ζήλο και μόνο, θα κούρευε παράνομα και δια της βίας περί τους 60 μακρυμάλληδες της περιοχής (όχι ο ίδιος, είχε καλέσει κουρείς στο τμήμα), δεν ήταν τίποτ’ άλλο από μια σπασμωδική και μεμονωμένη ενέργεια, που θα διωκόταν, μάλιστα, από τη δικαιοσύνη (αφού τον Ιούνιο του ’71 θα ασκείτο ποινική δίωξη κατά του Μουρελάτου, από τον εισαγγελέα πλημμελειοδικών Αθηνών, για παράνομη βία και κατακράτηση).

Το ρεμπέτικο

Υπάρχουν ορισμένοι, που θεωρούν ότι το ρεμπέτικο το αναβίωσε δισκογραφικά ο Γιώργος Νταλάρας, το 1975, με το πολύ καλό 2LP του «50 Χρόνια Ρεμπέτικο» [MINOS], όπως μπορεί να υπάρχουν και κάποιοι άλλοι, που να νομίζουν πως το αναβίωσε το σίριαλ της ΕΡΤ «Το Μινόρε της Αυγής» το 1983 και η Αθηναϊκή Κομπανία...

Γενικώς μέσα στο πλαίσιο της αναβίωσης του ρεμπέτικου ακούγονται διάφορα, αλλά στην πράξη το ρεμπέτικο, από την δεκαετία του ’60 και μετά, και σε σχέση με την δισκογραφία κατ’ αρχάς, αναβιώνει από τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, όταν τραγουδά Μάρκο Βαμβακάρη (λέμε για τα ιστορικά 45άρια «Αντιλαλούν οι φυλακές / Τα ματόκλαδά σου λάμπουν» το 1960 και «Φραγκοσυριανή / Αλεξανδριανή» τον Νοέμβριο του 1961, αμφότερα σε His Master’s Voice). Απ’ αυτά τα τέσσερα τραγούδια τα «Αντιλαλούν οι φυλακές» και «Φραγκοσυριανή» ήταν επανεκτελέσεις ρεμπέτικων του ’30, ενώ «Τα ματόκλαδά σου λάμπουν» και η «Αλεξανδριανή» είχαν ακουστεί από τον Μπιθικώτση, τότε, για πρώτη φορά.

Σαν σήμερα, πριν από ένα χρόνο, έφυγε από τη ζωή ο Σταμάτης Κόκοτας Facebook Twitter
Δειλινά, τέλη δεκαετίας ’60: Σταμάτης Κόκοτας – Σταύρος Ξαρχάκος

Αναβίωση, όμως, δεν σημαίνει μόνο δισκογραφία κι έτσι, στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και στις αρχές εκείνης του ’70, μια σειρά από άλλα γεγονότα συμβάλλουν αποφασιστικά στην ρεμπετοαναβίωση (που είναι ένα διαρκές και δυναμικό φαινόμενο). Μερικά απ’ αυτά ήταν:

Η έκδοση του βιβλίου του Ηλία Πετρόπουλου «Ρεμπέτικα Τραγούδια» το 1968, η σχετική έκθεση στο Χίλτον με ρεμπέτικα τεκμήρια την ίδια χρονιά, τα κείμενα σε όλα τα μεγάλα περιοδικά («Επίκαιρα», «Ο Ταχυδρόμος»), με συνεντεύξεις των ακόμη εν ζωή ρεμπετών, παρουσιάσεις, αναλύσεις κ.λπ., οι εμφανίσεις ρεμπετών στο κλαμπ Κύτταρο το 1973, η αυτοβιογραφία του Μάρκου Βαμβακάρη, που εκδίδεται την ίδια εποχή, η ανακάλυψη των πιο επισκιασμένων ρεμπετών από τους συλλέκτες, το ενδιαφέρον των ξένων (Charles Keil, Gail Holst) και άλλα διάφορα. Ο Σταμάτης Κόκοτας είναι φαν αυτού του τραγουδιού και το λέει ξεκάθαρα σ’ εκείνη την παλιά συνέντευξή του στο «Εμπρός» τον Σεπτέμβριο του ’68:

«Έδωσα στο λαϊκό τραγούδι μια καθαρή γραμμή και απέδειξα ότι μπορώ να τραγουδήσω κάθε είδος, που αφορά το λαϊκό τραγούδι, το οποίο πραγματικά αγαπώ. Γιατί το λαϊκό τραγούδι είναι ένα είδος τραγουδιού, το οποίον έχει βαθιές ρίζες από τους ανθρώπους οι οποίοι το ξεκίνησαν, το έζησαν πολλά χρόνια και οι οποίοι, αφού το έζησαν, άρχισαν να το εξωτερικεύουν, ο καθένας με τον τρόπο του και με τις αντιλήψεις του. Σημείωνε: όπως ο Μάρκος Βαμβακάρης με το “Φοράς φουστάνι βυσσινί”, o Βασίλης Τσιτσάνης με την “Συννεφιασμένη Κυριακή”, ο Απόστολος Καλδάρας με το “Σ’ ένα βράχο φαγωμένο”...».

Το 1968 ο Σταύρος Ξαρχάκος κυκλοφορεί ένα από τα πρώτα tribute της ελληνικής δισκογραφίας –μάλλον το πρώτο–, που είχε τίτλο «Μάρκος ο Δάσκαλός μας» [EMI / Columbia]. Στις νεότερες ηχογραφήσεις τραγουδιών του Μάρκου Βαμβακάρη συμμετείχαν οι Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Γιώτα Λύδια, Βίκυ Μοσχολιού, Γιώργος Ζαμπέτας και ακόμη ο Σταμάτης Κόκοτας, που θα έλεγε πολύ ωραία το «Φοράς φουστάνι βυσσινί».

Όταν το ρεμπέτικο βρίσκεται σε φάση μεγάλης έξαρσης τη διετία 1972-73 (στην ανάγκη του κόσμου ν’ ακούσει είχαν συμβάλλει και οι απώλειες των Σταύρου Παγιουμτζή, Μάρκου Βαμβακάρη και Γιάννη Παπαϊωάννου μέσα σε εννιά μήνες) ο Σταμάτης Κόκοτας θα συμμετάσχει σ’ αυτή την «έκρηξη» με δύο μεγάλους δίσκους, με ρεμπέτικα και λαϊκά.

Σαν σήμερα, πριν από ένα χρόνο, έφυγε από τη ζωή ο Σταμάτης Κόκοτας Facebook Twitter
Σταμάτης Κόκοτας «12 Φύλλα της Καρδιάς» [EMI / His Master’s Voice, 1972]
Σαν σήμερα, πριν από ένα χρόνο, έφυγε από τη ζωή ο Σταμάτης Κόκοτας Facebook Twitter
Σταμάτης Κόκοτας «Παλιά Μεράκια» [EMI / Columbia, 1973]

Είναι η εποχή όπου ο Κόκοτας κάνει μεγάλες ελαφρολαϊκές επιτυχίες με τον Γιάννη Σπανό, τον Γιώργο Χατζηνάσιο και άλλους συνθέτες, αλλά δεν ξεχνά το παλιό τραγούδι (και το προπολεμικό ανάμεσα), δίνοντας μαζί με τον λαϊκό συνθέτη και διασκευαστή εν προκειμένω Αντώνη Κατινάρη, δύο δίσκους με τέτοια κομμάτια. Ο πρώτος είχε τίτλο «12 Φύλλα της Καρδιάς» [EMI / His Master’s Voice, 1972] και ο δεύτερος «Παλιά Μεράκια» [EMI / Columbia, 1973].

Και είναι σε αυτά τα άλμπουμ, που ακούμε τον Σταμάτη Κόκοτα σε ωραίες εκτελέσεις τραγουδιών των Απόστολου Χατζηχρήστου, Γιώργου Μητσάκη, Βασίλη Τσιτσάνη, Κώστα Μπέζου, Μάρκου Βαμβακάρη, Γιάννη Παπαϊωάννου, Παναγιώτη Τούντα κ.ά.

Ο Ωνάσης, το ποδόσφαιρο και τα τραγούδια του Τσιτσάνη

Είδα και άκουσα πολλές συνεντεύξεις του Σταμάτη Κόκοτα στο YouTube, πριν γράψω αυτό το άρθρο. Διάβασα και κάποιες παλαιότερες φυσικά από έντυπες πηγές. Ο Σταμάτης Κόκοτας ήταν ένας λαϊκός άνθρωπος, που βρέθηκε, εκεί στα τέλη του ’60 και στις αρχές του ’70, να απολαμβάνει τεράστια φήμη. Πριν σκάσει με φόρα ο Τόλης Βοσκόπουλος, μετά το 1970-71, ο Κόκοτας ήταν το πρώτο όνομα. Γινόταν πατείς με πατώ σε στα μαγαζιά που δούλευε, ενώ και τα λεφτά που έπαιρνε ήταν απίστευτα για την εποχή.

Σε μια συνέντευξή του στο περιοδικό «Ο Ταχυδρόμος» (τεύχος #745, 19 Ιουλ. 1968) είχε γραφτεί πως έπαιρνε 45.000 δρχ. τη βδομάδα, δηλαδή 180.000 δρχ. το μήνα (όταν ένας μέσος μηνιαίος μισθός δεν ξεπερνούσε, τότε, τις 3.000 δρχ.). Δηλαδή ένας εργάτης θα έπρεπε να δουλεύει 5 χρόνια, για να έβγαζε όσα έβγαζε ο Κόκοτας σ’ ένα μήνα. Για να συμπληρώσει σ’ εκείνη τη συνέντευξη ο διακεκριμένος τραγουδιστής:

«Ο καλλιτέχνης έχει πολλές υποχρεώσεις και έξοδα παραστάσεως. Οι 180.000 το μήνα είναι, για μένα, σαν να παίρνω 10.000 το μήνα».

Σαν σήμερα, πριν από ένα χρόνο, έφυγε από τη ζωή ο Σταμάτης Κόκοτας Facebook Twitter
Αριστοτέλης Ωνάσης και Σταμάτης Κόκοτας

Το υψηλό κασέ του Κόκοτα το υποδείκνυε και η πελατεία του, φυσικά. Μπορεί οι λαϊκοί άνθρωποι, τους οποίους αγαπούσε, να μην ήταν εύκολο να τον δουν, αλλά από την άλλη μεριά όλη η «υψηλή κοινωνία», όλες οι διασημότητες της Ελλάδας, μα και του εξωτερικού, που τύχαινε να βρεθούν στη χώρα τη δεδομένη στιγμή, θα πέρναγαν οπωσδήποτε από τα μαγαζιά που τραγουδούσε εκείνη την εποχή (βασικά το «13» και τα «Δειλινά»).

Ειδικά με τον Αριστοτέλη Ωνάση, μα και με την Μαρία Κάλλας, όπως βεβαίως και με την Jackie Kennedy Onassis (μετά τον γάμο της με τον Ωνάση, τον Οκτώβριο του ’68) ο Σταμάτης Κόκοτας θα έλθει πολύ κοντά, και είναι πάμπολλες οι ιστορίες που έχει διηγηθεί με τον... Αρίστο, και τις κυρίες που ήταν δίπλα του, στα περιοδικά, τις εφημερίδες και την τηλεόραση. Τ’ ακούς και τα διαβάζεις όλα αυτά, αλλά δεν υπάρχει λόγος να τα αναπαράγεις.

Σαν σήμερα, πριν από ένα χρόνο, έφυγε από τη ζωή ο Σταμάτης Κόκοτας Facebook Twitter
Απρίλιος 1971, στο «Μαρακανά» του Βελιγραδίου, το στάδιο που θα αγωνίζονταν ο Ερυθρός Αστέρας με τον Παναθηναϊκό για το τότε Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης. Βλέπουμε τον Σταμάτη Κόκοτα, αριστερά του τον προπονητή του ΠΑΟ Φέρεντς Πούσκας, μπροστά τον ποδοσφαιριστή Μίμη Δομάζο, δεξιά τον Μανώλη «Μπλούη» Διακάκη (ο ευτραφής παράγων του ΠΑΟ) κ.ά.

Μια άλλη αγάπη του Σταμάτη Κόκοτα, πέρα από το τραγούδι και τα αγωνιστικά αυτοκίνητα, ήταν και το ποδόσφαιρο. Ήταν «παναθηναϊκός» ο Κόκοτας και την εποχή της πορείας τού ΠΑΟ προς τον τελικό του Κυπέλου Πρωταθλητριών Ευρώπης (ποδοσφαιρική σεζόν 1970-71), στο Στάδιο Wembley του Λονδίνου, ο φωτογραφικός φακός θα τον έπιανε σε διάφορες πόζες (σε Ελλάδα και εξωτερικό) να παρακολουθεί τα ματς – συνήθως μαζί με τη φίλη του Βίκυ Μοσχολιού (σύζυγος, τότε, του κάπτεν του ΠΑΟ Μίμη Δομάζου).

Το να ήσουν «παναθηναϊκός» εκείνα τα χρόνια, πριν την «δυναστεία Γουλανδρή» (στον Ολυμπιακό), να άκουγες Κόκοτα, να σου άρεσε να τρέχεις με τ’ αυτοκίνητα και να σύχναζες στα κοσμικά κέντρα της παραλιακής, σήμαινε το «καρέ της επιτυχίας».

Σαν σήμερα, πριν από ένα χρόνο, έφυγε από τη ζωή ο Σταμάτης Κόκοτας Facebook Twitter
Βασίλης Τσιτσάνης και Σταμάτης Κόκοτας

Ο Σταμάτης Κόκοτας συνδεόταν με φιλία με τον Βασίλη Τσιτσάνη. Μπορεί να είχαν 22 χρόνια διαφορά, αλλά αυτό δεν τους εμπόδιζε να κάνουν κάποια παρέα, με αφορμή καλλιτεχνικά θέματα, να συνεργάζονται στην δισκογραφία, αλλά και στο πάλκο (πολύ λιγότερο σ’ αυτό). Βασικά, ο Τσιτσάνης εκτιμούσε τον τρόπο που τραγουδούσε το λαϊκό ρεπερτόριο ο Κόκοτας, ενώ και ο καλλίφωνος τραγουδιστής τον θεωρούσε «ογκόλιθο» της λαϊκής μουσικής.

Πρώτη φορά θα συνεργάζονταν οι δυο τους, δισκογραφικά, το 1968, όταν ο Κόκοτας θα τραγουδούσε ένα αριστούργημα του Τσιτσάνη «Το παιδί απ’ το λιμάνι», που το ξέρουν οι πάντες ως «Κάποιο αλάνι απ’ το λιμάνι / όταν βραδιάζει τους δρόμους πιάνει»...

Σταμάτης Κόκοτας - Κάποιο αλάνι απ' το λιμάνι

Ξαναλέει τραγούδι του Τσιτσάνη ο Κόκοτας στον δίσκο με τον Αντώνη Κατινάρη, που αναφέραμε πιο πριν («12 Φύλλα της Καρδιάς»), αλλά βασικά συμμετέχει με τρία κομμάτια («Το γράμμα», «Το ομορφόπαιδο», «Ζαΐρα») στο tribute «Τα Ωραία του Τσιτσάνη» [ΕΜΙ / Columbia, 1973]. Η «Ζαΐρα» είχε γίνει επιτυχία τότε (με τον Βασίλη Τσιτσάνη να ακούγεται επίσης στο τραγούδι).

Το 1985 ο Σταμάτης Κόκοτας παρουσιάζει το δίσκο «Τσιτσάνης, Θεοδωράκης, Κόκοτας / Ανέκδοτα Τραγούδια» [MINOS], με διεύθυνση από τον ίδιο τον Μίκη Θεοδωράκη και με τους τρεις Socrates (Σπάθας, Τουρκογιώργης, Αντύπας) να συμμετέχουν στην ορχήστρα.

Ο δίσκος εκείνος είχε περάσει σχετικά απαρατήρητος, γιατί άλλου τύπου τραγούδια πλημμύριζαν τότε το κρατικό ραδιόφωνο και την τηλεόραση, περιέχοντας και ένα απίστευτο, ένα συνταρακτικό ζεϊμπέκικο του Βασίλη Τσιτσάνη, οπωσδήποτε ένα από τα κορυφαία τελευταία του, που είχε τίτλο «Με παρέσυρε εκείνη».

Στην αρχή ξεκινάει ο Τσιτσάνης, από ερασιτεχνική ηχογράφηση, για να συνεχίσει αμέσως μετά ο Σταμάτης Κόκοτας, από την επαγγελματική εγγραφή στο στούντιο. Δεν χρειάζεται να πούμε κάτι περισσότερο. Το τραγούδι μιλάει από μόνο του...

Με παρέσυρε εκείνη - Σταμάτης Κόκοτας (Συμμετέχει ο Βασίλης Τσιτσάνης)

Μουσική
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Daily / «Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Από τους Steely Dan, τους Toto και τον Kenny Loggins μέχρι τον Questlove, τον Thundercat και τον Mac De Marco, τo ντοκιμαντέρ του HBO συνδέει τις κουκίδες ενός φαινομένου που αποτελεί λιγότερο ένα μουσικό είδος και περισσότερο μια αίσθηση, μια ιδέα, ένα vibe.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
40 χρόνια Last Christmas: Η αμφιθυμία του George Michael και η «κατάρα των Χριστουγέννων»

Μουσική / 40 χρόνια Last Christmas: Η αμφιθυμία του George Michael και η «κατάρα των Χριστουγέννων»

Το αθάνατο «εορταστικό» κομμάτι παραμένει ένα δείγμα της γλυκόπικρης φύσης που χαρακτηρίζει την ιδανική ποπ: ακούγεται σχεδόν πρόσχαρο παρότι αντικατοπτρίζει το πένθος μιας διαλυμένης σχέσης.
THE LIFO TEAM
10 πράγματα για τον Folamour

Μουσική / Τα εντυπωσιακά disco και house ηχοτοπία του Folamour

Γνωστός για τα δυναμικά sets του, ο Γάλλος παραγωγός έχει εμφανιστεί σε πάνω από 500 shows διεθνώς σε εμβληματικούς χώρους και φεστιβάλ όπως το Glastonbury, το Tomorrowland και το Coachella, ενώ το Σάββατο 7 Δεκεμβρίου θα παίξει για το κοινό της Αθήνας.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ