Δηλώνει ατάραχα «νορμάλ αναρχοχριστιανοκομμουνιστής. Νορμάλ έως και βαρετός». Κι όμως. Κάθε έργο του πολυβραβευμένου Βασίλη Κατσικονούρη που ανεβαίνει στο σανίδι γίνεται γεγονός. Το «Γάλα» του παιζόταν για χρόνια, έσπασε ταμεία, έγινε και ταινία.
Όσο για τις συζητήσεις μαζί του, πάντοτε εξελίσσονται σε βραδυφλεγείς βόμβες γέλιου. Ενώ συζητάμε για ώρες για τα Εξάρχεια «των χούλιγκαν, της αστυνομίας και των αυτοαποκαλούμενων αναρχικών», τους διανυκτερεύοντες φαρμακοποιούς, με τους οποίους πιάνει κουβέντα για τις τιμές της χοληστερόλης, και το «περιθώριο που έγινε mainstream» (με αφορμή το «Γκουντ Λακ» και το «Καλιφόρνια Ντρίμιν», δύο αιχμηρά, αγέραστα έργα του, που ανεβαίνουν ταυτόχρονα), με το ζόρι κρατάμε το γέλιο μας.
— Κάνετε πάντα τους άλλους να γελάνε; Και στο σχολείο όπου διδάσκετε το ίδιο γίνεται; (σ.σ. είναι καθηγητής Αγγλικών στη μέση εκπαίδευση)
Ναι, πέφτει πολύ γέλιο. Το γέλιο κάνει καλό. (γέλια)
— Ενώ σας έστελνα μηνύματα, σας τηλεφωνούσα, δεν απαντούσατε. Κάποια στιγμή πίστεψα ότι με βάλατε κι εσείς στην black list και ότι με αποφεύγατε. Τι συνέβη, αλήθεια;
Σε αποφεύγω, όπως αποφεύγει κανείς τον οδοντίατρό του. (γέλια)
— Τι εννοείτε;
Την οδοντίατρό μου τη λένε Ιωάννα Κλεφτόγιαννη.
— Πείτε μου ότι θα ανακαλύψω συνονόματη συγγενή οδοντίατρο τώρα!
Ρώτησα. Σε ήξερε ως δημοσιογράφο, αλλά δεν έχετε συγγένεια. Πρέπει να γνωριστείτε! Να σου κάνει και κανένα σφράγισμα. (γέλια)
Η πολιτική είναι σύμφυτη με την ύπαρξή μας. Δεν είναι ένα σπορ, για να μιλήσεις π.χ. για τη σχέση σου με το ποδόσφαιρο!
— Γιορτάσατε κι εσείς στο σχολείο πανηγυρικά τους Τρεις Ιεράρχες;
Κάναμε κανονικό μάθημα. Απλώς, τις πρώτες ώρες, όσα παιδιά θέλανε πήγαν εκκλησία.
— Δεν μοιράστηκαν «διδακτικά» φυλλάδια για τον «κολοφώνα των αμαρτημάτων», την ομοφυλοφιλία;
Εμείς είμαστε ερωτικό σχολείο (γέλια), ανοιχτό σε όλες τις ερωτικές επιλογές και κατευθύνσεις.
— Έχει γίνει κάποιος μαθητής σας ηθοποιός χάρη σ' εσάς;
Μα, περισσότεροι μαθητές μου έγιναν ηθοποιοί πάρα πήραν το Lower!
— Εκ των υστέρων σάς βρίζουν ότι τους καταστρέψατε;
Κάθε άλλο!
— Εκτός σχολείου γίνεται δουλειά. Ανεβαίνουν και το «Γκουντ Λακ» και το «Kαλιφόρνια Nτρίμιν» και σκηνοθετείτε το έργο του Νίκου Δημητρόπουλου «Σκέτη Κοροϊδία». Αποφασίσατε να πάρετε το ψωμί των σκηνοθετών κι εσείς, όπως πολλοί γνωστοί πρωταγωνιστές μας;
Όχι, συγγραφέας παραμένω. Σκηνοθετώ αραιά. Ασχολήθηκα με τη «Σκέτη Κοροϊδία» γιατί είναι ένα σύγχρονο, δυνατό, οδυνηρά αστείο, αριστερό έργο.
— Πώς το εννοείτε το «αριστερό»;
Με την έννοια της αμφισβήτησης ακόμα και της ίδιας της αριστεροσύνης του. Η αριστεροσύνη έχει γίνει, κατά κάποιον τρόπο, ένα είδος «μούρης». Kαι παλιά υπήρχε, αλλά ήταν χρήσιμη για να βγάζεις γκόμενες.
— Δεν βγάζει πλέον γκόμενες;
Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει χρήσιμη για να κάνεις καριέρα. Βέβαια, αυτό δίνει λαβή για να αμφισβητούνται κάποια πράγματα και μαζί με τα νερά να πετάμε και το μωρό. Κάπου πρέπει να επανατοποθετηθεί το αριστερό εκκρεμές.
— Το «Καλιφόρνια Ντρίμιν», έργο ορόσημο στη δραματουργία σας (Α' Κρατικό Βραβείο το 2002), γράφτηκε το 2001. Υπάρχουν σημεία του που, σήμερα, 18 χρόνια μετά, ξαναδιαβάζοντάς το, θα θέλατε να πειράξετε, ενδεχομένως να ξαναγράψετε;
Αν το πάμε έτσι, τότε στο πέρασμα του χρόνου θα πειράζαμε διαρκώς αυτά που γράψαμε, για να τα φέρουμε στο σήμερα. Αδιέξοδο μου φαίνεται.
— Το «Καλιφόρνια», όπως το «Γκουντ Λακ», που τοποθετείται λίγο πριν αλλά και κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών του 2004, γράφτηκε σε μια εποχή εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης όμως.
Αν είχαμε πάρει περισσότερα φάρμακα στους Ολυμπιακούς, θα τα είχαμε καταφέρει καλύτερα! (γέλια) Με ενδιέφερε τα παιδιά που δεν είχαν τα qualifications να ενσωματωθούν στο όραμα εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης. Με ενδιέφεραν τα παιδιά που περίσσευαν, που τότε ήταν μειονότητα, και αργότερα, από το περιθώριο, γίνανε πλειονότητα. Από αυτή την άποψη, πραγματικά δεν θα άλλαζα τίποτα στο έργο. Ναι, και το «Γκουντ Λακ» γράφτηκε μια εποχή ευμάρειας και ανάπτυξης και έδειχνε τα όνειρα κάποιων παιδιών που γρήγορα «καήκανε». Σήμερα και οι μεσήλικες, που κανονικά θα έπρεπε να είναι σε ένα mainstream, γίνονται περιθώριο. Με άλλα λόγια, το πρόβλημα τελικά είναι ότι το περιθώριο γίνεται mainstream.
— Ποιος ευθύνεται;
Ο καπιταλισμός. Ο καπιταλισμός είναι σαν το σύμπαν, συστέλλεται και διαστέλλεται. Τώρα ζούμε μια συστολή του.
— Παρ' όλο το πλαίσιο συστολής, η χώρα έχει αρχίσει να σηκώνει κεφάλι, να ανακάμπτει; Τι βλέπετε; Τη σκαπουλάρουμε σιγά-σιγά από την κρίση;
Υπάρχει μια καλή ψυχολογική προδιάθεση. Ίσως ακούγεται λίγο, αλλά μπορεί να είναι κι αυτό ένα μικρό κεφάλαιο.
— Την καλή ψυχολογία την έφερε η νέα κυβέρνηση;
Οι συγκυρίες των γεγονότων. Το ότι τυπικά τελείωσαν τα μνημόνια.
— Τέλειωσαν, λέτε;
Τυπικά δεν ζούμε με τον άμεσο φόβο ενός 4ου μνημονίου. Έρχονται όμως οι πλειστηριασμοί α' κατοικίας!
— Τα πανεπιστήμια και τα Εξάρχεια τα «καθάρισε» η αστυνομία; Το δόγμα «νόμος και τάξη» αποδίδει;
Υπάρχει μια μυθοποίηση γύρω από τα Εξάρχεια! Δεν ξεκινούσε ποτέ η επανάσταση από τα Εξάρχεια. Εκεί επικρατεί μια μόνιμη κατάσταση, ένα τέλμα!
— Το οποίο πώς θα το περιγράφατε;
Επαγγελματικό μπαχαλίκι και επαγγελματικό αριστεριλίκι. Πρόκειται για μια μόνιμη κατάσταση, στην οποία έχει παγιωθεί η σχέση μεταξύ των δύο αντίπαλων στρατοπέδων, των χούλιγκαν της αστυνομίας απ' τη μια και των αυτοαποκαλούμενων αυτόνομων αναρχικών χούλιγκαν από την άλλη. Είναι ένα θέμα που, ενώ αφορά εσωτερικά δύο ομάδες, έχει γίνει ζήτημα του δημόσιου χώρου και βίου. Κι όμως, δεν διαφέρει από ένα ακόμα «πέσιμο» μεταξύ Ολυμπιακών και Παναθηναϊκών χούλιγκαν, που γίνεται μία φορά στο τόσο και μετά ξεχνιέται. Απλώς, τελευταία παρασυντηρείται, γιατί τα πεσίματα και οι ακρότητες, και από τις δύο μεριές, είναι απανωτά!
— Τόσο υλικό, τόσα... μπάχαλα για νέα έργα, αλλά εσείς έχετε πολύ καιρό να γράψετε ένα θεατρικό. Τελευταίο σας έργο είναι η συλλογή διηγημάτων «Καρό παιδιά, ριγέ πατεράδες» (Καστανιώτης). Τι τρέχει;
Το θεατρικό είναι πολύ σκληρό είδος γραφής. Στο πεζό είναι σαν να βάζω τον ακροατή απέναντί μου και να του λέω την ιστορία. Στο θέατρο γράφεις μια ατάκα και πρέπει να έχεις υπόψη σου 1.000 πράγματα, τον ρυθμό, το κατά πόσο υπάρχει συνέπεια στον χαρακτήρα...
— Δεν ισχύουν όλα αυτά και στην πεζογραφία;
Όχι. Έχεις μεγαλύτερη ελευθερία.
— Υπάρχει, ωστόσο, η αίσθηση ότι δεν γράφονται πλέον έργα, ότι δεν έχει βγει μια νεότερη γενιά μετά τον Κατσικονούρη και τη σειρά του.
Ε, κάτσε! Κι εμένα δεν με πήρανε τα χρόνια!
— Είχαμε, έχουμε, τους Καμπανέλλη, Κεχαΐδη-Χαβιαρά, Διαλεγμένο, Λούλα Αναγνωστάκη, Δημητριάδη, Κατσικονούρη –που ο Διαλεγμένος παραδέχεται και αποκαλεί Κατσικομούρη!‒, Μαυριτσάκη... Μετά τη γενιά των σημερινών 50άρηδων ποιος;
Δεν είμαι σε θέση να κάνω τέτοιου είδους αποτιμήσεις και εκτιμήσεις.
— Ο κόσμος, επιχειρηματίες και κοινό, εμπιστεύονται σήμερα το νέο ελληνικό έργο;
Δεν υπάρχει πια προκατάληψη.
— Εσείς σκηνοθετείτε, λέτε, ένα πολύ καλό νεοελληνικό έργο. Τα υπόλοιπα όμως πού βρίσκονται;
Τα καλά θεατρικά, επειδή η θεατρική γραφή είναι πολύ δύσκολο είδος, θα είναι πάντα λίγα.
— Στην Ελλάδα μόνο;
Και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Μην κοιτάς που έχουμε διαρκώς Άγγλους και Αμερικανούς.
— Και Καταλανούς.
Ναι. Οι πληθυσμοί και οι αναλογίες είναι άλλες.
— Οπότε;
Τρία-τέσσερα καλά θεατρικά τον χρόνο είναι αρκετά.
— Τα έχουμε, όμως, κι αυτά;
Νομίζω, ναι.
— Τα θέατρα τα πηγαίνουν φέτος τόσο χάλια όσο λένε;
Τα βλέπω πάρα πολύ πεσμένα.
— Η γρίπη φταίει ή το comeback των σίριαλ;
Η γρίπη έχει κάνει τη μεγάλη ζημιά. Ακούω και βλέπω ότι, ενώ πηγαίναμε καλά, υπάρχει ξαφνικά πτώση και ένα σωρό ακυρώσεις. Πιστεύω ότι θα περάσει, παρότι περιμένουμε το μεγάλο σοκ, μόλις ανακοινωθεί το πρώτο κρούσμα κορονοϊού στην Ελλάδα!
— Τι θα συμβεί τότε;
Οι ωραίες ελληνικές καταστάσεις. Πανικός, άδεια ράφια στα σούπερ μάρκετ, ιστορίες συνωμοσιολογίας για κρούσματα που κρύβουν καταστροφολογία από συγκεκριμένα ΜΜΕ που θα διογκώνουν το θέμα. Εκεί μπορεί να βγουν κάποιοι και να πουν ότι μας ψεκάζουν με τον ιό!
— Μια τέτοια ιστορία τρέλας και παράνοιας θα μπορούσε να σας εμπνεύσει για ένα έργο; Θα γράφατε ένα θεατρικό για τον κορονοϊό;
Το έχει κάνει ο Ιονέσκο στο «Παιχνίδι της σφαγής».
— Οπότε, μετά τον Ιονέσκο, δεν... αγγίζετε;
Όχι. Εμείς εδώ, έτσι κι αλλιώς, έχουμε πάει πέραν του Ιονέσκο, στον... Μπουρλέσκο!
— Με τις αμοιβές στο θέατρο τι γίνεται;
Όλα πια είναι στο μιλητό. Έχει να κάνει με την εμπιστοσύνη που έχει ο ένας στον άλλον. Αυτή την κατάσταση κάποιοι επιχειρηματίες την εκμεταλλεύονται.
— Μέχρι πριν από λίγα χρόνια γίνονταν καταγγελίες. Κι εσείς είχατε κάνει αρκετές μηνύσεις για μη τήρηση των συμφωνηθέντων, και στα Αθηναϊκά τότε Θέατρα και σε ΔΗΠΕΘΕ. Πλέον... σιωπή. Γιατί; Φόβος; Δεν γίνονται πια αντεργατικές «τερατωδίες»;
Εμένα έχει καιρό να μου συμβεί. Αλλά γύρω μου οι άσχημες καταστάσεις αναπαράγονται ακόμα.
— Γιατί όμως δεν μιλάει κανένας;
Φταίει το επάγγελμα, το θέατρο, που είναι ένα πολύ επισφαλές περιβάλλον. Όποιος μιλήσει ξέρει ότι, ούτως ή άλλως, οι πιθανότητες που έχει για να υπάρχει στον χώρο θα εξανεμιστούν. Οι πόρτες θα κλείσουν.
— Δεν σας χρωστάει κανένας πια;
Επειδή είμαι πλέον πολύ προσεκτικός, δεν την έχω ξαναπατήσει. Από την άλλη, επειδή όντως είναι άσχημοι καιροί, αν κάποιοι έχουν δυσκολία, δεν τους πατάω και στον λαιμό.
— Θέμα για το νέο θεατρικό σας έχετε βρει;
Θέλω να είναι ένα αποκλειστικά γυναικείο έργο. Δεν έχω βρει ακόμα πώς θα είναι, αλλά θα ήθελα να ακουμπάει κάτι μύχια γυναικείο, αυτό που διαφεύγει από τους άνδρες.
— Έχετε εντρυφήσει στη γυναικεία ψυχολογία;
Επειδή δεν την έχω καταλάβει ακόμα, θέλω να γράψω ένα έργο μπας και μάθω επιτέλους πώς είναι. Ξέρεις, όμως, κάτι; Δεν θα έπρεπε να μιλάμε για τη γυναίκα σαν να είναι κάτι σπέσιαλ ή για τη σχέση μας μαζί της σαν να πρόκειται για ένα παράξενο ον. Αυτό δείχνει ότι υπάρχει πρόβλημα!
— Μα, αυτό δεν «βροντοφωνάζουν» τελικά οι πανηγυρισμοί και οι παιάνες για την εκλογή της πρώτης γυναίκας Προέδρου της Δημοκρατίας στην Ελλάδα;
Εντελώς! Είναι ένα «οk, δώσαμε ένα καλό κομμάτι από την πίτα σε μια μειονότητα». Γιατί ακόμα και σήμερα η ελληνική κοινωνία θεωρεί πολίτη β' διαλογής τη γυναίκα μέσα από το μεταμφιεσμένο μανδύα του politically correct.
— Τα αιχμηρά σχόλια συνεχίζετε να τα κάνετε, αλλά, γενικώς, δεν σας ακούω θυμωμένο σήμερα. Παλιότερα ήσασταν θυμωμένος με τους πάντες. Με τον Δημήτρη Δημητριάδη, με τις «στάρλετ» της δραματουργίας, τους πολιτικούς. Τι συνέβη και ηρεμήσατε;
Ίσως να ερχόμουν από έναν τσακωμό στο σπίτι τις άλλες φορές. Εντάξει, ενοχλούμαι με πράγματα που συμβαίνουν. Θυμωμένος, όμως, γιατί να είμαι; Ενοχλούμαι, μου δημιουργείται μια ειρωνική διάθεση, αλλά το να γίνομαι έξαλλος με κάτι και να βλέπω κόκκινο; Όχι, αυτές οι εποχές έχουν περάσει πια.
— Επομένως, είστε και ένας διαφορετικός δραματουργός. Τα έργα σας γράφονταν με καύσιμο και τον θυμό.
Τα έγραφα με περισσότερη πίκρα, αν θέλεις. Αυτό υπάρχει. Η πίκρα είναι ένα είδος θυμού, το κατακάθι του θυμού, δεν περνάει. Αλλά νομίζω ότι είναι μια κατάσταση πιο δημιουργική από τον θυμό.
— Με τον Δημήτρη Δημητριάδη τα έχετε βρει; Έχετε μιλήσει;
Μα δεν έχουμε μαλώσει. Προς Θεού! Είχε κάνει μια δήλωση για τον ελληνικό λαό, χαρακτηρίζοντάς τον «βδέλυγμα», που εγώ σχολίασα. Ο κόσμος στην απελπισία του ή στην επιθυμία του να αλλάξει κάτι έκανε κάποιες επιλογές.
— Ψηφίζοντας ΣΥΡΙΖΑ.
Ναι. Και το τελευταίο που χρειαζόταν ο κόσμος αυτός ήταν να βγει ένας διανοούμενος και να τον λοιδορεί. Μου φάνηκε αψυχολόγητο, παρότι, ζώντας στην Ελλάδα, βλέπεις ότι σε μικρές, καθημερινές καταστάσεις υπάρχουν πολλά περιστατικά που επιβεβαιώνουν επιμέρους αφορισμούς τύπου «βδέλυγμα».
— Πείτε μου, γιατί δεν παρεμβαίνετε κι εσείς στη δημόσια σφαίρα, όπως άλλοι συγγραφείς, όπως ο Δημητριάδης, ο Τατσόπουλος, ο Χωμενίδης, η Σώτη Τριανταφύλλου; Γιατί αποφεύγετε να πάρετε δημόσια θέση;
Μα δεν ασχολούμαι καθόλου με τα social media. Από κει και πέρα, από αυτούς που ανέφερες, άλλος κατεβαίνει στις εκλογές, άλλος διατηρεί στήλη σε εφημερίδα. Έχουν ένα βήμα για να παίρνουν δημόσια θέση. Εγώ δεν έχω!
— Το επιδιώξατε;
Όχι. Ποτέ.
— Άλλη φιλοδοξία πέρα από τη συγγραφή και το δασκαλίκι δεν έχετε;
Να έχω την υγειά μου. Εγώ και τα παιδιά μου.
— Δεν είχατε ποτέ πολιτική φιλοδοξία;
Όχι βέβαια!
— Η σχέση σας με την πολιτική υφίσταται. Ποια είναι;
Σαν να μου κάνεις μια ερώτηση για ένα πράγμα που είναι απέναντί μου. Η πολιτική είναι σύμφυτη με την ύπαρξή μας. Δεν είναι ένα σπορ, για να μιλήσεις π.χ. για τη σχέση σου με το ποδόσφαιρο!
— Με το ποδόσφαιρο έχετε σχέση;
Έχω τρέλα. Είμαι Άρης Θεσσαλονίκης.
— Ποιος τη χάρη σας! Κερδίσατε τον ΠΑΟΚ.
Τέσσερα-δύο. Αυτήν τη χρονιά δεν θέλω τίποτε άλλο!
— Πώς και γίνατε Άρης;
Τα παιδικά μου χρόνια στο Κιλκίς έτυχε ο Άρης να πάρει το μοναδικό Κύπελλο στην ιστορία του.
— Ένα παιδί απ' το απομακρυσμένο Κιλκίς εξελίχθηκε σε θεατρικό συγγραφέα. Είχατε δει θέατρο, είχατε διαβάσει κάποιο θεατρικό;
Από μικρός αισθανόμουν ότι το να γράφω ήταν σαν ένα είδος καθήκοντος για μένα.
— Το βλέπατε ως καθήκον;
Μου άρεσε πολύ. Ενώ τα άλλα παιδιά καθόντουσαν να ζωγραφίζουν ιχνογραφίες για να περάσει η ώρα τους ευχάριστα, εγώ ζωγράφιζα εικόνες που λέγανε ιστορίες. Αισθανόμουν ότι τις έγραφα.
— Τι διαβάζατε τότε;
Τότε δεν υπήρχε η βιομηχανία παιδικής λογοτεχνίας που υπάρχει σήμερα. Διαβάζαμε ό,τι παίρνανε οι μεγάλοι απ' τους πάγκους των πανηγυριών. Πολύ καλές μεταφράσεις Χέμινγουεϊ, Τολστόι, Κρόνιν, Μαλό, πολλή κλασική λογοτεχνία.
— Διαβάζοντάς τους λέγατε «θα γίνω κι εγώ σαν κι αυτούς»;
Όχι. Έλεγα ότι θα γίνω περιπτεράς ή ταχυδρόμος.
— Περιπτεράς...;
Επειδή, όταν πήγαινα σχολείο, έκανε πολύ κρύο και ζήλευα τον περιπτερά που καθόταν στο μικρό, ζεστό σπιτάκι του με τις καραμέλες και τις σοκολάτες. Αυτό, τον χειμώνα. Το καλοκαίρι ήθελα να γίνω ταχυδρόμος. Έβλεπα τον ταχυδρόμο με το ποδήλατο, που παρέδιδε τα γράμματα, και μ' άρεσε πολύ και το ποδήλατο και το ότι μετέφερε μηνύματα στον κόσμο. Αυτά τα δύο, κατά κάποιον τρόπο, τα συνδύασα. Κάθομαι σ' ένα σπιτάκι και γράφω, μόνο που, αντί για γλυκά και καραμέλες, έχω ένα καφέ ή ένα κρασί και στέλνω κι εγώ, κατά κάποιον τρόπο, τα μηνύματά μου.
— Τη δραματουργία σας την κατατάσσετε κάπου; Μπορεί να μπει στην περίπτωσή της μια ταμπέλα ή θα ασφυκτιούσατε;
Αν πρέπει να βάλουμε μια ταμπέλα, ας βάλουμε το «προσοχή, εύθραυστο».
— Πίσω από «το προσοχή εύθραυστο» ποια είναι η ανθρώπινη περίπτωσή σας ως δραματουργού; Είστε μια νορμάλ περίπτωση;
Είμαι ένας νορμάλ αναρχοχριστιανοκομμουνιστής. Νορμάλ έως και βαρετός. Δεν έχω να αναπαράγω το στερεότυπο του καταραμένου ή του τρελαμένου συγγραφέα.
— Όπως ο Διαλεγμένος.
Ο Διαλεγμένος είναι πάρα πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση πίσω από τα έργα του. Ζω τη ζωή μου κάνοντας βόλτες το βράδυ και βρίσκοντας διανυκτερεύοντες φαρμακοποιούς, με τους οποίους συζητάμε για τις τιμές της χοληστερόλης. Έχω βρει κι ένα βιντεοκλάμπ που ξενυχτά, όπου πηγαίνω και μιλάμε για ταινίες. Και τίποτα νυσταγμένους περιπτεράδες βρίσκω και συζητάμε.
— Ποια είναι τα θέματα των συζητήσεων;
Ο καιρός και διάφορα προϊόντα που κρέμονται και μου τραβάνε το μάτι, γιατί είμαι επιρρεπής στις χάντρες και στα καθρεφτάκια.
— Στις καταχρήσεις;
Μόνο στο κάπνισμα. Έχω μπει στο τριπ ότι ο καπνός διεγείρει τα εγκεφαλικά μου κύτταρα.
• Το «Γκουντ Λακ» παίζεται στο θέατρο Radar, σε σκηνοθεσία Μαργαρίτας Γερογιάννη, με τους Ερρίκο Λίτση, Γιάννη Διακάκη, Άλκη Μπακογιάννη, Αγγελική Νοέα.
• Το «Καλιφόρνια Ντρίμινγκ» παρουσιάζεται στο θέατρο Ταφ από την ομάδα Ubu Art Crew.
• Το «Σκέτη Κοροϊδία» του Νίκου Μ. Δημητρόπουλου παρουσιάζεται στον Πολυχώρο Τέχνης Αλεξάνδρεια, σε σκηνοθεσία Β. Κατσικονούρη, με τους Β. Βλάχο και Π. Ιωακείμ.
σχόλια