Έμιλυ Κολιανδρή: «Κάνουμε διαρκώς εμφυλίους, κάθε μήνα σκοτώνουν μια γυναίκα, τελικά κάτι πήγε πολύ λάθος»

Έμιλυ Κολιανδρή Facebook Twitter
0

Περιμένοντας την Έμιλυ Κολιανδρή να τελειώσει την πρόβα της, σκέφτομαι ότι αυτή η όμορφη γυναίκα είναι τόσο χαμηλού προφίλ, που λίγοι ξέρουν ότι έχει ένα φοβερό χιούμορ και μάλλον είναι το πιο σοβαρό όπλο για να αντιμετωπίσει την «απάνθρωπα δύσκολη» καθημερινότητά της.

Άνθρωπος με αυτογνωσία, συνειδητοποιημένη επαγγελματίας και μητέρα δύο παιδιών, πήρε «ρεπό» από τα καθημερινά της καθήκοντα για να κάνουμε μια χαλαρή συζήτηση και βλέποντας να απαντά στα μηνύματα από το σπίτι αναρωτιέμαι πώς τα καταφέρνει. 

«Είναι μια δύσκολη πίστα που συνέχεια δυσκολεύει, είναι απάνθρωπα δύσκολο και πιστεύω ότι το μεγαλύτερο βάρος πέφτει σ' εμένα, όπως πέφτει στις περισσότερες γυναίκες, που βρίσκονται ακριβώς στην ίδια κατάσταση, παρά το γεγονός ότι οι συνθήκες έχουν αλλάξει και κάπως μοιράζεται το πράγμα. Έχει να κάνει όμως πολύ και με τον χαρακτήρα των ανθρώπων, ποιος είναι πιο οργανωτικός και ποιος είναι λίγο πιο αγχωμένος. Θα σου πω κάτι: πάντα θαύμαζα στη ζωή μου καλλιτέχνες, γυναίκες που δεν είχαν παιδιά και ήταν με έναν τρόπο "ευλογημένες" και μπορούσαν να είναι αφοσιωμένες στην τέχνη τους. Στην άλλη περίπτωση, είσαι συνέχεια με το ένα πόδι εκεί και το άλλο εδώ», λέει.

Ένιωθα ότι μετά από αυτή την επιβεβλημένη παύση κάτι θα άλλαζε, και το θέατρο και οι σχέσεις, αλλά νιώθω σαν να έχουν πάει όλα –με εξαιρέσεις– πίσω, πολύ πιο πίσω. Είχα προσδοκίες που ματαιώθηκαν, νιώθω ότι είμαστε χειρότερα, κάνουμε διαρκώς εμφυλίους, κάθε μήνα σκοτώνουν μια γυναίκα, τελικά κάτι πήγε πολύ λάθος. Σαν να μην υπάρχει η διάθεση να γίνει συζήτηση, είναι όλοι πολύ κουρασμένοι, δεν ξέρω.

— Πιστεύεις ότι η καριέρα σου πήγε πίσω ή σε άλλο δρόμο, επειδή υπάρχουν όλες αυτές οι υποχρεώσεις;

Έγινε ένα φοβερό πράγμα: επειδή εγώ είμαι πολύ «σκόρπια» και δύσκολα μπαίνω στη διαδικασία της δουλειάς, πρέπει να πιεστώ για να ξυπνήσω. Επειδή όταν άρχισε αυτή η ιστορία που λέγεται «εργασία και παιδιά» καταλάβαινα ότι η μόνη ώρα που θα μπορούσα να ασχοληθώ με τη δουλειά ήταν αυτό το πεντάωρο της πρόβας, κάτι έγινε και με έκανε να συγκεντρωθώ πάρα πολύ. Και νομίζω ότι με έναν τρόπο μού έκανε καλό γιατί οργανώθηκα και έγινα πιο αποδοτική. Είχα κι άλλα ζητήματα πριν, ήμουν πιο φοβική, δεν ήθελα να εκτεθώ πολύ…

— Αυτό έχει να κάνει με τη φιλοδοξία; Ήσουν χαμηλών φιλοδοξιών; Γιατί είσαι μια όμορφη γυναίκα και, μη γελιόμαστε, η ομορφιά είναι ένα διαχρονικό διαβατήριο, ισχύει και σε αυτήν τη δουλειά. 

Πάντα ήμουν χαμηλών φιλοδοξιών. Και ίσως πιο μικρή να είχα και πιο χαμηλή αυτοπεποίθηση. Από την άλλη, όταν βγήκα στο θέατρο, δούλεψα με τον Βογιατζή και κάπως το περιβάλλον της δουλειάς θεωρούσε τη λίγο πιο ιλουστρασιόν πλευρά της απαγορευμένη, ήταν λίγο ταμπού να βγαίνεις και να σε φωτογραφίζουν π.χ. Τώρα έχει απομυθοποιηθεί αυτή η ιστορία, και καλώς. Το να παίζεις, για παράδειγμα, στην τηλεόραση δεν σε κάνει «άλλο» από έναν ηθοποιό που παίζει σε «καλά» θέατρα. 

Έμιλυ Κολιανδρή Facebook Twitter
Γενικά, στο σπίτι δεν μου έλεγαν «είσαι η καλύτερη». Πάντα ήμουν χαμηλών φιλοδοξιών. Και ίσως πιο μικρή είχα και πιο χαμηλή αυτοπεποίθηση. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Έχει υπάρξει μεγάλο ταμπού η τηλεόραση, για πολλά χρόνια.

Φυσικά. Τώρα το βλέπω και λέω «γιατί όχι;». Γιατί να μην παίξει ένας καλός ηθοποιός στην τηλεόραση και να αναβαθμίσει τελικά και το προϊόν; Σήμερα είμαι πολύ ήσυχη γιατί πιστεύω πως αυτό μπορείς να το κάνεις χωρίς εκπτώσεις, αλλά τότε ήταν αλλιώς και σίγουρα οι γνωριμίες και οι συναναστροφές σε καλλιτεχνικό επίπεδο εκείνης της περιόδου και η γενικότερη η στάση τους απέναντι σε κάτι πιο μαζικό σού μείωναν ακόμα πιο πολύ την αυτοπεποίθηση και την επιθυμία να προβάλλεσαι. Ήθελες να είσαι «αόρατος». 

— Είσαι με τον Χρήστο (Λούλη) από τότε που βγήκες στη δουλειά, δηλαδή εδώ και είκοσι χρόνια. Ο Χρήστος είναι ένα πρόσωπο πολύ προβεβλημένο. Φοβήθηκες μήπως αυτός ο ανταγωνισμός δημιουργήσει τριβή στη σχέση σας;

Ίσως να έχει συμβεί αυτό υποσυνείδητα, ίσως είχα ανάγκη να μείνω λίγο πίσω – ποτέ συνειδητά όμως. Ο Χρήστος είναι πιο άνετος και πιο προσγειωμένος, δεν το φοβάται αυτό. 

— Αυτή η χαμηλή αυτοπεποίθηση έρχεται και από το σπίτι;

Γενικά, στο σπίτι δεν μου έλεγαν «είσαι η καλύτερη». Μεγάλωσα στη Λεμεσό, κοντά στη θάλασσα, γονείς φιλόλογοι, άριστη μαθήτρια, με χορωδίες, κιθάρες, πολύ ωραία χρόνια, μια ευτυχισμένη παιδική ηλικία, μια κανονικότητα «αβάσταχτη».

Αυτό που κατάλαβα κάνοντας δικά μου παιδιά είναι ότι περισσότερο και από τις γνώσεις και τη μόρφωση και τις δεξιότητες πιο σημαντικό είναι να τα ενθαρρύνεις και να τους δίνεις αυτοπεποίθηση. Είναι μια σκληρότητα, χωρίς οι γονείς να είναι απαραίτητα σκληροί. Κι εγώ θέλω να ενθαρρύνω τα παιδιά μου περισσότερο, κάτι με εμποδίζει και δεν το κάνω, γιατί αυτή η αλυσίδα δύσκολα κόβεται. Θαυμάζω τους γονείς που το κάνουν άνετα, ανυπόκριτα. 

— Εσύ τι ήθελες να γίνεις όταν ήσουν μικρή; 

Ήθελα να γίνω δικηγόρος και μπήκα στη Νομική, αλλά φρίκαρα, δεν περίμενα να είναι έτσι τα πράγματα. Γιατί μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας υπάρχει και αυτή η διαφορά μεταξύ ιδιωτικών και δημόσιων σχολείων. Στην Κύπρο πας στο δημόσιο σχολείο και είσαι εντάξει, δεν είσαι υποδεέστερος. Εμείς λέγαμε ότι στα ιδιωτικά πάνε αυτοί που θέλουν να μάθουν πολύ καλά αγγλικά, κοροϊδεύαμε ότι πηγαίνουν οι πλούσιοι για να περνάνε πιο εύκολα τα μαθήματα.

Όταν μπήκα στη Νομική γινόταν αυτή η συζήτηση, από ποιο σχολείο έρχεσαι, και βέβαια υπήρχαν όλες αυτές οι «παράγκες» με τις νεολαίες των κομμάτων και μου φαινόταν αποτρόπαιο, δεν το άντεξα. Με τον κόσμο αυτό τον άπειρο στα αμφιθέατρα, τον τρόπο που γινόταν η διδασκαλία, δεν το φανταζόμουν έτσι, το είχα φανταστεί μάλλον πολύ θεατρικά, από τις ταινίες που έβλεπα – γιατί βλέποντας ταινίες ήθελα να γίνω δικηγόρος. Μετά πέρασα και στο Εθνικό και ο κύβος ερρίφθη.

Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα Facebook Twitter
Γιάννης Βογιατζής (Ηθοποιός Παιδαγωγός), Έμιλυ Κολιανδρή (Ηθοποιός Ηλέκτρα), Νίκος Καραθάνος (Σκηνοθέτης) στην παράσταση «Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα» το 2003 στο Εθνικό Θέατρο.

— Στο Εθνικό πώς αποφάσισες να πας;

Μου άρεσαν τα καλλιτεχνικά γενικώς, αλλά στο σχολείο είχα γνωρίσει την Αννίτα Σαντοριναίου, που είναι μια περίπτωση καταπληκτική. Δεν θυμάμαι πώς τη γνώρισα, μάλλον στο θέατρο – οι γονείς μου μας πήγαιναν πολύ στο θέατρο, κάθε Πέμπτη ήταν ημέρα θεάτρου. Άρχισα να τη βλέπω, ήθελα να πηγαίνω σπίτι της και ήταν σαν την Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων αυτή η γνωριμία.

Μετά ξεκινήσαμε την προετοιμασία για να μπω σε δραματική σχολή αλλά κι αυτό όχι πολύ στα σοβαρά – είναι μια αληθινή «θεατρίνα» με φοβερή αύρα, δεν το έχω ξανασυναντήσει αυτό. Πέρασα στις εξετάσεις, δεν ήταν και πολύ δύσκολο. Θυμάμαι, όταν βγήκαν τα αποτελέσματα την πρώτη φορά, κοιμόμουν. Επειδή ανακοινώνονταν από το ραδιόφωνο, η μαμά μου μού είπε «ξύπνα, πέρασες στη Νομική» κι εγώ είπα «καλά, ξύπνα με όταν πει για το άλλο», εννοώντας το Εθνικό. Δηλαδή, μου είχε μπει το μικρόβιο. Με το που ξεκίνησα με το Εθνικό, έκλεισε η άλλη πόρτα.

— Στη σχολή πώς ήταν τα πράγματα;

Ήταν πολύ ωραία, εγώ ήμουν στην ίδια χρονιά με τον Χρήστο Παπαδόπουλο, τον Κότσυφα, τον Κωνσταντίνο Παπαχρόνη – τον Κωνσταντίνο ακόμα τον βλέπω στον ύπνο μου. Ήταν πολύ ωραία χρόνια, και ανέμελα αλλά και με πίεση και κλάματα. Με τα σημερινά δεδομένα, κάποιος θα θεωρούσε τους καθηγητές στο ογδόντα τοις εκατό ακατάλληλους, σκληρούς. Ήμασταν θύματα κάποιου είδους κακοποίησης και πιστεύω ότι κι αυτό έπαιξε ρόλο στην αυτοπεποίθησή μας.

Θυμάμαι, όταν πηγαίναμε σε ακροάσεις, παιδιά που είχαν τελειώσει το Εμπρός, τη Νέλλη Καρρά είχαν ένα άλλο θάρρος, εμείς νιώθαμε σαν να μην είμαστε επαρκείς. Υπήρχε ένα πνεύμα ότι «εμείς δεν σας βγάζουμε για να κατακτήσετε τον κόσμο, έχετε πολλά θέματα να λύσετε ακόμα».

— Αυτό πιστεύεις ότι είναι απαραίτητο σε ένα σύστημα εκπαίδευσης;

Νομίζω δεν είναι, αλλά με έναν τρόπο υπήρχε η αντίληψη ότι δεν πρέπει να νομίζεις ότι μπορείς να κατακτήσεις τον κόσμο, μέχρι να βγεις έξω και να φας τη σφαλιάρα την επική και τη μεγαλύτερη τούμπα της ζωής σου.

Βγαίναμε κάπως ακυρωμένοι, αλλά σήμερα σκέφτομαι ότι και οι δικές μας δασκάλες, η Βαλάκου, η Νικηφοράκη, η Χατζηαργύρη, είχαν περάσει από «τέρατα» και τους είχε μείνει ότι πρέπει να ματώσεις, ότι δεν είναι όλα ρόδινα. Γι' αυτό και κανένας δεν πήγαινε στην τηλεόραση, ήθελες με ένα τρόπο να την τιμήσεις τη φανέλα.

Οι μετέπειτα συναντήσεις, φυσικά, δεν βοήθησαν. Πάντως, και το λέω ως παρένθεση, έκανα ένα γύρισμα για τα «Καλύτερά μας χρόνια» και το ευχαριστήθηκα πολύ, εκτίμησα την εγρήγορση που απαιτείται. Σου ενεργοποιεί κάτι άλλο και κάτι άλλο βγαίνει, δεν υπάρχει η ραθυμία που έχεις στις θεατρικές πρόβες, όπου κάποια στιγμή θα σου έρθει η θεία φώτιση – την πιέζεις και λίγο τη θεία φώτιση, θέλω να πω.

— Πήγες στο θέατρο του Βογιατζή μετά, έτσι δεν είναι;

Ναι, και φυσικά, όταν είσαι είκοσι χρονών, πηγαίνεις στον Λευτέρη, ψελλίζεις α, β, γ κι εκείνος σου μιλάει για το ανέφικτο, αυτό που είχε συλλάβει και κυνηγούσε, αν και ήξερε ότι αυτό δεν μπορεί να συμβεί –ξέρεις, σκέφτομαι πάντα ότι γι' αυτό ο Λευτέρης ήταν θλιμμένος–, εσύ ακούς σαν χάνος, δεν καταλαβαίνεις.

Ο Λευτέρης με πήρε σχεδόν από τη σχολή, βλέποντας τις εξετάσεις μας. Θυμάμαι, την πρώτη χρονιά που δουλεύαμε δεν καταλάβαινα τίποτα, τίποτα. Ντρεπόμουν πάρα πολύ γιατί μόλις είχα γνωρίσει και ερωτευτεί τον Χρήστο και παίζαμε μαζί και μ' έβλεπε ο έρωτάς μου να μην καταλαβαίνω τίποτα και να είμαι πολύ ούφο – βέβαια κι εγώ έβλεπα τον έρωτά μου να είναι χάλια. Ήταν δύσκολα.

Μετά από δέκα χρόνια, που ξαναδουλέψαμε με τον Λευτέρη, ήταν χειρότερα, δεν είχα την ηλιθιότητα της νιότης, που είναι ένα πολύ ωραίο άλλοθι. Αλλά τι συζητάμε τώρα, ο Λευτέρης σφράγισε τις ζωές μας.

Έμιλυ Κολιανδρή Facebook Twitter
Όσοι είμαστε σε αυτή τη δουλειά τρεις φορές το χρόνο ψάχνουμε για την επόμενη και τότε και πάντα. Τα πράγματα έγιναν χειρότερα οικονομικά και αυτό έκανε πολλούς από τη γενιά μου και να τα παρατήσουν, που ήταν και φερέπλιδες και πολλά υποσχόμενοι, αλλά δεν μπορείς πάντα να το αντέξεις. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Έμιλυ, όταν τελειώνεις τη σχολή συμβαίνει να συναντάς δασκάλους ή είσαι κάπως ακαθοδήγητος, σε παίρνουν κάπου και παίζεις;

Η αλήθεια είναι ότι, τελειώνοντας τη σχολή δεν έχεις κάποια μέθοδο, συναντιέσαι με κάποιους ανθρώπους και μαθαίνεις να κάνεις αυτό που κάνουν εκείνοι, είναι σαν σεμινάριο, δεν πάνε εις βάθος τα πράγματα.

Ο Λευτέρης ήταν ένας δάσκαλος, ακόμα και σήμερα, που κοιτάζω τα τετράδια με τις σημειώσεις που έκανα, φαντάζομαι τι εννοούσε, γιατί κάθε φορά μεταφράζεις αλλιώς τα πράγματα. Ο Μαστοράκης επίσης, με άνοιξε πάρα πολύ και τον θεωρώ εξαιρετικού γούστου και ευφυΐας σκηνοθέτη που δεν είναι ηθοποιός που θέλει να τον μιμηθείς, είναι αυτός που μπορεί να σε καθοδηγήσει. Με τον Νίκο (Καραθάνο) δουλεύω ωραία, γιατί αυτό του το χάος σού δίνει μια ελευθερία για αυτενέργεια.

Έναν μεγάλο δάσκαλο συνάντησα πολύ πρόσφατα, τον Βασίλη Παπαβασιλείου, που είναι τόσο μοντέρνος, τόσο αναρχικός, τόσο βαθύς και τόσο ρηχός ταυτόχρονα, κολυμπάει σε όλα, τον παρομοιάζω με τη Λένα (Κιτσοπούλου). Μαζί του ξαναγάπησα τη διαδικασία, γιατί, μη γελιόμαστε, η δουλειά μας έχει περιόδους που βαλτώνεις, άλλες που παίρνεις πάλι μπροστά, δεν είναι μια ευθεία γραμμή.

— Η δική σου γενιά πώς έχει βιώσει τα τελευταία χρόνια και αυτά πριν από τον κορωνοϊό, μέσα στην οικονομική κρίση;

Κοίταξε, εγώ δεν έβγαλα ποτέ χρήματα από το θέατρο, δεν ήμουν με ποσοστά ούτε σε εμπορικούς θιάσους, οπότε δεν άλλαξε κάτι οικονομικά, άλλαξε ο τρόπος όμως, σταμάτησαν να πληρώνονται οι πρόβες, για παράδειγμα, που εκεί είναι όλος ο κόπος και εκεί γίνεται όλη η δουλειά. Όταν τις πληρώνεσαι, τις αντιμετωπίζεις πιο σοβαρά – δεν είναι μόνο οι παραστάσεις δουλειά. Άλλαξαν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά.

Όσοι είμαστε σε αυτήν τη δουλειά τρεις φορές τον χρόνο ψάχνουμε για την επόμενη, και τότε και πάντα. Τα πράγματα έγιναν χειρότερα οικονομικά και αυτό έκανε πολλούς από τη γενιά μου, που ήταν και φερέλπιδες και πολλά υποσχόμενοι, να τα παρατήσουν. Τον πρώτο καιρό πάντα είχα βοήθεια από τους γονείς μου. Όταν δεν το έχεις αυτό όμως και δεν θέλεις να κάνεις μπαρ για να ζήσεις, είναι πολύ βάρβαρο.

Εγώ, ας πούμε, είμαι τυχερή, δεν έκανα τηλεόραση, έκανε ο Χρήστος κι αυτό έφερνε ένα εισόδημα. Μεγαλώνοντας, ευτυχώς μου έφυγαν αυτά τα κόμπλεξ για το πού θα δούλευα. Σημασία έχει πώς το κάνεις.

— Η ιστορία με το MeToo άλλαξε ή θα αλλάξει κάποια πράγματα;

Εύχομαι πολύ να τα αλλάξει, αλλά φοβάμαι πως δεν θα το κάνει. Το MeΤoo είναι ένα όπλο για τους νέους ανθρώπους, όχι μόνο γι' αυτούς που δουλεύουν στο θέατρο. Έχω φίλες που δουλεύουν αλλού και ο «ανώτερός» τους έχει τύχει να τις κάνει σκουπίδι και δεν άνοιξε ρουθούνι. Ούτε σ' εσάς άνοιξε ρουθούνι, στη δημοσιογραφία, οπότε καταλαβαίνεις τι λέω ακριβώς. Δεν έγινε καμία συζήτηση, δεν άνοιξε καν.

Μάλιστα, ένιωθα ότι το ίδιο θα συνέβαινε με την πανδημία, ότι μετά από αυτή την επιβεβλημένη παύση κάτι θα άλλαζε και στο θέατρο και στις σχέσεις, αλλά νιώθω σαν να έχουν πάει όλα –με εξαιρέσεις– πίσω, πολύ πιο πίσω. Είχα προσδοκίες που ματαιώθηκαν, νιώθω ότι είμαστε χειρότερα, κάνουμε διαρκώς εμφυλίους, κάθε μήνα σκοτώνουν μία γυναίκα, τελικά κάτι πήγε πολύ λάθος. Σαν να μην υπάρχει η διάθεση να γίνει συζήτηση, είναι όλοι πολύ κουρασμένοι, δεν ξέρω. Είναι σαν να καβαλάς ένα πράγμα και πας και λες «το 'χω», αλλά δεν είναι έτσι κι αυτό το ξέρουμε όλοι, δεν υπάρχουν δεδομένα, όλα είναι ρευστά.

Εμένα, πάντως, αυτή η ιστορία με τις κακοποιήσεις με έκανε να σκεφτώ αν αυτό που βίωνα κάποιες φορές ήταν έστω και άβολο, κάτι που δεν με είχε απασχολήσει – δεν εννοώ σεξουαλική παρενόχληση αλλά μια συγκεκριμένη συμπεριφορά εν ονόματι της τέχνης. Είναι η δουλειά μας δύσκολη, χύνεις αίμα γι' αυτήν, να το πω κι έτσι, και δεν ξέρω πόσο αποτελεσματική θα είναι αν φτάσεις στο άλλο άκρο, αν φοβάσαι μην τυχόν και παρερμηνευθεί κάτι. Τα άκρα είναι ένα ζήτημα.

— Με τα σόσιαλ μίντια πόση σχέση έχεις;

Δεν τα παρακολουθώ πολύ και δεν είμαι και πολύ επιδέξια σε αυτά. Πρέπει να σου αρέσουν, να έχεις ταλέντο και μπορεί να κάνεις και εξαιρετική δουλειά. Εγώ είμαι τεμπέλα, αυτό είναι το βασικό που με κρατάει μακριά από διάφορα – είναι βάσανο για μένα να βρω τη σωστή φωτογραφία και να βάλω τη σωστή λεζάντα. Ντρέπομαι και λίγο.

Είναι μια παρεξήγηση ότι οι ηθοποιοί δεν ντρέπονται, κάποιοι δεν μπορούν καθόλου. Ας πούμε, στη διάρκεια της καραντίνας με σόκαρε ο εμφύλιος που εκτυλισσόταν. Με ταράζει, δεν το μπορώ είναι δύσκολο.

Έμιλυ Κολιανδρή Facebook Twitter
H καραντίνα για μένα δεν ήταν «ξεκούραση», ήμασταν μια οικογένεια που στην ουσία γνωρίστηκε καλύτερα, ήμασταν όλη μέρα με φορτωμένα προγράμματα και αυτήν τη φορά ένιωσα ότι «άκουσα» τα παιδιά μου χωρίς την πίεση του χρόνου. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Είσαι τεμπέλα, αλήθεια;

Μου αρέσει το καθισιό, είμαι υπναρού – παλιότερα ήμουν, τώρα τα παιδιά έχουν σχολείο. Ακόμα κι αν κάνω μια δουλειά που μου αρέσει, απολαμβάνω πολύ τις περιόδους που δεν δουλεύω.

Ας πούμε, η καραντίνα για μένα δεν ήταν «ξεκούραση», ήμασταν μια οικογένεια που στην ουσία γνωρίστηκε καλύτερα, είχαμε όλη μέρα φορτωμένα προγράμματα και αυτήν τη φορά ένιωσα ότι «άκουσα» τα παιδιά μου χωρίς να με πιέζει ο χρόνος. Πρώτη φορά είχα τόσο χρόνο να επεξεργαστώ τους χαρακτήρες τους. Κατάλαβα ότι ο καθένας θέλει τον χρόνο του για να επεξεργαστεί και να αναπτύξει τις δεξιότητές του, δεν λειτουργούν όλοι υπό πίεση, δεν ωριμάζουν με αυτόν τον τρόπο. 

— Σε είδα βγαίνοντας από την πρόβα με τη Ζωή (Χατζηαντωνίου) και τη Ρίτα (Λυτού) και ήσασταν πολύ χαρούμενες. Τι ακριβώς είναι αυτό που ετοιμάζετε; 

Κάνω τη βασίλισσα Αμαλία και είμαι πολύ ευτυχής γι' αυτό – πλάκα κάνω. Είμαι ευτυχής γιατί είναι ένα κομμάτι Ιστορίας που το διαβάζω με μεγάλο ενδιαφέρον και ανακαλύπτω πόσο λίγο ξέρουμε αυτό το ζευγάρι που ήρθε για να σημάνει την έναρξη του ελληνικού κράτους: ουσιαστικά ήταν δυο ξένοι που όλοι περίμεναν να κάνουν τον διάδοχο, δυο άνθρωποι πολύ δυστυχείς.

Αυτή η γυναίκα, που το σώμα της κάθε μήνα ήταν στο μικροσκόπιο των γιατρών και υφίστατο φοβερά ταπεινωτικές μεθόδους για να τεκνοποιήσει, που της έγινε έμμονη ιδέα το παιδί, στη νεκροψία ανακαλύφθηκε ότι δεν είχε μήτρα. Εγώ το βρίσκω πολύ τραγικό και ταυτόχρονα πολύ συμβολικό όλο αυτό, είναι η ουσία του έργου, πόσο άχρηστος μπορεί να θεωρηθείς αν δεν εκπληρώσεις αυτό για το οποίο σε έχουν προορίσει.

Μετά είναι κι αυτή η συγκινητική ανάγκη της να υπάρξει μια συνέχεια, να αφήσει κάτι, οπότε έφτιαξε τον κήπο, φυτεύοντάς τον δέντρο-δέντρο. Σκέφτομαι ότι μάλλον καλύτερα που έφτιαξε έναν κήπο και άφησε αυτή την κληρονομιά σ' εμάς από το να είχε αφήσει έναν άχρηστο διάδοχο. Και είναι αυτή που φύτεψε και τον λόφο του Λυκαβηττού – ούτε εκεί είχε δέντρα. Ήρθε στην Αθήνα, στην Ελλάδα, και νόμιζε ότι θα έβρισκε την Αρκαδία –αυτό φαντάζονταν οι Ευρωπαίοι για τη χώρα– και αντίκρισε λάσπη και χώμα. 

— Αν το φέρουμε στην εποχή μας αυτό το έργο, βλέπεις πόσο υπερτιμημένος είναι ο ρόλος της μητέρας. Δεν τον επιθυμούν όλοι κι αυτό πρέπει να γίνεται σεβαστό. Δηλαδή υπάρχει το ταμπού ότι αν δεν κάνεις παιδιά, είσαι λίγο άχρηστος, δεν τα κατάφερες. 

Εμένα με συγκινεί πολύ ο τρόπος που αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στη δημιουργία ενός κήπου, το ότι τη θυμόμαστε ως τη βασίλισσα που φύτεψε τους φοίνικες, που έφτιαξε έναν κήπο όπου μαζεύονται παιδιά, που εκείνη δεν μπορούσε να κάνει. Και, φυσικά, με εντυπωσιάζουν και οι πολιτικές της απόψεις, είχε συναίσθηση του πού βρισκόταν, έβλεπε ότι η Ελλάδα είναι μια αγελάδα που όλοι ήθελαν να αρμέξουν, αλλά αυτή δεν είχε να δώσει. Δεν έχουν αλλάξει πολλά, και σήμερα έτσι συμβαίνει. 

Amalia melancholia, η βασίλισσα των φοινίκων

Σκηνοθεσία - Δραματουργία: Ζωή Χατζηαντωνίου

Σκηνικό: Εύα Μανιδάκη

Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη

Μουσική - Ηχητικός σχεδιασμός: Σταύρος Γασπαράτος

Βίντεο: Παντελής Μάκκας

Σύμβουλος δραματουργίας: Λουίζα Αρκουμανέα

Βοηθός σκηνοθέτριας: Στέλλα Ράπτη

Βοηθός μουσικού: Γιώργος Μιζήθρας

Βοηθός σκηνογράφου: Στέλλα Κελεπούρη

Διεύθυνση παραγωγής: Κωνσταντίνα Αγγελέτου

Εκτέλεση παραγωγής: Quadrat

Ερμηνεία: Έμιλυ Κολιανδρή, Ρίτα Λυτού

Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

29/12/21 - 20/3/22







 

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Χρήστος Λούλης: «Θα ήθελα να προοδεύσουμε πιο πολύ με Παπαδιαμάντη παρά με Τ.Σ. Έλιοτ»

Θέατρο / Χρήστος Λούλης: «Θα ήθελα να προοδεύσουμε πιο πολύ με Παπαδιαμάντη παρά με Τ.Σ. Έλιοτ»

Ο Χρήστος Λούλης υποδύεται τον Λόρδο Μπάιρον στο νέο μουσικοθεατρικό έργο «Σκιές στον Άδη» του διακεκριμένου συνθέτη Αλέξανδρου Μούζα, που έρχεται σε πρώτη παρουσίαση, σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου, στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μιλώντας με τον Νίκο Καραθάνο για την ομορφιά και τη γελοιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης

Θέατρο / Μιλώντας με τον Νίκο Καραθάνο για την ομορφιά και τη γελοιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης

Μια συζήτηση με τον Σωκράτη από τις «Νεφέλες» του Αριστοφάνη, που ανεβάζει ο Δημήτρης Καραντζάς στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου: «Αν μπορούμε να γελάσουμε μαζί, μπορούμε και να ζήσουμε μαζί»
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Μιχαήλ Μαρμαρινός: «Η μετριότητα δεν παρήγαγε ποτέ κανέναν μύθο»

Θέατρο / Μιχαήλ Μαρμαρινός: «Η μετριότητα δεν παρήγαγε ποτέ κανέναν μύθο»

Ένας από τους σημαντικότερους ανθρώπους του ελληνικού θεάτρου αναλαμβάνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στον «Μισάνθρωπο» που σκηνοθετεί ο Γιάννης Χουβαρδάς για το Εθνικό Θέατρο. Ποιος είναι τελικά ο Αλσέστ, αυτός ο μυθικός ήρωας του Μολιέρου, πώς πάνε τα πράγματα στην Ελλάδα τελευταία και τι σημαίνουν, τελικά, τα τατουάζ στο σώμα του πολύ αγαπητού καλλιτέχνη;
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Επιστροφή στο σπίτι της γιαγιάς: Ένα θεατρικό τσουνάμι αναμνήσεων

Θέατρο / Επιστροφή στο σπίτι της γιαγιάς: Ένα θεατρικό τσουνάμι αναμνήσεων

Ο νεαρός σκηνοθέτης Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος ανεβάζει στην Πειραματική του Εθνικού το «ΜΑ ΓΚΡΑΝ'ΜΑ», μια ευαίσθητη σκηνική σύνθεση, αφιερωμένη στη σιωπηλή ηρωίδα της οικογενειακής ιστορίας μας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Ματαρόα στον ορίζοντα»: Φέρνοντας ένα θρυλικό ταξίδι στη σημερινή του διάσταση

Θέατρο / «Ματαρόα στον ορίζοντα»: Ένα θρυλικό ταξίδι στη σημερινή του διάσταση

Στην πολυεπίπεδη νέα παραγωγή της Εναλλακτικής Σκηνής της ΕΛΣ, λόγος, μουσική και σκηνική δράση συνυπάρχουν ισάξια και συνεισφέρουν από κοινού στην αφήγηση των επίδοξων ταξιδιωτών ενός ουτοπικού πλοίου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το video art στο ελληνικό θέατρο

Θέατρο / Video art στο ελληνικό θέατρο: Έχει αντικαταστήσει τη σκηνογραφία;

Λειτουργεί το βίντεο ανταγωνιστικά με τη σκηνογραφία και τη σκηνική δράση ή αποτελεί προέκταση του εθισμού μας στην οθόνη των κινητών μας; Οι γιγαντοοθόνες είναι θεμιτές στην Επίδαυρο ή καταργούν τον λόγο και τον ηθοποιό; Πώς φτάσαμε από τη video art στα stage LED screens; Τρεις video artists, τρεις σκηνοθέτες και ένας σκηνογράφος καταθέτουν τις εμπειρίες τους.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Κωνσταντίνος Ρήγος

Οι Αθηναίοι / «Έχω αισθανθεί να απειλούμαι τη μέρα, όχι δουλεύοντας τη νύχτα»

Οκτάνα, Επίδαυρος, ΚΘΒΕ, Πέγκυ Ζήνα, Εθνικό, Λυρική, «Brokeback Mountain» και «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Ως χορογράφος και σκηνοθέτης, ο Κωνσταντίνος Ρήγος έχει κάνει τα πάντα. Και παρότι έχει αρκετούς haters, νιώθει ότι αυτοί που τον καταλαβαίνουν είναι πολύ περισσότεροι.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Οσιέλ Γκουνεό: «Είμαι πρώτα χορευτής και μετά μαύρος»

Χορός / «Δεν βλέπω τον εαυτό μου ως έναν μαύρο χορευτή μπαλέτου αλλά ως έναν χορευτή καταρχάς»

Λίγο πριν εμφανιστεί ως Μπαζίλιο στον «Δον Κιχώτη» της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, ο κορυφαίος κουβανικής καταγωγής χορευτής Οσιέλ Γκουνεό –έχει λάβει πολλά βραβεία, έχει επίσης εμφανιστεί στο Θέατρο Μπολσόι της Μόσχας, στην Όπερα του Παρισιού, στο Λίνκολν Σέντερ της Νέας Υόρκης και στο Ελίζιουμ του Λονδίνου– μιλά για την προσωπική του πορεία στον χορό και τις εμπειρίες που αποκόμισε, ενώ δηλώνει λάτρης της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Οι Αθηναίοι / Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Ηθοποιός, σκηνοθέτις, ακατάτακτη και αγαπημένη του κοινού, η Σμαράγδα Καρύδη θυμάται πως ανέκαθεν ήθελε το σύμπαν, χωρίς να περιορίζεται. Στον απολογισμό της μέχρι τώρα πορείας της, ως η Αθηναία της εβδομάδας, καταλήγει πως, ούτως ή άλλως, «στο τέλος ανήκεις εκεί που μπορείς να φτάσεις», ενώ δηλώνει πως πάντα θα επιλέγει συνειδητά να συντάσσεται με τη χαρά.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Θέατρο / Το ανάπηρο σώμα που αντιστέκεται

Πώς διαβάζουμε σήμερα τον «Γυάλινο Κόσμο» του Τενεσί Oυίλιαμς; Στην παράσταση του Θεάτρου Τέχνης ο Antonio Latella προσφέρει μια «άλλη» Λόρα που ορθώνει το ανάστημά της ενάντια στο κυρίαρχο αφήγημα περί επαγγελματικής ανέλιξης, πλουτισμού και γαμήλιας ευτυχίας.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν

Θέατρο / Πού οφείλεται τόση δίψα για το θέατρο;

Το θέατρο εξακολουθεί να προκαλεί debates και ζωηρές συζητήσεις, παρά τις κρίσεις και τις οικονομικές περικοπές που έχει υποστεί, και φέτος ανεβαίνουν στην Αθήνα παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ