Ο μεγάλος Ιρλανδός συγγραφέας Σάμουελ Μπέκετ στο δρύινο γραφείο του, άνοιξε ένα κρεμ, σκληρόδετο σημειωματάριο και έγραψε: «Θεατρικό Έργο. Γυναικείο σόλο . 8.10.60. Ussy» Κάπως έτσι άρχισε να γράφει τις «Ευτυχισμένες Μέρες» τον Οκτώβρη του 1960 και τις ολοκλήρωσε το 1961.
Σε ένα σύμπαν απογυμνωμένο κι έρημο βρίσκουμε κοιμισμένους την Γουίννυ, μια γυναίκα «μισοθαμμένη» μέσα στη γη και τον άνδρα της Γουίλλυ. Η ακινητοποιημένη Γουίννυ, υπόδουλη στο επιτακτικό χτύπημα του ρολογιού, έρχεται αντιμέτωπη με τον ατερμάτιστο χρόνο αλλά και με την απέραντη μοναξιά. Ο Γουίλλυ φιγούρα σχεδόν ανύπαρκτη αλλά απαραίτητος για εκείνη. Μοναδικά της εφόδια η προσευχή, η ομπρέλα, η μεγάλη της μαύρη τσάντα με το περιεχόμενό της, και τέλος οι λέξεις.
Η Γουίννυ μονολογεί ακατάπαυστα, το στόμα της μια πηγή που αναβλύζει απλές σκέψεις, στίχους των κλασσικών, θραύσματα αναμνήσεων, φόβους και την αδιάκοπη επιθυμία της να ζήσει «άλλη μια ευτυχισμένη μέρα». Παρόλο τον εγκλωβισμό της, η Γουίννυ είναι εύθυμη, φιλάρεσκη, με χιούμορ, υπομονετική, γενναία, αισιόδοξη.
Σ΄αυτό το «θεατρικό ποίημα» περιγράφεται τόσο γλαφυρά η αγωνία της ανθρώπινης ύπαρξης , η φθορά του χρόνου, οι γεμάτες αποξένωση σχέσεις, η καθημερινή απογοήτευση και η ανυπέρβλητη μοναξιά. Η Γουίννυ εύχεται να μην είχε ανάγκη να την ακούει κάποιος αλλά είναι ανθρώπινο...
σχόλια