Δανάη Κοντόρα Μποέμ Facebook Twitter
Θέλω να κάνω πράγματα, αλλά θέλω να έχει έρθει η ώρα τους. Φωτ.: Βαλέρια Ισάεβα

Η Δανάη Κοντόρα δεν έχει τη συνήθη πόζα και το attitude των σοπράνο

0

Το 2007 ο τότε καλλιτεχνικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής Στέφανος Λαζαρίδης αναθέτει στον διάσημο Βρετανό σκηνοθέτη Γκρέιαμ Βικ να ανεβάσει στην Αθήνα την «Μποέμ» του Πουτσίνι. 

Ο Βικ ήταν ένας σκηνοθέτης που τολμούσε, πειραματιζόταν, κατέρριπτε τα κλισέ που παραδοσιακά συνοδεύουν την όπερα. «Η ανθρωπότητα δεν αλλάζει ποτέ· ο θάνατος θα είναι πάντα θάνατος, η φτώχεια φτώχεια, οι φοιτητές φοιτητές. Επιχειρήσαμε να ξεδιπλώσουμε την ουσία του έργου, ώστε να υπάρχει κάτι οικουμενικό που θα ταιριάζει σε κάθε εποχή», έλεγε τότε. 

Και πράγματι. O Γκρέιαμ Βικ έφυγε από τη ζωή το 2021, αλλά η «Μποέμ» του είναι εδώ, η ανάγνωσή του αντέχει ακόμα, η παράσταση παραμένει ένα ορόσημο για το ελληνικό λυρικό θέατρο και η οικουμενικότητα που αναζητούσε επιβεβαιώνεται, καθώς η δράση της παράστασης –όπως και τότε– μεταφέρθηκε από το Παρίσι του 19ου αιώνα στη σημερινή Αθήνα. 

Την ίδια περίπου εποχή, σε μια άλλη γειτονιά της πόλης ένα νέο κορίτσι, η Δανάη Κοντόρα, περνούσε το κατώφλι του Ελληνικού Ωδείου και έκανε όνειρα για καριέρα στην όπερα. 

«Όταν συγκινείς κάποιον που δεν έχει ιδέα, έχεις τη δυνατότητα να τον κερδίσεις γενικά ως θεατή και να αγαπήσει την όπερα. Αυτό έχει τρομερή αξία».

Σήμερα, το κορίτσι αυτό κάθεται απέναντί μου, και σε ένα διάλειμμα από τις πρόβες μού μιλά με ενθουσιασμό για τη συμμετοχή της στην αναβίωση εκείνης της «Μποέμ» που επιστρέφει στη Λυρική Σκηνή (πρεμιέρα 21 Δεκεμβρίου). Δεν είναι πια φοιτήτρια αλλά μια διεθνώς αναγνωρισμένη υψίφωνος κολορατούρα, η οποία στα πολλά χρόνια που λείπει από την πατρίδα της έχει δοκιμάσει την τύχη της στα θέατρα της Ευρώπης και έχει διαπρέψει ως Βασίλισσα της Νύχτας – και όχι μόνο. 

Δανάη Κοντοβά Μποέμ Facebook Twitter
Όλοι έχουμε περάσει από το στάδιο της σύγκρισης. Από τη στιγμή, δε, που υπάρχει το ίντερνετ, αυτή η σύγκριση μπορεί να σε διαλύσει. Και εγώ για χρόνια έπεφτα, ή και ακόμα πέφτω, σε αυτήν τη λούμπα, να ακούσω ή να δω πώς το έκαναν οι μεγάλες τραγουδίστριες. Φωτ.: Βαλέρια Ισάεβα

Η «Μποέμ» βασίζεται σε νουβέλα του Ανρί Μιρζέρ και από το 1896 που πρωτοπαρουσιάστηκε δεν υπάρχει λυρικό θέατρο στον κόσμο που να μην υπέκυψε σε αυτή την υπόθεση, η οποία ζουμάρει στον έρωτα μεταξύ του ποιητή Ροντόλφο και της ράφτρας Μιμής, ενώ στο φόντο πέφτει χιόνι στο παγωμένο χριστουγεννιάτικο Παρίσι.

Σε μια παρισινή σοφίτα, λοιπόν, στήνεται ένα μοναδικό γαϊτανάκι, όπου ο Πουτσίνι βάζει όλη την παλέτα των συναισθημάτων, οι τραγουδιστές αναλαμβάνουν τις ερμηνευτικές διακυμάνσεις και το κοινό ονειρεύεται μια ζωή παραδομένη στην ανεμελιά, τη χαρά, τους μεγάλους έρωτες.

Στην παρέα των ποιητών, ζωγράφων και φιλοσόφων που παρ' όλη τη φτώχεια τους ζουν αμέριμνοι το νεανικό τους όνειρο υπάρχει και μια τραγουδίστρια, η Μουζέτα, μια κοπέλα που τροφοδοτείται από τον έρωτα και τη μουσική. 

Θα έλεγε λοιπόν κανείς πως η Μουζέτα είναι ιδανικός ρόλος για τη Δανάη Κοντόρα, που επιτέλους επιστρέφει στην πατρίδα της με έναν μεγάλο ρόλο. 

Φωτεινή, ανοικτή και ανεπιτήδευτη, χαμογελαστή, εναλλακτική, με νεανική σπιρτάδα και τατουάζ, αυθόρμητη και δραστήρια στα social media, η Δανάη δεν έχει τίποτα από τη συνήθη πόζα και το attitude των σοπράνο, επιμένει πως δεν έχει καμία διάθεση να υπηρετήσει –εκτός σκηνής– κανέναν ρόλο και χαίρεται πολύ που για πρώτη φορά θα τραγουδήσει μπροστά στη γιαγιά της. 

Δανάη Κοντοβά Μποέμ Facebook Twitter
Θα έλεγε λοιπόν κανείς πως η Μουζέτα είναι ιδανικός ρόλος για τη Δανάη Κοντόρα, που επιτέλους επιστρέφει στην πατρίδα της με έναν μεγάλο ρόλο. Φωτ.: Βαλέρια Ισάεβα

«Προσπαθώ να έρχομαι δύο φορές τον χρόνο για να βλέπω την οικογένειά μου και ειδικά τη γιαγιά μου, που τον Φεβρουάριο γίνεται 99. Ανυπομονώ να με ακούσει. Μέχρι σήμερα τής δείχνω συνεχώς βίντεο, γιατί μην ξεχνάμε πως ό,τι έχω κάνει το έχω κάνει στο εξωτερικό. Μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον όπου ήταν πολύ έντονη η παρουσία της κλασικής μουσικής, διότι η μητέρα μου τη λάτρευε και πάντα θυμάμαι να ξυπνάω ή να τρώω πρωινό και από κάπου να ακούγονται άριες. Μου έκανε τρομερή εντύπωση πώς γίνεται να αλλάζει τόσο ο ήχος της φωνής όταν μιλάμε και όταν τραγουδάμε. Με μάγευε η τοποθέτηση της φωνής, το γεγονός ότι το σώμα ολόκληρο γίνεται ένα ηχείο το οποίο αναβλύζει έναν εντελώς διαφορετικό, πανέμορφο ήχο», λέει σήμερα. 

Κοντά 13 χρόνια τώρα ζει στο εξωτερικό. Σε αυτήν τη φάση, η βάση της είναι το Βερολίνο. «Έχω μετακομίσει απίστευτα πολλές φορές, είμαι εξπέρ. Μπορώ να σου πω όλα τα μυστικά για τις μετακομίσεις. Και κυρίως το βασικό: μην κρατάς πράγματα που δεν χρησιμοποιείς».

Η εκκίνηση της μουσικής της περιπέτειας έγινε στο Μόναχο. Στην Ελλάδα, κακά τα ψέματα, δεν υπήρχε μεγάλη δυνατότητα εξέλιξης. Σήμερα, όμως, επιστρέφει σε έναν οργανισμό που συνομιλεί με τα μεγάλα λυρικά θέατρα της Ευρώπης. «Όταν έφυγα, η καλλιτεχνική σκηνή της όπερας ήταν περιορισμένη και προφανώς στο ωδείο είναι πολύ συγκεκριμένα τα πράγματα που μαθαίνεις. Είχα άλλου τύπου όνειρα: ήθελα να ταξιδέψω, να βγω από τη χώρα όπου μεγάλωσα, να ανακαλύψω και να μάθω νέα πράγματα», θυμάται για τα πρώιμά της σχέδια. 

— Και ήταν όντως έτσι; 
Ήταν απίστευτα. Σχεδόν όλο τον πρώτο χρόνο ξυπνούσα για να πάω στο μάθημα και δεν το πίστευα ότι ήμουν εκεί και ότι είχα πρόσβαση σε όλα αυτά. Ένιωθα σαν να είχε εκπληρωθεί ένα μεγάλο όνειρο. Ακολούθησαν αλλεπάλληλες ακροάσεις, έγινα δεκτή στη Φρανκφούρτη και ξαφνικά, από κει που αγχωνόμουν αν θα βρω κάτι να κάνω, έβλεπα ότι έπρεπε να διαλέξω μεταξύ προτάσεων. Μετά τη Φρανκφούρτη ήρθε η Λειψία, το Βερολίνο, η ζήτηση γινόταν μεγαλύτερη, οι προτάσεις για ακροάσεις και πιθανούς ρόλους άρχισαν να πληθαίνουν, τα συμβόλαια –ειδικά για τον ρόλο της Βασίλισσας της Νύχτας– πολλαπλασιάζονταν και τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους.

— Την περίμενες αυτή την εξέλιξη;
Όχι, καθόλου. Όταν έφυγα από την Αθήνα, είχα τρομερές τεχνικές φωνητικές ελλείψεις. Ήξερα ότι είχα μια φωνή που μπορεί να τραγουδάει ψηλά, και αυτό ήταν όλο. Ήταν μια πρώτη μικρή συντριβή όταν διαπίστωσα πού πραγματικά στεκόμουν τεχνικά. Δούλεψα σαν το σκυλί, και σύντομα όχι μόνο καταλάβαινα την εξέλιξη, αλλά γινόμουν και επιθυμητή. Έπειτα, λοιπόν, προέκυψε ένα άλλο πρόβλημα: δεν αγωνιούσα για το πώς θα πάει το πράγμα, αλλά για το αν θα μπορέσω να αντεπεξέλθω σε όλα όσα συνέβαιναν.

Δανάη Κοντοβά Μποέμ Facebook Twitter
«Προσπαθώ να έρχομαι δύο φορές τον χρόνο για να βλέπω την οικογένειά μου και ειδικά τη γιαγιά μου, που τον Φεβρουάριο γίνεται 99. Ανυπομονώ να με ακούσει». Φωτ.: Βαλέρια Ισάεβα

— Τα νιάτα, έτσι κι αλλιώς, δεν δημιουργούν μια αδηφάγα διάθεση να πούμε σε όλα ναι;
Εγώ είχα ακριβώς το αντίθετο. Ακόμα και όταν μου τηλεφωνούσαν για να αντικαταστήσω μια άρρωστη συνάδελφο, το ένστικτό μου με φρέναρε γιατί δεν ήμουν σίγουρη αν είμαι καλά προετοιμασμένη. Ενστικτωδώς η πρώτη μου αντίδραση είναι να αρνούμαι, να κοντρολάρω και να μην υποκύπτω σε κάτι που γυαλίζει πολύ. Θέλω να κάνω πράγματα, αλλά θέλω να έχει έρθει η ώρα τους.

— Για τη Μουζέτα που θα μας τραγουδήσεις είχε έρθει η ώρα; 
Ναι, ήδη από πέρυσι που έκανα πρεμιέρα στον ρόλο. Μου φαίνεται μια γυναίκα με πολύ προωθημένη σκέψη, καθώς διεκδικεί την ισοτιμία στον έρωτα και δεν αποδέχεται τις σχέσεις που βασίζονται στην ιδιοκτησία της γυναίκας από τον άντρα. Είναι μια γυναίκα της σκηνής, που διεκδικεί τη δυνατότητα να κάνει ό,τι της αρέσει, δεν απολογείται, δεν την νοιάζει, και κυρίως –πράγμα που με γοητεύει πολύ– είναι μια γυναίκα που είναι πολλά πράγματα μαζί: καθοδηγείται από το ένστικτό της, της αρέσει να προκαλεί και συγχρόνως διακατέχεται από ένα αίσθημα ανιδιοτελούς προσφοράς, που της το υπαγορεύει η αλληλεγγύη απέναντι στους όμοιούς της.

— Η «Μποέμ» γιατί αγαπιέται τόσο διαχρονικά; 
Γιατί εστιάζει με ρεαλισμό στις καθημερινές δυσκολίες και τα πάθη των απλών ανθρώπων. Παρόλο που οι συνθήκες έχουν αλλάξει, οι θεατές εξακολουθούν να ταυτίζονται με την ένδεια, τις δυσκολίες πληρωμής του ενοικίου, την αγορά φαρμάκων ή τη θέρμανση του σπιτιού. Ταυτόχρονα, η έμφαση στη δύναμη της φιλίας, η αλληλεγγύη μεταξύ των χαρακτήρων και το χιούμορ που διατηρούν μπροστά στη φτώχεια και τις δυσκολίες προσδίδουν στο έργο μια διαχρονική γοητεία. Η «Μποέμ» δεν απευθύνεται μόνο στο μυαλό αλλά κυρίως στην καρδιά.

— Σε αγχώνει όταν τοποθετείσαι απέναντι στις μεγάλες φωνές που αναμετρήθηκαν με τους ίδιους ρόλους; 
Όλοι έχουμε περάσει από το στάδιο της σύγκρισης. Από τη στιγμή, δε, που υπάρχει το ίντερνετ, αυτή η σύγκριση μπορεί να σε διαλύσει. Και εγώ για χρόνια έπεφτα, ή και ακόμα πέφτω, σε αυτήν τη λούμπα, να ακούσω ή να δω πώς το έκαναν οι μεγάλες τραγουδίστριες. 

Έχω όμως μια αρχή: ακούω δυο-τρεις ερμηνείες από γνωστούς τραγουδιστές και μετά τα κλείνω όλα και δουλεύω τον ρόλο όπως νομίζω, για να αρχίσει σιγά-σιγά να δημιουργείται μέσα μου η δική μου μείξη πραγμάτων. Όμως η ωριμότητα κατακτιέται με τα χρόνια. Όπως είχε πει και ο Miles Davis, «έπρεπε να παίξω πολλά χρόνια για να καταφέρω να παίξω όπως εγώ».  

Από την άλλη, πρέπει να καταλαβαίνουμε ότι η ερμηνεία είναι μια συνθήκη μοναδική. Ό,τι και να ακούσεις σε κάποιο CD, αυτό που συμβαίνει στη σκηνή τη στιγμή που στεκόμαστε ο ένας δίπλα στον άλλον είναι κάτι που δεν θα υπάρξει ποτέ ξανά με τον ίδιο τρόπο, όσες φορές κι αν το επαναλάβουμε. Ας εγκαταλείψουμε, λοιπόν, όσο πιο σύντομα γίνεται, τον δρόμο της σύγκρισης, γιατί μόνο να ακυρώσει τη δημιουργικότητά μας μπορεί.

Δανάη Κοντοβά Μποέμ Facebook Twitter
Φωτ.: Γιάννης Αντώνογλου

— Υπάρχει όμως και η Κάλλας. Άλλο ένα τοτέμ πάνω από τα κεφάλια των σοπράνο. 
Νομίζω «Τόσκα» δεν θα τολμήσω ποτέ να κάνω με τόσες φορές που έχω ακούσει το «Vissi d' arte» από τη Μαρία Κάλλας. (γελάει)  

— Τι έχει αλλάξει εντελώς από την εποχή της και τι παραμένει ίδιο; 
Πόσο πηγαία και πόσο αβίαστα έβγαινε από μέσα της αυτή η συγκλονιστική φωνή. Αυτό είναι που δεν έχει αλλάξει από τότε για μένα: μπορεί στις μέρες μας η τεχνική να είναι απολύτως υπολογίσιμη –καμιά φορά περισσότερο από οτιδήποτε–, αλλά οι καλλιτέχνες που καταφέρνουν να βρουν τη δική τους προσωπικότητα –ασχέτως αν είναι τεχνικά άρτιοι– είναι εκείνοι που θέλει να δει το κοινό. Στο τέλος της μέρας αυτό μετράει: ποιος συγκινεί περισσότερο τον κόσμο.

— Η «νομαδική» ζωή που κάνεις ως λυρική τραγουδίστρια σου αρέσει; 
Τρομερά! Δεν μπορώ να θυσιάσω την αίσθηση του ταξιδιού, τις γνωριμίες με νέους μαέστρους και τραγουδιστές για χάρη της σταθερότητας. Παλιότερα οι τραγουδιστές έμεναν πολλά χρόνια σε ένα θέατρο, εγώ αντιθέτως προτιμώ το free lance. Αγαπώ τη νομαδική ζωή, μέσα από την οποία χτίζω μικρές ενότητες ζωής παντού. Από τη Γένοβα και τη Βιέννη, το Λονδίνο και το Ελσίνκι, το Εδιμβούργο και το Βερολίνο μέχρι το Μόναχο και τη Δρέσδη. 

— Τι σου έχει διδάξει αυτή η «κινητικότητα»;
Το πόσο σπουδαίο είναι να καταλαβαίνεις αυτό που ζεις και να το γλεντάς την ώρα που συμβαίνει. Να μη φεύγεις από μια πόλη έχοντας χάσει τη στιγμή και εκ των υστέρων να λες «αχ, τι ωραία που ήταν». Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι είμαστε μόνο οι επιτυχίες μας. Προφανώς την ώρα που συμβαίνει κάτι καλό νιώθω ότι είμαι on top of the world, αλλά προφανώς και θα ξανασυγχυστώ, θα ξαναστεναχωρηθώ, θα ξαναέχω αγωνία πριν ανέβω στη σκηνή, θα υπάρξουν ξανά στιγμές που δεν θα μου δώσουν τον ρόλο για τον οποίο πέρασα από ακρόαση, θα ξανανιώσω αμφιβολίες για τη φωνή ή την πορεία μου.

Δανάη Κοντόρα Μποέμ Facebook Twitter
Νίκος Κοτενίδης και Δανάη Κοντόρα επί σκηνής. Φωτ.: Γιάννης Αντώνογλου

— Στην καθημερινότητά σου τραγουδάς; 
Ναι, φυσικά, και μάλιστα σε περιόδους που νιώθω μπλοκαρισμένη ξεδίνω με καραόκε στο παιδικό δωμάτιο με την αδελφή μου. Έτσι, θυμάμαι πόσο ωραίο είναι να εκφράζεσαι με το τραγούδι. Επίσης, χορεύω πάρα πολύ. Μη φανταστείς ότι τραγουδάω όπερα στους δρόμους. Μου αρέσουν πάρα πολύ τα τραγούδια της Δανάης Στρατηγοπούλου –τα τραγουδάμε με τη γιαγιά μου–, τα ρεμπέτικα που πάντα με δονούν, ο Χατζιδάκις αλλά και κάποια ποπ της Βανδή, που μου θυμίζουν την εφηβεία μου στην Ελλάδα.

— Για τι θα ήθελες να σου κάνουν κομπλιμέντο, για την τεχνική ή για την υποκριτική σου; 
Αναλόγως με το ποιος θα το έκανε. Αν η δασκάλα μου, με την οποία δουλεύω εντατικά την τεχνική, μου έκανε ένα σχετικό κομπλιμέντο, αυτό θα σήμαινε παρά πολλά για μένα. Αντίστοιχα, αν κάποιοι φίλοι μου –που δεν βλέπουν τόσο συχνά όπερα– έβρισκαν κάτι καλό να μου πουν για την ερμηνεία μου, θα ήμουν πολύ χαρούμενη που ό,τι έκανα τούς κράτησε. Το θέμα της κριτικής (θετικής ή αρνητικής) δεν είναι μονοδιάστατο. Έχω πολλούς συναδέλφους που δεν ασχολούνται καθόλου με το τι λέγεται ή γράφεται για εκείνους και συναδέλφους που μια κριτική μπορεί να τους κάνει πανευτυχείς ή απολύτως δυστυχείς. Δεν ανήκω ούτε στη μία ούτε στην άλλη κατηγορία. Κάθε φορά κρίνω αναλόγως. Αυτό όμως που δεν υποτιμώ καθόλου είναι την αίσθηση που αφήνει μια ερμηνεία μου στο μέσο κοινό. 

— Άρα, τι είναι πιο δύσκολο: να συγκινήσεις έναν ειδικό στην κλασική μουσική ή έναν θεατή που έρχεται πρώτη φορά στην όπερα;
Εξαρτάται με τι διάθεση φτάνει ο καθένας στην αίθουσα. Όταν συγκινείς κάποιον που δεν έχει ιδέα, έχεις τη δυνατότητα να τον κερδίσεις γενικά ως θεατή και να αγαπήσει την όπερα. Αυτό έχει τρομερή αξία.

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την όπερα «Μποέμ» εδώ

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ο βασιλιάς της Όπερας λεγόταν Λουτσιάνο, ήταν προληπτικός, ανοικονόμητος, ανεπανάληπτος

Πέθανε Σαν Σήμερα / Ο βασιλιάς της Όπερας λεγόταν Λουτσιάνο, ήταν προληπτικός, ανοικονόμητος, ανεπανάληπτος

Στις 6 Σεπτεμβρίου του 2007 σιγεί για πάντα η πιο υπέροχη φωνή που πέρασε από τα λυρικά θέατρα τον 20ό αιώνα και έμεινε στην ιστορία με το όνομα Λουτσιάνο Παβαρότι
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
ΝΑΝΤΙΝ ΣΙΕΡΡΑ

Μουσική / Ναντίν Σιέρρα: «Δεν θα ήθελα η προσωπική μου ζωή να μοιάζει με της Κάλλας»

Μία από τις διασημότερες και πολυβραβευμένες Αμερικανίδες σοπράνο μιλά για τις γυναίκες που τη διαμόρφωσαν και επηρέασαν την πορεία της λίγο πριν ερμηνεύσει τη Βιολέτα στην «Τραβιάτα» του Βέρντι, στο Ηρώδειο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Με Μαρμαρινό, Κουρεντζή, Ράσσε, Mouawad και Ζυλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Πολιτισμός / Μαρμαρινός, Κουρεντζής, Ράσε, Mouawad και Ζιλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Καλλιτέχνες με ιστορικό ίχνος στην Επίδαυρο θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους δίπλα σε ξένους και άλλους Έλληνες δημιουργούς, ενώ στις 19 Ιουλίου θα ακούσουμε την ορχήστρα Utopia υπό τη διεύθυνση του Θ. Κουρεντζή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει τον εαυτό του;      

Θέατρο / Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει επιτυχημένα τον εαυτό του;      

«Αν θες να αναμετρηθείς με κάτι, αν θες να πας στην ουσία, πρέπει να πονέσεις» – Κριτική για την πολυσυζητημένη παράσταση «Merde!» των Βασίλη Μαγουλιώτη και Γιώργου Κουτλή στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ο Γιάννος Περλέγκας βρίσκει τη χαρά της δημιουργίας στη φλόγα για συνύπαρξη

Θέατρο / «Έχω νιώσει ακατάλληλος και παρωχημένος δεινόσαυρος μέσα στο θεατρικό τοπίο που αλλάζει»

Με αφορμή το έργο του Μπέρνχαρντ «Η δύναμη της συνήθειας», ο Γιάννος Περλέγκας μιλά με ταπεινότητα και πάθος για το θέατρο, με το οποίο συνεχίζει να παλεύει και που διαρκώς τον νικά. Αυτό, όμως, είναι που τον κρατά ζωντανό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Άρης Χριστοφέλλης

Όπερα / «Ακόμα και όσοι θαυμάζουν σχεδόν ειδωλολατρικά την Κάλλας, λίγα γνωρίζουν για την τέχνη της»

Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, επιστημονικός σύμβουλος του ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας», εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η θρυλική σοπράνο παραμένει μια ανυπέρβλητη καλλιτέχνιδα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Θέατρο / Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Ποια είναι τα προσωπικά της στοιχήματα και ποιες είναι οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια του Εθνικού - η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει αυτή τη θέση από το 1994.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η Κληρονομιά μας, ένα πανόραμα της και της ιστορίας των γκέι ανδρών

Θέατρο / «Η κληρονομιά μας»: Η ιστορία της gay κοινότητας γίνεται ένα συγκινητικό θεατρικό έργο

Ο Γιάννης Μόσχος σκηνοθετεί το έργο του Αμερικανού συγγραφέα Μάθιου Λόπεζ, ένα έργο με αφετηρία την γκέι ζωή που αφορά την αγάπη και την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων, είτε ομόφυλες είτε ετερόφυλες, τα όνειρα, τους φόβους και τα ματαιωμένα σχέδια. 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια απρόβλεπτη συζήτηση για τη σεξουαλικότητα με τη Γαλήνη Χατζηπασχάλη

Θέατρο / Γαλήνη Χατζηπασχάλη: «Δεν μιλάμε για τα σεξουαλικά βοηθήματα κι ας πουλιούνται εκατομμύρια δονητές»

Πρωταγωνιστεί στο «Στο διπλανό δωμάτιο ή το έργο του δονητή», μια παράσταση που φωτίζει το πώς, ακόμη και σήμερα, δυσκολευόμαστε να μιλήσουμε ανοιχτά για το σεξ. Με αφορμή το έργο, κάναμε μια απρόβλεπτη συζήτηση με την αγαπημένη ηθοποιό για τα ταμπού, την εμμηνόπαυση και τη γυναικεία σεξουαλική χειραφέτηση.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

Θέατρο / Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

Mια επιμελής εικονογράφηση του μπρεχτικού αριστουργήματος εκτυλίσσεται ενώπιόν μας, χωρίς να δονείται από καμία εσωτερική αναγκαιότητα - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση που σκηνοθετεί ο Στάθης Λιβαθινός.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Βαρόνος “Φ”»: Ένας καταχρεωμένος «ευγενής» σε μια τρελή κωμωδία εξαπάτησης

Θέατρο / Ένας καταχρεωμένος «ευγενής» σε μια τρελή κωμωδία εξαπάτησης

Πιάνοντας το νήμα από την ιδέα μιας καυστικής κωμωδίας ηθών του 1870 που μιλά για την απάτη, η ιστορία ενός ψευτοευγενούς στην παράσταση «Βαρόνος “Φ”» φτάνει στη σύγχρονη υποκρισία και στον εαυτό που θέλουμε να δείχνουμε στην κοινωνία.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το ΜΑΜΙ είναι ένα ποίημα για τις ζωές των γυναικών

Θέατρο / «ΜΑΜΙ»: Εικόνες από τη ζωή μιας μητέρας

Το ποιητικό σύμπαν του 26χρονου σκηνοθέτη που μας μάγεψε με το «Goodbye Linditta», εστιάζει αυτήν τη φορά στην ιστορία μιας γυναίκας μέσα από τα μάτια ενός αγοριού που δεν θέλει να τη θεοποιήσει αλλά να την παρατηρήσει.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
O Τομά Ζολί στην Αθήνα: Ποιος είναι ο προκλητικός, ανατρεπτικός τελετάρχης των Ολυμπιακών Αγώνων

Θέατρο / O Τομά Ζολί στην Αθήνα: Ποιος είναι ο προκλητικός, ανατρεπτικός τελετάρχης των Ολυμπιακών Αγώνων

Ο πολυσυζητημένος σκηνοθέτης της τελετής έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού, που έγινε διάσημος για τις φιλόδοξες, μεγαλειώδεις παραστάσεις του, πιστεύει απόλυτα στη μαγική δύναμη του θεάτρου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Αντικείμενα»: Μια παράσταση για τη υπόθεση των αδερφών Παπέν

Θέατρο / Μια παράσταση για τις εξουσιαστικές σχέσεις και ένα φρικτό έγκλημα

Στην παράσταση «Αντικείμενα», ο Γιάννης Αποσκίτης, ο Γιώργος Κατσής και ο Πάνος Παπαδόπουλος αφηγούνται με ένα δικό τους πρωτότυπο έργο μια ιστορία που κρύβεται στην υπόθεση των αδερφών Παπέν, αλλά δεν έχει ακόμα γραφτεί.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Σπύρος A. Ευαγγελάτος: Μια μεγάλη διαδρομή

Πέθανε Σαν Σήμερα / Σπύρος A. Ευαγγελάτος: Μια μεγάλη διαδρομή στο ελληνικό θέατρο

Το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης κυκλοφόρησε έναν τόμο 535 σελίδων, αφιερωμένο στον σπουδαίο σκηνοθέτη, φιλόλογο, συγγραφέα και ακαδημαϊκό που άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ