«Τότε... στην πιο άγρια περίοδο της νεοελληνικής ιστορίας, με τον Εμφύλιο να παραμονεύει, μέσα σ' ένα ζοφερό σκηνικό απηνών διώξεων και ατέρμονου φόβου, ο Οκτάβιος Μερλιέ, φιλέλληνας, διευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου, σε συνεργασία με τον γενικό γραμματέα Ροζέ Μιλλιέξ, διαβλέποντας τις δυσοίωνες πολιτικές εξελίξεις, χρησιμοποίησαν τον θεσμό των υποτροφιών του γαλλικού κράτους για να φυγαδεύσουν στο Παρίσι το πιο ρωμαλέο κομμάτι της ελληνικής νεολαίας. Τότε… ένα καράβι αναχώρησε από τον Πειραιά και πήρε μαζί του νέους Έλληνες επιστήμονες και καλλιτέχνες για να τους γλιτώσει από τη “λευκή τρομοκρατία” που κάλυψε σαν πυκνό σύννεφο τη χώρα μετά τα Δεκεμβριανά. Τότε… εκείνη η ομάδα “επιλέκτων”, που αργότερα θα χαρακτηρίζονταν η πνευματική ελίτ της Ελλάδας, αναζήτησε διέξοδο από το τότε αβίωτο ελληνικό παρόν. Τότε... εκείνοι οι νεαροί με την ανήσυχη σκέψη σώθηκαν, και βρίσκοντας πεδίο πρόσφορο για τις αναζητήσεις τους άφησαν το σημάδι τους στο πεδίο της σκέψης, της επιστήμης, των γραμμάτων και των τεχνών σε όλη την Ευρώπη.
Αυτά. Τότε...»…
Με αυτά τα λόγια ξεκινά το έργο «Ματαρόα στον ορίζοντα», η φιλόδοξη νέα παραγωγή της Εναλλακτικής Σκηνής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής σε συμπαραγωγή με το Εθνικό Θέατρο, σύλληψη και σκηνοθεσία Θοδωρή Αμπαζή και μουσική Νίκου Κυπουργού και Θοδωρή Αμπαζή. Είναι η πρώτη σύμπραξη αυτών των δύο φορέων σε μια νέα παράσταση μουσικού θεάτρου, μια νέα μουσικοθεατρική μυθοπλασία, εμπνευσμένη από τα ιστορικά γεγονότα και τη σχέση τους με το σήμερα, που θα παρουσιαστεί στην Εναλλακτική Σκηνή της Εθνικής Λυρική Σκηνής στο ΚΠΙΣΝ από τις 14 Δεκεμβρίου 2024 και για είκοσι μία παραστάσεις, έως και τις 12 Ιανουαρίου 2025.
Στο σημείο αναχώρησης οι άνθρωποι κοιμούνται, όπως θα συμβεί πολλές φορές να κοιμάται και μια άλλη γενιά. Έτσι ξεκινάει το έργο. Και για μεγάλο διάστημα βλέπουμε διάφορα γεγονότα που συνδέονται όσο οι άνθρωποι ξυπνάνε με την αγωνία αν ήρθε ή όχι το πλοίο.
Το νέο ποιητικό κείμενο της Έλσας Ανδριανού αποτελεί τη γόνιμη πρώτη ύλη για τη δημιουργία πολυεπίπεδων σκηνικών συνθέσεων, όπου λόγος, μουσική και σκηνική δράση συνυπάρχουν ισάξια, συνεισφέροντας από κοινού στην αφήγηση. Το κείμενο αυτό έδωσε και την αφορμή για τη συνεργασία δυο συνθετών, κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά και, όπως παρατηρεί στο πρόγραμμα της παράστασης ο συνθέτης Χαράλαμπος Γωγιός, «με δεδομένη τη διακριτότητα των καλλιτεχνικών προσωπικοτήτων των δημιουργών του, είναι αξιοσημείωτη η ομοιογένεια της σύνθεσης. Αυτό δεν σημαίνει πως το εκφραστικό φάσμα των μουσικών χειρονομιών δεν είναι εξαιρετικά ευρύ. Για την ακρίβεια, αυτό που πρωτίστως χαρακτηρίζει τη μουσική προσέγγιση του έργου είναι το γεγονός ότι, ακριβώς όπως ο Αμπαζής δεν ξεχωρίζει εδώ από τον Κυπουργό, έτσι και τα τυπικά μουσικά στοιχεία δεν διακρίνονται από τα μη μουσικά».
Λίγο πριν από την πρόβα ο Θοδωρής Αμπαζής και ο Νίκος Κυπουργός με ξεναγούν στον σκηνικό χώρο, την προβλήτα ενός λιμανιού, μια θάλασσα από αμέτρητα σημαιάκια, όπου οι ήρωες του έργου, επίδοξοι ταξιδιώτες ενός νέου Ματαρόα, δεν σταματούν να τραγουδούν, να χορεύουν, να παίζουν τα μουσικά τους όργανα και να ονειρεύονται, παλεύοντας παράλληλα με τις αντιφάσεις και το βάρος της μετεμφυλιακής κληρονομιάς και της νεότερης ευρωπαϊκής εμπειρίας τους.
«Το έργο είναι κυρίως εμπνευσμένο από το υλικό που έχει μαζέψει εδώ και χρόνια η Ελίτα Κουνάδη και είχαν την πρωτοβουλία με τον Νίκο να επανεξετάσουμε το θέμα του Ματαρόα», λέει ο Θοδωρής Αμπαζής. «Η Έλσα έγραψε ένα σύγχρονο έργο σύγχρονων ταξιδιωτών που θα θέλανε ή ψάχνουν ή προσπαθούν να βρούνε το δικό τους Ματαρόα. Βρίσκονται σε μια προβλήτα και περιμένουν, όπως όλοι μας, τη σωτηρία από κάποιο Ματαρόα που θα έρθει χωρίς να ξέρουμε πού θα μας πάει, γιατί πια δεν υπάρχει η γη της επαγγελίας όπου θα πάμε, θα προοδεύσουμε και θα γίνουμε σημαντικοί».
Σε αυτό το σημείο αναχώρησης οι άνθρωποι κοιμούνται, όπως θα συμβεί πολλές φορές να κοιμάται και μια άλλη γενιά. Έτσι ξεκινάει το έργο. Και για μεγάλο διάστημα βλέπουμε διάφορα γεγονότα που συνδέονται όσο αυτοί οι άνθρωποι ξυπνάνε με την αγωνία αν ήρθε ή όχι το πλοίο. Σε αυτό το έργο όσα συμβαίνουν είναι οργανωμένα μουσικά, κάθε συλλαβή, κάθε χειρονομία, τα πάντα. Είναι μια χορογραφία από την αρχή μέχρι το τέλος. Ο θεατής βλέπει διάφορα επεισόδια που διαδραματίζονται ενώ εμφανίζεται και ένας άνθρωπος από το πουθενά, ένας πραγματικός επιβάτης του τότε Ματαρόα, που βάζει τα πράγματα λίγο στη θέση τους. Τους μιλά για την πολιτική διάσταση του Ματαρόα, για το παρελθόν και τη σημασία του παρελθόντος στις αποφάσεις που παίρνουμε, για το πόσο ανιστόρητη είναι μια ολόκληρη γενιά που δεν ξέρει σημαντικά πράγματα ώστε να μπορεί να πάρει σωστές αποφάσεις και να προχωρήσει, για το πόσο η Ιστορία, ενώ θα έπρεπε, δεν μας διδάσκει. Και εκεί αλλάζουν όλα.
«Δεν ήταν μια κρουαζιέρα το Ματαρόα, δεν ήταν ένα ωραίο ταξίδι, προέκυψε. Στο τέλος οι ταξιδιώτες πηγαίνουν σε ένα Ματαρόα και έρχονται αντιμέτωποι με την απόφαση να πάνε μπροστά ή πίσω. Και φέρνουμε με έναν τρόπο στο προσκήνιο και την άλλη μεριά της Ιστορίας, τη σύγκρουση που προϋποθέτει η απόφαση ποιος ανεβαίνει και ποιος όχι στο πλοίο, κάτι που νομίζω πως γίνεται πρώτη φορά», λέει ο Θοδωρής Αμπαζής. Οι δυο δημιουργοί συμφωνούν ότι το έργο είναι σαν την Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, μιας Ελλάδας που έχει αφήσει το παρελθόν της πίσω και περιμένει κάποιο πλοίο να έρθει να την πάρει κάθε φορά. Υπάρχει μια ευκαιρία στο τέλος του έργου, όπως μου λένε, «αυτό το παρελθόν επιτέλους να συνομιλήσει, να αναδυθεί, να ακούσουμε πράγματα που κι εμείς έχουμε αφήσει στην άκρη και ποτέ δεν τα συζητάμε. Δηλαδή όλες αυτές τις εκκρεμότητες του παρελθόντος μας, τις οποίες απλώς έχουμε αποσιωπήσει. Οπότε εδώ πρόκειται για μια συνάντηση της Ιστορίας, του παρελθόντος, όταν πια το παρόν έχει βρεθεί μπροστά στο δίλημμα αν θα μπει ή όχι στο πλοίο».
Το έργο είναι οργανωμένο με πολλή μουσική και τραγούδια. Αν στο θέατρο καλούμαστε να παρακολουθήσουμε την πλοκή, εδώ βλέπουμε τη μουσική αφήγηση, εικόνες που έχουν τέτοια μουσική ποιότητα και διάνοια που από μόνες τους δημιουργούν μια παράλληλη δραματουργία· είναι δραματουργικά οργανική, ένα κονσέρτο για δώδεκα ηθοποιούς και πέντε μουσικούς.
«Αυτό που έχει σημασία είναι ότι επειδή το κείμενο είναι τόσο ανοιχτό και τόσο πυκνό συγχρόνως και επειδή το θέμα είναι διαχρονικό και παγκόσμιο γεννά ιδέες, ανοίγει ορίζοντες ώστε να προσεγγιστεί με πάρα πολλούς τρόπους, και μουσικά», λέει ο Νίκος Κυπουργός. «Βλέπουμε και τη σημερινή διάσταση, πώς αυτοί οι νέοι σε πολλές περιοχές του πλανήτη αναζητούν μια διαφυγή, θέλουν από κάτι να ξεφύγουν. Θέλουν να πάνε στην Ευρώπη, μόνο που η Ευρώπη σήμερα δεν είναι αυτό που ήταν τότε, π.χ. η Γαλλία ήταν ένας πνευματικός φάρος. Ερχόμαστε να εξετάσουμε και να νιώσουμε αυτό το "κολλήσαμε σε ένα σημείο μεταξύ" που ακούγεται σε μια ατάκα του έργου. Ωστόσο, ακόμα κι έτσι, το έργο δεν είναι μια προσπάθεια να συμπονέσουμε μια καταδικασμένη γενιά. Υπάρχει ελπίδα, όπως και ένας τρόπος, ακόμα και μέσα μας, να ξεφύγουμε».
Ο Νίκος Κυπουργός και ο Θοδωρής Αμπαζής θεωρούν τη σύμπραξη Λυρικής και Εθνικού μια σημαντική στιγμή, μια ελπιδοφόρα συνεργασία που υποστηρίζεται από μια ομάδα ερμηνευτών με απίστευτη ακρίβεια, οι οποίοι αναπνέουν μαζί με τους μουσικούς και λειτουργούν αρμονικά. Όπως υποστηρίζουν, αυτό μοιάζει με πολιτική πράξη σήμερα, σε μια εποχή που η ακρίβεια είναι υποτιμημένη και η ομαδική δουλειά είναι σαν μια πράξη αλληλεγγύης και αλληλοκατανόησης· φτάνει στον πυρήνα του έργου που θέλει όχι μόνο να πει μια ιστορία αλλά και να ξαναδιαβάσει τις αποσιωπήσεις της, αυτό που οφείλει να κάνει ένας καλλιτέχνης σήμερα. «Είμαστε τυχεροί που έχουμε την πολυτέλεια να κάνουμε ακριβώς αυτήν τη δουλειά που θέλουμε, να δουλεύουμε σε μια μικρή φόρμα συγκεκριμένα, με τρομερή προσήλωση και ακρίβεια», λένε.
Είναι σπάνιο να συνεργάζονται δυο συνθέτες σε μια παράσταση, να γράφουν μουσική μαζί.
«Εν τέλει, ναι, συναντηθήκαμε εδώ, μαζί» λέει ο Νίκος Κυπουργός. «Είχαμε συνεργαστεί στο παρελθόν, αλλά ήταν μεγάλη πρόκληση η ιδέα να συνεργαστούμε και ως συνδημιουργοί, να γράψουμε από κοινού τη μουσική για το "Ματαρόα στον ορίζοντα". Και βαλθήκαμε να αποδείξουμε τελικά ότι δυο συνάδελφοι-συνθέτες μπορούν να συνεργαστούν χωρίς να βγάζει ο ένας τα μάτια του άλλου. Ο Θοδωρής, ως συνθέτης, γράφει, ενορχηστρώνει (όχι μόνο τα δικά του), κάνει την οργάνωση των φωνών, τη μουσική διδασκαλία. Και ως σκηνοθέτης στήνει ένα έργο-παρτιτούρα, ενοποιώντας τους δυο κόσμους. Δεν συναντάς συχνά έναν καλό συνθέτη που να είναι και καλός σκηνοθέτης κι αυτό φαίνεται στις πρόβες με τους ηθοποιούς και τους μουσικούς που εμπιστεύονται, εμπνέονται και αφοσιώνονται».
Ένα Ματαρόα μάς περιμένει όλους σε μια προβλήτα. Η αμφίβολη έξοδος από τις τραυματικές μνήμες του παρελθόντος και το δυστοπικό παρόν μπορεί για άλλους να είναι ονειρική, για άλλους αναγκαία, άβολη ή μάταιη για κάποιους. Κληρονόμοι της ήττας ενός παλιού κόσμου, ελπίζουμε σε ένα ταξίδι προς ένα λυτρωτικό μέλλον, σε μια ουτοπία που δεν υπόσχεται τίποτα. Υπάρχει ακόμα Γη της Επαγγελίας, αλλά ποιοι είναι αυτοί που θα επιβιβαστούν στην κιβωτό της ελευθερίας;