Τα τρένα που περνούν (και δεν ξαναγυρνούν)

Τα τρένα που περνούν (και δεν ξαναγυρνούν) Facebook Twitter
Μια ατελείωτη σειρά μικρών και μεγάλων εξομολογήσεων ολοκληρώνει τον χρόνο παραμονής της Λουκίας στο loft του Μιχάλη. Φωτ.: Χρήστος Συμεωνίδης
0

Πρώτα η μάνα, στη συνέχεια η «κολλητή», μετά ο πρώην, και τελευταίο το «μικρό»: όπως τα φαντάσματα των Χριστουγέννων –αλλοτινών, τωρινών και μελλοντικών– επισκέπτονται τον γέρο Σκρουτζ του Ντίκενς για να του διδάξουν ένα πολύτιμο μάθημα, έτσι και οι τέσσερις αυτοί ήρωες του Γεράσιμου Ευαγγελάτου επισκέπτονται τον Μιχάλη στο μοδάτο loft του, λίγες μέρες προτού ο κεντρικός ήρωας γίνει σαράντα πέντε ετών.

Άρτι αφιχθείσα από την κυριακάτικη Λειτουργία, σκαστή από τον σύζυγό της, η Μητέρα εισβάλλει μ’ ένα ποτήρι φυσικό χυμό στο χέρι και πολλά αφύσικα ερωτήματα στα χείλη. Γιατί έχεις κόκκινα μάτια; Γιατί δεν ξέρω τους φίλους σου; Γιατί δεν πουλάς αυτήν εδώ την τρώγλη; Γιατί δεν τα φτιάχνεις με τη Λουκία; Εξοικειωμένος με το ανακριτικό στυλ της, ο Μιχάλης παραμένει ψύχραιμος και ασυγκίνητος σε όλες τις επιθέσεις νοιαξίματος που εκείνη εξαπολύει εναντίον του. «Μεγαλώνεις και πρέπει να σοβαρευτείς», επιμένει η εισβολέας, «δεν είναι μέρος για σένα αυτό εδώ, σπίτι χωρίς δωμάτια και τοίχους στην ηλικία σου». Αφού ασκήσει κριτική σε κάθε πτυχή της ζωής του –στα μαλλιά του που γκριζάρουν, στo άδειο ψυγείο, στον μοναχικό τρόπο ζωής του–, η συμπαθέστατη μητέρα-κροκόδειλος θ’ ανοίξει για μία ακόμη φορά το λαλίστατο στόμα της, λαχταρώντας να τον καταπιεί. Προσφορές ζεστού παστίτσιου, υπομνήσεις οικογενειακής θαλπωρής, υποσχέσεις για αγορά ευρύχωρου διαμερίσματος στο Παγκράτι –στην ίδια πολυκατοικία όπου διαμένει εκείνη–, δεν υπάρχει δόλωμα που θα μείνει αναξιοποίητο προκειμένου να παρασυρθεί ο γιόκας της στη φωλιά της – έστω δύο ορόφους παρακάτω. Πάνω απ’ όλα, του λέει φεύγοντας, «θέλω να είσαι καλά, να μη σε νιώθω μόνο σου και λυπημένο»...  

Με τις λέξεις εγκλωβισμένες στην πρώτη, την κυριολεκτική, σημασία τους, κάθε προοπτική πολυσημίας και βάθους εξαλείφεται ριζικά από το κείμενο: χωρίς παιχνίδι με το «αλλού», το νόημα πλήττει, μικραίνει, μαραζώνει θανάσιμα.

Η αποχώρηση της Μητέρας προσφέρει το τερέν στη Λουκία, την παιδιόθεν κολλητή φιλενάδα, που επισκέπτεται κι αυτή τον Μιχάλη εις αναζήτηση παρηγοριάς. Η έφηβη κόρη που διεκδικεί διακοπές, ο άφαντος πρώην σύζυγος με τις τσέπες σφιχτές, τα προβλήματα στη δουλειά, σχέδια εκδοτικά («κάτι φρέσκο, κάτι με άποψη... conceptual φωτογραφίσεις, αντισυμβατικές συνεντεύξεις, απρόβλεπτες συναντήσεις»), ο γκόμενος που της είπε ότι κάνει «σαν τη μάνα του», η μεγάλη απόφαση («τέρμα τα τσογλάνια»), η αναπόληση των άγριων καλοκαιριών της νεότητας («θυμάσαι πόσο γαμάτοι ήμασταν;»), η φιλία τους ως σανίδα σωτηρίας στους ωκεανούς μοναξιάς που τους περιμένουν στα ογδόντα («εμείς οι δύο μαζί θα γεράσουμε, γιατί μόνο εγώ σε καταλαβαίνω και μόνο εσύ με καταλαβαίνεις»), μια ατελείωτη σειρά μικρών και μεγάλων εξομολογήσεων ολοκληρώνουν τον χρόνο παραμονής της Λουκίας στο loft του Μιχάλη, ο οποίος παραμένει μπλαζέ και δηλώνει συνοπτικά: «Τους βαριέμαι όλους». 

Τα τρένα που περνούν (και δεν ξαναγυρνούν) Facebook Twitter
«Ζήσε τη ζωούλα σου όπως θες», λέει ο χαριτωμένος νεαρός στον μπλοκαρισμένο Μιχάλη, ανοίγοντας έτσι, με την αθωότητά του, μια φευγαλέα χαραμάδα φωτός μέσα στον ζόφο. Φωτ.: Χρήστος Συμεωνίδης

Εξαίρεση ως προς αυτό φαίνεται να αποτελεί ο Γιάννης, η μοναδική μακροχρόνια σχέση της ζωής του, που έρχεται κι αυτός να χτυπήσει την πόρτα του σήμερα. «Έχεις κάνει εξετάσεις τελευταία; Να πας για τσεκάπ, μεγαλώνεις», είναι το πρώτο που εκστομίζει ετούτο το φάντασμα του παρελθόντος. Όπως αποκαλύπτεται, ο τριανταπεντάχρονος πρώην όχι μόνο μετακομίζει μόνιμα στην Κύπρο μαζί με τον σύντροφό του, τον Θοδωρή, αλλά οι δυο τους ετοιμάζονται να παντρευτούν μέσα στο καλοκαίρι. Άλαλα τα χείλη των ασεβών, εν προκειμένω του Μιχάλη, που δυσκολεύεται να πιστέψει ότι ο Γιάννης πήρε τέτοια απόφαση: «Μαλάκα, τι έχετε πάθει όλοι; Τι γάμοι και σύμφωνα και οικογένειες μου λέτε ένας-ένας; Εμείς αυτά τα κοροϊδεύαμε, το ξέχασες; Δε γίνεται να 'χετε ξεχάσει πόσο ξερνούσαμε με όλ’ αυτά: λοβοτομή σας έκαναν;». 

Ανένδοτος ο Γιάννης, υπερασπίζεται με πάθος την επιλογή του, πεπεισμένος για την ενδεδειγμένη σειρά των πραγμάτων: «Να μεγαλώσουμε μαζί. Να ταξιδέψουμε μαζί. Να γεράσουμε μαζί. Να βγούμε στη σύνταξη μαζί», ορίστε τα ζητούμενα της επικείμενης γαμήλιας ένωσης. Στο κάτω κάτω, «είναι γελοίο να νομίζεις ότι μπορείς να συνεχίσεις να είσαι είκοσι χρονών σε όλη σου τη ζωή... Κάτι πρέπει να γίνει! Κάπως να πάει παραπέρα! Δεν κουράστηκες να ζεις τη μέρα της μαρμότας;», ρωτάει εμφατικά τον Μιχάλη, λίγο προτού εξαπολύσει εναντίον του την ultra φράση-μπαμπούλα όλων των εποχών, την υπαρξιακή βόμβα μεγατόνων, σχεδιασμένη να επαναφέρει στην τάξη ακόμη και τις πιο τολμηρές, ανυπότακτες ψυχές: «Θα γεράσεις μόνος σου!». 

Τα τρένα που περνούν (και δεν ξαναγυρνούν) Facebook Twitter
Η ανακουφιστική κωμική φρεσκάδα του ηθοποιού Γιάννη Τσουμαράκη στον ρόλο του δεκαεννιάχρονου αγοριού που επισκέπτεται τον Μιχάλη για λίγο σεξ εξασφαλίζει μια προσωρινή διαφυγή από την μπαναλιτέ των προτηγανισμένων συναντήσεων που προηγήθηκαν. Φωτ.: Χρήστος Συμεωνίδης

Στη μεγαλύτερη διάρκεια της παράστασης, η επέλαση των κλισέ μοιάζει ατελείωτη. Το άλλοθι της αληθοφάνειας (ότι, δηλαδή, «έτσι μιλάνε οι άνθρωποι»), ένας άψυχος, επιδερμικός «ρεαλισμός», δεν αρκεί για να απαλύνει την αβάσταχτη φτώχεια της γλώσσας που επιστρατεύεται εδώ στην πιο πεζή επικοινωνιακή λειτουργία της. Με τις λέξεις εγκλωβισμένες στην πρώτη, την κυριολεκτική, σημασία τους, κάθε προοπτική πολυσημίας και βάθους εξαλείφεται ριζικά από το κείμενο: χωρίς παιχνίδι με το «αλλού», το νόημα πλήττει, μικραίνει, μαραζώνει θανάσιμα. Το «Μπλε τρένο» που ζωγράφισε ο Μιχάλης στα νιάτα του, σύμβολο της αλλοτινής επιθυμίας του να δραπετεύσει σε χώρες μακρινές, έχει τώρα μετατραπεί σε ένα βουνό από παλιοσίδερα: τετριμμένοι διάλογοι, χιλιοειπωμένες φράσεις, ατάκες-αφορισμοί, «μου θυμίζεις τη μάνα μου» ή «δε θέλω να γίνω η μάνα μου» και άλλα παρεμφερή. Η επανάληψη του οικείου σε σημείο υπερκορεσμού όχι απλώς δεν συνιστά το υλικό της τέχνης, αλλά μας φυλακίζει στο προφανές, το αυτονόητο, το μασημένο. Όσο προσεκτικά κι αν εκπονείται, μια συλλογή από γενικότητες δεν παράγει ποτέ μοναδικότητες. 

Από την καταδίκη αυτή ξεφεύγουμε μονάχα στο τελευταίο από τα τέσσερα επεισόδια, εκεί όπου η κυριαρχία του (πετυχημένου) χιούμορ, καθώς και η ανακουφιστική κωμική φρεσκάδα του ηθοποιού Γιάννη Τσουμαράκη στον ρόλο του δεκαεννιάχρονου αγοριού που επισκέπτεται τον Μιχάλη για λίγο σεξ εξασφαλίζει μια προσωρινή διαφυγή από την μπαναλιτέ των προτηγανισμένων συναντήσεων που προηγήθηκαν.

Τα τρένα που περνούν (και δεν ξαναγυρνούν) Facebook Twitter
Το υποκριτικό στυλ «δεν αντιδρώ-δεν εκδηλώνομαι-είμαι βαρύ πεπόνι» που υιοθετείται μονολιθικά από τον Σπύρο Χατζηαγγελάκη ουδέποτε μάς ευαισθητοποιεί απέναντι στις υποτιθέμενες αναζητήσεις του Μιχάλη. Φωτ.: Χρήστος Συμεωνίδης

Γιατί δεν είναι μόνον ο λόγος ή οι χαρακτήρες που μοιάζουν να εξήλθαν από κάποιο λυσάρι «τύπων» (η «μάνα-παστίτσιο», ο «πρώην-παντρεύομαι», η «κολλητή-θα γεράσουμε μαζί»), υπηρετώντας καλόβολα τα οφθαλμοφανή συγγραφικά σχήματα. Οι εκφερόμενοι προβληματισμοί εντυπωσιάζουν επίσης με την απλοϊκότητα τους, με τις αφελώς σχηματοποιημένες αγωνίες τους: δεν είναι το σύμφωνο συμβίωσης αυτό που σκοτώνει το παιδί μέσα μας, την «αέναη παιδικότητά» μας¹, αυτό που μας καθιστά ενήλικες ή που σηματοδοτεί το τέλος της ανεξαρτησίας μας, όπως μοιάζει να ανησυχεί ο «ασυμβίβαστος» Μιχάλης, ενόσω εξοργίζεται με τον Γιάννη ή αντιστέκεται στις νουθεσίες των οικείων του να «μεγαλώσει» και να «σοβαρευτεί». 

Δεν είναι ο γάμος ή ο μη-γάμος –οποιοδήποτε «οριστικό βήμα ενηλικίωσης»²– αυτό που καθορίζει το γίγνεσθαι, την εξέλιξη, την πολλαπλότητα, την ανοιχτότητα των υποκειμένων, που περιορίζει ή αυξάνει τις δυνατότητες του επιθυμείν, του αισθάνεσθαι, του συνδέεσθαι με τους άλλους και με τον κόσμο. Το αναμάσημα παρόμοιων μικροαστικών ψευδοδιλημμάτων καταφέρνει μόνο να μεθοδεύει εκ νέου την υποταγή μας σε παραπλανητικές φούσκες και πλαστά αδιέξοδα. «Ζήσε τη ζωούλα σου όπως θες», λέει ο χαριτωμένος νεαρός στον μπλοκαρισμένο Μιχάλη, ανοίγοντας έτσι, με την αθωότητά του, μια φευγαλέα χαραμάδα φωτός μέσα στον ζόφο. 

Τα τρένα που περνούν (και δεν ξαναγυρνούν) Facebook Twitter
Ο Γιώργος Μπένος ως μέλος των μουτζαχεντίν της σοβαρότητας και αδέκαστος υπασπιστής της νομοτέλειας των πραγμάτων. Φωτ.: Χρήστος Συμεωνίδης
Τα τρένα που περνούν (και δεν ξαναγυρνούν) Facebook Twitter
Εξοικειωμένος με το ανακριτικό στυλ της, ο Μιχάλης παραμένει ψύχραιμος και ασυγκίνητος σε όλες τις επιθέσεις νοιαξίματος που εκείνη εξαπολύει εναντίον του. Φωτ.: Χρήστος Συμεωνίδης

Το υποκριτικό στυλ «δεν αντιδρώ-δεν εκδηλώνομαι-είμαι βαρύ πεπόνι» που υιοθετείται από τον Σπύρο Χατζηαγγελάκη ουδέποτε μάς ευαισθητοποιεί απέναντι στις υποτιθέμενες αναζητήσεις του Μιχάλη, ενώ περισσότερο πειστικός αποδεικνύεται ο Γιώργος Μπένος ως μέλος των μουτζαχεντίν της σοβαρότητας και αδέκαστος υπασπιστής της νομοτέλειας των πραγμάτων. Η Λουκία Πιστιόλα προσδίδει μια αύρα αυθεντικότητας στον, κατά τα λοιπά, ευκόλως αναγνώσιμο ρόλο της μάνας-«γύρνα-κοντά-μας». Τέλος, η σκηνοθεσία, συρρικνωμένη σε ένα ανέμπνευστο mise en place, επιτείνει απλώς την αίσθηση ρηχότητας και προχειρότητας που διακρίνει το σύνολο του εγχειρήματος.

[1, 2]. Από το σημείωμα του συγγραφέα στο δελτίο Τύπου της παράστασης.  

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση «Blue Train» εδώ. 

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Με Μαρμαρινό, Κουρεντζή, Ράσσε, Mouawad και Ζυλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Πολιτισμός / Μαρμαρινός, Κουρεντζής, Ράσε, Mouawad και Ζιλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Καλλιτέχνες με ιστορικό ίχνος στην Επίδαυρο θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους δίπλα σε ξένους και άλλους Έλληνες δημιουργούς, ενώ στις 19 Ιουλίου θα ακούσουμε την ορχήστρα Utopia υπό τη διεύθυνση του Θ. Κουρεντζή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει τον εαυτό του;      

Θέατρο / Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει επιτυχημένα τον εαυτό του;      

«Αν θες να αναμετρηθείς με κάτι, αν θες να πας στην ουσία, πρέπει να πονέσεις» – Κριτική για την πολυσυζητημένη παράσταση «Merde!» των Βασίλη Μαγουλιώτη και Γιώργου Κουτλή στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ο Γιάννος Περλέγκας βρίσκει τη χαρά της δημιουργίας στη φλόγα για συνύπαρξη

Θέατρο / «Έχω νιώσει ακατάλληλος και παρωχημένος δεινόσαυρος μέσα στο θεατρικό τοπίο που αλλάζει»

Με αφορμή το έργο του Μπέρνχαρντ «Η δύναμη της συνήθειας», ο Γιάννος Περλέγκας μιλά με ταπεινότητα και πάθος για το θέατρο, με το οποίο συνεχίζει να παλεύει και που διαρκώς τον νικά. Αυτό, όμως, είναι που τον κρατά ζωντανό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Άρης Χριστοφέλλης

Όπερα / «Ακόμα και όσοι θαυμάζουν σχεδόν ειδωλολατρικά την Κάλλας, λίγα γνωρίζουν για την τέχνη της»

Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, επιστημονικός σύμβουλος του ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας», εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η θρυλική σοπράνο παραμένει μια ανυπέρβλητη καλλιτέχνιδα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Θέατρο / Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Ποια είναι τα προσωπικά της στοιχήματα και ποιες είναι οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια του Εθνικού - η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει αυτή τη θέση από το 1994.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η Κληρονομιά μας, ένα πανόραμα της και της ιστορίας των γκέι ανδρών

Θέατρο / «Η κληρονομιά μας»: Η ιστορία της gay κοινότητας γίνεται ένα συγκινητικό θεατρικό έργο

Ο Γιάννης Μόσχος σκηνοθετεί το έργο του Αμερικανού συγγραφέα Μάθιου Λόπεζ, ένα έργο με αφετηρία την γκέι ζωή που αφορά την αγάπη και την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων, είτε ομόφυλες είτε ετερόφυλες, τα όνειρα, τους φόβους και τα ματαιωμένα σχέδια. 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια απρόβλεπτη συζήτηση για τη σεξουαλικότητα με τη Γαλήνη Χατζηπασχάλη

Θέατρο / Γαλήνη Χατζηπασχάλη: «Δεν μιλάμε για τα σεξουαλικά βοηθήματα κι ας πουλιούνται εκατομμύρια δονητές»

Πρωταγωνιστεί στο «Στο διπλανό δωμάτιο ή το έργο του δονητή», μια παράσταση που φωτίζει το πώς, ακόμη και σήμερα, δυσκολευόμαστε να μιλήσουμε ανοιχτά για το σεξ. Με αφορμή το έργο, κάναμε μια απρόβλεπτη συζήτηση με την αγαπημένη ηθοποιό για τα ταμπού, την εμμηνόπαυση και τη γυναικεία σεξουαλική χειραφέτηση.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

Θέατρο / Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

Mια επιμελής εικονογράφηση του μπρεχτικού αριστουργήματος εκτυλίσσεται ενώπιόν μας, χωρίς να δονείται από καμία εσωτερική αναγκαιότητα - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση που σκηνοθετεί ο Στάθης Λιβαθινός.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Βαρόνος “Φ”»: Ένας καταχρεωμένος «ευγενής» σε μια τρελή κωμωδία εξαπάτησης

Θέατρο / Ένας καταχρεωμένος «ευγενής» σε μια τρελή κωμωδία εξαπάτησης

Πιάνοντας το νήμα από την ιδέα μιας καυστικής κωμωδίας ηθών του 1870 που μιλά για την απάτη, η ιστορία ενός ψευτοευγενούς στην παράσταση «Βαρόνος “Φ”» φτάνει στη σύγχρονη υποκρισία και στον εαυτό που θέλουμε να δείχνουμε στην κοινωνία.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Το ΜΑΜΙ είναι ένα ποίημα για τις ζωές των γυναικών

Θέατρο / «ΜΑΜΙ»: Εικόνες από τη ζωή μιας μητέρας

Το ποιητικό σύμπαν του 26χρονου σκηνοθέτη που μας μάγεψε με το «Goodbye Linditta», εστιάζει αυτήν τη φορά στην ιστορία μιας γυναίκας μέσα από τα μάτια ενός αγοριού που δεν θέλει να τη θεοποιήσει αλλά να την παρατηρήσει.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
O Τομά Ζολί στην Αθήνα: Ποιος είναι ο προκλητικός, ανατρεπτικός τελετάρχης των Ολυμπιακών Αγώνων

Θέατρο / O Τομά Ζολί στην Αθήνα: Ποιος είναι ο προκλητικός, ανατρεπτικός τελετάρχης των Ολυμπιακών Αγώνων

Ο πολυσυζητημένος σκηνοθέτης της τελετής έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Παρισιού, που έγινε διάσημος για τις φιλόδοξες, μεγαλειώδεις παραστάσεις του, πιστεύει απόλυτα στη μαγική δύναμη του θεάτρου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Αντικείμενα»: Μια παράσταση για τη υπόθεση των αδερφών Παπέν

Θέατρο / Μια παράσταση για τις εξουσιαστικές σχέσεις και ένα φρικτό έγκλημα

Στην παράσταση «Αντικείμενα», ο Γιάννης Αποσκίτης, ο Γιώργος Κατσής και ο Πάνος Παπαδόπουλος αφηγούνται με ένα δικό τους πρωτότυπο έργο μια ιστορία που κρύβεται στην υπόθεση των αδερφών Παπέν, αλλά δεν έχει ακόμα γραφτεί.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Σπύρος A. Ευαγγελάτος: Μια μεγάλη διαδρομή

Πέθανε Σαν Σήμερα / Σπύρος A. Ευαγγελάτος: Μια μεγάλη διαδρομή στο ελληνικό θέατρο

Το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης κυκλοφόρησε έναν τόμο 535 σελίδων, αφιερωμένο στον σπουδαίο σκηνοθέτη, φιλόλογο, συγγραφέα και ακαδημαϊκό που άφησε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ